Του Σωκράτη Αργύρη
Ζεῦ πάτερ ἀλλὰ σὺ ῥῦσαι ὑπ᾽ ἠέρος υἷας Ἀχαιῶν,
ποίησον δ᾽ αἴθρην, δὸς δ᾽ ὀφθαλμοῖσιν ἰδέσθαι·
ἐν δὲ φάει καὶ ὄλεσσον, ἐπεί νύ τοι εὔαδεν οὕτως.
ὣς φάτο, τὸν δὲ πατὴρ ὀλοφύρατο δάκρυ χέοντα·
αὐτίκα δ᾽ ἠέρα μὲν σκέδασεν καὶ ἀπῶσεν ὀμίχλην,
ἠέλιος δ᾽ ἐπέλαμψε, μάχη δ᾽ ἐπὶ πᾶσα φαάνθη·
– Ομήρου, Ιλιάδα, ραψωδία Ρ, 645 – 650
[ Πατέρα, απ’ τ’ Αχαιόπαιδα συ διάλυσε το σκότος,
ξαστεριά κάμε, ευδόκησε να βλέπουν οι οφθαλμοί μας,
και αφού το θέλεις, χάσε μας κάν εις το φως του ηλίου.».
Αυτά ’πε κι εσυμπόνεσε το κλάυμα του ο πατέρας,
κι ευθύς του σκότους σκόρπισεν εκείθε την μαυρίλα,
έλαμψ’ ο ήλιος κι έδειξε γύρω την μάχην όλην.] (μετάφραση Ι.Πολυλά)
Το παραπάνω απόσπασμα της Ιλιάδας μπορεί να είναι ένα είδος προσευχής που κάνουν αρκετοί στο Σύριζα πριν κοιμηθούν ή σαν τους μουσουλμάνους να την κάνουν 3 φορές την ημέρα, είτε στα αρχαία ελληνικά ή στη δημοτική.
Γιατί αυτά που συμβαίνουν στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θυμίζουν λίγο πολύ την Ιλιάδα του Ομήρου, χωρίς κανείς να το γνωρίζει, μια που οι ανθρωπιστικές σπουδές έχουν υποβαθμισθεί στη χώρα μας.
Ας θυμηθούμε λοιπόν τους θεματικούς πυρήνες της Ιλιάδας.
Ο πρώτος είναι αυτό που προβάλλεται στην αρχή του έπους, στο “προοίμιό” του: η “μήνις”, δηλαδή η οργή του Αχιλλέα κατά του Αγαμέμνονα για τη διανομή των ανθρώπινων “λαφύρων” από τις μάχες, που οδηγεί στην αποχώρηση του Αχιλλέα από τις πολεμικές επιχειρήσεις, με όλες τις οδυνηρές συνέπειες που αυτό προκαλεί στο στρατόπεδο των Αχαιών και όχι μόνο.
Ο δεύτερος είναι το θέμα της φιλίας του Αχιλλέα με τον Πάτροκλο, που θα κορυφωθεί με την εκδίκηση που θα πάρει ο πρώτος για τον φόνο του δεύτερου, σκοτώνοντας τον φονιά του, τον τρωαδίτη Έκτορα, τον πιο αξιόλογο απ’ όλους τους “ήρωες” αυτού του δεκάχρονου πολέμου.
Ο Όμηρος βάζει τον Έκτορα να λέει πριν πεθάνει:
«Πω πω, αλήθεια οι θεοί με έχουν καλέσει για να πεθάνω. Εγώ έλεγα πως είναι εδώ ο ήρωας Δηίφοβος, όμως εκείνος βρίσκεται μέσα στο τείχος, και εμένα με γέλασε η Αθηνά. Τώρα πια με πλησίασε ο κακός θάνατος, δεν είναι μακριά, και δεν υπάρχει σωτηρία ». (Χ, 297-303).
Οι ήρωες του Ομηρικού έπους, όπως ακριβώς και σήμερα, είναι αληθινοί άνθρωποι, αγαπούν την πατρίδα τους, είναι γενναίοι, έχουν υψηλό φρόνημα, είναι ευσεβείς, πολλές φορές είναι παρορμητικοί και κάποτε ιδιοτελείς και στο έπακρο φιλόδοξοι. Αγαπούν τους οικείους τους, αγαπούν επίσης τις τιμές και τον πλούτο και δεν αρνούνται τις τέρψεις και τις απολαύσεις της ζωής. Γιατί κατ’ ουσία ο Αγαμέμνων και ο Αχιλλεύς ήρθαν στα χέρια “ένεκα κούρης Χρυσηΐδος” (Α 111).
Στην περίπτωση του Σύριζα η σύγκρουση γίνεται “ένεκα κούρης Εξουσίας – Ηγεσίας”.
Στην Ιλιάδα ο Όμηρος μας διηγείται την αρπαγή της Βρισηίδας από τον Αγαμέμνονα όπως ξέρουμε το τέλος του Αχιλλέα από τον Πάρη όπως και πώς ο Φιλοκτήτης με τον ίδιο τρόπο σκότωσε τον Πάρη.
Βέβαια την ίδια τραγική κατάληξη είχε και ο Αγαμέμνονας όταν επέστρεψε ως νικητής στις Μυκήνες.
Μέσα σ’ έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει θεός που να λέει την αλήθεια, όπου η αλήθεια είναι το αποτέλεσμα της ανθρώπινης προσπάθειας, η πεποίθηση της νομιμοποίησης της κοινωνικής εξουσίας θα διαλυθεί, πράγμα που βλέπουμε ήδη στην Ιλιάδα, όταν ο Διομήδης λέει στον Αγαμέμνονα, τον βασιλέα των βασιλέων: «Ναι μπορεί να είσαι ο βασιλιάς, να κρατάς το σκήπτρο, αλλά στην πραγματικότητα δεν αξίζεις τίποτα».
Γιατί όπως λέει ο ιστορικός Moses Finley, «ο άνθρωπος ζητούσε από τους θεούς να τον συνδράμουν στις διάφορες δραστηριότητές του.
Στρεφόταν προς αυτούς για τις δωρεές που θα μπορούσαν να του παράσχουν ή να του αρνηθούν. Ο άνθρωπος όμως δεν περίμενε τίποτα από τους θεούς ως συμβουλή για την ηθική του διαγωγή. Αυτό ήταν εκτός των αρμοδιοτήτων τους. Οι θεοί του Ολύμπου δεν έπλασαν τον κόσμο, συνεπώς δεν αισθάνονται υπεύθυνοι για αυτόν».
Τώρα όλοι στον Σύριζα ψάχνουν σωτηρία στο εκλογικό σώμα των μελών του και των φίλων του αν η ΚΕ το αποφασίσει.
Στο βιβλίο της “Γιατί η Ελλάδα;” η Jacqueline de Romilly απαντά:
Αν ο Όμηρος αφήνει να φανεί καθαρά η ανισότητα των ευκαιριών και η αναλγησία που δείχνουν εδώ οι θεοί, όλες αυτές οι διαπιστώσεις δεν παρασύρουν τους ήρωές μας σε μια μοιρολατρική υποταγή και δεν τους παροτρύνουν σε εξέγερση.
Στην περίπτωση του Έκτορα ο Όμηρος του βάζει στο στόμα του τα παρακάτω λόγια: «Τουλάχιστο να μην πεθάνω δίχως πόλεμο και δίχως δόξα, μόνο αφού κάνω κάτι μεγάλο, για να το μάθουν και οι κατοπινοί άνθρωποι» (Χ, 304-306).
Κάτι παρόμοιο πρέπει να πουν ορισμένοι στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.