Του Γ. Λακόπουλου
Τι ακριβώς συνέβη το μεσημέρι της 3ης Σεπτεμβρίου του 1974 στο ξενοδοχείο “Κινγκ Τζωρτζ” στο Σύνταγμα; Μπορούμε να το πληροφορηθούμε από τις εφημερίδες της επομένης: δεν συνέβη τίποτε. Επιβεβαιώνεται και από την κρατική τηλεόραση της εποχής που δεν μετέδωσε το παραμικρό.
Από τα μονόστηλα που δημοσιεύθηκαν προκύπτει ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου, έχοντας επιστρέψει με σχετική καθυστέρηση στην Ελλάδα, μετά την πτώση της χούντας, επιβεβαίωσε τις φήμες ότι δεν επιδιώκει να κληρονομήσει την προδικτατορική Ένωση Κέντρου του πατέρα του -που του προσέφεραν όλοι οι παλιοί κομματάρχες του “Γέρου” .
Ανακοίνωσε την ίδρυση δικού του κόμματος με το όνομα ΠΣΚ- όπως το έγραφαν. Ήτοι Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα. Ήταν μια εκδήλωση με καμιά 200αριά άτομα. Κυρίως νεολαίους “που δεν είχαν ούτε ψήφο”, όπως έλεγε τις προηγούμενες ημέρες ο Γιάννης Αλευράς -ο οποίος απουσίαζε. Ανάμεσα στους παρόντες λίγοι άξιζαν ιδιαίτερης αναφοράς: Σημίτης, Καράγιωργας, Σίλβα Ακρίτα, Ιω. Χαραλαμπόπουλος. Τι κόμμα να κάνει μ’ αυτούς;
Αντίθετα τα “καλά στελέχη” του κέντρου έμειναν στην Ένωση Κέντρου με τον Γεώργιο Mαύρο. Ευπρεπείς άνθρωποι. “Τι να κάνει ο Παπανδρέου στην Καρδίτσα με τον Χατζοπλάκη, όταν εμείς έχουμε εκεί τον Θόδωρο Αναγνωστόπουλο;” έλεγαν σε παραδοσιακό εκδότη του χώρου. Έλα ντε, τι να κάνει;
Ποιος έδινε σημασία στον Γεννηματά, τον Τζουμάκα, τον Λαλιώτη, τον Τσούρα και τους λοιπούς μαλλιάδες με τα αμπέχονα, που ακολουθούσαν τον Ανδρέα; Οι άλλοι είχαν τον Πεσμαζόγλου, τον Ζίγδη, την Τσουδερού, τον Τσάτσο κ.λ.π.
Ο Παπανδρέου, χωρίς τηλεόραση, έτσι κι αλλιώς, χωρίς εφημερίδες, χωρίς χρηματοδότες και με ένα συρφετό πίσω του, ήταν χαμένος από χέρι.
Ένας από αυτούς που το είδαν έτσι ήταν ένας 18χρονος νεαρός από τη Θεσσαλονίκη, πολλά υποσχόμενος ήδη: ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Ακολούθησε τους καθώς πρέπει και θα ανακάλυπτε το ΠΑΣΟΚ 15 χρόνια αργότερα. Ως τότε είχε πειστεί για το μέλλον του Γεώργιου Μαύρου -που πολιτευόταν με σύνθημα: “Κάθε ψήφος στον Ανδρέα είναι σφαίρα στην καρδιά της Δημοκρατίας”.
Παλιές ιστορίες. Τι έκανε και τι δεν έκανε το ΠΑΣΟΚ φάνηκε στις επόμενες δεκαετίες. Παρά την απογοήτευσή του από το εκλογικό αποτέλεσμα του 1974, ο Ανδρέας Παπανδρέου έριξε το σύνθημα της αυτοοργάνωσης και πήρε σβάρνα τα χωριά και τις πόλεις. Πήγε ο ίδιος το μήνυμά του εκεί που δεν ήθελαν να το πάνε τα ΜΜΕ της εποχής.
Αυτά τα ΜΜΕ στοιχήθηκαν πίσω του μόνο όταν είδαν ότι έχασαν το παιχνίδι -μετά το 1977. Αλλά επιχείρησαν να το εξαργυρώσουν διεκδικώντας να έχουν λόγο στη διακυβέρνηση μετά το 1981- όταν ο Παπανδρέου, μόνος εναντίον όλων, πήρε την εξουσία επαγγελλόμενος την Αλλαγή.
Με τον Ανδρέα αυτό δεν μπορούσε να γίνει. Αλλά οι μιντιάρχες της εποχής εκμεταλλευόμενοι τη βουλιμία και τις φιλοδοξίες οικείων του, αξιοποίησαν τον σκάνδαλο Κοσκωτά για να τον τυλίξουν σε μια κόλλα χαρτί, καθώς, εν τω μεταξύ, η φύση άρχισε να τον προδίδει. Ούτε και τότε ο ίδιος θα δεχόταν ποτέ υποδείξεις από κανέναν εκτός της πολιτικής- ανεξάρτητα από τις επιλογές και τα λάθη του. Ωστόσο βρέθηκαν πρόθυμοι να το κάνουν με αντάλλαγμα του αξίωμα του κυβερνήτη.
Η συνέχεια ήταν αναμενομένη. Το μετά Ανδρέα ΠΑΣΟΚ κατέστη υποχείριο οικονομικών παραγόντων. Υποτάχθηκε πλήρως, όταν η εξουσία τους διευρύνθηκε με το υπερόπλο της τηλεόρασης. Όχι όλοι από το ΠΑΣΟΚ. Αλλά αυτοί που έπαιρναν τις κρίσιμες θέσεις. Ως τότε οι επιχειρηματίες έκαναν ουρά, μήπως τους δεχθεί ο Ανδρέας. Οι επίγονοί του έκαναν ουρά, μήπως τους δεχτούν οι επιχειρηματίες.
Έτσι άρχισε το μεγάλο πάρτι και είχε από όλα: κρατικές προμήθειες, δημόσια έργα, κοινοτικά κονδύλια, τραπεζικό χρήμα και δικαίωμα … συμμετοχής στο σχηματισμό των κυβερνήσεων. Κάθε ανυπακοή τιμωρούνταν, είτε με εξαφάνιση, είτε με διασυρμό.
Ο Κ. Σημίτης δεν χρειάστηκε να διασυρθεί ποτέ. Η ακρισία του Γ. Παπανδρέου τον έστειλε πρώτα ικέτη στους μιντιάρχες και μετά τον κατέστησε καρικατούρα αντιπαλότητας στις επιδιώξεις τους. Έχει μεσουρανήσει άλλωστε το αστέρι του Βαγγ. Βενιζέλου, με εναλλακτικές λύσεις την Άννα Διαμαντόπουλου και άλλους “πρωθυπουργήσιμους”.
Ο πρώτος πρωθυπουργός που έκλεισε τις πόρτες και κατέβασε τα τηλέφωνα στους ολιγάρχες ήταν ο Κ. Καραμανλής και τιμωρήθηκε γι’ αυτό. Αλλά αυτός ήταν από την άλλη παράταξη.
Το δημοσιονομικό πρόβλημα που άφησε αυτή η παράταξη έγινε όχημα για να οδηγηθεί η χώρα σε διεθνή οικονομικό έλεγχο και να να προσφύγει στο ΔΝΤ. Από το ΠΑΣΟΚ. Ένα σοσιαλιστικό κόμμα έκανε το μόνο του αυτό που δεν έπρεπε να κάνει. Ο Γ. Παπανδρέου έκανε επιλογές για τις οποίες δεν είχε λαϊκή εντολή.
Το αποτέλεσμα ήταν μοιραίο. Το ΠΑΣΟΚ εξανεμίσθηκε και ο ίδιος το πάσαρε στον Βενιζέλο – τον οποίο είχε απαξιώσει εν τω μεταξύ- με την πονηριά με την οποία είχε επιχειρήσει το 2011 να πασάρει το Μνημόνιο στον Σαμαρά. Μοιραία οι εκλογές του 2012 ήταν η επιβεβαίωση του τέλους για το ΠΑΣΟΚ.
Σε ένα δικομματικό σύστημα όταν καταρρέει ο ένας πρέπει να επωφεληθεί ο άλλος. Χωρίς τον Καραμανλή η ΝΔ ήταν αδύνατο να το πετύχει. Ο Σαμαράς -που είχε αποδοκιμαστεί όταν επιχείρησε να μπει για δεύτερη φορά στη Βουλή με δικό του κόμμα- κατέγραψε το χειρότερο ποσοστό στην ιστορία της. Παρέμεινε χειρότερο ακόμη και όταν το “βελτίωσε” στις επαναληπτικές εκλογές του ίδιου έτους με την πανστρατιά που δημιουργήθηκε ως ανάχωμα στην επέλαση του Αλέξη Τσίπρα -που είχε την ευφυΐα να εκμεταλλευτεί το αντιμνημονιακό πλαίσιο που δημιούργησε ο Σαμαράς με τα “Ζάππεια” τα οποία κατάπιε στη συνέχεια και του άφησε ολόκληρο αντιμνημονιακό μέτωπο.
Εκείνη τη στιγμή καταργήθηκε το εκκρεμές τη Μεταπολίτευσης που έστελνε τους κυμαινομένους ψηφοφόρους από το ένα κόμμα στο άλλο. Αυτό διαφεύγει από αναλυτές και δημοσκόπους σήμερα που στέλνουν στη… ΝΔ όσους δηλώνουν ότι δεν θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτό είναι άλλη υπόθεση.
Σε ό,τι αφορά το ΠΑΣΟΚ εξακολουθούσε να είναι ο μεγάλος χαμένος, όπως και αν προχώρησαν τα πράγματα. Έχοντας περάσει στα χέρια ενός χαρισματικού πολιτικού που δεν ήταν…. ΠΑΣΟΚ όμως. Δεν καταλάβαινε τους εσώτερους κώδικες του χώρου: από την εκλογική και κοινωνική βάση του μέχρι τους μηχανισμούς της ηγεσίας.
Πρώτα το κατάστησε ουρά του Αντώνη Σαμαρά, με την αυταρέσκεια ότι …ο Σαμαράς τον ακολουθεί. Στη συνέχεια προσπάθησε να το μετατρέψει στο μόνο που ήξερε: σε Ένωση Κέντρου- Νέες Δυνάμεις. Με τα ερασιτεχνικά εγχειρήματα κορυφής, όπως η Ελιά.
Με την πρακτική του έδωσε το δικαίωμα σε κύκλους εκτός ΠΑΣΟΚ να θεωρήσουν ότι έχουν λόγο στο σχεδιασμό του μέλλοντος του, καταστρώνοντας σχέδιο διάλυσης του -για αναδημιουργηθεί στη θέση του “νέο κόμμα της Κεντροαριστεράς”. Ο… αντίπαλος στον Τσίπρα στον οποίο είχαν καταφύγει οι παλαιοί ψηφοφόρου του ΠΑΣΟΚ -παρά τα αναχώματα που στήθηκαν εν τω μεταξύ. Μοιραίο ήταν να μετράει μέρες ο Βενιζέλος.
Σ’ αυτό το σημείο εμφανίζεται επί σκηνής η Φώφη Γεννηματά. Με προίκα το όνομα και τη φήμη του πατέρα της, που την είχαν αναδείξει εν τω μεταξύ στο δημόσιο χώρο -πρώτα ως υπερνομάρχη και μετά ως βουλευτή, εποφθαλμιούσε από καιρό την ηγεσία. Τελικά δεν έκλεβε εκκλησία, αλλά εικονοστάσι όπως είχε γίνει εν τω μεταξύ το ΠΑΣΟΚ, με αντίπαλο τον Ανδρέα Λοβέρδο που δεν είχε καμία τύχη καθώς τον βάρυνε η προηγηθείσα αποχώρησή του.
Η Γεννηματά είχε τις προϋποθέσεις να παραμείνει στη Βουλή ως μικρό κόμμα. Αλλά δεν έδειχνε ότι τις έχει σταθμίσει επακριβώς ώστε να τις αξιοποιήσει. Δαπάνησε αρκετό από το πολιτικό της κεφάλαιο σε διεργασίες με τον Παπανδρέου, τον Θεοδωράκη και κάποιες περιφερόμενους. Έτσι πολλοί θεώρησαν ότι με τον ένα η τον άλλο τρόπο θα είναι η τελευταία πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ,- καθώς έκανε και σοβαρά πολιτικά λάθη.
Αιφνιδίως όμως η Φώφη είδε τη μεγάλη εικόνα. Κατάλαβε ότι για να επιβιώσει η ίδια και το κόμμα της πρέπει νατο συνδέσει το μέλλον του με το παρελθόν του. Αυτό ακριβώς που δεν θέλουν οι διαχρονικοί αντίπαλοί του και το ξορκίζουν. Αυτή η σύνδεση δεν αφορά τα επιτεύγματά του του, ούτε την πινακοθήκη των ηγετικών στελεχών και των επικεφαλής του. Αφορά την ιδεολογία του, ως χαμένο δισκοπότηρο της ακτινοβολίας του στην κοινωνική και πολιτική βάση του.
Η ανάκτηση της εκλογικής επιρροής περνάει από τον ΣΥΡΙΖΑ. Εκεί υπάρχουν οι ψηφοφόροι που αποχώρησαν επειδή το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν πλέον ΠΑΣΟΚ αλλά και οι ιδέες που γέννησαν το ΠΑΣΟΚ. Άρα πρέπει να ξαναπείσει ότι επιστρέφοντας θα βρουν ΠΑΣΟΚ και όχι κάτι άλλο. Το ισχυρότερο επιχείρημα είναι η ιδεολογία του, που δεν αποτελεί ανάμνηση για τις μεγαλύτερες ηλικίες, αλλά και έμπνευση για τις νεώτερες. ΄
Το πρώτο στοιχείο ανάδειξης του ιδεολογικού στίγματος ενός κόμματος είναι η αναφορά στα στρώματα της κοινωνίας που εκπροσωπεί. Η διακήρυξη για ποιους υπάρχει. Το ιδρυτικό “Εργάτες –Αγρότες και Φοιτητές” δεν χάνει την ιστορική αξία του, αλλά από πολιτική άποψη στις σημερινές συνθήκες δεν εξασφαλίζει διείσδυση στην κοινωνία -η διαστρωμάτωση της οποίας μεταβλήθηκε από τη δεκαετία του 1970. Εκεί ακριβώς βρίσκεται σήμερα το ΠΑΣΟΚ: πώς θα αναζητήσει τους χαμένους ψηφοφόρους, ανακτώντας την ιδεολογική και ταξική αναφορά του.
Στο πολιτικό επίπεδο έχει το πλεονέκτημα ότι αντίπαλος του είναι η Δεξιά, ιδίως από τη στιγμή που έχει επικεφαλής έναν Μητσοτάκη -τόσο το καλύτερο. Συνεπώς πρέπει να απαγκιστρωθεί από την υπόθεση του “διμέτωπου” και να συνειδητοποιήσει ότι ο ρόλος του είναι συμπληρωματικός προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Ειδικά στα μάτια των ψηφοφόρων.
Εδώ έχει ένα πλεονέκτημα. Οι παλαιοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν έγιναν και μέλη του, παρότι είναι κυβερνητικό κόμμα. Το ομολογεί με απογοήτευση και ο Τσίπρας. Μόνο 28.000 μέλη έχει το κόμμα, ανάμεσα σε δύο εκατομμύρια ψηφοφόρους. Από τη στιγμή που οι ψηφοφόροι δεν συνδέονται οργανικά με το κόμμα που έχουν επιλέξει επειδή ως πλησιέστερο προς το ΠΑΣΟΚ που τους απογοήτευση, μπορούν να επιτρέψουν στο κόμμα προέλευσης, αν τους πείσει ότι κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση πλέον.
Αυτή η πολιτική απαιτεί ένα διακριτό πλαίσιο. Γι’ αυτό το ΠΑΣΟΚ θα χρειαστεί ένα αντίστοιχο συνέδριο για να αναδειχθεί το ιδεολογικό στίγμα του εκ νέου. Αν το επιχειρήσει η Γεννηματά θα βάλει οριστικά το ΠΑΣΟΚ σε καλό δρόμο.
Αυτός ο δρόμος δεν οδηγεί σε ρόλο δορυφόρου της ΝΔ, όπως εισηγούνται κάποιοι. Είναι ο δρόμος που θα το ξανακάνει ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα με σύγχρονες μεθόδους, νέα πρόσωπα και νέους στόχους, εμφανώς διαχωρισμένους από τη Δεξιά και εμφανώς ενταγμένους στην κουλτούρα της Δημοκρατικής Παράταξης στην οποία ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ένα “φωτισμένο” συντηρητικό κόμμα, όπως θέλησε να το κάνει ο Βενιζέλος και απέτυχε. Όπως δεν είναι και προσωπικό παιχνίδι, όπως το έβλεπε Παπανδρέου. Ο σχεδιασμός για το νέο ΠΑΣΟΚ σκοντάφτει σε κάτι στο οποίο και άλλες φορές σκόνταψε το ΠΑΣΟΚ. Το σύστημα ενημέρωσης. Παράγοντες αυτού του συστήματος, έχοντας συνηθίσει να έχουν λόγο, ενίοτε και τον τελευταίο, στις πολιτικές επιλογές της ηγεσίας- όταν δεν την έχουν επιβάλει οι ίδιοι- δυσκολεύονται να δεχθούν την αυτονομία του. Δεν ενοούν να δεχθούν ότι η Φώφη ως πρόεδρός του θα κάνει επιλογές χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Εκεί αρχίζει μια σύγκρουση που δεν έχει την ένταση άλλων εποχών, αλλά είναι σύγκρουση για την επιβίωση του, που είναι εφικτή, όπως επιβίωσαν μετά τις κρίσεις τους το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, οι Εργατικοί στη Βρετανία και άλλα κόμματα.
Η Γεννηματά μπορεί να αξιοποιήσει αυτή την σύγκρουση για λογαριασμό του ΠΑΣΟΚ. Αρκεί να το αλλάξει πραγματικά και να μελετήσει παλαιότερα παραδείγματα σε ό,τι αφορά την άντληση δυνάμεων από την κοινωνία. Και τα ΜΜΕ; Πρώτον υπάρχουν και άλλα εργαλεία επικοινωνίας πλέον. Και δεύτερον, τηρουμένων των αναλογιών, το ΠΑΣΟΚ από τα μονόστηλα ξεκίνησε. Απόδειξη ότι οτι αν πάρουμε τοις μετρητοίς τα ΜΜΕ κάθε εποχής, στις 3 Σεπτέμβρη 1974 δεν συνέβη και΄τίποτε σπουδαιο.