Διεθνή προβλήματα κράτους δικαίου, οι αξιώσεις των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου και ο νομικός πολιτισμός

Του Στέφανου Φουρτουνίδη

Εν όψει της δίκης στο Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο

———————–

Α.      Εισαγωγή

Τα προβλήματα και οι σύγχρονες προκλήσεις για το κράτος δικαίου δεν περιορίζονται μόνο στην έννομη τάξη ενός κράτους αλλά μπορεί να εκτείνονται και να μεταφέρονται παράλληλα σε άλλες έννομες τάξεις.

Μια τέτοια περίπτωση είναι και αυτή που καλείται να αντιμετωπίσει προσεχώς το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο. Το Δικαστήριο θα πρέπει να κρίνει για την συνταγματικότητα ενός νόμου που εκδόθηκε στην Ιταλία τον Απρίλιο του 2022 και αφορά στην απαγόρευση της αναγκαστικής εκτέλεσης στην Ιταλική επικράτεια όχι μόνο δικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από τα Ιταλικά δικαστήρια κατά της Γερμανίας αλλά και της αμετάκλητης απόφασης του Πρωτοδικείου Λειβαδιάς για τα θύματα της σφαγής του Διστόμου.

Η πρόκληση για το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο είναι μεγάλη.

Β.      Κράτος δικαίου και αποτελεσματική δικαστική προστασία.

Βασικός πυλώνας του κράτους δικαίου είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, μεταξύ των οποίων η προστασία της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία και σε δίκαιη δίκη.

Το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία προστατεύεται σε όλες τις συνταγματικές τάξεις των ευρωπαϊκών κρατών, ενώ κατοχυρώνεται και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ).

Το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία κατοχυρώνει και το δικαίωμα σε αναγκαστική εκτέλεση μιας τελεσίδικης απόφασης που έχει εκδοθεί από ένα δικαστήριο.

Γ.      Από την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου (2012) έως την απόφαση του Ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου (2014)

Με την αποφασιστική συμβολή του αείμνηστου Γιάννη Σταμούλη, οι συγγενείς των θυμάτων του ολοκαυτώματος του Διστόμου πέτυχαν την αμετάκλητη δικαίωση τους από τα Ελληνικά Δικαστήρια κατά της Γερμανίας (ως διαδόχου του Τρίτου Ράϊχ). Η αγωγή ασκήθηκε από την τότε Νομαρχία Βοιωτίας που εκπροσώπησε όλα τα θύματα. Διάδοχος της Νομαρχίας Βοιωτίας είναι πλέον η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος.

Λόγω της άρνησης του (Ελληνικού) Υπουργείου Δικαιοσύνης να χορηγήσει την ειδική άδεια που απαιτείται κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για να επιτραπεί η αναγκαστική εκτέλεση κατά του Γερμανικού Δημοσίου στην Ελλάδα, οι δικαιωθέντες από την απόφαση του Πρωτοδικείου Λειβαδιάς προσέφυγαν στην Ιταλία, ώστε να εκτελεστεί η αμετάκλητη δικαστική απόφαση που τους δικαιώνει στην ιταλική επικράτεια. Η απόφαση του Πρωτοδικείου Λειβαδιάς έχει αναγνωριστεί ως εκτελεστή στην Ιταλία. Εκεί πράγματι κατέστη δυνατή η επιβολή κατάσχεσης εις χείρας τρίτου και συγκεκριμένα κατασχέθηκαν οι χρηματικές απαιτήσεις που έχει η Deutsche Bahn AG (Γερμανικός Σιδηρόδρομος), ως εταιρεία ανήκουσα στο Γερμανικό Δημόσιο, κατά των Ιταλικών Σιδηροδρόμων (Treniatalia και Rete Ferroviaria).

Εν τω μεταξύ, μετά από την προσφυγή της Γερμανίας κατά της Ιταλίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, εκδόθηκε το 2012 η απόφαση του τελευταίου, με την οποία κρίθηκε (κατά πλειοψηφία) ότι η κρατική ετεροδικία είναι εθιμικός κανόνας του διεθνούς δικαίου και ότι η Ιταλία παραβίασε την διεθνή δικαιοδοτική ασυλία της Γερμανίας επιτρέποντας: α) την εκδίκαση αγωγών ιδιωτών (θυμάτων των εγκλημάτων του Τρίτου Ράιχ) κατά της Γερμανίας ενώπιον των ιταλικών δικαστηρίων και β) την αναγκαστική εκτέλεση των αποφάσεων αυτών κατά περιουσιακών στοιχείων του Γερμανικού Δημοσίου στην ιταλική επικράτεια.

