Γιώργος Λακόπουλος: Γιατί όταν μια Ολλανδή δημοσιογράφος κάνει τη δουλειά της, ελληνικά ΜΜΕ της επιτίθενται χάριν του… Μητσοτάκη;

Η ελληνική δημοσιογραφία μοιάζει όλο και περισσότερο με τροπικό δάσος: τρέφεται από τη σήψη της.

Η κατηγορία ότι η ελληνική κυβέρνηση ψεύδεται στο θέμα των επαναπροωθήσεων στο Αιγαίο δεν προέρχεται από «μια Ολλανδή δημοσιογράφο». Το προβάλουν από καιρό διεθνή ΜΜΕ. Το καταγγέλλουν ανθρωπιστικές οργανώσεις και διεθνείς οργανισμοί. Το συζητούν στην Κομισιόν, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στο Ευρωκοινοβούλιο.

Πρωτίστως: το υπαινίσσεται η Επίτροπος Ιλβα Γιόχανσον. Δεν κρύβει μάλιστα την οργή της για την «άρνηση συνεργασίας» από τον Μηταράκη και ζητάει έρευνα «για πρακτικές αντίθετες με τις αρχές της Ένωσης, το διεθνές δίκαιο και τον σεβασμό των θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων». Το μόνο που έκανε η ενημέρωση Μέρκελ ήταν αυτό που δεν κάνουν Έλληνες δημοσιογράφοι. Όταν έχουν τον Πρωθυπουργό απέναντί τους: να τον «στριμώξουν» για αυτό το θέμα. Αντί να τον ρωτάνε, χαριεντιζόμενοι, για πράγματα για τα οποία έχει σημειώσεις μπροστά του .

Αν με την αντίδραση του ο Πρωθυπουργός «έκανε ρόμπα» τη δημοσιογράφο, ή τον εαυτό του – αλλά και την ελληνική δημοσιογραφία- μπορεί να το δει κανείς από τον από ήχο πέραν των ορίων της «λίστας Πέτσα»- και κυρίως τον διεθνή χώρο.

Κατά τα λοιπά, πράγματι ήταν «μια ευκαιρία να συζητήσουμε τι είναι και τι δεν είναι δημοσιογραφία στην Ελλάδα». Αν αφήνει περιθώριο η αποστροφή του Πρωθυπουργού ότι στην Ολλανδία οι δημοσιογράφοι «έχουν παράδοση να … ρωτάνε ελεύθερα τους πολιτικούς»!

Δεν αφήνει σίγουρα η φιλότιμη προσπάθεια από κάποια ΜΜΕ να καλύψουν τον διασυρμό του. Με υπαινιγμούς για … μειωμένο πατριωτισμό σε όποιον δεν τον υπερασπίζεται απέναντι σε μια αγενή ξένη. Και οι Έλληνες δημοσιογράφοι που επιτίθενται ανοίκεια στη δημοσιογράφο, που «του κούνησε το δάκτυλο» και μάλιστα «σ΄ αυτό το κτίριο»!

Φαίνεται ότι το δάκτυλo μπορούν να κουνάνε μόνο οι ίδιοι στον… Τσίπρα . Στον Μητσοτάκη κουνάνε το κεφάλι με συγκατάβαση για όσα τους αραδιάζει ως απαντήσεις.

Αντί να συζητάμε όμως για το «τι είναι δημοσιογραφία», είναι ίσως καλύτερα να συζητήσουμε για τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής δημοσιογραφίας.

Για το είδος της ενημέρωσης που παρέχεται από ιδιοκτήτες ΜΜΕ που πήραν τα λεφτά της λίστας Πέτσα-, ή παίρνουν κονδύλια από τα κοινοτικά πρόγραμμα και τον κρατικό προϋπολογισμό. Αλλά και για το πώς την αντιλαμβάνεται μια μερίδα δημοσιογράφων που αισθάνονται , σαν να τα πήραν οι ίδιοι και όχι οι εργοδότες τους.

Να αρχίσουμε λοιπόν από τον σεβασμό των δημοσιογράφων στον εαυτό τους και στον κλάδο τους.

Για τις παλαιότερες γενιές η διαγραφή από την ΕΣΗΕΑ ήταν όνειδος. Όχι μόνο γιατί η εγγραφή είχε προϋποθεσεις. Αλλά γιατί το επαγγελματικό σωματείο τους ήταν θεματοφύλακας των αρχών της δημοσιογραφίας και η ιδιότητα του μέλους του είχε αντίκρισμα στην κοινωνία..

