Η εκεχειρία έρχεται, ο Βολοντίμιρ φεύγει

Του Διογένη Λόππα

Έπειτα από έναν κολασμένο χειμώνα που οδήγησε ηγεσίες σε απόγνωση και οικονομίες σε κλυδωνισμό, οι πλανήτες επιτέλους ευθυγραμμίστηκαν και οι βασικοί παίκτες της proxy σύγκρουσης ΗΠΑ – Ρωσίας κατάφεραν να συνεννοηθούν στα βασικά.  Ανάγκη τέχνας κατεργάζεται βέβαια, καθώς είναι προφανές ότι κανένα από τα δύο μέρη δε θα στοιχημάτιζε ότι θα βγάλει το συγκεκριμένο χειμώνα που έρχεται, τουλάχιστον όχι χωρίς καταστροφικές ανωμαλίες στο εσωτερικό του. 

Σύμφωνα με αξιόπιστη πηγή, η συμφωνία έκλεισε στην Πόλη, μεταξύ των αρχηγών των μυστικών υπηρεσιών ΗΠΑ – Ρωσίας, αμέσως μετά την επιβεβαίωση της απώλειας από τους δημοκρατικούς του ελέγχου της βουλής των αντιπροσώπων (θα εξηγήσω παρακάτω γιατί).  Πρόκειται όχι για συνθήκη ειρήνης, ούτε για αναγνώριση προσαρτήσεων, αλλά ουσιαστικά για μια επικαιροποίηση των συμφωνιών του Μινσκ, δηλαδή για μια διαρκή εκεχειρία, στη λογική του ”ουδέν μονιμότερον του προσωρινού).

Όλοι κερδισμένοι 

Κατά τη διάρκεια των ιδιαίτερα δύσκολων συνομιλιών, υπήρξαν ουσιώδεις διαφορές γύρω από το εδαφικό.  Οι Ρώσοι ζητούσαν παραχώρηση ή έστω αποστρατικοποίηση όλης της παραλιακής ζώνης, δηλαδή Μικολάεφ και Οδησσό, ενώ οι ΗΠΑ πίεζαν για επαναφορά στο προπολεμικό status quo, θεωρώντας ήδη παραπάνω από αρκετό να εκχωρηθεί ουσιαστικά de jure η Κριμαία και το Ντονμπάς στη Ρωσία.  

Εδώ υπήρξε σαφώς αδυναμία κατανόησης, αφού οι μεν Ρώσοι έδειχναν βέβαιοι ότι με το δικό τους αργό, βασανιστικό τρόπο θα προελάσουν πάση θυσία προς την Οδησσό, οι δε ΗΠΑ είχαν τη σιγουριά (και το χαρτί, είναι αλήθεια), ότι θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να πετάξουν τους Ρώσους έξω ακόμα και από την Κριμαία, απλά και μόνο παραχωρώντας μεγαλύτερης εμβέλειας πυρομαχικά για τα ουκρανικά HIMARS.

Καθώς και οι δύο πλευρές για δικούς τους πιεστικούς εσωτερικούς λόγους επιθυμούσαν μια γρήγορη συμφωνία, η γραμμή στο χάρτη ζωγραφίστηκε τελικά στο Δνείπερο, πράγμα που βόλευε τους Ρώσους από πλευράς αμυντικής θωράκισης, αν και θα έπρεπε να υποστούν μια ταπεινωτική υποχώρηση από την πόλη της Χερσώνας.  Ο λόγος που η αναδίπλωση των Ρώσων με την εγκατάλειψη του προγεφυρώματος αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία από το καθεστώς του Κιέβου ήταν ακριβώς αυτός, δηλαδή το ότι είχαν πλήρη γνώση για το τυρί της Χερσώνας και τη φάκα της εκεχειρίας.

