Πολυτεχνείο – 51 χρόνια μετά

Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου

51 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν χωρούν ανώδυνα μνημόσυνα και ξύλινες περιγραφές.

Αν υπάρχει μια χρησιμότητα στην αναφορά της επετείου είναι ως δίδαγμα της ιστορίας. Γιατί ιδιαίτερα για μας στην Κύπρο το Πολυτεχνείο υπήρξε μια ύστατη προειδοποί­ηση για το που μπορούσαν να οδηγηθούν τα πράγματα. Γιατί αν τα πρώτα χρόνια για μερικούς μπορούσε να υπάρχει η δικαιολογία, αν υπήρχε, πως δεν μπορούσαν να προβλεφθούν οι συνέπειες, τι ήταν εκείνο που εμπόδισε όλους στην Κύπρο να αντιληφθούν πού μπορούσε να οδηγήσει την πατρίδα μας η φασιστική κλίκα της Αθήνας μετά τη σφαγή του Νιόβρη του 1973; Για­τί, ακόμα και τότε, το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής ηγεσίας, ακόμα και ε­κείνοι που παρουσιάζονταν σαν πνευματική ηγεσία, υποκλίνονταν μπροστά στη φασιστική δικτατορία και εξυμνούσαν τους δυνάστες του ελληνικού λαού.

Πώς φτάσαμε όμως στο Πολυτεχνείο; Ποια ήταν η χρονική εξέλιξη των γε­γονότων;

Η αντιφασιστική και δημοκρατική συνείδηση του ελληνικού λαού, και ιδιαίτερα της σπουδάζουσας νεολαίας, δεν μπορεί να δεχθεί το ωμό καθε­στώς της βίας και προχωρεί στη νόμιμη αντίσταση. Ήδη από το 1967, συλ­λαμβάνονται πολιτικοί, διανοούμενοι και φοιτητές και κατηγορούνται για ανατρεπτική δράση. Ανάμεσα σε αυτούς και δύο Κύπριοι φοιτητές. Ο Πέ­τρος Δημητρίου, φοιτητής της Ιατρικής, και ο Άρης Μαυροσκούφης, φοι­τητής της Φυσικομαθηματικής, που καταδικάζονται σε πολυετή φυλάκιση για τοποθέτηση εκρηκτικών μηχανισμών. Αργότερα, στις 2 Σεπτεμβρίου 1970, σε απόπειρα βομβιστικής επίθεσης, χάνει τη ζωή του έξω από την Α­μερικανική Πρεσβεία ο εικοσιπεντάχρονος Γεώργιος Ξάνθος Τσικουρής α­πό την Άσσια, φοιτητής Φυσικομαθηματικής στο Πανεπιστήμιο του Μιλά­νου και Πρόεδρος των Ελλήνων Φοιτητών Ιταλίας, μαζί με την Ιταλίδα σύ­ντροφό του, τη γιατρό Μαρία Αντζελόνι.

Ακολουθεί, το 1973, η «άνοιξη» του ελληνικού φοιτητικού κινήματος. Αρχικά προβάλλονται φοιτητικά ζητήματα, γρήγορα ό­μως ο αγώνας γίνεται ουσιαστικά πολιτικός, με την προβολή αντιχουντι­κών και αντιφασιστικών συνθημάτων.

Στις 4 του Νιόβρη, το μνημόσυνο του Γεωργίου Παπανδρέου γίνεται α­φορμή για ένα λαϊκό ξέσπασμα ενάντια στη δικτατορία. Αιματηρά επεισό­δια διαδραματίζονται κοντά στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, όπου ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις προσπαθούν να συγκρατήσουν χιλιάδες άτομα που, αφού είχαν παραστεί στο μνημόσυνο, θέλησαν να κατευθυνθούν προς το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Η Αστυνομία συλλαμβάνει δεκάδες πο­λίτες και ανακοινώνεται πως δεκαεπτά από τους συλληφθέντες θα προσα­χθούν σε δίκη. Στις 8 του Νιόβρη, όταν αρχίζει η δίκη τους, ο χώρος έξω α­πό το Δικαστήριο γίνεται θέατρο συγκρούσεων μεταξύ αστυνομικών και εκατοντάδων διαδηλωτών.

Στις 14 του Νιόβρη έχουμε την πρώτη φάση των γεγονότων του Πολυ­τεχνείου. Το πρωί εκείνης της μέρας, συνέρχονται Γενικές Συνελεύσεις των φοιτητών για να συζητήσουν το αίτημα για ελεύθερες εκλογές στους Συλ­λόγους. Αφού παίρνουν σχετικές αποφάσεις, μένουν συγκεντρωμένοι μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο, αρχίζοντας τις εκδηλώσεις. Στα κιγκλιδώμα­τα του Πολυτεχνείου αναρτώνται μεγάλα πανό με φοιτητικά και αντιδι­κτατορικά συνθήματα, τα οποία επαναλαμβάνουν οι φοιτητές. Στο μεταξύ τίθεται σε λειτουργία και ο Ραδιοσταθμός του Πολυτεχνείου, που έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη μαζικοποίηση της εξέγερσης. Το βράδυ της ίδιας μέρας και ενώ η προσέλευση φοιτητών συνεχίζεται, απο­φασίζεται η παραμονή και διανυκτέρευση μέσα στο Πολυτεχνείο.

Ενώ η κατάληψη του Πολυτεχνείου συνεχίζεται και τα συνθήματα είναι πια ανοιχτά εναντίον του καθεστώτος, η Αστυνομία εγκαταλείπει ξαφνικά την περιοχή. Στους δρόμους έχουν κατέβει χιλιάδες άτομα. Τραγουδούν και φωνάζουν. Η κυκλοφορία παραλύει. Οι φοιτητές διανυκτερεύουν και πάλι στο Πολυτεχνείο.

Την Παρασκευή 16 του Νιόβρη, οι φοιτητές αντιλαμβάνονται πλέον ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος επέμβασης, παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις και τη σταθερή θέση της Συγκλήτου για μη παραβίαση του ακαδημαϊκού ασύ­λου.

Γύρω στις 3:30 το απόγευμα, η Συντονιστική Επιτροπή δίνει συνέντευξη Τύπου σε αίθουσα του Πολυτεχνείου. Στην ανακοίνωση που εκδίδουν, α­ναφέρουν ξεκάθαρα πως ο Αγώνας δεν στοχεύει πλέον απλώς στην επίλυ­ση φοιτητικών προβλημάτων, αλλά πρωταρχικά στην άμεση ανατροπή του τυραννικού καθεστώτος της χούντας. Στο μεταξύ, το πλήθος έξω από το Πολυτεχνείο ολοένα πυκνώνει. Το μεσημέρι όλοι οι δρόμοι γύρω από το Πολυτεχνείο, σε ακτίνα πεντακοσίων μέτρων, έχουν καταληφθεί από φοι­τητές, μαθητές και πολίτες. Στις πέντε το απόγευμα ομάδες διαδηλωτών ξεκινούν από το Πολυτεχνείο και επιχειρούν να καταλάβουν διάφορα Υ­πουργεία, ρίχνοντας βόμβες μολότοφ. Η Αστυνομία τους αποκρούει με δακρυγόνα και καπνογόνα. Το κέντρο της Αθήνας παρουσιάζει όψη επα­ναστατημένης πόλης. Οι πρώτοι τραυματίες μεταφέρονται στο Πολυτε­χνείο, ενώ ο Ραδιοσταθμός ζητά επειγόντως φάρμακα και αίμα.

Στις 9 το βράδυ οι διαδηλωτές ανεγείρουν οδοφράγματα σε διάφορα σημεία γύρω από το Πολυτεχνείο. Χρησιμοποιούν λεωφορεία, τρόλεϊ και άλλα αυτοκίνητα. Η Αστυνομία, με σχετική ανακοίνωση, απαγορεύει την κυκλοφορία στο κέντρο της Αθήνας μέχρι νεότερης διαταγής.

Στις 11 οι πυροβολισμοί γενικεύονται, ενώ τα πλήθη μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο τραγουδούν και φωνάζουν συνθήματα. Η ατμόσφαιρα φτά­νει στο απώτατο σημείο έντασης. Χιλιάδες άτομα βγαίνουν από τα σπίτια τους, ενώ ταυτόχρονα σημαίνουν οι καμπάνες των εκκλησιών. Η Αθήνα εί­ναι μια επαναστατημένη πόλη.

Τα μεσάνυχτα βγαίνουν από τους στρατώνες στο Γουδή και στον Διό­νυσο οι πρώτες μονάδες με κατεύθυνση το πεδίο των συγκρούσεων. Τα πρώτα τανκς κάνουν την εμφάνισή τους στους Αμπελοκήπους, ενώ ολό­κληρη η περιοχή, σε ακτίνα τριών περίπου χιλιομέτρων γύρω από το Πο­λυτεχνείο, βρισκόταν υπό τον έλεγχο των φοιτητών και των πολιτών, οι ο­ποίοι έδιναν σκληρές μάχες με τις αστυνομικές δυνάμεις. Τα τανκς φθά­νουν έξω από το Πολυτεχνείο στις 2 παρά τέταρτο. Γαντζωμένοι στα κά­γκελα, οι φοιτητές αρχίζουν να ψάλλουν τον Εθνικό Ύμνο και να φωνά­ζουν ρυθμικά «Ο στρατός μαζί μας» και «Είσαστε αδέλφια μας».

Λίγο πριν από τις 3, οι εισαγγελικές και αστυνομικές Αρχές του λαομί­σητου χουντικού καθεστώτος καλούν τους φοιτητές να εκκενώσουν το Πο­λυτεχνείο. Την ίδια στιγμή, ο Ραδιοσταθμός του Πολυτεχνείου μεταδίδει το τελευταίο του μήνυμα.

«Έλληνες, πρέπει να μάθετε πως τα παιδιά σας γεννήθηκαν λεύτερα, πως τα παιδιά σας θα ζήσουν λεύτερα. Γιατί πιστεύουν στην προκοπή αυτού του τόπου. Πρέπει όλοι να μάθουν αυτό που δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα στην Ελλάδα. Να πολεμάνε άοπλα τα τέκνα της, με τα στήθια τους, το μόνο τους όπλο να ’ναι η πίστη στη λευτεριά, να αγωνίζονται με ένα σώμα, με μια ψυ­χή, για να κερδίσουν τη λευτεριά».

Στις 3 ακριβώς, ένα από τα άρματα μάχης, πέφτει στην κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου και την γκρεμίζει, ανοίγοντας τον δρόμο για να περά­σουν οι αστυνομικοί και οι άνδρες των ΛΟΚ. Ο Ραδιοσταθμός έχει σιγήσει. Ακολουθούν σκηνές κτηνώδους βίας.

Με το αίμα των νεκρών της ηρωικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου, το παρανοϊκό καθεστώς των Συνταγματαρχών νόμισε πως θα μπορούσε να κάμψει την αντίσταση του ελληνικού λαού και να παρατείνει την αιματό­βρεχτη ιστορία του. Όμως το Πολυτεχνείο σήμανε την αντίστροφη μέτρη­ση για τη συντριβή της δικτατορίας, που δυστυχώς συνοδεύτηκε από την πελωρίων διαστάσεων εθνική τραγωδία της Κύπρου. Το Πολυτεχνείο δεν έριξε τη χούντα. Η χούντα κατέρρευσε κάτω από το βάρος της τραγωδίας της Κύπρου. Παραμένει όμως πάντα σύμβολο του Αγώνα για Ελευθερία και Δημοκρατία.

51 χρόνια μετά, το πικρό και άκρως διδακτικό ιστορικό δίδαγμα είναι το χρέος ασυμβίβαστης αντίστασης στον ολοκληρωτισμό και τον σκοταδισμό. Στους μηχανισμούς της καταπίεσης και της ανελευθερίας.

Σε ότι  αφορά εμάς εδώ στην Κύπρο, που πληρώσαμε ακριβά, την ανοχή, ακόμα και την στήριξη της ελλαδικής χούντας, να μη διανοηθούμε ξανά να επαναλάβουμε επονείδιστες συμπεριφορές του παρελθόντος όπως τις περιγράφουν στο ποίημα – τραγούδι οι Γιάννης Μαρκόπουλος και Γιώργος Σκούρτης:

«Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί και μείς φωνάζαμε ζήτω και γεια».

Πρώην Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων