Του Σωκράτη Αργύρη
“Η αναγνώριση του Λόγου ως ρόδου στο σταυρό του παρόντος και η απόλαυση του παρόντος— τούτη η έλλογη επίγνωση είναι η συμφιλίωση με την πραγματικότητα την οποία παρέχει η φιλοσοφία σε όσους έχουν κάποτε νιώσει την εσώτερη παρότρυνση να εννοήσουν και αφενός μεν να διατηρήσουν την υποκειμενική ελευθερία τους στο πεδίο του υποστασιακού, αφετέρου δε να ευρεθούν με την υποκειμενική τους ελευθερία σε έναν χώρο, όχι του επιμέρους και του τυχαίου, αλλά εκείνου που υφίσταται καθ’ εαυτό και δι’ εαυτό.”
Αυτά έγραφε ο Χέγκελ, στον Πρόλογος του έργου του “Αρχές της Φιλοσοφίας του Δικαίου”το 1820.
Επίσης τα λόγια με τα οποία ο Χέγκελ διατυπώνει το πρόβλημα του παρόντος ως αποστολή της φιλοσοφίας στον “Πρόλογο των Αρχών της φιλοσοφίας του Δικαίου” μοιάζουν εμβληματικά:
“Η αποστολή της φιλοσοφίας είναι να εννοήσει αυτό που είναι, διότι αυτό που είναι είναι ο Λόγος. Όσον αφορά τα άτομα, το καθένα είναι ούτως ή άλλως τέκνο της εποχής του. Έτσι και η φιλοσοφία είναι η εποχή της, συνειλημμένη μέσα σε διανοήματα. Είναι εξίσου ανόητο να φαντάζεται κανείς ότι οποιαδήποτε φιλοσοφία μπορεί να υπερβεί τον παρόντα κόσμο της, όσο και ότι ένα άτομο μπορεί να υπερπηδήσει την εποχή του.”
Αν για τον Χέγκελ η αποστολή της φιλοσοφίας ήταν να αναγνωρίσει στο ιστορικό παρόν ως ρόδο τον Λόγο, δηλαδή να εννοήσει την ελευθερία ως αυτό που υπάρχει, πέρα από το επιμέρους και το τυχαίο, όμως το διακύβευμα είναι ακριβώς το αντίθετο: να γνωρίσει το ακανθώδες τυχαίο και επιμέρους των λόγων, τις θετικότητες που πάντα πληγώνουν τα χέρια του φιλοσόφου.
Έτσι θα μπορούσαμε να λέγαμε όπως ο Μισέλ Φουκώ συνοψίζει : ” Όλα τα προβλήματά μας [..] αυτός τα κατέστησε τέτοια για εμάς. […] Αυτός τα διατύπωσε σε αυτό το κείμενο, το “Λογική και ύπαρξη”, που είναι ένα από τα μεγάλα έργα της εποχής μας.”
Αν τώρα αντικαταστήσουμε την λέξη φιλοσοφία με την λέξη πολιτική θα αντιληφθούμε καλύτερα το δράμα της Αριστεράς χωρίς κάποιος να έχει εντρυφήσει στη φιλοσοφία.