Ο διαγραμμένος ήταν αποσυνάγωγος και αντιμετωπιζόταν με περιφρόνηση.

Όσοι προέρχονται από αυτές τις γενιές αντιμετωπίζουν με κριτική διάθεση το σωματείο τους. Αλλά ποτέ δεν θα εμφανίζονταν ….υπερήφανοι για τη διαγραφή τους.

Ήταν σε θέση να καταλάβουν τι σημαίνει να σου στερεί το χρίσμα του δημοσιογράφου η ΕΣΗΕΑ-αλλά να σου αναγνωρίζει τη δημοσιογραφική ιδιότητα ο… Άδωνις.

Είναι αποκαρδιωτικό ότι από χρόνια σε ένα συγκεκριμένο δημοσιογραφικό μαγαζί, προβάλλεται ως εύσημο, η διαγραφή από την Ένωση. Μαζί με το σπάσιμο της απεργίας του κλάδου από δημοσιογράφους του.

Κάποτε ο απεργοσπάστης δημοσιογράφος δεν έβρισκε τόπο να σταθεί. Σήμερα καμαρώνει γιατί υπονόμευσε τον συλλογικό αγώνα των συνάδελφων του, με το πρόσχημα του «δικαιώματος στην εργασία».

Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι αυτή την έκπτωση στο δημοσιογραφικό χώρο. Και δεν είναι χωρίς ευθύνες το σωματείο τους, που, από χρόνια, δεν εφαρμόζει κατά γράμμα τους κανόνες Δεοντολογίας.

Είναι νοητό ιδιοκτήτες ΜΜΕ– ή μέτοχοι εταιριών-να εμφανίζονται ως μέλη της ΕΣΗΕΑ;

Επιτρέπεται να παρουσιάζουν στις εκπομπές του ως ρεπορτάζ- με την υπογραφή και τη φωνή τους- τις …διαφημίσεις προϊόντων; Να συστήνουν τη μια ή την άλλη εταιρία;

Ο κλάδος είχε πάντα αδυναμίες και «μαύρα πρόβατα». Αλλά είχε κύρος και αξιοπιστία. Το επάγγελμα δεν θεωρούνταν …κακόφημο , από κανέναν.

Ο βασικός λόγος που κάνει τη δημοσιογραφία να ξεπέφτει σε … προσφορά υπηρεσιών, είναι το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς..

Οι παλιοί εκδότες, δημοσιογράφοι οι ίδιοι προηγουμένως, σέβονταν τη δουλειά του δημοσιογράφου. Και είχαν αξιώσεις : να σέβεται τους πολίτες, να ξέρει καλά ελληνικά, να φέρνει την αλήθεια στην εφημερίδα του – και όχι τη «γραμμή» πολιτικών και επιχειρηματιών..

Να κάνει ρεπορτάζ και να έχει αποκλειστικότητες. Δεν δημοσίευαν πανομοιότυπα με τους άλλους «non papers». Δεν επέτρεπαν να αναφέρονται σε κείμενα ονόματα επαγγελματιών, χωρίς λόγο. Η φαιά διαφήμιση ήταν λόγος απόλυσης. Και βεβαίως δεν παραβίαζαν τις αποφάσεις της ΕΣΗΕΑ.

Στην τήρηση των κανόνων υπήρχε … «ιδιοτέλεια» : η αύξηση της κυκλοφορίας και ο σεβασμός από την πλευρά του κοινού. Εφημερίδα με διαγραμμένους από την ΕΣΗΕΑ δεν θεωρούνταν αξιόπιστη.

Τα πράγματα άλλαξαν από τότε που άλλαξε το ιδιοκτησιακό καθεστώς και τα ΜΜΕ έγιναν παραρτήματα άλλων δραστηριοτήτων επιχειρηματιών- συνήθως κρατικοδίαιτων.

Τα μέσα που κατέχουν χρησιμοποιούνται για την προώθηση οικονομικών συμφερόντων και πολιτικών στόχων.

Η αύξηση της «πίεσης» από την πλευρά πολιτικών και οικονομικών παραγόντων- με κονδύλια, διαφημιστικά πακέτα κα μαύρο χρήμα-αλλαξε τη φύση του επαγγέλματος: δημοσιογράφοι έγιναν, διαμεσολαβητές, βαποράκια και… παράγοντες.

Πολλοί αντιστέκονται στην διαφθορά και κάνουν τη δουλειά τους ευσυνείδητα, ζώντας μόνο από το μισθό τους. Αλλά βγαίνουν όλο και περισσότερο στο περιθώριο στο μέσο που εργάζονται.

Δεν έχουν πιθανότητες να πάρουν διευθυντικές θέσεις-στις οποίες κάποτε τοποθετούνταν προσωπικότητες και επιτυχημένοι δημοσιογράφοι-και πάντως όχι «μαρμαράδες» και διοικητικοί.

Τώρα σε πολλά ΜΜΕ δημοσιογραφία δεν είναι η ενημέρωση, αλλά ότι νομίζει το αφεντικό.

Η δουλειά των δημοσιογράφων -που αναφέρονται ως «υπάλληλοι» σε πολλές συμβάσεις – είναι να το υπηρετούν, αν θέλουν θέση τους.

Η πρώτη συνέπεια είναι η απομάκρυνση από την αλήθεια και την ενημέρωση: και να έχει κάποιος ειδήσεις πού θα τις γράψει, ή πού θα τις εκφωνήσει; Αν το κάνει στο διαδίκτυο θα χάσει τη θέση του.

Η δεύτερη είναι η απομάκρυνση από την ΕΣΗΕΑ. Τώρα τους κανόνες του επαγγέλματος θέτει ο ιδιοκτήτης και ας μην έχει σχέση με την δημοσιογραφία.

Έχει τα λεφτά και αυτό του δίνει το δικαίωμα που σε καμία προηγμένη δυτική χώρα δεν έχει κανένας ιδιοκτήτης ΜΜΕ: να κάνει τον αρχισυντάκτη.

Η μετακίνηση την ιδιοκτησίας των ΜΜΕ από τους ανθρώπους του χώρου που σέβονταν δημοσιογραφία σε ισχυρούς του χρήματος που δεν σέβονται τίποτε άλλο από το συμφέρον τους, αλλοίωσε το επάγγελμα.

Το αποτέλεσμα το βλέπουμε στο είδος της δημοσιογραφίας που ασκείται και στο είδος των δημοσιογράφων που την ασκούν.

Παρότι η άποψη «στην Ελλάδα δεν υπάρχει δημοσιογραφία» είναι πλέον διαδεδομένη – και οι εξαιρέσεις δεν το αναιρούν – , κάποιοι βρίσκουν τρόπο να μας ξαφνιάζουν. Όχι επειδή δεν κάνουν τη δουλειά τους με ανεξαρτησία απέναντι στην κυβέρνηση , αλλά γιατί επιτίθενται σε όσους την κάνουν και… την ενοχλούν.

Αυτό ακριβώς συνέβη με την Ολλανδή ανταποκρίτρια. Κάποιοι βρήκαν «αγενές» το ύφος της και παράκαμψαν την ουσία.

Της επιτέθηκαν δημοσιογράφοι , ακόμη και αισχρά, όχι γιατί δεν είχε δίκιο, αλλά γιατί τόλμησε να ρωτήσει τον Πρωθυπουργό, όπως οι «διαπιστευμένοι» σε αυτόν δεν θα τολμούσαν ποτέ. Άλλωστε, αν υπάρχει υπόνοια, τους … αποκλείει από την ενημέρωση.

Το είδος της δημοσιογραφίας που ασκήθηκε όχι επί του Μητσοτάκη, αλλά επί της δημοσιογράφου, αποκαλύπτει το είδος της ιδιοκτησίας ελληνικών ΜΜΕ και την αποστολή τους υπέρ της εξουσίας και εναντίον όσων την ελέγχουν.

Πρόοδο δεν το λες….

Πάνε οι εποχές που περιέγραφε ο Γιάννης Μαρίνος: «Ο καλός δημοσιογράφος, δεν έχει φίλους πολιτικούς και επιχειρηματίες, οι ισχυροί επιδιώκουν την επαφή μαζί του, αλλά τον φοβούνται».

Η ελληνική δημοσιογραφία μοιάζει όλο και περισσότερο με τροπικό δάσος: τρέφεται από τη σήψη της.

AΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR