
Του Σωκράτη Αργύρη
Η άνοδος στην εξουσία του Τραμπ και στις αναλύσεις που είχαν ξεκινήσει πολύ πριν για το τι εκφράζει, ίσως γινόταν γιατί δεν έβλεπαν το τι συνέβαινε στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες όπου παρατηρείται εδώ και χρόνια μια διαρκώς αυξανόμενη μεταβλητότητα της πολιτικής συμπεριφοράς.
Η «δυσθυμία με τη δημοκρατία» και ο «κομματικός κορεσμός» αποτελούν τα συνοδευτικά φαινόμενα αυτής της πραγματικότητας. Όσο πιο ασταθείς στις κομματικές και εκλογικές επιλογές τους γίνονται οι ψηφοφόροι και όσο περισσότερο απαξιώνονται στα μάτια τους οι θεσμοί της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας τόσο ενισχύονται τα κόμματα της άκρας δεξιάς.
Η εμφάνιση της άκρας δεξιάς στο κομματικό σύστημα δεν στηρίζεται μόνο σε θυμικές παραμέτρους. Στις περιπτώσεις των χωρών όπως π.χ. Δανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Ελβετία, Αυστρία, Γερμανία, η ενδυνάμωση του ακροδεξιού χώρου συμπίπτει χρονικά με τις εκδηλώσεις της οικονομικής κρίσης από την δεκαετία του 1970 και τις μεταβολές στην παραγωγική και την κοινωνική δομή των βιομηχανικών κοινωνιών.
Αυτό όμως που οδήγησε στην σχετική εκλογική απογείωση της άκρας δεξιάς, έχει ως αφετηρία την ανταπόκρισή της στις διαθέσεις δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας των ψηφοφόρων και την αδυναμία των συστημάτων διακυβέρνησης να προσφέρουν επαρκείς δυνατότητες εκτόνωσης της δυσφορίας των πολιτών.
Η οικονομική κρίση είναι αυτή που συμβάλλει στην άνοδο της Ακρας Δεξιάς γιατί σκοπό έχει ο ακροδεξιός λόγος να θέλει να δημιουργεί συνθήκες κρίσης ακόμα κι όταν η κρίση είναι κατασκευασμένη. Θέλει να δημιουργεί ένα συνεχές κλίμα διχασμού και αδικίας. Μετατρέπει τον «Άλλο» σε εχθρό και απειλή ενώ προτείνει απλουστευτικές λύσεις που γίνονται εύκολα αντιληπτές απ’ τα απογοητευμένα κοινωνικά στρώματα.
Βέβαια οι κρίσεις και οι εχθροί μπορούν να κατασκευαστούν και σε περιόδους σχετικής ευημερίας.
Η Άκρα Δεξιά δεν αποτελεί σημείο των καιρών μας, η φλόγα της σιγοκαίει περιμένοντας στιγμές πρόσφορες ώστε να αναζωπυρωθεί και να προσφέρει λύσεις στα ψευδοδιλήμματα που προτάσσει.
Η Άκρα Δεξιά στα 70 χρόνια που υπάρχει στο μεταπολεμικό κόσμο, εμφανίζεται με πολλά πρόσωπα. Το πρόβλημα σήμερα είναι το γεγονός ότι το δικό της μείγμα πολιτικής είναι υποστηρίξιμο από ένα ευρύτερο φάσμα – η εναντίωση στη μετανάστευση, η απόρριψη της πολιτικής και των πολιτικών, η ανοχή στη χρήση βίας, η απαξίωση και γελοιοποίηση του κοινοβουλίου.
Η άκρα δεξιά μπορεί να περιγραφεί ως ένα κοινωνικό κίνημα που αν επιχειρούσαμε να το αναπαραστήσουμε θα βλέπαμε ένα πολυκεντρικό σχήμα που αναπτύσσεται ταυτοχρόνως σε ομόκεντρους κύκλους, ένα κίνημα κατακερματισμένο διεθνώς αλλά που συσπειρώνει ανθρώπους ευκολότερα σε εθνικό επίπεδο.
Η Άκρα Δεξιά, έχει το χαρακτηριστικό του «συλλέκτη διαμαρτυρίας» και του σταδιακού «ιδεολογικού αποχρωματισμού» απ’ τον ιστορικό φασισμό. Καθίσταται ελκυστική με τη στάση της πολιτικής διαμαρτυρίας που καλλιεργεί, την υποτιθέμενη αντιπολιτική-αντισυστημική στάση της.
Η κατάρρευση των λεγόμενων κομμουνιστικών καθεστώτων, το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης και τα ρεύματα της μετανάστευσης δημιούργησαν νέες πραγματικότητες για τα εθνικά κράτη, τις εθνικο-πολιτισμικές συντεταγμένες τους, τις πολιτικές-ιδεολογικές ταυτότητες.
Η Άκρα Δεξιά εγκατέλειψε τον λαϊκιστικό αντικρατισμό και προτάσσοντας τις ιδεολογικές της παρακαταθήκες όπως τον εθνικισμό, τον αντιοικουμενισμό, την ιδεολογία της ανισότητας, μετατράπηκε σε έναν αναδευτή και συλλέκτη των φόβων, της ανασφάλειας, του θυμού, των προκαταλήψεων ανθρώπων που βίωναν τραυματικά τη ρευστοποίηση των προσωπικών τους, αλλά και των πολιτικών και συλλογικών ταυτοτήτων.
Είναι η Άκρα Δεξιά που βλέπουμε γύρω μας τις τελευταίες τρεις δεκαετίες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες: εθνικιστική, μνησίκακη, ξενοφοβική, αντιμεταναστευτική, που περιφρονεί την αρχή της ισότητας, γιατί δεν υπερασπίζεται τον ορθολογισμό, τις οικουμενικές αξίες, τον ανθρωπισμό, την ελευθερία και την αυτονομία του ατόμου. Ουσιαστικά γιατί αρνείται όχι μόνο τις αρχές της πολιτικής Δημοκρατίας αλλά βασικά τις αρχές της οικονομικής Δημοκρατίας.
Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ έχει γράψει για τον φασισμό:
«Η πρώτη αλήθεια είναι ότι η ελευθερία μιας δημοκρατίας δεν είναι ασφαλής, αν οι άνθρωποι ανέχονται την ανάπτυξη της ιδιωτικής δύναμης σε σημείο όπου γίνεται ισχυρότερη από το δημοκρατικό κράτος το ίδιο. Αυτό, στην ουσία, είναι ο φασισμός — ιδιοκτησία της κυβέρνησης από ένα άτομο, μια ομάδα, ή από οποιαδήποτε άλλη ιδιωτική εξουσία».