Μετά από την απόφαση αυτή, πολλοί θεώρησαν ότι η υπόθεση των αξιώσεων των θυμάτων της Γερμανικής κατοχής κατά του Γερμανικού Δημοσίου έχει τελειώσει.

Προκειμένου να συμμορφωθεί προς την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου η Ιταλία εξέδωσε νόμο, με τον οποίο ουσιαστικά δεν αναγνώριζε τις δικαστικές αποφάσεις που είχαν εκδοθεί κατά της Γερμανίας. Όμως, μετά από την έκδοση του Νόμου αυτού, η υπόθεση έφτασε το 2014 στο Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο. Το τελευταίο, στην ιστορική απόφασή του (238/2014), έκρινε ότι η υποχρέωση της Ιταλίας να συμμορφωθεί προς το διεθνές δίκαιο και την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης βρίσκει τα όρια της στην βασική αρχή της δικαστικής προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο Ιταλικό Σύνταγμα. Το Ιταλικό Συνταγματικό έκρινε ειδικότερα, ότι στο βαθμό που η αρχή της δικαιοδοτικής ασυλίας που προβλέπει το διεθνές δίκαιο εξαιρεί από την δικαιοδοσία των ιταλικών δικαστηρίων ακόμη και κυριαρχικές πράξεις ενός αλλοδαπού κράτους (acta jure imperii) που διενεργούνται στην Ιταλία ή στρέφονται κατά Ιταλών και παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, η αρχή αυτή έρχεται σε σύγκρουση με το Ιταλικό Σύνταγμα και δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην ιταλική έννομη τάξη. Λόγοι ιστορικής δικαιοσύνης επιβάλουν να μνημονευτεί η συμβολή του δικηγόρου Dr. Joachim Lau ως εκπροσώπου των θυμάτων στην έκδοση της απόφασης αυτής αλλά και των έγκριτων δικαστών που μετείχαν στην σύνθεση του Δικαστηρίου, μεταξύ των οποίων και ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Ιταλίας, Sergio Mattarella.

Δ.      Οι εξελίξεις μέχρι τη νέα προσφυγή της Γερμανίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (Απρίλιος 2022)

Η απόφαση του Ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στη Γερμανία και επανέφερε ξανά στο προσκήνιο το θέμα της αναγκαστικής εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων κατά της Γερμανίας στην Ιταλία.

Ακολούθησε μια νέα σειρά διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης κατά περιουσιακών στοιχείων της Γερμανίας στην Ιταλία (Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Γερμανική Σχολή κ.α.), οι οποίες οδηγήθηκαν εκ νέου στα Ιταλικά δικαστήρια μετά από ανακοπές που άσκησε η Γερμανία.

Σε πρώτο βαθμό κρίθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο της Ρώμης (Ιούλιος 2021) ότι εφόσον μια δικαστική απόφαση έχει αναγνωρίσει τελεσίδικα ότι ένα αλλοδαπό κράτος είναι υπαίτιο για σοβαρές παραβιάσεις των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τότε τίποτε δεν μπορεί να εμποδίσει την αναγκαστική εκτέλεση της δικαστικής απόφασης αυτής και μάλιστα ανεξάρτητα από το αν τα περιουσιακά στοιχεία, κατά των οποίων επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση, εμπίπτουν στην ιδιωτική περιουσία του αλλοδαπού κράτους ή αν αυτά εξυπηρετούν δημόσιο σκοπό.  

Στην συνέχεια, μετά από έφεση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρώμης απεφάνθη (Νοέμβριος 2021) ότι: α) η Γερμανία δεν απέδειξε ότι τα κατασχεθέντα ακίνητα εξυπηρετούν δημόσιο σκοπό και β) εφόσον η Γερμανία αποδείκνυε κάτι τέτοιο, τότε η αναγκαστική εκτέλεση δεν θα ήταν νόμιμη.

Εν όψει της εξέλιξης αυτής, η Γερμανία προσέφυγε και πάλι στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στις 29 Απριλίου 2022 ζητώντας να διαπιστωθεί ότι η Ιταλία εξακολουθεί να παραβιάζει το κυριαρχικό δικαίωμα της Γερμανίας σε ετεροδικία (δικαιοδοτική ασυλία και ασυλία εκτέλεσης) επιτρέποντας την αναγκαστική εκτέλεση κατά των περιουσιακών στοιχείων του Γερμανικού Δημοσίου στην ιταλική επικράτεια. Στην προσφυγή μάλιστα της Γερμανίας ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου περιελήφθη και αίτημα για την λήψη προσωρινών (ασφαλιστικών) μέτρων κατά της Ιταλίας.

Ε.      Η έκδοση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου 36/2022 από την Ιταλία και η εκ νέου παραπομπή του θέματος στο Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο.

Την αμέσως επόμενη μέρα μετά από την κατάθεση της προσφυγής της Γερμανίας στο Διεθνές Δικαστήριο, εκδόθηκε η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (decreto legge) της 30ης Απριλίου 2022. Με την πράξη αυτή, η οποία επικυρώθηκε από την Ιταλική Άνω Βουλή με Νόμο στις 29.6.2022, προβλέπεται στο άρθρο 43 η σύσταση ενός Ταμείου (Fondo), το οποίο θα καταβάλλει αποζημιώσεις σε θύματα εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από το Τρίτο Ράιχ από το 1939 έως το 1945 στην Ιταλία ή σε βάρος Ιταλών πολιτών και υπό την προϋπόθεση ότι οι αξιώσεις τους έχουν αναγνωριστεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση που έχει εκδοθεί πριν από την έκδοση της Πράξης. Με την νομοθετική αυτή Πράξη, όπως αυτή διαμορφώθηκε κατά την επικύρωσή της με νόμο, εξαιρούνται ρητώς από το Ταμείο αυτό και την λήψη αποζημίωσης θύματα που δεν είναι Ιταλοί υπήκοοι, καθώς και δικαστικές αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων που υποχρεώνουν την Γερμανία σε αποζημίωση για εγκλήματα που τελέστηκαν από το 1939 έως το 1945. Επίσης, η ίδια Πράξη προβλέπει ότι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της Γερμανίας με βάση εκδοθείσες δικαστικές αποφάσεις δεν επιτρέπεται να ξεκινήσουν, ενώ και αυτές που έχουν ξεκινήσει και εκκρεμούν δεν επιτρέπεται να συνεχιστούν και ότι ο μόνος τρόπος είναι να επιβληθούν μέσω του Fund. Σημειωτέον ότι αναφορικά με την συγκρότηση και τους πόρους του Ταμείου αυτού δεν υπάρχει ακόμη σαφής εικόνα και δεν είναι βέβαιο αν το Ταμείο θα είναι σε θέση να καταβάλλει το σύνολο των ποσών που έχουν επιδικαστεί με τις ήδη εκδοθείσες τελεσίδικες αποφάσεις στα θύματα.

Μετά από την έκδοση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η Γερμανία απέσυρε το αίτημά της ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου για λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά της Γερμανίας. Το Διεθνές Δικαστήριο έθεσε προθεσμία στα δυο κράτη να υποβάλλουν τους ισχυρισμούς τους έως τις 12 Ιουνίου 2023 για τη Γερμανία και έως τις 12 Ιουνίου 2024 για την Ιταλία.

Η έκδοση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου, όπως αυτή επικυρώθηκε με νόμο, έδωσε έναυσμα για έντονη συζήτηση σχετικά με την συνταγματικότητα του νόμου και προκάλεσε αναστάτωση στις εκκρεμείς διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης. Το Πρωτοδικείο της Ρώμης, με απόφασή του που ελήφθη στις 21 Νοεμβρίου 2022 παρέπεμψε το ζήτημα της συνταγματικότητας του άρθρου 43 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου στο Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο.

Έτσι το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο θα κληθεί και πάλι να αποφασίσει, μεταξύ άλλων και για το ζήτημα της συμβατότητας με το Ιταλικό Σύνταγμα της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου 36/2022, όπως αυτή επικυρώθηκε με νόμο.

