Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου
Το 1996 Κυπριακή Κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία πήγαμε στην Κωνσταντινούπολη για να πάρουμε μέρος σε συνέδριο της Διακοινοβουλευτικής Ένωσης (IPU). Εκτός από τον υποφαινόμενο, μέλη της αντιπροσωπείας ήταν ο σημερινός Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης και οι βουλευτές Ανδρέας Φιλίππου και Άριστος Χρυσοστόμου.
Στο περιθώριο της συμμετοχής μας στο συνέδριο επισκεφθήκαμε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και είχαμε συνάντηση με τον πατριάρχη κ.Βαρθολομαίο. Στη συνάντηση ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπήρξε εξόχως εξομολογητικός και αποκαλυπτικός. Μας μίλησε για το μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζει το οικουμενικό πατριαρχείο. Αυτό της διαδοχής των ιερωμένων όλων των βαθμών και ιδιαίτερα των επισκόπων και πρωτίστως του Οικουμενικού Πατριάρχη.
Όπως μας εξήγησε, επειδή ο Οικουμενικός Πατριάρχης πρέπει να είναι Τούρκος υπήκοος έχει δυσκολέψει αφάνταστα η δυνατότητα επιλογής κατάλληλου προσώπου που να ηγείται της ορθοδοξίας δεδομένου του ελάχιστου αριθμού Ελλήνων με τουρκική υπηκοότητα που απέμειναν στην Τουρκία. Και προχωρώντας μας εκμυστηρεύτηκε ότι προετοίμαζε από τότε τον διάδοχο του τον οποίο και «φωτογράφισε».
«Φρόντισα» μας είπε «να στείλω κάποιον κληρικό του πατριαρχείου να λάβει ευρεία μόρφωση και να λάβει διδακτορικό στη Γερμανία. Έτσι όταν έλθει η στιγμή της διαδοχής θα είναι έτοιμος». Διαβάζοντας το βιογραφικό του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου, διαπίστωσα ότι το 1993 ολοκλήρωσε μεταπτυχιακές σπουδές στη φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βόννης. Αυτός λοιπόν, κατά μεγίστη πιθανότητα, είναι ο προετοιμαζόμενος διάδοχος του σημερινού Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Έρχομαι τώρα στην ενέργεια του κ.Ελπιδοφόρου να παρευρεθεί στην τελετή εγκαινίων του Τουρκικού Μεγάρου στη Νέα Υόρκη. Κατανοητή μεν η δυσχέρεια του κ.Ελπιδοφόρου να αρνηθεί την πρόσκληση, όπως και του Οικουμενικού Πατριάρχη να τον αποτρέψει να παρευρεθεί, κατανοητή δε και φυσιολογική η αντίδραση των ομογενειακών οργανώσεων της Αμερικής αλλά και του Προέδρου Αναστασιάδη να ακυρώσει την συνάντηση με τον κ.Ελπιδοφόρο. Δεν μπορούμε να ζητούμε να υπάρχει κατανόηση για τις πράγματι δύσκολες συνθήκες, «εμπερίστατες» κατά την εκκλησιαστική ορολογία, αλλά να θέλουμε την ίδια στιγμή να παραγνωρίζουμε τις φυσιολογικές ευαισθησίες που προκαλούνται στην Ελλάδα, την Κύπρο και τον απόδημο ελληνισμό από ορισμένες ενέργειες είτε του Οικονομικού Πατριαρχείου, είτε των υπαγόμενων σε αυτό εκκλησιών.
Δεν είμαι της άποψης που εκφράζουν ορισμένοι κύκλοι στην Ελλάδα, για μετακίνηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τη Τουρκία στο Άγιο Όρος ή αλλού εντός Ελλάδας για να τερματιστεί η άτυπη αιχμαλωσία του από το τουρκικό κράτος. Το Οικονομικό Πατριαρχείο θα πρέπει να παραμείνει στη κοιτίδα του. Έστω με δυσκολίες και προβλήματα. Εκεί είναι η θέση του, ο ρόλος και η αποστολή του. Με κατανόηση αυτών των δυσκολιών από τον απανταχού Ελληνισμό. Την ίδια ώρα δεν είναι δυνατόν να αρνούμαστε να τυγχάνουν της ίδιας κατανόησης οι αντιδράσεις, τα παράπονα και η δυσφορία που προκαλείται από κάποιες ενέργειες που προκαλούν τα αισθήματα των Ελλήνων.
Τελειώνω με ένα πικρό περιστατικό από την ίδια επίσκεψη μας στην Κωνσταντινούπολη. Ζήτησα από ένα μέλος του Ελληνικού Προξενείου της Κωνσταντινούπολης να διευθετήσει μια επίσκεψη μου σε κάποιο σωματείο, σύλλογο των Ελλήνων της Πόλης. Η απάντηση του ήταν ότι μόνο σε γηροκομείο μπορώ να έχω μια τέτοια συνάντηση, δεδομένου ότι ο Ελληνισμός φθίνει σταδιακά και εξαφανίζεται. «Όμως» μου είπε «δεν σε συμβουλεύω να πραγματοποιήσεις μια τέτοια επίσκεψη. Όταν πληροφορηθούν ότι είσαι Κύπριος θα σου επιτεθούν λεκτικά και πιθανόν να σε διώξουν. Κι’ αυτό γιατί θεωρούν ότι για τα δεινά των Ελλήνων της Τουρκίας ευθύνεται η Κύπρος, ο αγώνας του 55 – 59 και τα γεγονότα των 63 – 64».
Και γι’ αυτήν την μικρή και πικρή ιστορία ήμουν υποχρεωμένος να επιδείξω κατανόηση και δεν πήγα στο γηροκομείο. Παρ’ όλα αυτά είναι λογικώς αναμενόμενο ότι ο Κυπριακός λαός δεν θα έπρεπε να αγωνίζεται για την ελευθερία του; Δεν θα πρέπει αντίστοιχη κατανόηση να επιδεικνύεται;
Πρώην Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων