Οι πρωταγωνιστές και οι κομπάρσοι του μεταπολιτευτικού κράτους

Του Αποστόλη Λουλουδάκη

 

Αφιέρωμα στον Κυριάκο Σταμέλο

 

15 ΜΑΗ του 1973. Επίσκεψη με το 564 τάγμα πεζικού της Νιγρίτας στα οχυρά του Ρούπελ.

Ανάμεσα στους κανονικούς φαντάρους υπήρχαμε και κάποιοι που δεν τηρούσαμε τις προδιαγραφές. Σταμέλος Κυριάκος, Πολυτεχνείο, Μώρος Νίκος, Ιατρική, Τρανταλίδης Μάνος, Φαρμακευτική και Λουλουδάκης Αποστόλης, ΑΣΟΕΕ. Είμαστε η κατηγορία των άτακτων, απροσάρμοστων φοιτητών, που παρενοχλούσαμε τους συναδέλφους μας φοιτητές, διαβάζαμε και διακινούσαμε επικίνδυνα βιβλία, μοιράζαμε προκηρύξεις, προπαγανδίζαμε ιδέες ανατρεπτικές, αναρχοκομουνιστές κατά την ορολογία του καθεστώτος της εποχής, ακούγαμε απαγορευμένη μουσική ,διαβάζαμε λογοτεχνία και ποίηση που δεν διέθετε πιστοποίηση (ISO ) ελληνοχριστιανικότητας, μιλούσαμε για Δημοκρατία στα αμφιθέατρα, για Ελευθερία, για Ειρήνη, για ισότητα, για Εθνική ανεξαρτησία, διεκδικούσαμε δημοκρατικές εκλογές στα φοιτητικά σωματεία…

Η ανόητη χούντα των συνταγματαρχών προκειμένου να αποκαταστήσει την «τάξη» στα Πανεπιστήμια έστειλε στον Στρατό καμία πενηνταριά φοιτητές που τους θεωρούσε υποκινητές του φοιτητικού κινήματος που άρχισε να φουντώνει στα Πανεπιστήμια. Αυτή η πράξη  καταστολής όπως συνήθως συμβαίνει με αυτού του τύπου τα γελοία καθεστώτα έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στην μαζικότητα του αγώνα ενάντια στην φασιστική δικτατορία και στον Αμερικανικό παράγοντα.

Κάποια στιγμή μετά την περιήγηση μας μέσα στα τούνελ των οχυρών του Ρούπελ, που παρά την σχέση τους με τον Μεταξά και την επιρροή των αντιμιλιταριστικών ιδεών στην νεολαία γενικά -την εποχή αυτή ειδικά λόγω του πολέμου στο Βιετνάμ- είχαμε κυριολεκτικά σοκαριστεί από την τεχνική επάρκεια του έργου. Όμως όσο και να μην το επέτρεπαν τα ταμπού να το συζητήσουμε φάνηκε ότι με την σιωπή μας συμφωνούσαμε σε κάτι που δεν υπήρχε στην διαδικασία της ημερήσιας διάταξης.

Ήταν σαν να το διαχειριζόμαστε ως ένα θέμα που αφορούσε αποκλειστικά τους στρατιωτικούς και δεν μας έπεφτε λόγος.

Υπήρχε κάποιος στην μονάδα που τον βρήκαμε εκεί στο 564, απλός  τουφεκιοφόρος, τελειόφοιτος της Παντείου περίπου 35 χρόνων, Σ.Κ λεγόταν, του Β´ Γραφείου, έκανε εθνική διαπαιδαγώγηση στους Φαντάρους του τάγματος, δηλαδή κηρύγματα μίσους και αντικομουνισμού καταγωγή του ήτανε από την Στερεά Ελλάδα, από οικογένεια που είχε υποστεί τις διώξεις του μετεμφυλιακού κράτους .Ένα βράδυ εγώ μαζί με τον Κυριάκο είχαμε μια πολύ ζέστη και ανθρώπινη κουβέντα μαζί του, ανακαλύψαμε ένα άτομο που είχε μόρφωση και βαθιά πίστη στις ιδέες για τις οποίες υπέστη τόσες θυσίες η οικογένεια του. Δεν είχε όμως την λεβεντιά και την διάθεση να πληρώνει ένα γραμμάτιο που δεν έφερε τη υπογραφή του και το οποίο έπρεπε να πληρώνει εφ’ όρου ζωής εξαιτίας του πατέρα του .

Από τότε προσπαθούσαμε να φεύγουμε από τις διαλέξεις του με τον Κυριάκο διότι βλέπαμε ότι ένοιωθε πολύ άσχημα .

Έτσι λοιπόν και εκείνη την μέρα είχε αναλάβει τον ρόλο του, να εκφωνήσει τον πανηγυρικό μέσα στην ανοιξιάτικη Φύση, με μπόλικη προπαγάνδα για τον Μεταξά, την Χούντα του Παπαδόπουλου, τον ακούγαμε να ξεστομίζει ό,τι ποιο ψεύτικο και χυδαίο είχα ακούσει μέχρι τότε για την κατοχή, την αντίσταση, την ιστορία και τα πρόσωπα της αριστεράς. Άχνα δεν είπε για τους δωσίλογους και τους συνεργάτες των Ναζί.

Εκείνη την μέρα δεν φάνηκε να τον ενοχλεί η παρουσία μας διότι υπήρχαν στρατηγοί και άλλοι υψηλόβαθμοι καθώς και παρακρατικοί, γουρουνάδες, τοπικοί χουντοπαράγοντες από τα γύρω χωριά και έπρεπε να επιδείξει το ταλέντο του .

Διέθετε τέλεια υποκριτική, δυνατή φωνή, το πρόσωπο του αποκτούσε μια σκληρότητα που σου προκαλούσε τρόμο. Ξέραμε βέβαια ότι πρόκειται για ένα δυστυχισμένο άτομο που είχε απελπιστεί από τις κακουχίες της οικογένειας του και αναζητούσε μια ήσυχη ζωή χωρίς υπερβολικές απαιτήσεις .

Τον Κυριάκο τον πήρα πιο πέρα μετά, καθίσαμε σε ένα βράχο και αγναντεύαμε μαζί και με τον Μώρο τον Νίκο που ήλθε σε λίγο. Μας έψαχνε με αγωνία και μόλις μας εντόπισε έτρεξε σα να ήθελε να μας ανακοινώσει κάτι .

Κάτω από τα βλέμματα μας που τα είχαμε στρέψει προς το βοριά βλέπαμε να απλώνεται μια πεδιάδα της Βουλγαρίας. Η μέρα ήταν λουσμένη με ένα υπέροχο ήλιο αλλά εμένα που ήμουνα από την Κρήτη λίγο ποιο πάνω από την Αφρική με είχε τσακίσει το κρύο .

Στην πεδιάδα της Βουλγαρίας απέναντι υπήρχε μεγάλη κινητικότητα με τρακτέρ, φαίνεται ότι ήτανε μια περίοδος έντασης των αγροτικών εργασιών. Τότε μας λέει ο Μώρος που δεν γνώριζε την ιστορία του «χαφιέ»:

«Όση ώρα αυτός ο φασίστας έβγαζε το κήρυγμα του και ήμουν υποχρεωμένος να τον ακούω ,είχα αποδράσει με το βλέμμα μου στην πεδιάδα της Βουλγαρίας και την έβλεπα ως Παράδεισο. Σε αυτό το σημείο μας έχουν φέρει οι γελοίοι, τα φασιστοειδή που μας κυβερνούν».

Κοιταχτήκαμε με τον Κυριάκο στα μάτια και πρέπει να σκεπτόμαστε το ίδιο πράγμα: Αυτός ο ίδιος άνθρωπος (ο χαφιές ) , αν βρισκόταν στην απέναντι όχθη που ανήκε σε ένα διαφορετικό κόσμο θα μπορούσε να κάνει την ίδια δουλειά, να είναι ένας αξιοπρεπής αξιωματούχος γραφειοκράτης, να εκφωνεί λογύδρια και ψεύτικες ειδήσεις, να εξοντώνει χαραχτήρες, να χαφιεδίζει.

Να διαστρεβλώνει την ιστορία και να αμείβεται πλουσιοπάροχα από το καθεστώς και με πολλά έξτρα δώρα όπως καλοκαιρινές διακοπές στην Κριμέα, χειμερινές στο Παμπόροβο κτλ και βέβαια με ισχυρή πιθανότητα να μην υποκρίνεται όπως κάνει τώρα αλλά να πιστεύει πραγματικά ότι αγωνίζεται για  την οικοδόμηση της αταξικής κοινωνίας .

Ήταν ένα ισχυρό μάθημα ζωής για να μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε αυτά που συνέβησαν και συμβαίνουν στην χώρα μας μετά την μεταπολίτευση .

Μετά από πολλά χρόνια τον έψαξα είχα μάθει κάποια νέα του από τις εφημερίδες. Ανησύχησα, βρήκα το τηλέφωνό του από τον κοινό μας φίλο τον Γιώργο τον Παπαβασιλόπουλο καθηγητή του ΕΜΠ. Βρεθήκαμε τον τελευταίο χρόνο, αρκετές φορές σε ένα στέκι που πέρναγε τις ώρες του στο Μοναστηράκι και δεν ήταν δυνατό να μην θυμηθούμε την Ιστορία με τον «Χαφιέ», την κουβέντα με τον Μώρο, το Πολυτεχνείο ,την μεταπολίτευση, την ζωή σε μια ισλαμοφασιστική χώρα που μόνος του επέλεξε να ζήσει για να κερδίσει κάτι περισσότερο από το μικροαστικό όνειρο που απλόχερα προσέφερε στην γενιά μας η μεταπολιτευτική Ελλάδα, αναφορές σε συντρόφους και κοινούς φίλους, την εποχή  που διαμορφώθηκαν τα συλλογικά υποκείμενα αντίστασης στην χούντα και μιλούσαμε για τις προσωπικές μας διαδρομές.

Κάθε συνάντηση ήτανε μια πολύωρη επίπονη διαδικασία διότι συζητούσα μαζί του χωρίς ποτέ να πιστέψω ότι είχε σαλτάρει ή ότι καβάλαγε το σύνδρομο του αποτυχημένου όπως πίστεψαν όσοι δεν μπόρεσαν να ανιχνεύσουν ότι τα ενδιαφέροντα του για την ποίηση, τα μαθηματικά, την μουσική, την τέχνη ,το πάθος του για ζωή τον  συντρόφευαν μέχρι την εντατική και ήταν το οξυγόνο της ζωής του.

Διαφωνήσαμε πολύ, τσακωθήκαμε, όσο προσπαθούσε να υποπτεύεται το Πολυτεχνείο ως προϊόν συνωμοσίας και ήταν διάχυτη η κούρασή του να αναλώνεται σε θεωρίες που αναπτύσσουν τα γνωστά ακροδεξιά παρακρατικά κυκλώματα όργανα της παρασιτικής ολιγαρχίας, επειδή έχουν ανοικτούς λογαριασμούς με τα γεγονότα και τους ανθρώπους που διαμόρφωσαν σοβαρές εξελίξεις στην ελληνική κοινωνία .

Το σύνδρομο του φόβου των σαθρών μηχανισμών που λήστευαν την χώρα για μια επανάληψη της ιστορίας, για ένα νέο Πολυτεχνείο της παρακμάζουσας μεταπολίτευσης προκάλεσε την κατασκευή των μύθων και την ενοχοποίηση μιας γενιάς που δεν είχε καμία συμμετοχή με το πλιάτσικο.

Μια κοινωνία, που παρά τις ψευδαισθήσεις των «προοδευτικών» παρέμενε υπερβολικά συντηρητική και ανήμπορη ακόμη και για την προσαρμογή της στο αστικοδημοκρατικό ευρωπαϊκό μοντέλο, βρέθηκε μεθυσμένη από την ευμάρεια των δανεικών και ανάπηρη πνευματικά για να προβλέψει τον Αρμαγεδδώνα που ήταν προ των πυλών.

Ο Κυριάκος είναι ένας από τους ανθρώπους μιας γενιάς που βρίσκεται στο κατώφλι της τρίτης ηλικίας και που ήδη κάποιοι ολοκλήρωσαν τον βιολογικό τους κύκλο και η συχνότητα αυτών που θα εγκαταλείπουν την ζωή θα αυξάνεται κάθε χρόνο.

