
Του Σωκράτη Αργύρη
Ο Γάλλος κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Ανρί Λεφέβρ (Henri Lefebvre) υπήρξε ένας από τους πρώτους στοχαστές που ανέδειξαν τη σημασία της πόλης και του χώρου ως κεντρικών πεδίων ανάλυσης των κοινωνικών σχέσεων. Σε μια εποχή όπου η κοινωνιολογία επικεντρωνόταν κυρίως στις δομές της οικονομίας, της πολιτικής και των θεσμών, ο Λεφέβρ τόνισε ότι ο χώρος δεν αποτελεί απλώς σκηνικό της κοινωνικής ζωής, αλλά ενεργό και δυναμικό προϊόν αυτής.
Στο έργο του Η Πολιτική του Χώρου, ο Λεφέβρ υποστηρίζει ότι ο χώρος δεν είναι ένα ουδέτερο πλαίσιο όπου απλώς λαμβάνουν χώρα κοινωνικές διεργασίες, αλλά ένα κοινωνικό προϊόν, αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης εξουσίας, ιδεολογίας και καθημερινής ζωής. Ο χώρος, για τον Λεφέβρ, είναι πεδίο σύγκρουσης, διαμόρφωσης ταυτοτήτων και πολιτικής διεκδίκησης. Οι ιδέες αυτές αποκτούν ιδιαίτερη επικαιρότητα όταν εξετάζονται υπό το πρίσμα των διαμαρτυριών που ακολούθησαν την τραγωδία των Τεμπών το 2025, όταν ο δημόσιος χώρος στην Ελλάδα μετατράπηκε σε πεδίο συλλογικής οργής, μνήμης και κοινωνικής δράσης.
Κατά τον Λεφέβρ, ο χώρος δεν υπάρχει αυθύπαρκτα. Παράγεται μέσα από κοινωνικές διαδικασίες και αντικατοπτρίζει τις σχέσεις παραγωγής και εξουσίας μιας δεδομένης ιστορικής στιγμής. Ο χώρος έχει πολιτικό και ιδεολογικό χαρακτήρα, καθώς κάθε κοινωνία οργανώνει, κατανέμει και νοηματοδοτεί τον χώρο σύμφωνα με τις ανάγκες και τις αξίες της. Έτσι, η διάταξη των πόλεων, η πρόσβαση στις υποδομές, η αρχιτεκτονική των δημοσίων χώρων ή η εμπορευματοποίηση των πλατειών δεν είναι τυχαίες αλλά αντικατοπτρίζουν κοινωνικές ιεραρχίες.
Η τραγωδία των Τεμπών ανέδειξε με σκληρό τρόπο πώς η παραμέληση του δημόσιου χώρου και των υποδομών αποτελεί συνέπεια πολιτικών επιλογών που δίνουν προτεραιότητα στην οικονομική αποδοτικότητα έναντι της ανθρώπινης ασφάλειας. Ο χώρος του σιδηροδρομικού δικτύου, δηλαδή, δεν είναι απλώς γεωγραφικός, αλλά πολιτικός χώρος: είναι το αποτέλεσμα ενός πλέγματος αποφάσεων, ιδιωτικοποιήσεων και αδιαφάνειας που συνδέονται άμεσα με την κοινωνική ανισότητα και την απουσία λογοδοσίας.
Η θεωρία του Λεφέβρ οργανώνεται γύρω από την περίφημη τριάδα του χώρου: τον αντιλαμβανόμενο (perceived), τον νοητό (conceived) και τον βιωμένο (lived) χώρο.
Ο αντιλαμβανόμενος χώρος είναι ο χώρος της καθημερινής εμπειρίας, αυτός που βιώνεται μέσω των αισθήσεων και της πρακτικής. Οι δρόμοι, οι πλατείες, οι σταθμοί και τα πανεπιστήμια, όπου συγκεντρώθηκαν οι διαδηλωτές μετά τα Τέμπη, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του χώρου: είναι χώροι όπου οι άνθρωποι κινούνται, εργάζονται και διαμαρτύρονται.
Ο νοητός χώρος είναι ο χώρος όπως σχεδιάζεται και οργανώνεται από την πολιτική εξουσία, την πολεοδομία και την τεχνοκρατική σκέψη. Στην Ελλάδα, ο νοητός χώρος της πόλης καθορίζεται από πολιτικές που επιδιώκουν την «τάξη» και τον έλεγχο, τη μετατροπή των δημοσίων χώρων σε εμπορικές ζώνες και την απομάκρυνση των πολιτικών εκφράσεων από αυτούς.
