Το δίλημμα των εκλογών, o ρεβανσισμός και ο νέος λαϊκισμός: Θα φύγουμε μπροστά ή θα γυρίσουμε πίσω;

Του Νίκου Λακόπουλου

Λίγο πριν τις εθνικές εκλογές είναι φανερό ότι αυτές δεν θα γίνουν με “πλαστικές συγκεντρώσεις” -κατά τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που προτιμά επισκέψεις και σέλφι με τους οπαδούς του σε ένα πρωτοφανή προεκλογικό αγώνα: οι ψηφοφόροι στο “δημοψήφισμα” των ευρωεκλογών μείωσαν το εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν γεμίζουν και τις συγκεντρώσεις του αντιπάλου.

Ο Αλέξης Τσίπρας θέλει μια σύγκριση των δύο προγραμμάτων και πιστεύει ότι μπορεί να αντιστρέψει το αποτέλεσμα πείθοντας τους 650.000 ψηφοφόρους που έχασε ότι η κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας όταν μιλά για μείωση φόρων εννοεί μειώσεις που θα γίνουν σε δαπάνες- μισθούς, συντάξεις, παροχές, επιδόματα. “Θα δείτε τις φοροελαφρύνσεις μόνο για τους πολύ πλούσιους».

Πίσω από τις αντιφάσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη που πότε αναγγέλλει απολύσεις -όσων προσέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ- και πότε λέει πως δεν θα γίνουν υπάρχει κάτι χειρότερο από το νεοφιλεύθερο σχέδιο που τον κατηγορεί ο ΣΥΡΙΖΑ ότι έχει για την οικονομία: το να μην μην έχει κανένα σχέδιο.

Ο Μητσοτάκης αυξάνει τον ΦΠΑ στα φάρμακα, ο Χατζηδάκης που έφτιαξε και το πρόγραμμα το επιβεβαιώνει και η Ντόρα διορθώνει τον Κυριάκο που τελικά -γιατί, όχι- δεν θα κάνει αυξήσεις. Αντίθετα υπόσχεται μπόνους στους εργαζόμενους, διανομή κερδών των επιχειρήσεων και πάνω από όλα “δουλειές για όλους” -και μάλιστα καλοπληρωμένες.

«Η αναπτυξιακή λογική που οραματιζόμαστε με έκρηξη επενδύσεων θα φέρει περισσότερα έσοδα στον προϋπολογισμό. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει Έλληνας που να διαφωνεί ότι χρειάζεται να μειωθεί η φορολογία, το λέει και ο Τσίπρας». «Θα πείσουμε τις Βρυξέλλες ότι μια αναπτυξιακή πολιτική θα μας επιτρέψει χαμηλότερα πλεονάσματα. Χαμηλότερα πλεονάσματα σημαίνει περισσότερα έσοδα και άρα μεγαλύτερη αποπληρωμή του χρέους».

Ο Μητσοτάκης -που όταν τον ρώτησαν γιατί διεκδικεί την ηγεσία της ΝΔ είπε απλά “γιατί είμαι ο καλύτερος”- πιστεύει ότι οι Βρυξέλλες θα τον ακούσουν γιατί “τιθάσευσε τον λαϊκισμό και νίκησε τον λαϊκισμό” (!). Αφού υποσχέθηκε ένα “λαμπρό μέλλον” -όπως είπε ο Γεωργιάδης- και εμφάνισε μια έκθεση ιδεών ως “πρόγραμμα” που θα φέρει ανάπτυξη και “θα μεγαλώσει την πίτα” -μόνον επειδή είναι ο καλύτερος και το πιστεύει. Κάθεται στον καθρέφτη καθώς ορκίζει ήδη την κυβέρνησή του και λέει πως «αν κάτι μας διαφοροποιεί από προηγούμενες αντιπολιτεύσεις είναι ότι είμαστε φειδωλοί. Δεν έχω τάξει πολλά πράγματα».

Ο επίδοξος πρωθυπουργός λέει πως «θα έρθουμε να σαρώσουμε τα εμπόδια που κρατούν πίσω τις επενδύσεις” και πως «θα απαιτήσω από τους μεγάλους Έλληνες επιχειρηματίες να επιστρέψουν καταθέσεις στις Ελληνικές τράπεζες». Φαίνεται πως το πρόβλημα ήταν ως τώρα πως δεν ήταν ο ίδιος πρωθυπουργός.

Φυσικά “μπορούμε να ξεφύγουμε από το 1/5 στις προσλήψεις, αν πάει καλύτερα η οικονομία. Δεν ξέρω αν μπορούμε να πάμε στο 1/1 αν η οικονομία πάει καλύτερα. Θα κάνουμε προσλήψεις στην υγεία στην παιδεία στην αστυνομία, εκεί που υπάρχουν ανάγκες. Δεν θα απολύσουμε κανέναν δημόσιο υπάλληλο».

Το ερώτημα είναι πώς θα μειώσει τις δαπάνες -με “λιγότερο κράτος”- αν κάνει κιόλας προσλήψεις, αντί για απολύσεις- όπως είχε ήδη κάνει ως υπουργός- και τι θα συμβεί όταν επιχειρήσει να “καθαρίσει σε ένα μήνα” τα ‘Εξάρχεια ή όταν επιστρέψει από τις Βρυξέλλες -πιθανόν με ένα νέο μνημόνιο- γιατί αυτό σημαίνει επαναδιαπραγμάτευση.

Τι θα συμβεί αν όπως θεωρεί πιθανό ο Σημίτης συμβεί ένα θερμό επεισόδιο με την Τουρκία -αφού προφανώς το πρώτο θέμα στην πολιτική ατζέντα είναι οι σχέσεις με την Τουρκία κι όχι η μετάταξη της κόρης της Τασίας Χριστοδουλοπούλου. Ο πρόεδρος της ΝΔ δεν ασχολείται καν με αυτό αφού έχει “την εκτίμηση ότι δεν θα υπάρξει επεισόδιο με την Τουρκία όταν αναλάβει η κυβέρνηση ΝΔ.

«Έχω διάθεση να οικοδομήσω μια νέα σχέση εμπιστοσύνη με την Τουρκία που θα στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο και στους άγραφους κανόνες της καλής γειτονιάς. Σε πρώτη φάση πρέπει να μειωθεί η ένταση. Πιστεύω ότι υπό προϋποθέσεις είναι ώριμη η Τουρκία να κάνει κινήσεις όπως η Θεολογική Σχολή της Χάλκης που δείχνει ότι φεύγουμε από τη λογική της σκληρής αντιπαράθεσης».

Προφανώς η Τουρκία θα εκτιμήσει την διάθεση του Κυριάκου Μητσοτάκη και θα …ωριμάσει, μόλις μάθει ότι έφυγε ο Τσίπρας. Ωστόσο ο ίδιος λέει πως «Ή θα έχουμε ισχυρή ανάπτυξη ή θα μπούμε σε περιπέτειες αν η εντολή δεν θα είναι επαρκούς ισχύος».

Οι εκλογές μπορεί να οδηγήσουν σε μια νίκη της Νέας Δημοκρατίας που θα κυβερνήσει χάρη στο μπόνους των 50 εδρών, όπως άλλωστε έκανε κι ο ΣΥΡΙΖΑ.  Τα καμπανάκια των Βρυξελλών που χτυπάγαν για τον Τσίπρα θα χτυπήσουν για όποια κυβέρνηση προκύψει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρεθεί μπροστά στην αλήθεια. Η επόμενη κυβέρνηση θα βρεθεί μπροστά στον λογαριασμό όσων υποσχέθηκε.

Η άποψη ότι η μείωση της φορολογίας θα φέρει ανάπτυξη από μόνη της θα συγκρουστεί με την μικρή λεπτομέρεια ότι οι 600.000 θέσεις εργασίας που υποσχόταν η ΝΔ για να πέσει στις 400.000 και οι 500.000 που υπόσχεται ο Αλέξης Τσίπρας σημαίνει εκατοντάδες χιλιάδες νέες επιχειρήσεις, όσο σημαίνει ότι και κοινωνικό κράτος χωρίς ισχυρή οικονομία δεν υπάρχει- κάποιος πρέπει να το πληρώσει.

Υπάρχει όμως κάτι που θα κάνει σίγουρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης -με το Κινάλ- αν πάρει την κυβέρνηση. Η υπόθεση Novartis έρχεται πάλι στην επικαιρότητα αυτή τη φορά βγάζοντας στα μανταλάκια και δικαστικούς λειτουργούς και ο Κυριάκος Μητσοτάκης “όλων των Ελλήνων” αν γίνει πρωθυπουργός υπόσχεται πως “η υπόθεση με κάποιο τρόπο θα φτάσει στην επόμενη Βουλή εφόσον εμπλέκονται δύο υπουργοί».

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος  άρπαξε τη δήλωση- αναφορά του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ιωάννη Αγγελή,  για να πει πως “η σχετική δικογραφία πρέπει να διαβιβαστεί αμελλητί στη Βουλή. Εννοείται ότι θα επιληφθεί η νέα Βουλή που θα εκλεγεί στις 7 Ιουλίου και συγκαλείται στις 17 Ιουλίου”.

Κι ο Αντώνης Σαμαράς έρχεται με την ρομφαία: “«Τώρα πια το περιεχόμενο της μήνυσής μου περί συμμορίας και σκευωρών επιβεβαιώνεται πλήρως. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να κρύβεται άλλο. Ζητώ την ανάσυρση της μήνυσής μου από το αρχείο. Ώστε να λάμψει η αλήθεια. Μέχρι τέλους..»

Η Ελλάδα στις 7 Ιουλίου έχει πια εθνικές εκλογές μετά από τεσσεράμισι χρόνια. Προφανώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα τιμωρηθεί για όσα έκανε ή δεν έκανε -βασικά γιατί δεν γύρισε σελίδα- όπως υποσχέθηκε με έναν διχαστικό λόγο όπου κακή Δεξιά δικαιολογεί μια Αριστερά που δεν αντιμετώπισε προβλήματα για τα οποία είχε εκλεγεί.

Η τελική “ετυμηγορία” του λαού ανάλογα με το ποιος θα βγει νικητής και πόσο ισχυρός, ποια κόμματα θα μπουν στην Βουλή και ποια πρόσωπα θα είναι πάλι στο προσκήνιο ή δεν θα είναι θα έχει τελικά ένα δίλημμα που δεν αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ ή την Νέα Δημοκρατία. Αν θέλει να φύγει μπροστά -με νέα κυβέρνηση έτσι κι αλλιώς ή αν θέλει μια ρεβανσιστική παλινόρθωση.

Σε κάθε περίπτωση πάντως η αποδοκιμασία στον ΣΥΡΙΖΑ και η ενδεχόμενη εντολή στην “αλλαγή” που υπόσχεται ο Μητσοτάκης, μαζί με την κρίση του για το Κινάλ, δεν μπορεί να είναι η επιστροφή σε ένα κακό παρελθόν, αλλά ένα νέο πολιτικό σκηνικό -που εκτός από το εκλογικό αποτέλεσμα θα έχει και πολλές υποσημειώσεις.

Έτσι κι αλλιώς η 8η Ιουλίου θα είναι μια καινούργια μέρα ή πρέπει να είναι μια καινούργια μέρα. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, τη Νέα Δημοκρατία και το Κινάλ κι όσους περάσουν στην μεταμνημονιακή Ελλάδα που όπως φαίνεται θα είναι πιο συντηρητική, με λιγότερους μύθους, αλλά νέες φανφάρες, ψέμματα και “σωτήρες”. Σα να μην κατάλαβε τι συνέβη από το 2010 ως σήμερα.