Τα τελευταία χρόνια της κρίσης πολλά κέντρα προσπαθούν να χρεώσουν την γενικευμένη ελληνική χρεωκοπία στην γενιά του Πολυτεχνείου όπως έχει συνηθίσει να καταγράφεται στην σύγχρονη πολιτική ορολογία. Είναι μια προσπάθεια κατασκευής ενός παραμυθιού χωρίς λογική υπόσταση.

Η ενοχή αυτής της γενιάς συνίσταται στο ότι ενώ βρέθηκε μπροστά από την άμαξα και έδωσε ένα νικηφόρο αγώνα μετά την μεταπολίτευση βρέθηκε να σπρώχνει εκ των όπισθεν τις πολιτικές γενιές των ηττημένων .

Το συστήματα της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας που χρεοκόπησαν την χώρα, αφού διέλυσαν το παραγωγικό μοντέλο, καθοδήγησαν την αποβιομηχάνιση  και την συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής, κατασπάραξαν δισεκατομμύρια επιδοτήσεις και δάνεια, διαχειρίστηκαν τον πλούτο της χώρας, είχαν τον έλεγχο των τραπεζών, των μέσων ενημέρωσης και όλων των μηχανισμών εξουσίας μετατόπισαν τις δικές τους ευθύνες και του εκτελεστικού τους βραχίονα, δηλαδή το πολιτικό σύστημα, σε μια ανύπαρκτη στην πραγματικότητα πολιτική οντότητα, την γενιά που παρέδωσε την δική της νίκη στα παλαιοκομματικά προδικτατορικά τζάκια.

Αυτή η γενιά απλά δεν υπήρξε με την έννοια που κάποιοι αυθαίρετα την προσδιορίζουν. Μετά την μεταπολίτευση δεν είχε κανένα αυτόνομο πολιτικό ρόλο και παρουσία. Ένα μέρος ενσωματώθηκε  μέσα στα κομματικά κοινοβουλευτικά και εξωκοινοβουλευτικά σχήματα της πρώτης περιόδου και το μεγάλο μέρος πήρε τον δρόμο της ιδιώτευσης και της αναζήτησης του δρόμου της επιβίωσης. Μια κατηγορία ακολούθησε την ηττημένη και πολυδιασπασμένη Αριστερά  του εμφυλίου πολέμου σε όλες της τις εκφράσεις και μια άλλη τα διάδοχα σχήματα των ηττημένων από το παρακράτος προδικτατορικών αστικών κομμάτων.

Στην νέα Ελλάδα των αστικοδημοκρατικών αλλαγών, του Ευρωπαϊκού προσανατολισμού, των κοινωνικοπολιτικών μεταμορφώσεων και μετασχηματισμών η γενιά αυτή ως μια ολοκληρωμένη ομοιογενής πολιτική ομάδα απλά δεν υπήρξε.  Ως μονάδες κάποιοι ελάχιστοι ανεδείχθησαν σε κορυφαία στελέχη των κομματικών ελίτ ,της δημοσιογραφίας, της ακαδημαϊκής κοινότητας και δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις κάποιων που διασυνδέθηκαν με το συντηρητικό στρατόπεδο. Αλλά σχεδόν στο σύνολο της αυτή η γενιά λειτούργησε ως ένα μη συνεκτικό αδρανές πολιτικό παρατηρητήριο του μεταμορφισμού της Ελληνικής κοινωνίας σε ένα σύνθετο μικροαστικό συντεχνιακό μόρφωμα που κινήθηκε στα πλαίσια ενός χρεωκοπημένου και αναχρονιστικού αξιακού μοντέλου που καθόρισε  ο ελληνικός συντηρητισμός που δεν μπόρεσε να αφομοιωθεί στο Ευρωπαϊκό περιβάλλον .

Ζητήματα όπως ο διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους, νομοθετικές ρυθμίσεις στο οικογενειακό δίκαιο ,κοινωνικά δικαιώματα, αποτέφρωση νεκρών, ταυτότητες, αποκέντρωση, συμμετοχικοί θεσμοί, απλή αναλογική, αποτέλεσαν και αποτελούν ταμπού του Ελληνικού συντηρητισμού. Ακόμα και τα κόμματα της παραδοσιακής αριστεράς φρόντισαν να μην αλλοιωθούν τα συντηρητικά τους αντανακλαστικά από τον ριζοσπαστισμό που νομοτελειακά εξέφραζε ένα νεολαιίστικο κίνημα αφού υπήρξαν στιγμές που διεξήγαγε την ποιο ουσιαστική αποτελεσματική, αξιόπιστη μορφή αντίστασης και μετωπικής αντιπαράθεσης με τους μηχανισμούς του στρατιωτικοφασιστικού καθεστώτος, ανεξέλεγκτα από τους κάθε μορφής κηδεμόνες του προδικτατορικού πολιτικού συστήματος .

