Γάμος: Η τραυματική ενηλικίωση της ελληνικής δεξιάς και η αυτοκτονική πορεία του Σύριζα

Του Διογένη Λόππα

Όταν η Prorata σε εμφανίζει καθαρά τρίτο σε φιλικό κανάλι, έπειτα από περίοδο εσωκομματικής γαλήνης και κυβερνητικής τρικυμίας, δεν πρόκειται για ακόμα ένα ανέφελο καμπανάκι κινδύνου.  Το καράβι βουλιάζει, αλλά τα πρώτα βιολιά συνεχίζουν ακάθεκτα να παίζουν στο σαλόνι.

Ο Σύριζα είναι αλήθεια ότι κατάφερε έναν μικρό άθλο, αμέσως μετά τη συντριπτική ήττα και την οδυνηρή παραίτηση Τσίπρα.  Μάζεψε τα κομμάτια του, οργάνωσε άψογα εκλογές, εξέλεξε λυτρωτικά έναν χαρισματικό, νέο και άφθαρτο ηγέτη, απαλλάχθηκε από τα βαρίδια και βαδίζει συντεταγμένα προς ένα καθοριστικό συνέδριο.

Όμως το πρόβλημα του Σύριζα σήμερα δεν είναι τόσο η καθημερινή του λειτουργία και το αν αυτή βγάζει καλές ή κακές ειδήσεις.  Το πρόβλημα είναι η απουσία κατεύθυνσης.  Ή, μάλλον, η αυτοκτονική επιλογή κατεύθυνσης προς τις ρίζες του 3% όπου μαθηματικά οδηγείται, αρνούμενος να αντιληφθεί ότι οι άνθρωποι που σήκωσαν το βάρος της αλλαγής ηγεσίας και που ώθησαν τα βαρίδια στην έξοδο, δεν το έκαναν για να συναντηθεί πάλι το κόμμα με τον Τσακαλώτο στο όριο εισόδου στη βουλή, αλλά για να γίνει κεντροαριστερή, σοσιαλιστική, κυβέρνηση.

Φευ.  Σε έναν άτυπο ανταγωνισμό αριστεροσύνης με τους πρώην συντρόφους της, η ηγετική ομάδα ακροβατεί στα όρια της λογικής και του πολιτικού ερασιτεχνισμού.  Σε τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις που δημιούργησαν έντονες πολιτικές διεργασίες, ο Σύριζα έπραξε το ακριβώς αντίθετο από αυτό που ήλπιζε η δεξαμενή των δυνητικών ψηφοφόρων του.  

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πέρασε, με κομματική πειθαρχία και εντονότατες κοινωνικές αντιδράσεις, ένα κατάπτυστο νομοσχέδιο για τη νομιμοποίηση μεταναστών.  Το νομοσχέδιο δεν είναι απαραίτητα κατάπτυστο για τη νομιμοποίηση αυτή καθαυτή, αλλά για τα ταπεινά του κίνητρα, δηλαδή την εξεύρεση προθύμων δούλων που θα υποεργαστούν ως εργάτες γης και οικοδόμοι, με αντίδωρο μια βίζα εργασίας.

Γιατί το πρόβλημα των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων δεν είναι βέβαια η έλλειψη εργατικών χεριών σε μια κοινωνία που μαστίζεται από την ανεργία και τη φτώχεια, αλλά η σταθερή πολιτική βούληση όλων των κυβερνήσεων μετά τον Ανδρέα για υποαμειβόμενη εργασία και κατά συνέπεια για διανομή του παραγόμενου πλούτου από κάτω προς τα πάνω, αντί για το αντίθετο.   

Αν ένας παραγωγός εμφανιστεί το πρωί σε ένα καφενείο ανέργων προς αναζήτηση εργατών για το μάζεμα της ελιάς προσφέροντας 5 ευρώ την κάσα, δεν θα σηκωθεί κανένας.  Δεν πρόκειται για τεμπελιά, αλλά για ζήτημα στοιχειώδους αξιοπρέπειας.  Αν προσφέρει 20 ευρώ, θα σηκωθούν όλοι.

Ένας οικοδόμος σήμερα στη Γερμανία αμείβεται με 15 ευρώ την ώρα.  Γιατί να μείνει κάποιος στο Ελληνικό για 5?  Μπορεί όμως να έμενε για 10.  Εμείς ως κοινωνία θέλουμε να φύγουν οι Έλληνες οικοδόμοι στην Γερμανία και να τους αντικαταστήσουμε με αλλοδαπούς που θα δουλεύουν για 5 ή μήπως θα ήταν προτιμότερο να κρατήσουμε τους δικούς μας εδώ με 10?  

Όταν τους ρωτάς γιατί δε διαμορφώνουν τις αμοιβές σύμφωνα με τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες, σου βάζουν την κασέτα της ανταγωνιστικότητας.  Αν όμως αυτό ήταν αλήθεια, η Γερμανία θα ήταν η χειρότερη οικονομία της Ευρώπης, ενώ η Ελβετία και το Λουξεμβούργο θα είχαν πτωχεύσει.  

Η πικρή πραγματικότητα είναι ότι η Ελλάδα έχει επιλέξει διαχρονικά να εξυπηρετεί μια πλουτοκρατική κάστα στο να γίνει ακόμα πιο άπληστη, με κάθε κόστος, ακόμα και αν χρειαστεί να παραβεί ακόμα και την ιερή αγελάδα του φιλελευθερισμού, δηλαδή την αόρατη χείρα του Άνταμ Σμιθ, που ρυθμίζει την ελεύθερη αγορά.  Γιατί, σύμφωνα με την εν λόγω ιερή αγελάδα, αν δε βρίσκεις εργάτες, σημαίνει ότι πρέπει να αυξήσεις τις αμοιβές.  Απλά πράγματα.  Αντίθετα, η κυβέρνηση προτιμά να στρεβλώσει παρεμβατικά την αγορά, να υπερβεί τον Άνταμ Σμιθ και να βρει με το ζόρι φθηνά εργατικά χέρια προς όφελος των συμφερόντων που τη στηρίζουν..  

Το πρόβλημα που δημιουργείται με το κατάπτυστο αυτό νομοσχέδιο δεν είναι μόνο ο βιασμός της ελεύθερης αγοράς, ούτε η υποδούλωση κάποιων φουκαράδων που αναζητούν οποιαδήποτε σανίδα σωτηρίας.  Το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα είναι ότι την ίδια ώρα στερεί τους γηγενείς από μια δυνητική ευκαιρία αξιοπρεπούς εργασίας, αν υποθέσουμε ότι τελικά, υπό την πίεση του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης, οι καθεστωτικοί συνδαιτυμόνες αποφάσιζαν να προσφέρουν λελογισμένες αμοιβές. 

Κάπου εκεί εμφανίζεται από το πουθενά μια κάποια ”ατζέντα Ισλαμαμπάντ” και αρχίζουμε να παίρνουμε βαθιές ανάσες, νομίζοντας για την ώρα ότι η αξιωματική αντιπολίτευση επιτέλους έλαβε τα μηνύματα των καιρών και της βάσης και αποφάσισε πορεία προς τα μπρος.  Για να απογοητευτούμε μόλις λίγες ώρες αργότερα, όταν οι βουλευτές της ψηφίζουν το έκτρωμα.  

Δηλαδή η κριτική τελικά δεν ήταν του τύπου ”τι πάτε και κάνετε με όλη την κοινωνία απέναντι εξυπηρετώντας τα κοράκια”, αλλά, ΄΄σας τα λέγαμε εμείς, είδατε που είχαμε δίκιο;”.   Τα αποτελέσματα τα βλέπετε στις δημοσκοπήσεις.

Πριν λίγες μέρες, τρία εξαιρετικά στελέχη του Σύριζα, ο Ραγκούσης του αυθεντικού ΠΑΣΟΚ, ο Θεοχαρόπουλος της ΔΗΜΑΡ και ο φέρελπις Ζαχαριάδης, ζήτησαν το απολύτως αυτονόητο, ότι δηλαδή οι ευρωβουλευτές του Σύριζα θα πρέπει να ενταχθούν στους Ευρωσοσιαλιστές.

Αυτή είναι μια καθολική απαίτηση της βάσης του νέου Σύριζα, δηλαδή των ανθρώπων πέραν του 3% οι οποίοι σήκωσαν το βάρος και έδωσαν τις εκλογικές νίκες.  Και οι οποίοι, μετά τις ήττες,  απέτρεψαν την αυτοκτονική εκλογή Αχτσιόγλου για να ανανεώσουν το κόμμα και να φτιάξουν τη νέα κεντροαριστερά.

Σε αυτούς τους ανθρώπους, η απάντηση της ηγεσίας, που στην περίπτωση αυτή θύμισε τις καλύτερες στιγμές του ανεπανάληπτου Φίλη, ήταν ότι ”όχι, εμείς παραμένουμε αριστερά”.

Το μόνο που μπορώ να σχολιάσω είναι ότι με την τακτική που ακολουθούν, προφανώς δεν θα εκλέξουν καθόλου ευρωβουλευτές, οπότε είναι εντελώς αδιάφορο αν αυτοί θα ανήκουν στους γραφικούς κλόουν της ευρωπαϊκής αριστεράς ή στους Ευρωσοσιαλιστές. 

