Μετεγκατάσταση αλί και τρισαλί

Του Γιάννη Γουσιόπουλου

Η κυβέρνηση αποφάσισε τη μετεγκατάσταση των οικισμών της Θεσσαλίας που η θέση τους ενέχει αυξημένους κινδύνους πλημμυρών μετά τις τελευταίες μεγάλες πλημμύρες.

Σε αυτή τη  μετεγκατάσταση πρέπει να αποφευχθούν τα σοβαρά λάθη που έγιναν σε μία άλλη που αποφασίστηκε να γίνει πριν πολλά χρόνια σε άλλη περιοχή  – λόγω σεισμού – για λόγους εκείνη τη φορά, ακαταλληλότητας του εδάφους στην ασφάλεια των κτηρίων σε έναν ενδεχόμενο νέο ισχυρό σεισμό.

Τη μετεγκατάσταση που αφορά τα έξι χωριά του Δήμου Βοΐου στη Δ. Μακεδονία, λίγο βορειότερα της Θεσσαλίας.

Σοβαρά λάθη είναι πρώτον η μεγάλη καθυστέρηση εκτέλεσης του έργου, η μετεγκατάσταση αποφασίσθηκε μετά τον μεγάλο σεισμό του 1995 και σήμερα το έτος 2024 δεν ολοκληρώθηκε, δεύτερον η μετεγκατάσταση δεν περιλάμβανε τους βοηθητικούς χώρους που χρειάζονται για την άσκηση των αγροτικών δραστηριοτήτων των κατοίκων των οικισμών.

Να σημειωθεί πως οι βοηθητικοί χώροι των αγροτών που συνήθως βρίσκονται δίπλα ή κοντά στην κατοικία μαζί με την κατοικία, μετά τη μετεγκατάσταση, περιέρχονται στο κράτος.

Η μεσοβέζικη λύση που η πολιτεία πήγε να δώσει εκ των υστέρων με την ενοικίαση των βοηθητικών χώρων μαζί με τις κατοικίες στους πρώην κατόχους για εκατό χρόνια και έναντι συμβολικού ποσού, όχι μόνο δεν απέδωσε αλλά επέτεινε το πρόβλημα.   

Η μεγάλη καθυστέρηση της μετεγκατάστασης οφείλεται αδιαμφισβήτητα στη γραφειοκρατία που διακρίνει το ελληνικό κράτος, ενδεχομένως στις αντικειμενικές δυσκολίες εξεύρεσης των απαραίτητων πόρων για την κατασκευή των έργων υποδομής, είναι αλήθεια και στο συναισθηματικό δέσιμο των ανθρώπων με το σπίτι που έκτισαν με τα ίδια τους τα χέρια. Ωστόσο σοβαρός λόγος είναι και η απροθυμία κατοίκων για τη μετεγκατάσταση λόγω του θέματος των βοηθητικών χώρων.                   

Η μετεγκατάσταση παρά την ολοκλήρωση της κατασκευής των έργων υποδομής μερικά χρόνια πριν,  το πιθανότερο είναι να μην ολοκληρωθεί ποτέ. Και αυτό γιατί;

Γιατί οι δικαιούχοι οικοπέδου στον νέο οικισμό που θα συμμετείχαν στην κλήρωση για τη διανομή των οικοπέδων σχεδόν υπερήλικες τότε, σήμερα 30 χρόνια μετά δεν βρίσκονται στη ζωή!

Οι κληρονόμοι τους ως επί το πλείστον μη αγρότες και κάτοικοι πλέον των μεγάλων αστικών κέντρων, μέσα σε ένα περιβάλλον γενικής οικονομικής καχεξίας και με δεδομένο ότι ο νέος οικισμός βρίσκεται σε μία φθίνουσα οικονομικά και κοινωνικά περιοχή, δεν ενδιαφέρονται για την απόκτηση οικοπέδου στον νέο οικισμό. Δεν ενδιαφέρονται με τους γνωστούς προβλεπόμενους πάγιους περί των μετεγκαταστάσεων όρους.

Δεν ενδιαφέρονται για την κατασκευή στη συνέχεια κατοικίας για εκμετάλλευση ή τη χρήση της κατοικίας ως εξοχική.

Το πρόγραμμα βρίσκεται στον αέρα παρά το ενδιαφέρον που έδειξαν αρχικά οι φορείς της περιοχής, η τότε κυβέρνηση και οι κάτοικοι του οικισμού υποδοχής.      

Παρεμπιπτόντως φορείς και κυβέρνηση εφόσον οριστικοποιηθεί ο τερματισμός του προγράμματος πρέπει πάση θυσία να αναζητήσουν άλλον τρόπο αξιοποίησης των υποδομών που κατασκευάσθηκαν από το υστέρημα του Έλληνα φορολογούμενου πολίτη.

Η κυβέρνηση και οι φορείς της Θεσσαλίας στην επικείμενη μετεγκατάσταση αμιγώς αγροτικών οικισμών πρέπει οπωσδήποτε να μεριμνήσουν για τους βοηθητικούς χώρους και όλα να γίνουν το συντομότερο δυνατόν.

Να μην επαναληφθούν στη Θεσσαλία λάθη που έγιναν στη Δ. Μακεδονία.

Το κράτος από τη μία μεριά κάνει περικοπές δαπανών στην υγεία, την παιδεία, εισπράττει υπερβολικούς φόρους από τους πολίτες, κρατά χαμηλά μισθούς και συντάξεις, από την άλλη  χρηματοδοτεί δημόσια έργα που θα μείνουν μισά ή αναξιοποίητα επειδή υπήρξαν πολιτικές αβλεψίες ή γρήγορα ξεπεράστηκαν από την εποχή τους.