Τέλος, ο βιωμένος χώρος είναι ο χώρος της φαντασίας, της μνήμης και των συμβολισμών. Στις διαδηλώσεις για τα Τέμπη, οι πλατείες και οι δρόμοι μετατράπηκαν σε χώρους βιωμένους, φορτισμένους με συλλογικά συναισθήματα θλίψης, οργής και αλληλεγγύης. Τα πανό με συνθήματα όπως «Δεν ήταν δυστύχημα, ήταν έγκλημα» ή «Δικαιοσύνη για τα Τέμπη» απέδωσαν στον δημόσιο χώρο ένα νέο κοινωνικό νόημα, μετατρέποντάς τον από χώρο διέλευσης σε χώρο μνήμης και αντίστασης.
Ο Λεφέβρ θεωρεί ότι ο χώρος είναι πάντοτε συνδεδεμένος με την εξουσία. Οι κυρίαρχες ομάδες παράγουν και ελέγχουν τον χώρο σύμφωνα με τα συμφέροντά τους: ποιος έχει πρόσβαση, ποιος αποκλείεται, ποιος φαίνεται και ποιος σιωπάται. Ο δημόσιος χώρος είναι, έτσι, πεδίο ιδεολογικής επιβολής αλλά και εν δυνάμει αμφισβήτησης.
Μετά τα Τέμπη, οι πλατείες των ελληνικών πόλεων έγιναν χώροι πολιτικής αντιπαράθεσης. Οι πολίτες αμφισβήτησαν τη σιωπή των θεσμών και τη διαχείριση της κρίσης, διεκδικώντας διαφάνεια, δικαιοσύνη και συλλογική ευθύνη. Η εξουσία, από την άλλη, προσπάθησε να ελέγξει τον δημόσιο λόγο και τη φυσική παρουσία στους δρόμους, είτε μέσω καταστολής είτε μέσω της συμβολικής απαξίωσης των διαδηλώσεων. Αυτή η σύγκρουση επιβεβαιώνει την αντίληψη του Λεφέβρ ότι ο χώρος είναι όπλο εξουσίας αλλά και αντίστασης.
Για τον Λεφέβρ, ο τρόπος που ο χώρος αναπαρίσταται —μέσα από χάρτες, πολεοδομικά σχέδια ή μέσα ενημέρωσης— αποκαλύπτει ποιος έχει τη δύναμη να καθορίζει τη σημασία του. Στην περίπτωση των Τεμπών, οι κυβερνητικές αφηγήσεις προσπάθησαν να παρουσιάσουν το γεγονός ως «ανθρώπινο λάθος» ή «μεμονωμένο περιστατικό», επιχειρώντας να αποπολιτικοποιήσουν το τραύμα και να ελέγξουν τη συλλογική μνήμη. Ωστόσο, οι πολίτες αντέδρασαν επανανοηματοδοτώντας τον δημόσιο χώρο μέσα από συμβολικές πράξεις μνήμης — αφίσες, γκράφιτι, σιωπηρές πορείες, δημόσιες εγκαταστάσεις — που αντιπαρέθεσαν μια λαϊκή, βιωμένη αφήγηση απέναντι στην επίσημη εκδοχή.
Έτσι, ο «ιδεατός χώρος» του κράτους συγκρούστηκε με τον «βιωμένο χώρο» των πολιτών, αποκαλύπτοντας την πολιτική φύση κάθε αναπαράστασης του χώρου.
Ο Λεφέβρ υπογραμμίζει ότι ο χώρος είναι τόπος κοινωνικής πάλης. Οι υποτελείς τάξεις και οι πολίτες που στερούνται πρόσβασης ή φωνής διεκδικούν την επανανοηματοδότηση του χώρου. Στις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη, αυτό εκδηλώθηκε μέσα από τη μαζική συμμετοχή διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων — φοιτητών, εργαζομένων, οικογενειών των θυμάτων — που απαίτησαν να ακουστούν στο δημόσιο πεδίο.
Η πράξη της διαμαρτυρίας είναι, με όρους του Λεφέβρ, πράξη παραγωγής χώρου. Οι πολίτες που συγκεντρώνονται σε πλατείες δεν «καταλαμβάνουν» απλώς χώρο· τον παράγουν εκ νέου μέσα από τη συλλογική τους δράση, μετατρέποντάς τον σε τόπο πολιτικής σημασίας. Έτσι, ο δημόσιος χώρος αποκτά έναν ριζοσπαστικό χαρακτήρα: γίνεται χώρος του λαού απέναντι στον χώρο της εξουσίας.