Το κακό βέβαια τρίτωσε με την επιλογή της ηγεσίας να κάνει ο Φάμελλος το ρεπό του Βορίδη για να διασωθεί πολιτικά ο Μητσοτάκης και το καθεστώς του.  Και όλα αυτά χωρίς κανένα αντάλλαγμα.

Δηλαδή είσαι στο ρινγκ, τρως το ξύλο της αρκούδας, έχεις βγει σχεδόν νοκ άουτ και ξαφνικά, από ένα γύρισμα της τύχης, ο πανίσχυρος αντίπαλός σου γλιστράει και πέφτει στο παρκέ.  Την ώρα που ο διαιτητής αρχίζει να μετράει, πηγαίνεις ιπποτικά και τον πιάνεις από το χέρι για να τον σηκώσεις.

Αληθεια, πότε η κυβέρνηση αυτή έκανε έστω και μια μικρή διευκόλυνση σε κρίσιμα ζητήματα δημοκρατίας;  Μήπως στην υπόθεση των υποκλοπών;  Στις λίστες Πέτσα;  Στην εξόφθαλμη χειραγώγηση της δικαιοσύνης ή μήπως έστω στη μείωση του ΦΠΑ των τροφίμων και στην προστασία της πρώτης κατοικίας;

Πριν ο Κασσελάκης πάρει το βάρος να διασώσει τον κλυδωνιζόμενο πρωθυπουργό, ζήτησε ως αντάλλαγμα κάτι από τα παραπάνω;  Γιατί αν πράγματι για παράδειγμα παραχωρούσε ο Μητσοτάκης την προστασία από τα κοράκια, η στήριξη θα είχε μια λογική και μια εσάνς μικρής νίκης.

Και ο απλός πολίτης ρωτάει ενεός: Γιατί πρέπει αυτό το απάνθρωπο καθεστώς να το διασώσει ο ανεμοδαρμένος Σύριζα;  

Γιατί αυτό που πραγματικά φέρνει η ισότητα στο γάμο, είναι η ξαφνική αφαίρεση του φύλλου συκής που καλύπτει την υποτιθέμενη πολιτική κυριαρχία της δεξιάς του 41%, που στην πραγματικότητα είναι κατακερματισμένη, οσο και προκασσελακικός Σύριζα με τις συνιστώσες του.

Αυτό που κρατάει ενωμένα τα θραύσματα της παλαιολιθικής ελληνικής δεξιάς, δεν είναι μόνο η απουσία αντιπολίτευσης ή μόνο η συγκολλητική ουσία της εξουσίας.  Είναι κάτι πιο σύνθετο.

Πρωτίστως είναι η επικίνδυνη πλην ευφυής στρατηγική της Οικογένειας, η οποία χτίζει μεθοδικά ένα καθεστώς πρωτόγνωρο για τη μεταπολίτευση.

Πρώτα από όλα μοιράζει άπειρα υπουργεία με ποσοστώσεις επί των συνιστωσών και έτσι έχουμε και το απίθανο θέαμα εντελώς άχρηστων υπουργών και υφυπουργών, που δεν θα τους προσελάμβανε ούτε ο Μασούτης.  Στα υπουργεία αυτά, μπορεί να ασκεί ασφυκτικό πολιτικό έλεγχο, τους αφήνει όμως ελεύθερους και ατιμώρητους να κάνουν ότι θέλουν με τις απευθείας αναθέσεις στους κουμπάρους τους.  Χρήμα.  

Προσφέρει προστασία.  Μετά τις υποθέσεις Τουλουπάκη, Βλάχου, Ντογιάκου κ.α., και οι πέτρες γνωρίζουν ότι η δικαιοσύνη στη χώρα είναι de facto παράρτημα της Οικογένειας.  Συνεπώς αυτοί που την στηρίζουν ξέρουν ότι με τη στήριξη αποκτούν και ασυλία.  Έτσι έχουμε και τον κλαυσίγελο των αδιευκρίνιστων, αλλά και δεκάδες αρχειοθετήσεις σκανδάλων που στην Ευρώπη θα είχαν προκαλέσει σεισμό.  Ατιμωρησία.

Αν αυτά δεν είναι αρκετά, υπάρχει η ΕΥΠ, το μακρύ χέρι του Μαξίμου.  Όπως αποδείχθηκε πολλάκις, η ΕΥΠ παρακολουθούσε και ενδεχομένως παρακολουθεί δεκάδες στόχους που θα μπορούσαν να αποτελέσουν πολιτική απειλή για το καθεστώς.  Αν δηλαδή κάποιος προσπαθήσει να σηκώσει κεφάλι ή να απειλήσει τη συνοχή του καθεστώτος, μπορεί να δει μια μέρα τις ιδιωτικές του συνομιλίες να διαρρέουν σε φιλικά έντυπα.  Απειλή. 

Ο γάμος όμως, ξεπερνάει όλα τα συστήματα ασφαλείας του Μαξίμου, γιατί ο γάμος για την ελληνική δεξιά είναι ζήτημα ταυτοτικό.  

Ξέρετε, όλη η συζήτηση γύρω από το θέμα είναι εντελώς περιττή, τουλάχιστον σε νομικό επίπεδο, καθώς κυριαρχεί η πιο βασική παραδοχή:

Αναγνωρίζουμε ως πολιτεία τη σεξουαλική διαφορετικότητα, ναι ή όχι.

Το ζήτημα ξεκινά και σταματά στη συγκεκριμένη παραδοχή.  Αν πράγματι αναγνωρίζουμε τη σεξουαλική διαφορετικότητα και δε τη θεωρούμε ανωμαλία ή ασθένεια, δε χρειάζεται να συζητήσουμε τίποτα, γιατί τα νομικά παρελκόμενα είναι λυμένα ήδη από την παραδοχή ότι η γυναίκα είναι ισότιμη με τον άνδρα και ο μαύρος με τον λευκό.  Και αν κάτι δεν είναι ακόμα λυμένο (τεκνοθεσία), θα λυθεί στο Στρασβούργο, θέλουμε ή όχι. 

Προφανώς δεν υπάρχει σύγχρονο νομικό δίκαιο που θα όριζε όρο για την τεκνοθεσία να είναι ο γονέας λευκός ή τέλος πάντων ίδιου χρώματος με το παιδί.

Η ελληνική δεξιά μοιάζει με ένα κακομαθημένο παιδάκι, που οι γονείς του το έχουν μεγαλώσει με μύθους περί υπεροχής.  Όταν ένα τέτοιο παιδί ενηλικιωθεί και αρχίζει δειλά να αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα ενός ανταγωνιστικού κόσμου στον οποίο μάλιστα στερείται δυνατότητες, η εμπειρία είναι τραυματική.

Σήμερα η ελληνική δεξιά ανακαλύπτει την Ευρώπη, τα δικαιώματα, την κοινωνική ισότητα.  Δύσκολα πράγματα.

Το πρώτο crash test της ελληνικής δεξιάς με την πραγματικότητα ήταν η συμφωνία των Πρεσπών.  Όταν έχεις εντρυφήσει σε μεγαλέξανδρους, μαρμαρωμένους βασιλιάδες και μια πατρίδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, δύσκολα αποδέχεσαι την απώλεια της Μακεδονίας ”μας”, έστω και αν η απώλεια αυτή αφορά μόνο κάποιες πτυχές της ταυτότητας των άλλων.  

Πώς να εξηγήσεις σε κάποιον ότι, καλώς ή κακώς, με την καθοριστική ήττα στο Εσκί Σεχίρ η Ελλάδα έχασε την ευκαιρία να νομιμοποιηθεί ως διάδοχο κράτος της Αυτοκρατορίας.  Και ότι με την ανταλλαγή των πληθυσμών (και των περιουσιών) έχασε οριστικά και την όποια ευκαιρία επαναδιεκδίκησης των εδαφών.

Και πως τώρα ένας τέτοιος άνθρωπος θα αποδεχθεί ότι ψήφισε πολιτευτές που ορκίζονταν στο Μεγαλέξανδρο, την Αγιασοφιά τις δύο ηπείρους και τις πέντε θάλασσες και σήμερα ετοιμάζονται να παραχωρήσουν κυριαρχικά δικαιώματα στη Θάλασσα.  Και όχι στη Μαύρη Θάλασσα. 

Οι συγκεκριμένοι δεξιοί πολιτευτές, διαθέτουν το συμπαθές προφίλ να εκκλησιάζονται συστηματικά, να συνάπτουν κουμπαριές με ”κανονικά” ζευγάρια που έχουν ”κανονικά” παιδιά, που τα βαφτίζουν ”κανονικά”, να κάνουν μεταξύ τους μπίζνες και να ορκίζονται πίστη στην ενορία και στην Ορθοδοξία.

Τώρα ζητάμε από τους ανθρώπους αυτούς να εξηγήσουν στον κύκλο τους, ότι θα ψηφίσουν νόμο ”για να αποκτήσουν οι πούστηδες ίσα δικαιώματα’‘.  Αίσχος.  

Η ελληνική δεξιά στον πυρήνα της, δεν αποδέχεται τη σεξουαλική διαφορετικότητα.  Θεωρεί το θέμα ξεκάθαρη ανωμαλία ή ενοχλητικό βίτσιο αυτοπροβολής μέσω διαφοροποίησης.

Είναι προφανές ότι δεν υφίσταται σε καμία περίπτωση δυνατότητα κομματικής πειθαρχίας από την πλευρά Μητσοτάκη, γιατί μια τέτοια παράτολμη ενέργεια θα έριχνε μαθηματικά την κυβέρνηση.  Στοιχειώδες.

Είναι επίσης γνωστό ότι η πιο συντηρητική δεξιά έχει πολλά ανοιχτά μέτωπα με τις γενικότερες πολιτικές της κυβέρνησης, όμως συνεχίζει να τη στηρίζει για τους λόγους που ανέφερα παραπάνω.  Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κόκκινες γραμμές.  Ήδη με το μεταναστευτικό οι μικρές κοινωνίες δοκιμάστηκαν αρκετά.  ‘Ηδη η ακρίβεια και τα κοράκια πιέζουν άσχημα τα μικρότερα εισοδήματα.  

Η επιμονή της κυβέρνησης να περάσει κάτι τόσο τρομακτικά αντιδημοφιλές στη βάση της, απελευθερώνει διαλυτικά φαινόμενα και μάλιστα πολύ πιο έντονα από το δράμα της κεντροαριστεράς.  Γιατί οι πολιτικές διαφορές της κεντροαριστεράς στην πραγματικότητα είναι ανύπαρκτες και όλη η κόντρα μεταξύ των αρχηγών των δύο κομμάτων είναι καθαρά προσωπική, μέχρι να εμφανιστεί κάποιος που τελικά θα ενώσει το χώρο.  Όμως οι πολιτικές διαφορές μέσα στη δεξιά είναι χαοτικές.

Ο Δούκας, ο Γλαβίνας και ο Μαμουλάκης θα μπορούσαν να συνεργαστούν από αύριο, χωρίς προϋποθέσεις.  Ο Βορίδης, ο Πιερρακάκης και ο Κακλαμάνης δε συναντιούνται πουθενά.  Δε συμφωνούν σχεδόν σε τίποτα.  Η συμπόρευσή τους είναι καθαρός οπορτουνισμός στο όνομα μιας αναγκαίας κυβερνησιμότητας.  

Όμως, σε ένα ζήτημα τόσο ταυτοτικό για τη βάση, θα είναι αδύνατον να συμπορευθούν, γιατί τα στεγανά σπάνε και έρχονται στην επιφάνεια όλες οι τυπικές παθογένειες μιας καθυστερημένης πολιτικής παράταξης που αρνείται να αποδεχτεί βασικές ανθρωπιστικές αξίες.  

Στην περίπτωση λοιπόν που η αντιπολίτευση αρνούνταν να διασώσει τον Μητσοτάκη, θα ήταν πολύ πιθανότερη μια απόσχιση της παραδοσιακής δεξιάς υπό την ηγεσία γνωστού δελφίνου που έχει ήδη διαφοροποιηθεί δημοσίως, παρά η υπερψήφιση του νομοσχεδίου.  Αν και θεωρώ ότι στην περίπτωση αυτή ο πρωθυπουργός θα κετέφευγε στη γνωστή πολιτική δειλία που χαρακτηρίζει την Οικογένεια και θα έκανε πίσω, χωρίς να ρισκάρει περισσότερο.

Αυτή τη χαοτική κατάσταση για τη δεξιά, καλείται σήμερα να αποκαταστήσει η αντιπολίτευση και μάλιστα χωρίς πολιτικά ανταλλάγματα.

Και ενώ για τη Νέα Αριστερά δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι θα στηρίξει τον πάτρωνα και τους χορηγούς της, παραμένει μυστήριο με ποιό ακριβώς σκεπτικό τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης θα προσφέρουν ένα τέτοιο δώρο.

Ευτυχώς το ΠΑΣΟΚ δεν έπεσε στην παγίδα και ήδη διεμήνυσε ότι θα καταψηφίσει.  Ο έμπειρος στις κομματικές ίντριγκες Ανδρουλάκης δεν υπάρχει περίπτωση να άφηνε μια τέτοιου μεγέθους ευκαιρία να πάει χαμένη και μάλιστα σε μια στιγμή που παίρνει έστω και μικρό δημοσκοπικό προβάδισμα.

Ο Σύριζα, γιατί?

[email protected]