Του Παναγιώτη Παύλου
Διάβασα τις δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη στη Βουλή, σε απάντηση σχετικού ερωτήματος του βουλευτή Αλέξανδρου Καζαμία, για το περιεχόμενο του διαλόγου με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν. Και θέλω να προβώ σε ορισμένες επισημάνσεις.
Το πρώτο στοιχείο είναι ότι παρατηρείται μια σαφής, τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορικής, αναδίπλωση του Έλληνα Υπουργού των Εξωτερικών.
Το γεγονός αυτό δεν είναι δυσερμήνευτο, καθώς προηγήθηκε εκτεταμένη και εντατική κριτική στο πρόσωπό του για σωρεία δηλώσεών του, οι οποίες μαρτυρούσαν όχι απλώς έλλειψη κατανόησης της πλήρους διάστασης των ζητημάτων στα ελληνοτουρκικά, αλλά και απουσία ρεαλιστικής αντίληψης του τί επιδιώκει η Τουρκία εις βάρος της Ελλάδος.
Επιπλέον, σαφώς έπαιξε ρόλο το κρεσέντο τοποθετήσεων του πρώην Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, το οποίο κορυφώθηκε με τη διαγραφή του από τη Νέα Δημοκρατία, από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, το Σάββατο 16 Νοεμβρίου.
Δεν είναι του παρόντος να υπενθυμίσουμε το πλήθος των αστοχιών του Υπουργού Εξωτερικών. Πρέπει, ωστόσο να σταθούμε σε ορισμένα σημεία των νέων, προχθεσινών, δηλώσεών του στη Βουλή, καθώς αυτά μαρτυρούν ότι ο ίδιος εξακολουθεί να μην αντιλαμβάνεται τα όρια του διαλόγου με την Τουρκία.
Το δεύτερο στοιχείο που θα πρέπει να επισημάνουμε στους Έλληνες πολίτες, και τους αναγνώστες μας είναι το εξής. Η παρούσα κυβέρνηση τόσο κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της πριν την πρώτη θητεία της το 2019, όσο και τη δεύτερη το 2023, δεν συμπεριέλαβε οιαδήποτε προαναγγελία διευθέτησης ζητημάτων που αφορούν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, δηλαδή το ένα και μοναδικό ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με την Τουρκία.
Το ζήτημα αυτό τοποθετήθηκε στην πολιτική ατζέντα μετά το ζενίθ της ελληνοτουρκικής έντασης που αποτυπώθηκε στη θάλασσα της εν δυνάμει ελληνικής ΑΟΖ νοτίως του Συμπλέγματος Μεγίστης, τον Αύγουστο του 2020.
Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΤΖΕΦΡΙ ΠΑΙΑΤ
Έκτοτε, με το έναυσμα που δόθηκε από τον τότε Πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Τζέφρυ Πάιατ, εισήλθε στο πεδίο του δημοσίου διαλόγου και της κυβερνητικής ρητορικής η έννοια των «υποχωρήσεων» στις σχέσεις της Ελλάδος με την Τουρκία.
Καθοριστικό σημείο, βεβαίως, υπήρξε η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας το καλοκαίρι του 2023, οπότε και έκτοτε η ελληνική κυβέρνηση ανέδειξε στην ατζέντα της ως πρώτη προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής την επίλυση της μιας ως άνω αναφερθείσας διαφοράς, και πάλι, ωστόσο, δίχως να έχει αναφερθεί προεκλογικά σε αυτήν.
Αυτό δεν θα ήταν πρόβλημα καθ᾽ εαυτό. Στην προσπάθειά του όμως να προωθήσει τα πράγματα προς αυτήν την κατεύθυνση, ο Έλληνας Υπουργός των Εξωτερικών υπέπεσε στο μείζον σφάλμα να χαρακτηρίσει αυτή τη μία διαφορά αίτιο των προβλημάτων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, προκαλώντας τοιουτοτρόπως την μήνιν του ελληνικού λαού, ο οποίος αντιλαμβάνεται σαφώς ότι αυτό δεν είναι αίτιο αλλά αποτέλεσμα της νεοθωμανικής αναθεωρητικής Τουρκίας και των ολοένα αυξανόμενων διεκδικήσεών της εις βάρος της πατρίδος μας.
Έρχομαι τώρα στις πρόσφατες δηλώσεις του ΥΠΕΞ κ. Γεραπετρίτη, ο οποίος ανέφερε, μεταξύ άλλων, χαρακτηριστικά: «Ο λόγος για τον οποίο αυτή τη στιγμή αισθανόμαστε ότι πραγματικά υπάρχει μία καλή ευκαιρία για την ελληνική πολιτεία να μπει σε συζήτηση για τα δύσκολα θέματα που δεν έχουν λυθεί για 50 χρόνια, και αφορούν την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης είναι ακριβώς γιατί η Ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο υψηλότερο δυνατό πεδίο διπλωματικής της ισχύος».
Η θέση αυτή του επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας θα ήταν αποδεκτή, εάν η Ελλάδα δεν εξακολουθούσε να είναι η μοναδική χώρα στον πλανήτη που ενώ έχει υπογράψει τη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας (Montego Bay 1982, γνωστή και ως UNCLOS) δεν έχει προβεί σε εφαρμογή του απορρέοντος εξ αυτής μονομερούς δικαιώματος επέκτασης της θαλάσσιας εδαφικής κυριαρχίας της στα 12 ναυτικά μίλια παντού στο Αιγαίο.
Η εμμονή του Υπουργού των Εξωτερικών να αποζητά τρόπο διευθέτησης με την Τουρκία της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ υπό το status quo των 6 ν. μιλίων Αιγιαλίτιδας ζώνης (Εθνικών Χωρικών Υδάτων), τα οποία μάλιστα ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει προ ετών, ως Υπουργός Επικρατείας, «κόκκινη γραμμή» της Ελλάδας, μόνον εφησυχασμό δεν μπορεί να γεννά.
Και αυτό διότι η επίκληση της μεγάλης διπλωματικής ισχύος της χώρας επ᾽ ουδενί μπορεί να υποκαταστήσει το πραγματικό, απολύτως ρεαλιστικό δεδομένο ότι, τοιαύτη ενδεχόμενη διευθέτηση – είτε μέσω συνυποσχετικού είτε εν γένει μέσω διεθνούς δικαιοδοσίας – επί του status quo των 6 ν. μιλίων μοιραία, και αναγκαστικά, θα καταδικάσει τη χώρα μας στην παντοτινή στέρηση επέκτασης των ΕΧΥ της στα 12 ν. μίλια παντού, στο Αιγαίο.
Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο κύριος Γεραπετρίτης. Γι᾽ αυτό και εξακολουθεί να επιδιώκει τεχνηέντως να αποφύγει στις δημόσιες τοποθετήσεις του να έρθει κατά μέτωπο με την κομβική αυτή παράμετρο. Αντιθέτως, επιλέγει να υπεκφεύγει αναφερόμενος εν γένει και αορίστως στο μέγεθος του διπλωματικού κεφαλαίου που διαθέτει η χώρα.
Αν ο κύριος Γεραπετρίτης όντως εννοεί ότι ασκεί διπλωματία «ανυποχώρητα, χωρίς καμία απολύτως παραχώρηση, ουδέποτε, χωρίς καμία συζήτηση για την κυριαρχία» και ότι «δεν πρόκειται ποτέ να διολισθήσει», αλλά αντιθέτως «θα πράξει εκείνο το οποίο είναι το εθνικώς συμφέρον», τότε θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψιν τα δεδομένα που ντετερμινιστικά, και λογικά, απορρέουν τόσο από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας όσο και από την κοινή λογική.
ΑΠΩΛΕΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ
Δεδομένα, που δεν είναι άλλα από το απλούστατο γεγονός ότι: εάν η Ελλάδα προβεί σε οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με την Τουρκία δίχως προηγούμενη επέκταση των ΕΧΥ της στα 12 ν. μίλια παντού, τότε de facto καταδικάζει εαυτήν – άπαξ και διαπαντός – σε απώλεια εθνικής κυριαρχίας.
Ας ακούσει ο κύριος Γεραπετρίτης όχι εμάς αλλά πολύ ικανότερους γνώστες, όπως ο Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής, και βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Άγγελος Συρίγος, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξή του στη Hellas Journal, ξεκαθάρισε τα πράγματα ως εξής:
«Σε περίπτωση αυξήσεως των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια οι διεκδικήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο μειώνονται κατά το ήμισυ… Στην απίθανη περίπτωση που η Τουρκία δεχόταν και πηγαίναμε στο Δικαστήριο, θα μπορούσαμε να αυξήσουμε τα χωρικά μας ύδατα μετά την απόφαση του Δικαστηρίου;
Η απάντηση είναι καταφατική αλλά μόνον για τις περιοχές εκείνες που δεν θα έχουν δοθεί ως υφαλοκρηπίδα στην Τουρκία. Άρα (σε τέτοια περίπτωση) μπορούν να αυξηθούν τα χωρικά ύδατα αλλά μόνον στο υπόλοιπο Αιγαίο».
ΑΠΟ ΤΟ HELLAS JOURNAL