Μία από τις κεντρικές πολιτικές ιδέες του Λεφέβρ είναι το «δικαίωμα στην πόλη». Πρόκειται για το δικαίωμα των πολιτών όχι μόνο να χρησιμοποιούν τον αστικό χώρο, αλλά να συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωσή του. Στο πλαίσιο των διαμαρτυριών για τα Τέμπη, αυτό το δικαίωμα παίρνει τη μορφή μιας διεκδίκησης μνήμης: οι πολίτες απαιτούν να θυμούνται, να τιμούν τα θύματα και να μετατρέπουν τον δημόσιο χώρο σε φορέα κοινωνικής ευθύνης.
Το «δικαίωμα στην πόλη» μετασχηματίζεται, λοιπόν, σε δικαίωμα στη συλλογική μνήμη και δικαιοσύνη. Μέσα από τα μνημεία που αναδύθηκαν αυθόρμητα, τις τελετές, τις πορείες και τις καλλιτεχνικές δράσεις, η κοινωνία επανέκτησε τον χώρο όχι μόνο φυσικά αλλά και συμβολικά, επιβεβαιώνοντας τη δύναμη του χώρου ως φορέα πολιτικής σημασίας.
Η προβληματική αυτή δεν περιορίζεται στις κινητοποιήσεις, αλλά εκτείνεται και στη δομή των ίδιων των πόλεων, όπως αποτυπώνεται στις σύγχρονες μορφές διαχείρισης του δημόσιου χώρου.
Στη σύγχρονη πόλη, η κριτική του Λεφέβρ απέναντι στην καπιταλιστική παραγωγή του χώρου αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα. Οι δήμοι, σε συνεργασία με ιδιωτικά συμφέροντα, έχουν μετατρέψει τους δημόσιους χώρους —πεζοδρόμια, πλατείες, πεζοδρόμους— σε εμπορεύσιμα αγαθά, τα οποία εκμισθώνονται με το τετραγωνικό μέτρο για τραπεζοκαθίσματα, εμπορικές δραστηριότητες ή πολιτιστικά γεγονότα. Έτσι, ο δημόσιος χώρος, που θα έπρεπε να ανήκει συλλογικά στους πολίτες, ιδιωτικοποιείται σταδιακά, χάνοντας τον κοινωνικό και πολιτικό του χαρακτήρα. Αυτό που ο Λεφέβρ θα αποκαλούσε «παραγωγή του χώρου» μετατρέπεται σε παραγωγή για το κέρδος, όπου η εμπειρία της πόλης υποτάσσεται στη λογική της κατανάλωσης.
Παρότι ο Λεφέβρ είναι έντονα κριτικός απέναντι στην καπιταλιστική παραγωγή του χώρου, διατηρεί μια ουτοπική διάσταση στη σκέψη του. Μιλά για τη δυνατότητα μιας «συγκεκριμένης ουτοπίας», που γεννιέται μέσα από τις πραγματικές πρακτικές των ανθρώπων και όχι από αφηρημένα μοντέλα. Οι κινητοποιήσεις για τα Τέμπη, με τη συλλογικότητα, την αλληλεγγύη και τη δημιουργικότητά τους, ενσαρκώνουν αυτή την ουτοπία: μια εναλλακτική μορφή κοινωνικής οργάνωσης, όπου ο δημόσιος χώρος ανήκει σε όλους.
Η ουτοπία, για τον Λεφέβρ, δεν είναι φαντασίωση, αλλά δυνατότητα. Κάθε φορά που οι πολίτες συγκεντρώνονται, διαμαρτύρονται, τραγουδούν ή σιωπούν μαζί, δημιουργούν μικρές «ρωγμές» μέσα στο υπάρχον σύστημα παραγωγής του χώρου, ανοίγοντας δρόμους για νέες μορφές κοινωνικής ζωής.
Η θεωρία του Ανρί Λεφέβρ μας προσφέρει ένα ισχυρό εργαλείο για να κατανοήσουμε τις κοινωνικές διαστάσεις του δημόσιου χώρου. Οι διαμαρτυρίες για την τραγωδία των Τεμπών έδειξαν ότι ο χώρος δεν είναι ποτέ ουδέτερος: είναι προϊόν εξουσίας, αλλά και όργανο αντίστασης. Ο δημόσιος χώρος γίνεται το πεδίο όπου η κοινωνία διεκδικεί τη φωνή της, τη μνήμη της και τη δικαιοσύνη της.
Όπως θα έλεγε ο Λεφέβρ, η πολιτική του χώρου είναι τελικά η πολιτική της ζωής — η διαρκής πάλη για έναν χώρο ανθρώπινο, συλλογικό και δίκαιο.