Το μίσος, ο πολιτικός ρατσισμός, η στοχοποίηση, η δυσφήμηση αυτής της γενιάς από τα ένοχα οργανωμένα συστήματα, που λεηλάτησαν την χώρα,είναι ένα αφήγημα απενοχοποίησης των ηθικών και φυσικών αυτουργών της κλεπτοκρατίας .

Η χώρα μας βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη φάση σήμερα και κάποια πεισματάρικα «πιτσιρίκια» που διδάχθηκαν πολλά από την δική μας ήττα, είχαν την θέληση να απαλλαγούν από το σύνδρομο του ηττημένου, είχαν την τόλμη να πιστέψουν ότι μπορούν να βγάλουν την Ελλάδα από την κρίση την ώρα που οι άλλοι διάλεγαν τον δρόμο της απόδρασης σαν βρεγμένες γάτες, είχαν το θράσος να πιστέψουν ότι θα νικήσουν τα αδίστακτα κέντρα του παρασιτισμού, είχαν το θάρρος της υπέρβασης του αισθητικού κώδικα της Αριστεράς όσον αφορά τις πολιτικές συμμαχίες που απαιτούσαν οι συγκυρίες, προτίμησαν να χάσουν μια μάχη που δεν μπορούσε να κερδηθεί γιατί το μέλλον είναι μπροστά, ξέφυγαν από τις ιδεοληψίες της ουτοπίας της τοξικής συνδικαλιστικής αριστεράς που αδυνατεί να εναρμονιστεί με τον χρόνο. Έδειξαν δείγματα προσαρμοστικότητας, εξελισιμότητας, πραγματισμού, ορθολογικής ανάγνωσης της ιστορίας.

Δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος της αποχής από μια προσπάθεια που είναι συνέχεια της εποχής που υπήρξαμε πρωταγωνιστές, είναι η συνέχεια του μεγάλου λαϊκού κινήματος της αλλαγής του 1981 που εκφυλίστηκε στην πορεία, είναι η συνάντηση με την ανανεωτική αριστερά που διαμορφώθηκε και ωρίμασε κάτω από τις απρόβλεπτες και πρωτόγνωρες πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων. Το οφείλουμε σε όλους αυτούς τους ανώνυμους χιλιάδες πολίτες που βρέθηκαν μαζί μας στο Πολυτεχνείο και σε όσους πιστεύουν ότι ο δρόμος της φτώχειας και της εξαθλίωσης δεν είναι μονόδρομος και ότι οι κοινωνικές ανισότητες δεν προσδιορίζονται από τους νόμους της φύσης .

Καλό ταξίδι Κυριάκο και είμαι ιδιαίτερα ευτυχισμένος που ξαναβρεθήκαμε πρόσφατα, μιλήσαμε αρκετά για όλους και για όλα δεν συμφωνήσαμε σε όλα και συγγνώμη που δεν κατάλαβα πολλά πράγματα γύρω από τα μαθηματικά σου, όπως και εσύ δεν κατάλαβες ότι όλοι όσοι σε γνωρίσαμε εκείνη την εποχή εκτιμήσαμε την ευφυΐα σου και το θάρρος σου και σε συγχωρούμε για τις καχυποψίες που βασάνισαν το μυαλό σου. Φεύγεις από την ζωή ασυμβίβαστος, αρνήθηκες πεισματικά να αποδεχτείς την απόλαυση των μικροαστικών ψευδαισθήσεων διότι δεν κάλυπταν τις δικές σου ανάγκες .

22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018

Ο Αποστόλης Λουλουδάκης είναι δημοτικός σύμβουλος Δήμου Χερσονήσου- Μέλος του Δ.Σ. της  Κ.Ε.Δ.Ε.