Toυ Ανδρέα Παναγόπουλου
Η μαζική λογοκρισία της «φιλελεύθερης» Δύσης σε βάρος ΜΜΕ και ιστοτόπων που αποκλείονται από με Social Media ή «κατεβαίνουν» από το διαδίκτυο επειδή «διαδίδουν τη ρωσική προπαγάνδα» δεν είναι κάτι καινούργιο. Ο «νεομακαρθισμός» αλλά και ο «γκεμπελισμός» έχουν βαθιές ρίζες.
Είναι ακριβώς η ίδια τακτική που έχουν κατά καιρούς εφαρμόσει, στην πρόσφατη ιστορία, ένα πλήθος αυταρχικών καθεστώτων από την Τουρκία μέχρι την Κίνα και από τη Ρωσία μέχρι τη Βόρεια Κορέα είτε κατά τη διάρκεια διαμαρτυριών και εξεγέρσεων είτε και μόνιμα.
Πρώτος διδάξας -ποιός άλλος;- ο Γιόζεφ Γκέμπελς.
Το Υπουργείο Προπαγάνδας των Ναζί ασκούσε έλεγχο πάνω σε κάθε μέσο μαζικής επικοινωνίας στη Γερμανία: εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία, δημόσιες συγκεντρώσεις και συναθροίσεις, τέχνες, μουσική, κινηματογράφος και ραδιόφωνο. Οι απόψεις που θα μπορούσαν με οποιονδήποτε τρόπο να απειλήσουν τις ναζιστικές πεποιθήσεις ή το καθεστώς υπόκειντο σε λογοκρισία ή εξαλείφονταν απ’ όλα τα μέσα.
Οι τότε νέες τεχνολογίες από μέσα ελεύθερης επικοινωνίας μετατρέπονται σε μέσα λογοκρισίας με αποκορύφωμα τον περίφημο “Δέκτη του Λαού”.
Στις 18 Αυγούστου του 1933 κάνει την εμφάνισή του ο «Volksempfänger», ένας πολύ φθηνός ραδιοφωνικός δέκτης, προσιτός για την πλειοψηφία των πολιτών της Γερμανίας αφού κόστιζε μόλις 35 μάρκα (μεροκάματα μία εβδομάδας) και μπορούσαν να τον αγοράσουν και με δόσεις.
Αυτό το φθηνό, λαϊκό ραδιοφωνάκι είχε βέβαια κάποιους… μικρούς περιορισμούς: δεν έπιανε μεταδόσεις στα βραχέα κύματα και ήταν προγραμματισμένα να μεταδίδουν ραδιοφωνικό πρόγραμμα μόνο από τη Γερμανία και την Αυστρία και όχι από άλλες ευρωπαϊκές χώρες καθώς το «σήμα» από αυτές ήταν αδύναμο και γεμάτο παράσιτα. Γι’ αυτό και το μοντέλο DKE38 του «Δέκτη του Λαού» μερικές φορές αποκαλείται Goebbels- Schnauze – «μύξα του Γκέμπελς» – από το ευρύ κοινό.
Μόνο αργά τη νύχτα και με την προσθήκη μία εξωτερικής φορητής κεραίας μπορούσαν οι κάτοικοι της Γερμανίας να ακούσουν ξένους σταθμούς. Κάτι που όταν ξεκίνησε ο Πόλεμος ήταν παράνομο. Όταν μάλιστα αγόραζες ένα ραδιόφωνο την εποχή εκείνη υπήρχε κολλημένη πάνω στη συσκευή προειδοποίηση απαγόρευσης ακρόασης «εχθρικών» ραδιοφωνικών σταθμών. Με το ξεκίνημα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1939 άρχισε να επιβάλλεται ακόμα και θανατική ποινή σε όσους παραβίαζαν τη νομοθεσία. Όπως λέει ο Φλόριαν Σιτς -ένας από τους δύο επιμελητές της έκθεσης “On Air. 100 χρόνια ραδιόφωνο” στο Μουσείο Τηλεπικοινωνιών Βερολίνου- υπήρξαν νεαροί 18 και 19 ετών, οι οποίοι εκτελέστηκαν μόνο και μόνο επειδή άκουγαν BBC.
Η παράδοση της λογοκρισίας είναι λοιπόν βαθιά ριζωμένη στην ιστορία της Ευρώπης. Παράδοση που σήμερα συνεχίζεται σήμερα με τον αποκλεισμό των ρωσικών ΜΜΕ αλλά και του συνόλου του ρωσικού πολιτισμού και αθλητισμού.
Η συνέχεια είναι αναμενόμενη. Οπως και στην εποχή της ναζιστικής Γερμανίας με τις επιθέσεις κατά των Εβραίων, έτσι και τώρα θα ακολουθήσουν επιθέσεις κατά επιχειρήσεων, καταστημάτων, σπιτιών ρωσικής καταγωγής πολιτών.
Η είδηση έφτασε πριν λίγο: Για πρώτη φορά μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο σημειώνονται επιθέσεις ρατσιστικού χαρακτήρα στη Γερμανία.
Βίντεο που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δείχνουν ρωσικό μαγαζί να έχει δεχθεί επίθεση με πέτρες και μπογιές, ενώ δίπλα ακριβώς βρίσκεται γερμανικό περιπολικό.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Και θα είναι και ΠΑΛΙ τραγωδία!
ΑΠΟ ΤΟ ANATROPI NEWS