Του Ιωάννη Δαμίγου
Τριάντα επτά χιλιάδες νεκροί, πενήντα επτά νεκροί, τριακόσιοι πνιγμένοι, εξήντα εννέα πνιγμένοι, γυναίκες πνιγμένες, παιδιά πνιγμένα. Τι θέτε; Θέτε κάτι; Ανέστιοι, κατατρεγμένοι, αδύναμοι, πρόσφυγες, μετανάστες, στο αμπάρι του υπερφορτωμένου αλιευτικού, στον βυθό της Μεσογείου, τόσα ναυτικά μίλια νότια, ανατολικά, βόρεια, δυτικά, κάτω, κάτω από την επιφάνεια, κάτω από την ζωή, κάτω από την υπόληψή μας. Τι θέτε; Θέτε κάτι;
Το παρακολουθούσαν, το παρακολουθούσαν και πλησίασε το λιμενικό. Το είδαν υπερφορτωμένο. Δεν το σταμάτησαν. Ρώτησαν κιόλας αν χρειάζονται βοήθεια! Βέβαια. Και είδαν και ρώτησαν. Ο καπετάνιος των μελλοθάνατων, υποστηρίζουν, αρνήθηκε. Εκτέλεσαν στο έπακρο την υπηρεσία τους, “εκτέλεσαν” την συνείδησή τους και έφυγαν, εγκατέλειψαν. Έπραξαν το καθήκον τους, το διαταγμένο ίσως. Τι θέτε; Θέτε κάτι;
Εθιστήκαμε στις τραγωδίες, συνηθίσαμε στους νεκρούς. Οργή μια, θλίψη δυο, θυμός τρεις, μη σου πω. Δεν μπορεί όμως να είναι κανείς συνέχεια οργισμένος, διαρκώς θλιμμένος και μόνιμα θυμωμένος. Ο σοφός λαός και η σωστή κοινή γνώμη, αν και δεν υπάρχει μελέτη, ακολουθεί το υγιεινό πρόγραμμα των τριών με πέντε λεπτών οργίλος, δέκα με δεκαπέντε λεπτά θλιμμένος και ένα απόγευμα, ναι, θυμωμένος, κρατάει λίγο παραπάνω ο θυμός. Αλλά την άλλη Κυριακή είναι έτοιμος να ψηφίσει … ψύχραιμος και αποστασιοποιημένος. Η ψήφος οφείλει να είναι “ψυχρή”, δεν χρήζει συναισθημάτων, πόσο μάλλον οργής, θλίψης και θυμού. Τι θέτε; Θέτε κάτι;
Σεβαστή κυρία Πρόεδρε της Δημοκρατίας, “σαν πας στην Καλαμάτα” που λέει και το δημοτικό τραγούδι, πάρτε μαζί σας αντηλιακό με ισχυρό δείκτη προστασίας. Κάντε μια βουτιά incognito, κρατήστε την αναπνοή σας όσο περισσότερο μπορείτε, έως ότου να νιώσετε απαραίτητη την ανάγκη της ζωτικής ανάσας. Θα σας δοθεί η ευκαιρία, για κλάσματα του δευτερολέπτου, να αισθανθείτε την τελευταία αγωνία του πρόσφυγα. Κατόπιν βάλτε πάλι αντηλιακό, καθώς ο ήλιος καίει και η θάλασσά μας , μετά τις εντολές της Ε.Ε και με την συνδρομή της ανοχής μας, πνίγει. Τι θέτε; Θέτε κάτι;