Εν όψει της 25ης Νοεμβρίου

Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου

   Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει αναμφίβολα να προσέλθει στη συνάντηση της 25ης Νοεμβρίου με τη μεγαλύτερη δυνατή στήριξη. Ισχυρά θωρακισμένος, για να αποφύγει εγκλωβισμό και παγίδες σε ατελέσφορες διαδικασίες.

Θα πρέπει ωστόσο να είναι αυτονόητο, ότι η συνάντηση αυτή και η στάση του Προέδρου της Δημοκρατίας, θα πρέπει να είναι  ενταγμένη σε ένα ευρύτερο πλαίσιο στρατηγικής. Μια στρατηγική που να λαμβάνει υπ’ όψιν ότι 45 χρόνια παρήλθαν με άκαρπες συνομιλίες και αδιέξοδες μεσολαβητικές προσπάθειες και προφανώς ότι είναι αδιανόητο να παραμένουμε μαρμαρωμένοι στο παρελθόν. Πολύ περισσότερο τώρα που έχουν διαμορφωθεί νέα γεωστρατηγικά, γεωπολιτικά και γεωοικονομικά δεδομένα στην περιοχή μας.

Το ζητούμενο ωστόσο είναι ότι, η περαιτέρω πορεία και η αναγκαία στρατηγική πρέπει να αποκτήσει περιεχόμενο. Πέραν των γενικών λεκτικών και διακηρυκτικών – ρητορικών διατυπώσεων, να πάρει τη μορφή συγκεκριμένων προτάσεων.

  1. Επί 45 χρόνια απουσιάζει μια ολοκληρωμένη πρόταση – περίγραμμα λύσης του Κυπριακού το οποίο να κατατεθεί ενώπιον της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας. Ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε υποσχεθεί προεκλογικά να προχωρήσει σε πρωτοβουλία για διαμόρφωση ενός τέτοιου περιγράμματος λύσης. Υπόσχεση ωστόσο την οποία αθέτησε.

Είναι ανάγκη, επιτέλους,  να υπάρξει συλλογική διαβούλευση σε κλίμα συναίνεσης για τη διαμόρφωση αυτού του περιγράμματος λύσης. Οι λεγόμενες «ομόφωνες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου του 1989» , επικαιροποιημένες, καθώς και το περιεχόμενο του «κοινού ανακοινωθέντος του Εθνικού Συμβουλίου» του Σεπτεμβρίου του 2009, μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν για τη σύνταξη μιας πρότασης πολιτικά αξιόπιστης και νομικά τεκμηριωμένης που θα απαντά και όσους κακόπιστα διεθνώς προβάλλουν τον φαιδρό ισχυρισμό ότι «οι Έλληνες Κύπριοι δεν επιθυμούν λύση» και ότι είναι δήθεν βολεμένοι με το status quo.

  • Με αποσύνδεση της εσωτερικής από τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού. Πολύ σωστά τόσο η προηγούμενη όσο και  η σημερινή Ελληνική Κυβέρνηση  κατέστησαν, σαφές ότι,  εκείνο που  αφορά την Ελλάδα  ως εγγυήτρια δύναμη, είναι το θέμα της αποχώρησης στρατευμάτων, η κατάργηση των αναχρονιστικών εγγυήσεων του 1960 και η απομάκρυνση των εποίκων. Αυτά είναι τα ζητήματα που πρέπει να τεθούν ενώπιον της Τουρκίας σε μια πραγματική διεθνή διάσκεψη, με συμμετοχή των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, της Ε.Ε., των τριών εγγυητριών δυνάμεων και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
  • Με προώθηση αιτήματος, για υιοθέτηση δέσμης αρχών λύσης του Κυπριακού , σε ένα προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προκειμένου η λύση να είναι συμβατή με το  ευρωπαϊκό κεκτημένο και τον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό.
  • Με διατύπωση αιτήματος διορισμού από την Ε.Ε., πολιτικής προσωπικότητας, ως ειδικού απεσταλμένου για το Κυπριακό, με όρους εντολής, να εποπτεύει ότι οι όποιες πρόνοιες της λύσης συζητούνται,  είναι συμβατές με την ιδιότητα της Κύπρου, ως κράτους – μέλους της Ε.Ε. Όχι   όμως  «αόρατου» όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.
  • Με την ανάληψη έντονης διαφωτιστικής εκστρατείας, ώστε να καταστεί σαφές, ότι οι τουρκικές διαχρονικές προτάσεις – αξιώσεις, βρίσκονται απολύτως εκτός του πλαισίου του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου.
  • Εντατικοποίηση των επαφών με τους Τουρκοκύπριους. Εκπόνηση ειδικού προγράμματος και μέτρων που να στοχεύουν στη συνειδητοποίηση τους ως πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στόχος η ενεργοποίηση της Τουρκοκυπριακής κοινότητας ως αποφασιστικού παράγοντα επίτευξης της λύσης. Το μήνυμα προς τους Τουρκοκύπριους ωστόσο πρέπει να είναι ότι η απόλαυση δικαιωμάτων από την Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι συμβατή με προσκόλληση και πειθήνια υποταγή στην Τουρκία. Η συμμετοχή στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορεί ναι είναι a la cart. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις στα κατεχόμενα που αποτυπώνουν αποδοκιμασία των απόψεων Οζερσάι και Τατάρ πρέπει να ενθαρρύνουν τέτοια πρωτοβουλία.
  • Με προώθηση διαβημάτων για εφαρμογή των ψηφισμάτων 550 (1984) και 789 (1992) του Συμβουλίου Ασφαλείας και της συμφωνίας υψηλού επιπέδου του 1979 Κυπριανού – Ντενκτάς, για κατά προτεραιότητα επιστροφή της Αμμοχώστου. Συνεχής διεθνής αντίδραση στις εξαγγγελίες εποικισμού της πόλης των Βαρωσίων.
  • Με αδιαπραγμάτευτη αποσύνδεση της επιδίωξης λύσης από την αξιοποίηση του υποθαλάσσιου πλούτου της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Επειδή προβάλλεται η άποψη ότι με τις αρνητικές εξελίξεις στις σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας, η δυνατότητα άσκησης πιέσεων από δικής μας πλευράς προς την Τουρκία, μέσω της Ε.Ε. έχει εκμηδενιστεί, θα πρέπει να υπομνησθεί ότι πέραν του στόχου της πλήρους ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., ανοικτή  παραμένει και θα παραμείνει η ειδική εταιρική σχέση. Συνεπώς η απαίτηση της Κυπριακής Δημοκρατίας για εκπλήρωση των Κυπρογενών υποχρεώσεων της Τουρκίας προ  οιασδήποτε εξομάλυνσης – αναβάθμισης των Ευρωτουρκικών σχέσεων, θα πρέπει να παραμένει αμετακίνητη. Το ίδιο ισχύει και για την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης Τουρκίας – Ε.Ε. Από το 2005 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει αναθέσει στην Τουρκία συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Ανεπιφύλακτη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, άνοιγμα λιμανιών και αεροδρομίων σε κυπριακά πλοία και αεροπλάνα και συνεργασία για λύση του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας περί Κύπρου και των αρχών και των αξιών της Ε.Ε. Χωρίς εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων η θέση  μας θα πρέπει να παραμείνει αταλάντευτη για παρεμπόδιση αναβάθμισης της Τελωνειακής Ένωσης της Τουρκίας με την Ε.Ε.

Στη διαμόρφωση της στρατηγικής μας τη συγκεκριμένη και προσεχή χρονική περίοδο, θα πρέπει να συνεκτιμούμε και το γεγονός ότι η Άγκυρα αντιμετωπίζει  και τις συνέπειες της εισβολής στη Βόρεια Συρία. Παρά την επονείδιστη ανοχή ΗΠΑ – Ρωσίας, η Τουρκία αντιμετωπίζει την αρνητική στάση της Ευρώπης προεξάρχουσας της Γαλλίας και την έντονη αντίδραση των Αμερικανικών νομοθετικών σωμάτων.

Απότοκο της νευρικής κρίσης που διακατέχει αυτή την περίοδο την Άγκυρα, είναι και η προσπάθεια που καταβάλλει για δημιουργία έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο με αφορμή το γνωστό θέμα των ερευνών για υδρογονάνθρακες στην υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ της Κυπριακής δημοκρατίας. Κεντρικοί στόχοι της τουρκικής πολιτικής είναι να αμφισβητήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου και άρα τη διεθνή της υπόσταση, να εμφανιστεί ως συγκυρίαρχη κρατική δύναμη που εκπροσωπεί τους Τουρκοκύπριους σε μια λογική συνεκμετάλλευσης, να προβάλει δήθεν δικά της δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα και την οικονομική ζώνη, κατά σαφή παραβίαση του θαλασσίου δικαίου και να αποτρέψει τη συνέχιση ενδιαφέροντος από διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες.  Ως εκ τούτου η αμυντική ετοιμότητα Ελλάδας – Κύπρου επιβάλλεται όπως και η συνεχής  καταγγελία διεθνώς και εντός Ε.Ε. των επιδρομικών ενεργειών της Τουρκίας.

Προσερχόμενος ο  Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη συνάντηση της 25ης Νοεμβρίου, θα πρέπει να λειτουργήσει σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο στρατηγικών επιλογών. Η αντιγραφή του παρελθόντος, όχι μόνο θα είναι σίγουρη συνταγή αποτυχίας, αλλά αντίθετα θα οδηγήσει σε βάθεμα του αδιεξόδου και θα παράσχει συγκριτικά πλεονεκτήματα στην Τουρκία.

Σημ: Οι περίφημοι όροι αναφοράς πρέπει να αποτελούν πλαίσιο διαπραγμάτευσης και όχι αποτύπωση εκβιαστικών όρων. Όπως συμβαίνει με την αυθαίρετη ερμηνεία της πολιτικής  ισότητας από την τουρκική πλευρά.

   *Τέως Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων