Δημήτρης Αβραμόπουλος: “Η μετανάστευση και η κινητικότητα ήρθαν για να μείνουν”

Ομιλία στην εκδήλωση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR)

Κύριε Υπουργέ, κύριοι Περιφερειάρχες, κύριοι Δήμαρχοι,

Δεν θα μπορούσα να μην ανταποκριθώ στην πρόσκλησή σας. Εξάλλου υπάρχει και μια ιδιαίτερη ευαισθησία για την Αυτοδιοίκηση. Δεν λησμονώ ποτέ, ότι υπήρξα Δήμαρχος της Αθήνας και Πρόεδρος της ΚΕΔΕ και στέκομαι πάντα με σεβασμό απέναντι στους εκπροσώπους της Περιφερειακής και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αυτό δεν σημαίνει, κ. Υπουργέ, ότι δεν κάνω το ίδιο και στις σχέσεις με τις ελληνικές κυβερνήσεις, οι οποίες είναι και οι θεσμικοί μας συνομιλητές, αλλά και με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), για την οποία πρέπει να πω ότι επιτελεί ένα σπουδαίο έργο σε παγκόσμια κλίμακα και το βιώνουμε και εμείς σε αυτή τη γωνιά της Ευρώπης.

  Όταν ξέσπασε η πρωτόγνωρη προσφυγική κρίση, που αιφνιδίασε, όπως όλοι θυμόμαστε, την Ευρώπη και κυρίως τα κράτη-μέλη πρώτης υποδοχής, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα, η Ευρώπη δεν είχε μεταναστευτική πολιτική. Υπήρχε μια θεμελιώδης στάση αρχών πάνω στη μετανάστευση, με λίγες χώρες να έχουν εμπειρία. Εκείνες που δέχτηκαν μετανάστες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κυρίως, όμως, η Ευρώπη είχε την εμπειρία να στέλνει μετανάστες. Συνέπεσε, λοιπόν, η υιοθέτηση  αυτής της πολιτικής με τις μέρες μας. Ούτε εγώ μπορούσα να φανταστώ, όταν αναλάμβανα αυτά τα καθήκοντα, ως Επίτροπος για τη Μετανάστευση, αλλά και για θέματα Εσωτερικής Ασφάλειας, Τρομοκρατίας και Ναρκωτικών, ότι σε πέντε μήνες θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την κρίση και μεγάλη πίεση. Και βέβαια, στην πρώτη γραμμή δεν βρέθηκαν μόνο τα κράτη, αλλά κυρίως οι τοπικές κοινωνίες.

Οι κάτοικοι και οι τοπικές αρχές, από την πρώτη στιγμή βρέθηκαν κάτω από μεγάλη πίεση. Οι θεσμοί και η κοινωνία των πολιτών εκφράζουν στην πράξη τις ευρωπαϊκές αρχές και τα ιδεώδη της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς,  ιδιαίτερα στα ελληνικά νησιά, τα οποία δέχτηκαν τη μεγαλύτερη πίεση. Οι τοπικές κοινωνίες ανέδειξαν την ανθρωπιστική διάσταση της προσφυγικής κρίσης και με τη στάση τους έστειλαν ένα μήνυμα ανθρωπιάς, ευαισθησίας και πολιτισμού σε ολόκληρο τον κόσμο.

Στη συνέχεια η Ευρώπη οργανώθηκε. Με τη πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υιοθετήθηκε η Ευρωπαϊκή Ατζέντα μετανάστευσης, προτάθηκαν νομοθεσίες, οργανώθηκαν τα hotspot και εμπειρογνώμονες όλων των ειδικοτήτων από όλη την Ευρώπη έφτασαν στην Ελλάδα και στην Ιταλία για να συνδράμουν τους συναδέλφους τους. Από την πρώτη κιόλας στιγμή εγκαταστάθηκε ένα κανάλι συνεργασίας της Επιτροπής και των εθνικών κυβερνήσεων. Και θα ήθελα να πω, ότι η συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση ήταν και παραμένει εξαιρετική και οι προσπάθειες που καταβάλλει ο Υπουργός, κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, πιστεύω ότι αναγνωρίζονται και φέρνουν αποτελέσματα. Ό,τι όμως και αν αποφασίζεται σε ευρωπαϊκό και εθνικό ακόμα επίπεδο, στην ουσία εφαρμόζεται πρωτίστως σε τοπικό επίπεδο.

Τα πράγματα θα είναι δύσκολα και στο μέλλον. Πρέπει εμείς να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι και, βεβαίως, πάντοτε να προτάσσουμε την ανθρωπιστική μας αποστολή, σε αρμονία και με τις διεθνείς συμβάσεις που δείχνουν τον δρόμο.

Ο ρόλος επομένως των Δήμων στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης είναι καθοριστικός και πρέπει να αναγνωρίζεται. Τίποτα από όλα όσα έχουμε ως τώρα συλλογικά επιτύχει δεν θα ήταν δυνατόν χωρίς την ενσυνείδητη συμμετοχή των εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των ίδιων των Δημάρχων που καθημερινά στην πράξη αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα προβλήματα.

Να πείσουν την τοπική κοινή γνώμη, να διαχειριστούν την κατάσταση και να μην υποκύψουν στις πιέσεις που ασκεί πάνω στην τοπική κοινωνία ο λαïκισμός.

Εκεί είναι, δηλαδή, που οι πολίτες έρχονται σε καθημερινή επαφή με το φαινόμενο αυτό, αλλά και με τους ίδιους τους πρόσφυγες, εκεί που προκύπτουν καθημερινά προβλήματα, αλλά και μοναδικές ιστορίες ανθρωπιάς.

Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους. 75 εκατομμύρια πρόσφυγες και περίπου 250 εκατομμύρια μετανάστες αναζητούν νόμιμους δρόμους για να βρουν έναν ασφαλή προορισμό σε άλλες χώρες.

Από τη μια πλευρά, οι πρόσφυγες που αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον στις χώρες μας είναι άνθρωποι που φέρουν βαριά τραύματα πολέμων, διώξεων, καταστροφών. Είναι, επομένως, ανθρωπιστικό μας καθήκον να προσφέρουμε στα άτομα αυτά τις απαραίτητες υποδομές και πιο ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης από αυτές που άφησαν πίσω τους. Από την άλλη πλευρά, η ικανότητα, ποσοτική και ποιοτική, των δημοτικών αρχών να ενσωματώσουν νέα κύματα πληθυσμών συναρτάται, επίσης, με τις συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων.

Γι’ αυτό και στην Επιτροπή πολύ γρήγορα αναγνωρίσαμε ότι είναι πλέον σημαντικό να δοθούν στις τοπικές κοινωνίες και στους Δήμους τα μέσα, οι δυνατότητες και τα εργαλεία, που θα τους επιτρέψουν να διαδραματίσουν με επιτυχία τον βασικό τους ρόλο για την ένταξη των προσφύγων και για την διασφάλιση της απαραίτητης κοινωνικής συνοχής.

Στα εργαλεία αυτά ανήκει και μια σειρά έργων στήριξης έκτακτης ανάγκης για την Ελλάδα που ανακοίνωσε φέτος τον Ιούλιο η Επιτροπή. Θα ήθελα, επίσης, ακόμα να πω, ότι από την πρώτη στιγμή η Ελλάδα στηρίχθηκε ουσιαστικά, πολιτικά και οικονομικά, έτσι ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί σε αυτό το δύσκολο έργο που ανελάμβανε εξ ονόματος της ίδιας της Ευρώπης, αλλά και των αναγκών της χώρας.

Σε αυτό το πλαίσιο και με ισχυρή οικονομική ενίσχυση εγκαινιάσαμε το «πρόγραμμα στήριξης έκτακτης ανάγκης για την ένταξη και τη στέγαση» (ESTIA), μέσω του οποίου παρέχεται βοήθεια στους πρόσφυγες και στις οικογένειές τους για την ενοικίαση καταλυμάτων στις αστικές περιοχές, καθώς και χρηματική βοήθεια.

Όπως πολύ καλά γνωρίζετε, το πρόγραμμα αυτό είναι ιδιαίτερο, καθώς δίνει στους πρόσφυγες τη δυνατότητα να δημιουργήσουν συνθήκες “κανονικότητας” στη δύσκολη καθημερινότητά τους. Αντί των συσσιτίων και της στέγασης σε καταυλισμούς, οι πρόσφυγες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα ζουν σε ενοικιαζόμενα διαμερίσματα και ενσωματώνονται, χάρη στη χρηματοδοτική στήριξη που τους παρέχεται, στην καθημερινότητα της τοπικής κοινωνίας, καθώς μπορούν να προμηθεύονται τρόφιμα, φάρμακα και να χρησιμοποιούν τα μέσα συγκοινωνίας.

Με το πρόγραμμα αυτό, αποδείξαμε στην πράξη ότι αναγνωρίζουμε πως η ένταξη των προσφύγων είναι μια διαδικασία αμφίδρομη, απαιτεί προσπάθειες, τόσο από την πλευρά των προσφύγων, όσο και από την πλευρά των κοινωνιών υποδοχής. Είναι όμως αμφίδρομα και τα θετικά αποτελέσματα, καθώς οι πρόσφυγες αποκτούν μια πιο ανθρώπινη σχέση με την κοινωνία, ζουν υπό κανονικούς όρους, αλλά και η τοπική κοινωνία και οικονομία ενισχύεται, καθώς η χρηματοδοτική στήριξη για την κάλυψη των αναγκών των προσφύγων διοχετεύεται σε τοπικούς παρόχους υπηρεσιών. Ένταξη και κοινωνική συνοχή, ευημερία, αποτελούν, επομένως, τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Είμαι ιδιαίτερα ικανοποιημένος με το γεγονός ότι το πρόγραμμα ESTIA εφαρμόζεται ήδη με επιτυχία σε 13 δήμους ανά την Ελλάδα.

Οι προσπάθειές μας, όμως, σε καμία περίπτωση δεν σταματούν εδώ. Εξακολουθούμε να στηρίζουμε τις Ελληνικές αρχές για να βελτιώσουμε την κατάσταση των μεταναστών, με απόλυτη προτεραιότητα στις ευπαθείς ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών-μεταναστών και των ασυνόδευτων ανηλίκων.

Συντονίζουμε τη καταπολέμηση των κυκλωμάτων των  διακινητών και καταστρέφοντας το επιχειρησιακό τους μοντέλο.

Η  Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας έχει συμβάλει ουσιαστικά και αποτελεσματικά σε αυτό. Ελέχθη πρωτύτερα και σας επιβεβαιώνω κι εγώ, ότι οι ροές έχουν πέσει κάτω από το 95%-97% και πρέπει να συνεχίσουμε να εφαρμόζουμε αυτή τη συμφωνία. Η πλήρης εφαρμογή της και η συνεχιζόμενη εφαρμογή της θα συμβάλλει ακόμη περισσότερο: πρέπει όλοι να συμβάλλουμε ώστε οι ελληνικές αρχές να μπορέσουν να εντατικοποιήσουν την εφαρμογή της Δήλωσης επιταχύνοντας όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες.

Ταυτόχρονα έχουμε διανοίξει ασφαλείς και νόμιμες οδούς. Ανακοινώσαμε και χρηματοδοτούμε 50.000 επανεγκαταστάσεις έως το 2019 –και έχουμε ήδη 39.000 δεσμεύσεις από τα Κράτη-Μέλη.

Επιτρέψτε μου να συμπληρώσω και κάτι ακόμη: Όσο το τόξο της κρίσης που περιβάλει την Ευρώπη παραμένει ασταθές, τόσο περισσότεροι άνθρωποι που χρήζουν προστασίας θα αναζητήσουν καταφύγιο στην Ευρώπη, στις χώρες μας. Δεν πρόκειται όμως μόνο για μια προσφυγική κρίση. Η μετανάστευση και η κινητικότητα ήρθαν για να μείνουν.

Όπως έχω πει, ο αιώνας μας θα χαρακτηριστεί από τον ιστορικό του μέλλοντος ως ο αιώνας της ανθρώπινης κινητικότητας. Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους. 75 εκατομμύρια πρόσφυγες και περίπου 250 εκατομμύρια μετανάστες αναζητούν νόμιμους δρόμους για να βρουν έναν ασφαλή προορισμό σε άλλες χώρες. Έτσι, αυτό το φαινόμενο έχει πάρει παγκόσμιες διαστάσεις. Δεν είναι περιφερειακό, δεν είναι ευρωπαϊκό και σας θυμίζω ότι πριν από έναν χρόνο περίπου είχα εισηγηθεί στον απελθόντα Γ.Γ. του ΟΗΕ να συγκαλέσει μια έκτακτη Γενική Συνέλευση. Κάτι που έγινε στα Ηνωμένα Έθνη, όπου οι ηγεσίες όλων των χωρών μοιράστηκαν σκέψεις πάνω στο μεγάλο αυτό ζήτημα και πώς θα το αντιμετωπίσει ο κόσμος ολόκληρος. Τα αίτια τα γνωρίζουμε και, όπως είπα νωρίτερα, θα συνεχίσουν να υπάρχουν.

Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κοντά στο επίκεντρο αυτών των εξελίξεων. Η ευρύτερη γειτονιά της είναι ασταθής, η κατάσταση είναι ρευστή και ακόμα δεν ξέρουμε πού θα οδηγηθούν τα πράγματα με τα όσα συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή, αλλά και στη Βόρειο Αφρική. Η Ευρώπη έχει πάρει πρωτοβουλίες και, πέραν της ανθρωπιστικής διάστασης, την οποία μοιραζόμαστε ως αρμοδιότητα με τον συνάδελφό μου κ. Στυλιανίδη, έχω και την ευθύνη για την Εσωτερική Ασφάλεια της Ευρώπης και έτσι, παράλληλα με τη διαχείριση του Μεταναστευτικού, έχουμε ανοίξει διαύλους συνεργασίας με όλες αυτές τις χώρες. Η κατάσταση είναι δραματική στη Λιβύη, όπου η χώρα δυστυχώς δεν έχει καταφέρει να βρει την ενότητα και τη συνοχή της. Δεν έχουμε αξιόπιστους και ισχυρούς συνομιλητές. Είναι διάδρομος ανοιχτός και παράδεισος για τους διακινητές, οι οποίοι εκμεταλλεύονται αδίστακτα τους απελπισμένους αυτούς ανθρώπους.

Αλλά και στη Μέση Ανατολή, τα πράγματα, δυστυχώς, δεν είναι καλύτερα. Γνωρίζετε τι γίνεται στην περιοχή και πώς πρέπει όλοι μαζί, συντονισμένα, η Ευρώπη και ο κόσμος ολόκληρος, να αντιμετωπίσουμε αυτό το φαινόμενο.

Τα πράγματα θα είναι δύσκολα και στο μέλλον. Πρέπει εμείς να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι και, βεβαίως, πάντοτε να προτάσσουμε την ανθρωπιστική μας αποστολή, σε αρμονία και με τις διεθνείς συμβάσεις που δείχνουν τον δρόμο.

Γι’ αυτό και στην Ευρώπη εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να υιοθετήσουμε μια σταθερή, σύγχρονη και βιώσιμη πολιτική για τη μετανάστευση και ιδιαίτερα τη νόμιμη οικονομική μετανάστευση που θα έχουν τόσο ανάγκη οι κοινωνίες μας στο μέλλον. Είμαστε σε διάλογο με τα κράτη μέλη και για την έναρξη των πρώτων πιλοτικών προγραμμάτων για νόμιμους οικονομικούς μετανάστες με σημαντικές τρίτες χώρες εταίρους μας.

Θα πρέπει, επίσης, να επιτευχθεί σύντομα πολιτική συμφωνία σε ό,τι αφορά τη πρότασή μου για την οδηγία για τη «μπλε κάρτα»– η νόμιμη άδεια για οικονομικούς μετανάστες υψηλής εξειδίκευσης με ισχύ σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Κεντρική θέση αυτής πολιτικής που έχουμε χαράξει έχει φυσικά η μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου. Θα είμαι πολύ σαφής. Το Δουβλίνο, όπως το ξέραμε, «πέθανε» στην πράξη. Χρειάζεται ένα νέο Δουβλίνο, πιο δίκαιο και πιο ισορροπημένο και το κυριότερο, που δεν θα φορτώνει τα κράτη πρώτης υποδοχής με τις μεγαλύτερες και βαρύτερες ευθύνες για τη διαχείριση αυτού του ζητήματος.

Θέλω να πιστεύω ότι θα κυριαρχήσει η καλή πίστη στη συνεννόηση ανάμεσα στα κράτη μέλη, ώστε σύντομα, μέσα στον χρόνο που έρχεται, η Ευρώπη να έχει αποκτήσει ένα σταθερό και βιώσιμο σύστημα ασύλου. Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα σταθερό -και προβλέψιμο- νομοθετικό πλαίσιο που θα επιτυγχάνει τη σωστή ισορροπία μεταξύ της αλληλεγγύης και της ευθύνης, της αποτελεσματικότητας και της δικαιοσύνης. Η μεταρρύθμιση αυτή δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο. Επομένως, οφείλουμε να εντείνουμε τις προσπάθειές μας τους επόμενους έξι μήνες, ώστε να επιτύχουμε συγκεκριμένα αποτελέσματα, το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018.

Όπως έχω τονίσει, όλοι εργαζόμαστε και πρέπει να συνεργαζόμαστε για τον ίδιο σκοπό. Να ξεφύγουμε από την αντιμετώπιση μιας διαρκούς κρίσης και να αντιμετωπίσουμε το μεταναστευτικό με μεγαλύτερη επιτυχία σε ολόκληρη τη χώρα, σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και ειδικότερα  στα νησιά του Αιγαίου, γιατί εκεί η πίεση ήταν και είναι ασφυκτική, παρά τα όσα έχουν γίνει ενδιάμεσα. Μόλις πριν λίγες ημέρες, προτείναμε στους αρχηγούς των κρατών και των κυβερνήσεων, ενόψει της Συνόδου Κορυφής, έναν λεπτομερή χάρτη πορείας για τη μετανάστευση που περιλαμβάνει τις βασικές δράσεις σε όλους τους τομείς με στόχο μια ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική. Θα έχετε παρατηρήσει ότι σε όλες τις συναντήσεις αυτού του επιπέδου, το πρώτο ζήτημα είναι το μεταναστευτικό. Το ίδιο έγινε και στο Αμπιτζάν.

Και στο πλαίσιο αυτό, θα επανέλθω στις πολιτικές για την επιτυχή ένταξη των μεταναστών που ζουν ανάμεσά μας ως πρόσφυγες ή ως νόμιμοι οικονομικοί μετανάστες. Οι πολιτικές ένταξης ολοκληρώνουν την ολιστική στρατηγική που έχουμε χαράξει.

Συστατικό στοιχείο της στρατηγικής αυτής, είναι οι δράσεις και των περιφερειακών και δημοτικών αρχών για την προώθηση της ενσωμάτωσης σε τοπικό, αλλά και σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Γνωρίζω και προσωπικά τη σημασία του έργου που επιτελεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση και στέκομαι με σεβασμό στην αποστολή και το έργο της, γιατί το ασκεί κάτω από ιδιαίτερα δύσκολες και πιεστικές συνθήκες. Ιδίως σήμερα, κάτω από τις γνωστές, σε όλους μας, δυσχερείς δημοσιονομικές και οικονομικές συνθήκες.

Θα πρέπει, επίσης, να επιτευχθεί σύντομα πολιτική συμφωνία σε ό,τι αφορά τη πρότασή μου για την οδηγία για τη «μπλε κάρτα»– η νόμιμη άδεια για οικονομικούς μετανάστες υψηλής εξειδίκευσης με ισχύ σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Θυμάμαι πάντοτε ότι είχα αποκτήσει κι εγώ μια εμπειρία στο ξεκίνημα της αποστολής που μου είχαν αναθέσει οι Αθηναίοι ως δημάρχου τους, όταν είχαμε τα πρώτα κύματα παράτυπων μεταναστών από τη γειτονική Αλβανία. Η εμπειρία αυτή σημάδεψε και τη μετέπειτα πορεία μου, αλλά και τις σκέψεις που υποβάλλω στην Ε.Ε. κάθε φορά που καλούμεθα να διαχειριστούμε αυτό το ζήτημα.

Στην προσπάθεια αυτή να αντιμετωπίσουμε το παγκόσμιο φαινόμενο της μετανάστευσης μόνο η συνεργασία όλων μας: ευρωπαϊκών, εθνικών και των τοπικών αρχών, του ιδιωτικού τομέα, των ΜΚΟ, βεβαίως και των διεθνών οργανισμών, όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, αλλά και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης θα μπορέσει να επιφέρει συγκεκριμένα αποτελέσματα, στα οποία όλοι προσβλέπουμε και που θα είναι θετικά για όλους.

Θα ήθελα να σας συγχαρώ για την πρωτοβουλία αυτής της εκδήλωσης που γίνεται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Αυτό το φαινόμενο έχει πάρει παγκόσμιες διαστάσεις.

Δεν πρέπει να χάσουμε τη μεγάλη εικόνα από μπροστά μας, να το δούμε μέσα από μια θετική οπτική και να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα για τη διαχείριση, με τις όποιες θετικές επιπτώσεις αυτό μπορεί να έχει για τις τοπικές, περιφερειακές και εθνικές κοινωνίες, αλλά και για την ευρωπαϊκή οικονομία και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Μέσα σε αυτό το πνεύμα συναντώνται οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και των κρατών μελών, ώστε η Ευρώπη να είναι από τις πρώτες περιοχές του κόσμου που, χαράσσοντας μια ολιστική πολιτική, θα δώσει μηνύματα σε ολόκληρη την ανθρωπότητα για το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί ένα πολύ μεγάλο ζήτημα, το οποίο ήρθε για να μείνει για πάρα πολλά χρόνια. Σήμερα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι, με περισσότερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά.

Τέλος, για μια ακόμα φορά θα ήθελα να εξάρω και να εκφράσω δημόσια τον έπαινο και την ευγνωμοσύνη της Ε.Ε. προς τις τοπικές κοινωνίες, προς τους κατοίκους των περιοχών της χώρας και ιδιαίτερα των ελληνικών νησιών, γιατί έστειλαν ένα μήνυμα ευαισθησίας, ανθρωπιάς και πολιτισμού, που έχει να κάνει και με τις βασικές αρχές, πάνω στις οποίες έχει χτιστεί το ελληνικό πολιτισμικό και ανθρωπιστικό οικοδόμημα.

Καλή επιτυχία στις εργασίες σας.