Οι ΗΠΑ, που ήταν εξαρχής ο μεγάλος κερδισμένος της αιματηρής σύγκρουσης, θεώρησαν ότι έχει έρθει η ώρα να κεφαλαιοποιήσουν τα κέρδη τους, χωρίς να ρισκάρουν κάποια αποφασιστική ρωσική μαζική επίθεση και χωρίς επίσης να καταχραστούν και άλλο την υπομονή των Ουκρανών πολιτών, οι οποίοι ήδη βιώνουν μια ενεργειακή κόλαση που θα μπορούσε μαθηματικά να οδηγήσει σε ανοιχτή δυσαρέσκεια.  Ρόλο στη βιασύνη τους έπαιξε και η αμφιταλάντευση της Γερμανίας, μετά το ανοιχτό φλερτ με την Κίνα και βέβαια οι οικονομικές αντοχές Ευρώπης και Βρετανών, που θα μπορούσαν να παρασύρουν σε ντόμινο την ευαίσθητη αμερικανική οικονομία.

Ωστόσο, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και που έκανε μια εκεχειρία να δείχνει μονόδρομος, ήταν η επέλαση των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή.  Και αυτό γιατί όπως μαθαίνουμε από τις ΗΠΑ, μέσα στις πρώτες προτεραιότητες της καινούριας πλειοψηφίας είναι η συγκρότηση εξεταστική επιτροπής για τα πεπραγμένα του Χάντερ Μπάιντεν στην Ουκρανία.  Πεπραγμένα που περιλαμβάνουν φρικιαστικές, όπως λέγεται, ιστορίες, από βιολογικά πειράματα και σκοτεινά εξοπλιστικά, μέχρι εκπαραθυρώσεις ανεπιθύμητων εισαγγελέων και ξέπλυμα μέσω ενεργειακών εταιριών.

Η κατάσταση αυτή είναι περισσότερο σοβαρή από όσο αρχικά δείχνει.  Κάποιοι πιστεύουν αφελώς ότι ο γιος του Αμερικανού προέδρου είναι μια ακόμα περίπτωση βαθύπλουτου ασώτου, που εθισμένος στο νεποτισμό και την έπαρση της εξουσίας, έκανε ότι έκανε.  Πολλοί σοβαροί ρεπουμπλικάνοι όμως, έχουν εντελώς διαφορετική οπτική, την οποία θα αναδείξουν με επαρκή στοιχεία μέσα από την επιτροπή που έως χθες μπλόκαρε η δημοκρατική πλειοψηφία.

Σύμφωνα με την οπτική αυτή, ο μοιραίος Χάντερ δεν έδρασε ούτε μόνος, ούτε ως απλός εκπρόσωπος της οικογένειας Μπάιντεν.  Άλλωστε ουδείς σοβαρός άνθρωπος πιστεύει ότι ένας άνθρωπος με την ιδιοσυγκρασία και τα χαρακτηριστικά του Μπάιντεν, ξαφνικά αποφάσισε να πλουτίσει παρανόμως στα γεράματα, σε βάρος του αμερικανικού δημοσίου.  

Αντίθετα, πιστεύουν ότι ο Χάντερ έδρασε ως το μακρύ χέρι των γερακιών γύρω από τον πρόεδρο, που έσυραν τις ΗΠΑ σε έναν παράλογο πόλεμο με το βλέμμα στην Κίνα, προκειμένου να επιτύχουν μιλιταριστικά και εθνικιστικά σχέδια που αγγίζουν τα όρια της ναζιστικής θεωρίας (εργαστήρια βιολογικού πολέμου, εργαλειοποίηση και χρηματοδότηση καθαρμάτων τύπου Αζόφ, διαρκείς προβοκάτσιες, σκοτεινές διαδρομές χρήματος, ανηλεής προπαγάνδα, κ.α.).  Η καταιγίδα αποκαλύψεων που έρχεται από τη Βουλή, έφερε πιο κοντά την εκεχειρία, αφού κρίθηκε ότι θα ήταν μη διαχειρίσιμη επικοινωνιακά η συνέχιση της χρηματοδότησης του πολέμου, εν μέσω ενός σκανδάλου, που όταν ξεσπάσει θα κάνει το Νίξον να μοιάζει με τον Πάτση. 

Οι Ρώσοι μπορούν επίσης να αισθάνονται δικαιωμένοι, αφού έχουν κεφαλαιοποιήσει σοβαρά εδαφικά κέρδη, πάνω σε μια περιοχή που αποτελεί τη βιομηχανική βάση όλης της Ουκρανίας.  Και ενώ τα κέρδη αυτά δεν αναμένεται να αναγνωριστούν επίσημα, η Κριμαία θα παραμείνει αδιαμφισβήτητα ρωσική, μαζί με την ευαίσθητη ναυτική βάση της Σεβαστούπολης.  

