Δημήτρης Κουτσούμπας: Το Κόμμα, ο Μπελογιάννης και το όπλο του

Του Νίκου Γαλάτη

Ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ο γραμματέας του ΚΚΕ, κέρδισε μια θέση στην επικαιρότητα με μια εντυπωσιακή κίνηση. Όταν παραβρέθηκε στα εγκαίνια του Μουσείου Μπελογιάννη στην Αμαλιάδα κατέθεσε μαζί με τα γάντια του και το όπλο του Μπελογιάννη, ένα Walther του 1938.

Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας που εγκαινίασε την έκθεση πλησίασε γεμάτος περιέργεια, ρωτώντας που το βρήκε. “Το πήραν κατά την Κατοχή από κάποιον Γερμανό και το είχε στον Δημοκρατικό Στρατό ως πολιτικός επίτροπος” του είπε ο κ. Κουτσούμπας. Είναι ολόκληρη ιστορία. Το κρύβανε οι αγωνιστές και γι’ αυτό δεν πρέπει ποτέ να χαθεί. Το έκρυβαν πολλοί άνθρωποι. Και δεν έκρυβαν μόνο όπλα, έκρυβαν χαρτιά, προσωπικά στοιχεία. Με κινδύνους τεράστιους για τη ζωή τους, πόσω μάλλον αν μιλάμε για όπλα, εκτελούνταν», είπε ο κ. Κουτσούμπας.

Φυσικά η έκφραση “δεν πρέπει ποτέ να χαθεί” απευθύνονταν στον Αλέξη Τσίπρα και τους “ριψάσπιδες”, στους οποίους αναφέρθηκε λίγο πριν στην ομιλία του ο γραμματέας, αλλά μάλλον έδειχνε και ελάχιστη εμπιστοσύνη στους οργανωτές της έκθεσης, αφού λίγο μετά, άφησε να το φωτογραφήσουν και το πήρε …πίσω!

Το γεγονός προκάλεσε την οργή του γιου του Νίκου Μπελογιάννη, που το κατήγγειλε μέσω facebook. “Για αυτό δεν πήγα στα εγκαίνια, διότι ξέρω καλά ότι η καπηλεία είναι αυτοσκοπός για αυτούς. Εγώ το αντιμετωπίζω το ΚΚΕ σαν εκκλησία, που έχε θεό το Στάλιν, έχει ποίμνιο και προπαντός έχει αγίους, οι οποίοι ανήκουν στην Εκκλησία. Τους μεταχειρίζεται όπως η ορθόδοξη ή η καθολική Εκκλησία ή το Ισλάμ τους μάρτυρες του. Αυτοί συνεχίζουν αυτό που άρχισε ο Ζαχαριάδης. Τον πατέρα μου φυσικά τον έφαγε, διότι ένα κόμμα σαν και αυτό μισεί τους διανοούμενους. Είναι γνωστό και ο Στάλιν που έστελνε τους διανοούμενους».

Ο γιος του Μπελογιάννη επανέλαβε μια παλιότερη δήλωση της μητέρας του της Έλλης Παππά ότι “επειδή το κόμμα δεν κάνει ποτέ λάθη, βασική αρχή- να βρει ένα χαφιέ για να φορτωθεί την όλη ιστορία και έτσι βάφτισε τον Πλουμπίδη χαφιέ και να βρει και έναν ήρωα για να έχει το ποίμνιο κάποιον στη φάση της γενικής απελπισίας. Συν ότι είχε και τη γενική αρχή που έχει κάθε δικτατορίσκος ότι κάθε κεφάλι που προεξέχει, το κόβουμε».

“Η παραχώρηση του όπλου στα εγκαίνια της έκθεσης «ήταν εκ του πονηρού, διότι το ΚΚΕ ήθελε να αναδείξει τον πολέμαρχο. Ενώ εμείς μιλάγαμε για το διανοούμενο που προέβλεψε και τα μνημόνια, το ΚΚΕ ήθελε να αναδείξει το στρατηλάτη, διότι η νέα του γραμμή από πέρυσι είναι ότι ο εμφύλιος ήταν αναγκαίος -αν είναι δυνατόν να υπάρχει αναγκαίος εμφύλιος- και ότι αποτέλεσε την κορύφωση της πάλης των τάξεων στην Ελλάδα” και ισχυρίστηκε ότι “πήραν πίσω το όπλο γιατί ζουν με την καπηλεία».

Από το ΚΚΕ ωστόσο τόνιζαν ότι δεν ήταν δυνατόν να παραμείνει στην έκθεση το όπλο για λόγους ασφαλείας, καθώς στην Αμαλιάδα δεν υπάρχει η δυνατότητα να αναλάβει κανείς την ευθύνη φύλαξης ενός κειμηλίου. Κι όσο για τον Δημήτρη Κουτσούμπα μιλώντας στην πλατεία που φέρει το όνομα του αγωνιστή, επανέλαβε πολλές φορές ότι το Κόμμα “είχε πολλούς Μπελογιάννηδες”. 

«Το ΚΚΕ διδάσκεται από την ιστορία του Νίκου. Μπελογιάννη, των Μπελογιάννηδων, των χιλιάδων ηρώων. Το ΚΚΕ βλέπει με μεγαλύτερη απαιτητικότητα την ευθύνη του στις σημερινές συνθήκες υποχώρησης του εργατικού λαϊκού κινήματος, παγκόσμια, για την ταξική πολιτική αφύπνιση των εργατικών λαϊκών δυνάμεων, για να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους».

“Σε περιόδους ήττας, δυσκολιών, πολύτιμες υπηρεσίες στον αντίπαλο προσέφεραν τότε και προσφέρουν πάντα, οι ριψάσπιδες του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος. Όσοι έριξαν το ανάθεμα στη σοσιαλιστική οικοδόμηση του 20ού αιώνα απαρνήθηκαν τη σοσιαλιστική προοπτική, συνθηκολογούν με τον καπιταλισμό και σπέρνουν την ηττοπάθεια και τη μοιρολατρία στον λαό, στο όνομα του ρεαλισμού, της υποταγής και του αρνητικού συσχετισμού, δικαιολογώντας με αυτόν τον τρόπο τη διάψευση των υποσχέσεων, τον ευτελισμό των προσδοκιών».

Φυσικά όλα αυτά αφορούσαν μάλλον τον πρωθυπουργό που έσπευσε να δηλώσει πως ο Μπελογιάννης ανήκει σε όλους -κι όχι στο κόμμα, αλλά μένει ένα ερώτημα. Σε ποιον ανήκει το όπλο του Μπελογιάννη;  H απάντηση του γραμματέα του κόμματος ήταν σαφής. Μόνο το Κόμμα, ούτε ο γιος του, ούτε το Μουσείο, μπορεί να το διαφυλάξει με ασφάλεια.