Εν όψει της ομιλίας Ζελένσκι στη Βουλή: Ποιοι νομίζουν ότι είναι αυτοί που κυβερνούν την Ουκρανία;

Του Γ. Λακόπουλου

Ο -αμφιλεγόμενος- πρώην ηθοποιός που εξελέγη πρόεδρος της Ουκρανίας – και επί των ημερών του η  χώρα του οδηγείται σε καταστροφή που δεν μπόρεσε να αποτρέψει- έχει τη συμπάθεια ολοκλήρου του Δυτικού κόσμου. Ως εκπρόσωπος του ουκρανικού λαού.

Έχει την καθολική υποστήριξη, όχι γιατί η διεθνής κοινότητα είχε σε υπόληψη την πολιτική τάξη της Ουκρανίας. Αλλά γιατί δέχθηκε επίθεση από μια μεγαλύτερη δύναμη που παραβίασε τα σύνορά της κουρελιάζοντας το διεθνές δίκαιο και σακατεύει τον πληθυσμό της. 

Τον υποστηρίζουν οι δυνάμεις της Δύσης -ως αμυνόμενο για να υπερασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα της χώρας του- και καταδικάζουν τον εισβολέα παίρνοντας μέτρα εναντίον του -άσχετα από τις επιμέρους σκοπιμότητες τους.  

Από εκεί και πέρα αν ο στόχος των Αμερικανών -που δεν είναι αμέτοχοι του δράματος της Ουκρανίας με την επιμονή να εγκαταστήσουν τα εδάφη της όπλα του ΝΑΤΟ- με την επιδίωξη περισσότερης έντασης ανάμεσα στην Ευρώπη και τον Πούτιν είναι η ειρήνη ή η καταστροφή της Ρωσίας μένει να φανεί.  

Εν πάση περιπτώσει αυτά θα τα βρουν οι ιστορικοί. Προς το παρόν αυτό που έχει σημασία είναι να στηριχτεί ο Ουκρανικός Λαός που δοκιμάζεται και  να αποκρουστεί η ρωσική εισβολή ώστε τα υπόλοιπα να κριθούν σε τραπέζια των διαπραγματεύσεων, χωρίς βία και αίμα.

Σ’ αυτό το πλαίσιο η Δύση δίνει βήμα στον Ζελένσκι. Καθώς δεν είναι η ώρα να εξετάσει το ποιόν του, τον δέχεται -από κοινοβούλια ως και σε μουσικούς διαγωνισμούς- για να προβάλει την ανάγκη στήριξης της χώρας του.

Μόνο που από ένα σημείο και πέρα έχει χάσει το μέτρο και προκαλεί.

Πότε απειλεί τους …υποστηρικτές του γιατί δεν φέρνουν τα πράγματα πιο κοντά σε πυρηνικό πόλεμο.  Η να τους προσβάλει οτι < φοβούνται τον Πούτιν>

Πότε βρίζει τη Μέρκελ, γιατί δεν του έκανε τα χατίρια, αλλά κινήθηκε με βάση το συμφέρον της Γερμανίας και της Ευρώπης.  

Πότε απαιτεί από το Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ είτε να διώξει τη Ρωσία από τους κόλπους του, είτε να… διαλυθεί.

Καθώς μένει χωρίς κριτική ακόμη και στις υπερβολές του, το πήγε ακόμη παραπέρα. Έβαλε τον πρέσβη του τη Βουδαπέστη να… εκφράσει τη λύπη του για τον τρόπο που ψήφισαν οι Ούγγροι.

Αυτό είναι  θράσος.  Έχει κάθε λόγο να ζητάει υποστήριξη για τη χώρα του και να κατηγορεί τον εισβολέα, όπως νομίζει. Αλλά δεν του πέφτει λόγος τι θα ψηφίζουν οι λαοί της Ευρώπης στις χώρες τους και σε ποιους θα αναθέτουν να τους κυβερνήσουν. 

 Έπρεπε ήδη να τον έχουν ανακαλέσει στην τάξη οι κοινοτικοί αρμόδιοι.  Άλλωστε με όρους Δημοκρατίας και Δικαίου ο Όρμπαν δεν  είναι χειρότερος από το ίδιο. Αλίμονο αν τον βάλουμε τροχονόμο της λαϊκής κυριαρχίας στην Ευρώπη.

Επιπλέον είναι και ανόητο εκ μέρους του γιατί αν πράγματι θέλει να μπει στη κοινοτική Ευρώπη κάποια στιγμή, θα χρειαστεί και την ψήφο της Ουγγαρίας, στα  εσωτερικά της οποίας επεμβαίνει ανοίκεια.  

Να είμαστε εξηγημένοι: Ο Ζελένσκι θα έχει την υποστήριξη της Ευρώπης και των κρατών-μελών  για όσο διάστημα είχε να αντιμετωπίσει εισβολή και κατοχή. Αλλά κάπου πρέπει να βάλει όριο σε όσα λέει. 

Αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα ενόψει της πρωθυπουργικής έμπνευσης εμφάνισής του στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Ήδη την υπονομεύει ο ίδιος με τους ύμνους του για την Τουρκία και τον Ερντογάν- που δεν τον έβαλε στη Βουλή του.

Κάποιος να του εξηγήσει ότι και οι φίλοι του εκείθεν του Αιγαίου είναι εισβολείς όσο και ο Πούτιν και κατέχουν παράνομα το έδαφος κοινοτικής χώρας. Νομίζει ότι αυτά μπορεί να τα παραβλέπει και να ομνύει  στους Τούρκους αδιαφορώντας για τα θύματά τους, τους Κυπρίους;

Στη χώρα του μπορεί να ετοιμάζεται να ανταμείψει του ναζί γιατί “πολεμούν για τη πατρίδα”. Αλλά στη δυτική Δημοκρατία υπάρχουν κανόνες και πρέπει να τους σέβεται όταν τον φιλοξενεί.

Οι ναζιστικές ομάδες θεωρούνται εγκληματικές  οργανώσεις και τα περί “πατριωτισμού” τους δεν περνάνε.

 Ότι η χώρα του είναι θύμα της ρωσική θηριωδίας δεν τον καθιστά ασύδοτο. Καλό θα ήταν να του το επισημάνουν οι αρμόδιοι πριν μιλήσει στην εθνική αντιπροσωπεία της Ελλαδας.  Που δεν ήταν και ευτυχής για τον τρόπο που αντιμετώπιζε ο ίδιος την ελληνική μειονότητα στη Μαριούπολη, πριν τον πόλεμο.