Απέναντι στους λαϊκισμούς η αντίδραση πρέπει να είναι αποφασιστική

Του Hubert Vedrine (*)

Τo πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στις ιταλογαλλικές σχέσεις είναι υπαρκτό και σοβαρό, πρέπει να το δούμε όμως σε βάθος χρόνου. Οι σχέσεις των δύο χωρών δεν ήταν πάντα ανέφελες. Και τώρα διέρχονται μια οξεία κρίση. Ηταν απαραίτητο η γαλλική κυβέρνηση να αντιδράσει στις πρόσφατες δηλώσεις της Ρώμης τόσο για τα Κίτρινα Γιλέκα όσο και για τον ρόλο της Γαλλίας στην Αφρική. Και η αντίδρασή της, μολονότι κάπως θεαματική, ήταν άψογη. Το να ανακαλείς τον πρεσβευτή σου προκαλεί προβληματισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ιταλογαλλικές σχέσεις έχουν υποστεί κάποια καταστροφή.

Οι επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές παίζουν καταλυτικό ρόλο στην κλιμάκωση της έντασης. Και οι δύο πλευρές βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο, που στην Ιταλία είναι πιο έντονη λόγω του ενδοκυβερνητικού ανταγωνισμού ανάμεσα στη Λέγκα και τα Πέντε Αστέρια. Μετά τις εκλογές θα πρέπει να υπάρξει εκτόνωση, με μια καλύτερη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Τα κόμματα που κυβερνούν σήμερα την Ιταλία θα ήταν διαφορετικά αν επί χρόνια η Ευρώπη δεν είχε αφήσει την Ιταλία μόνη της σε αυτό το θέμα.

Ο ρόλος του Ματέο Σαλβίνι ίσως να έχει υπερτιμηθεί. Ασκεί ασφαλώς επιρροή στις χώρες που επικρίνουν την ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική, αλλά μέχρι εκεί. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, δεν έχει καμιά επιρροή. Ο Εμανουέλ Μακρόν, από την πλευρά του, είναι ένας πραγματικός ιδεαλιστής στο θέμα της Ευρώπης. Η θέση του δεν απορρέει ούτε από τεχνικούς ούτε από εκλογικούς λόγους, αλλά από μια βαθιά πεποίθηση σε μια Ευρώπη που προστατεύει καλύτερα. Το όραμά του είναι φυσικά μακροπρόθεσμο και πρέπει να συνοδευτεί από συγκεκριμένα μέτρα, όπως για παράδειγμα η φορολόγηση των GAFA (Google,Apple, Facebook και Amazon) ή η συνέχιση των εμπορικών σχέσεων με το Ιράν παρά την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για τα πυρηνικά.

Το ευρωπαϊκό ιδεώδες είναι κάτι σχετικό, που δεν προκάλεσε ποτέ ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Τα πρώτα σχέδια ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν ένας τρόπος οργάνωσης των δανείων που προβλέπονταν από το σχέδιο Μάρσαλ. Κάποιες μικρές ομάδες προώθησαν την ιδέα μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης, δεν ακολούθησαν όμως αυτή τη γραμμή και οι λαοί. Ακόμη και ο Ζακ Ντελόρ, που ήταν πολύ φιλοευρωπαίος αλλά και πολύ πραγματιστής, μιλούσε αποκλειστικά για μια «ομοσπονδία εθνικών κρατών». Δεν τροφοδότησε ποτέ την ομοσπονδιακή μηχανή. Η κρίση του ευρωπαϊκού ιδεώδες δεν είναι λοιπόν κάτι καινούργιο ή ξαφνικό, είναι μια μακροπρόθεσμη διαδικασία. Η συνθήκη του Μάαστριχτ υιοθετήθηκε στη Γαλλία με διαφορά μιας μόλις μονάδας. Η συνθήκη του 2005 απορρίφθηκε στην Ολλανδία με μεγαλύτερη διαφορά απ’ό,τι στη Γαλλία κι ας είναι οι Ολλανδοί ένας από τους πιο φιλοευρωπαϊκούς λαούς. Δεν μπορούμε να συμπυκνώσουμε την κρίση που διέρχεται η Ευρώπη σε μια αντιπαράθεση μεταξύ δύο οραμάτων, του λαϊκισμού και του προοδευτισμού.

Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τους λαϊκισμούς στην Ευρώπη; Ξεκινώντας από την εξέταση των αιτίων τους. Ο κυριότερος φορέας του λαϊκισμού είναι ένα αίσθημα υποβάθμισης, τόσο οικονομικής όσο και πολιτισμικής. Αν καταφέρουμε και αποδείξουμε στους Ευρωπαίους ότι οι μεταναστευτικές ροές θα τύχουν σοβαρής διαχείρισης, με την ανάμιξη των χωρών από τις οποίες οι μετανάστες ξεκινούν και των χωρών όπου περιμένουν, και ότι το δικαίωμα του ασύλου θα προστατευθεί, χωρίς να χρησιμοποιηθεί για συγκαλυμμένη μετανάστευση, τότε ο λαϊκισμός πιθανότατα θα πέσει παντού κατά τέσσερις με πέντε μονάδες. Σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να ακούμε τι λένε οι λαϊκισμοί, να αναγνωρίζουμε ορισμένα προβλήματα για να τα λύνουμε καταλλήλως. Σε άλλες, πρέπει να αντιδράμε κατά μέτωπο, να τους πολεμάμε με αποφασιστικότητα. Αυτό που έκανε η Γαλλία με την ανάκληση του πρεσβευτή της.

Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για αποσύνθεση της Ευρώπης αφού οι θεσμοί λειτουργούν. Δεν ισχύει όμως ούτε η παλιά θεωρία του ποδηλάτου, σύμφωνα με την οποία πρέπει να συνεχίσεις να προχωράς για να μην πέσεις. Η Ευρώπη δεν θα αλλάξει πολύ τα επόμενα χρόνια. Θα σημειωθούν πρόοδοι, όπως με τη φορολόγηση των Gafa, αλλά δεν θα γίνει κάποιο μεγάλο άλμα. Δεν πιστεύω όμως ούτε σε μια οπισθοχώρηση: ακόμη και οι πιο οργισμένοι ευρωσκεπτικιστές δεν θέλουν να αποκηρύξουν τα κεκτημένα της Ευρώπης.

(*) Ο Ιμπέρ Βεντρίν είναι πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας

(Πηγή: Liberation-ΑΠΕ ΜΠΕ)