ΣΤ.    Οι προκλήσεις για το κράτος δικαίου ενώπιον του Ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Μια από τις πτυχές που θα απασχολήσουν το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο είναι το κατά πόσο είναι συμβατή με το Ιταλικό Σύνταγμα και το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία η απαγόρευση και διακοπή των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης που έχουν ήδη ξεκινήσει για την εκτέλεση της απόφασης του Πρωτοδικείου Λειβαδιάς, της οποίας η εκτελεστότητα έχει αναγνωριστεί αμετάκλητα στην Ιταλία.

Το κρίσιμο ζήτημα που γεννάται για τους συγγενείς των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου εστιάζεται στο γεγονός ότι με βάση της Πράξη 36/2022 αφενός δεν θα έχουν δικαίωμα να αποζημιωθούν μέσω του Ταμείου και αφετέρου δεν θα μπορούν να συνεχίσουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης που έχουν ήδη ξεκινήσει και επικυρωθεί δικαστικά.

Το Ιταλικό Δικαστήριο θα κληθεί να προβεί σε μια πολύ λεπτή και ισορροπημένη στάθμιση μεταξύ της υποχρέωσης του κράτους να εφαρμόζει το διεθνές δίκαιο και της συνταγματικής υποχρέωσής του να προστατεύει τα θεμελιώδη δικαιώματα. Στην σύγκρουση μεταξύ της υποχρέωσης συμμόρφωσης με το διεθνές δίκαιο (αφενός) και της προστασίας του δικαιοκρατικού δικαιώματος δικαστικής προστασίας (αφετέρου) δημιουργείται ένα ιδιαίτερα δυσχερές πεδίο έντασης. Θα «θυσιαστεί» το δικαίωμα των συγγενών των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου σε αποτελεσματική δικαστική προστασία (υπό την έκφανση της αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση των αξιώσεων τους που έχουν αναγνωριστεί με ισχύ δεδικασμένου) έναντι της υποχρέωσης του κράτους να διασφαλίσει τον σεβασμό στους κανόνες του διεθνούς δικαίου; Η περίπτωση των συγγενών των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου έχει μια σημαντική ιδιαιτερότητα: Σε αντίθεση με τα θύματα που είναι Ιταλοί, τα θύματα της σφαγής του Διστόμου δεν θα έχουν καν την δυνατότητα να λάβουν την όποια αποζημίωση από το Ταμείο που προβλέπεται από την Πράξη 36/2022. Θα αφεθούν οι συγγενείς των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου χωρίς οιαδήποτε αποζημίωση;

Στο ερώτημα αυτό που αφορά καίρια στον κοινό ευρωπαϊκό πολιτισμό θα κληθεί να απαντήσει το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο.

Η σχετική ανακοίνωση του Ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για την διεξαγωγή της δίκης έχει ήδη δημοσιευτεί στην Ιταλική Εφημερίδα της Κυβέρνησης και οι διάδικοι οφείλουν να προσκομίσουν τα νομιμοποιητικά έγγραφά τους μέχρι τις 21 Ιανουαρίου 2023.

Η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος, την οποία η ιστορική συγκυρία έφερε στη θέση να εκπροσωπεί τους συγγενείς των θυμάτων του μαρτυρικού Διστόμου είναι ανάγκη να εκπροσωπηθεί έγκαιρα, επάξια και αποτελεσματικά ενώπιον του Ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου και να προβεί εμπρόθεσμα στις απαιτούμενες ενέργειες, ώστε να ακουστεί η φωνή των θυμάτων.

Το κράτος δικαίου, στον πυρήνα του οποίου βρίσκονται τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, είναι κατάκτηση που απαιτεί τη συμμετοχή των πολιτών και εν προκειμένω των θυμάτων για την περιφρούρησή του.

Κατά την ευτυχή διατύπωση του Χριστόφορου Αργυρόπουλου το δίκαιο είναι καθοριστικό στοιχείο της πολιτισμικής ανάπτυξης μιας οργανωμένης κοινωνίας.

Η μέχρι σήμερα εμπειρία προμηνύει ότι το Ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο θα συμβάλλει στην εμπέδωση του δικαίου, ως μέτρου πολιτισμού όχι μόνο της ιταλικής αλλά και της ευρωπαϊκής κοινωνίας και δεν θα αφήσει τα θύματα χωρίς δικαστική προστασία.

Αυτό επιτάσσει ο κοινός ευρωπαϊκός πολιτισμός αλλά και το ανθρωπιστικό διεθνές δίκαιο.

  • Δικηγόρος

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αυγή»