Ακόμα ένα κέρδος θα είναι η σταδιακή άρση των οικονομικών κυρώσεων, καθώς θα παραμείνουν μόνο συμβολικές κυρώσεις κατά προσώπων που η Δύση θεωρεί ότι διέπραξαν εγκλήματα πολέμου.Και μπορεί οι κυρώσεις να μη λειτούργησαν στην πράξη, ενδυναμώνοντας τη ρωσική οικονομία, όμως μακροπρόθεσμα πληγώνουν βαριά τις προοπτικές ανάπτυξης αλλά και τις σχέσεις με την Ευρώπη, που η Ρωσία έχει εξίσου ανάγκη (δε φτάνει μόνο η Ασία, η Ρωσία είναι μια κατεξοχήν ευρωπαϊκή δύναμη).

Αυτό όμως που έσπρωξε τους Ρώσους στο να αποδεχθούν, τόσο την απώλεια προσαρτημένων εδαφών, όσο και την εγκατάλειψη του αντικειμενικού σκοπού της εκστρατείας τους, δηλαδή τον έλεγχο της παραλιακής ζώνης, ήταν ο κίνδυνος ενός τέλματος, μιας μαύρης τρύπας που θα κατανάλωνε στο διηνεκές ανθρώπινους και υλικούς πόρους και το κυριότερο, όπως απέδειξε και η προβοκάτσια με τους πυραύλους στην Πολωνία, η διαρκής επιφυλακή για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με τη Δύση, μια επιφυλακή που έφερε το Κρεμλίνο στα όριά του και τους απλούς Ρώσους σε μια διαρκή πυρηνική ανασφάλεια στις παρυφές της παράνοιας.

Ουκρανική άρνηση

Παρά το γεγονός ότι από την αρχή αυτής της ιστορίας ήταν βέβαιο ότι η Ουκρανία θα χάσει πάρα πολλά, το καθεστώς του Κιέβου έδειξε μια αξιοσημείωτη ευπείθεια, ίσως επειδή πίστευε ότι τελικά θα εξανάγκαζε το ΝΑΤΟ να παρέμβει, είτε άμεσα, είτε επιβάλλοντας μια no fly zone.  Το γεγονός της βιαστικής και παράλογης ηρωοποίησης ενός, μάλλον ανεπαρκούς, πολιτικού ηγέτη, δε βοήθησε.  Αντίθετα, ανέβασε τον αμφιλεγόμενο Βολοντίμιρ σε ένα ροζ συννεφάκι, από το οποίο αρνείται πεισματικά να κατέβει.

Όταν οι όροι της εκεχειρίας έγιναν γνωστοί στο Κίεβο, η αντίδραση κινήθηκε εκτός λογικής και εκτός συσχετισμών.  Θα έλεγε κανείς ότι η ουκρανική ηγεσία κινήθηκε στα πλαίσια που η δυτική προπαγάνδα δημιούργησε για να πικάρει τους Ρώσους και όχι στα πλαίσια της οδυνηρής πραγματικότητας.  Γιατί αν αφαιρέσουμε από το κάδρο τους δυτικούς διθυράμβους περί μιας (ανύπαρκτης) μαζικής αντεπίθεσης που οσονούπω πετάει τους Ρώσους έξω από την Κριμαία και προελαύνει σε μια Μόσχα χωρίς Πούτιν, μας μένει μια ξερή πραγματικότητα κάπως στενή για τα μέτρα του καθεστώτος.

Γιατί αυτό που τελικά μένει είναι μια χώρα που βιώνει την κατάσταση της Σερβίας του ’99.  Μια χώρα που βομβαρδίζεται ανηλεώς καθημερινά, που ξεμένει συστηματικά από καίριες υποδομές, που έχει απολέσει de facto τα εδάφη εκείνα στα οποία δεν είχε εθνοτική πλειοψηφία, που η αγροτική της παραγωγή έχει συρρικνωθεί, που η βιομηχανία της βρίσκεται στα χέρια του εχθρού και που για να επιβιώσει στοιχειωδώς, εκλιπαρεί τη Δύση για οικονομική και στρατιωτική βοήθεια.

Ακόμα και αν δεχθούμε το γεγονός ότι ο πολυάριθμος ουκρανικός στρατός επιδεικνύει υπαρκτές ή ανύπαρκτες επιτυχίες, η παραδοχή αυτή δεν μπορεί να αλλάξει το κυρίως διακύβευμα της αναμέτρησης.  Γιατί, αν θυμάστε, και ο σερβικός στρατός πίσω στο ’99 είχε τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης στο έδαφος, αλλά τελικά εξαναγκάστηκε σε συνθηκολόγηση, γιατί η χώρα συνολικά δεν μπορούσε να αντέξει άλλο την απώλεια των υποδομών της. 

Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αντιστρέψει την παλίρροια της εκεχειρίας, το καθεστώς κατέφυγε εκεί που ξέρει ότι τα καταφέρνει καλύτερα, στο ψέμα.  Κάποιος σατανικός εγκέφαλος, κάποιος που θα ζήλευε και ο ίδιος ο Γκρίνμπεργκ, σκέφτηκε να εξαπολύσει δύο πυραύλους σε πολωνικό έδαφος, σκοτώνοντας και δύο Πολωνούς αμάχους για πιο σίγουρα αποτελέσματα.  Μέσα στη θολούρα της ανόητης έπαρσης και με την αφέλεια ενός άβγαλτου κωμικού που νόμιζε ότι έγινε μεγάλος Πέτρος, ο Βολοντίμιρ πίστεψε ότι θα σύρει τη Δύση σε έναν πόλεμο μέχρις εσχάτων με τη Ρωσία (και όχι μόνον).

Όταν, αναμενόμενα, η προβοκάτσια αποκαλύφθηκε από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, το καθεστώς, πιστό στις αρχές του Στεπάν Μπαντέρα, δεν έσπευσε να ζητήσει επίσημα συγγνώμη από την Πολωνία και να αποζημιώσει τους δολοφονηθέντες, όπως θα έπραττε μια κανονική δημοκρατία, αλλά επέμενε (ίσως επιμένει ακόμα) ότι το χτύπημα ήταν ρωσικό, διαψεύδοντας εν ψυχρώ τον Αμερικανό πρόεδρο και στέλνοντας την αξιοπιστία της Ουκρανίας στον πάτο του πηγαδιού.  

Η απάντηση της δύσης ήταν μια σειρά από επικριτικά δημοσιεύματα, που καλούν το Κίεβο να επιστρέψει στη λογική και στην πραγματικότητα.  Φοβάμαι ότι ήρθε η ώρα που ο ευεργετηθείς πρόεδρος θα πρέπει να αντιμετωπίσει το διεθνή τύπο, χωρίς το φίλτρο της αντιρωσικής υστερίας.  Και αυτό που θα αντικρίσει, δε θα του αρέσει.  Φοβάμαι επίσης, ότι ο ίδιος μάλλον έχει κάνει λάθος υπολογισμούς ως προς τις πραγματικές προθέσεις των ισχυρών υποστηρικτών του και ότι έχει παρεξηγήσει τις πραγματικές τους προθέσεις, δηλαδή πόσο δελεαστική μοιάζει στα σχέδιά τους μια εσπευσμένη εκεχειρία, με το χειμώνα να καλπάζει απειλητικός.

Και εφόσον οι Ρώσοι από την πλευρά τους έχουν ήδη αποδεχθεί τα τετελεσμένα και έχουν αποσυρθεί πίσω από το Δνείπερο περιμένοντας, απομένει να πειστούν οι σκληροπυρηνικοί του Κιέβου.  Αλλά αν αυτό, όπως όλα δείχνουν, δεν καταστεί σύντομα δυνατόν, παρά τα συνεχιζόμενα καταστροφικά πλήγματα στις υποδομές, κανένας δε θα μπορούσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας πορτοκαλί ή φαιάς πολιτικής μετάβασης, καθώς οι εθνικιστές έπαψαν πια να είναι χρήσιμοι και η πολύπαθη χώρα έχει ανάγκη από μια δημοκρατική και διαλλακτική ηγεσία που να πατάει στη γη.