Η «εργαλειοποίηση» του Τσίπρα πίσω από την θεωρία «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι Αριστερά χωρίς εκπτώσεις»

Toυ Γ. Λακόπουλου

Ας αρχίσουμε με μαθήματα πολιτικής και εσωκομματικών χειρισμών, από το‘όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.

Τηρουμένων των αναλογιών, ο Αλέξης Τσίπρας σε ό,τι αφορά τα εσωκομματικά, βρίσκεται στη θέση  που βρισκόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου την περίοδο 1974-77.

Τότε πολλοί στο ΠΑΣΟΚ, ομαδοποιημένοι ή όχι,  θεωρούσαν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου τους χρειάζεται μόνο για τη δημοφιλία του.

Έχοντας οι ίδιοι ασπαστεί ποικίλες εκδοχές του μαρξισμού, είχαν αυτοχρισθεί «πρωτοπορία» και κατ’ αυτούς η δουλειά του Παπανδρέου ήταν στον «μαζικό χώρο»: να φέρνει κόσμο και αυτοί να τον προσανατολίζουν  στην πορεία προς το σοσιαλισμό.

Ο Ανδρέας ,έχοντας συναίσθηση της ισχύος και ευθύνη για τον ρόλο του, στην αρχή πετούσε αδιακρίτως διαφόρους από το τρένο-ακόμη και οικείους του. Αλλά τελικά καθάρισε το παιχνίδι  με τον δικό του τρόπο.

Οργάνωσε τη Συνδιάσκεψη  του 1977 στην οποία τα πράγματα πήραν το δρόμο  τους. Το  ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσε πλέον  να εκλαμβάνεται ως κίνημα διαμαρτυρίας.  Ήταν κόμμα εξουσίας.

Από την επομένη άρχισε η εκατέρωθεν συρροή στελεχών. Από τους παλιούς πολιτευτές του Κέντρου μέχρι τους μπαρουτοκαπνισμένους της παραδοσιακής Αριστεράς. Στις εκλογές του 1977 έγινε αξιωματική αντιπολίτευση. Σε τέσσερα χρόνια άλλαξε τη ροή της Ιστορίας με 48%.

Για πολλούς στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ κάτι ανάλογο είναι  -και πρέπει να παραμείνει- και ο Τσίπρας.  Να φέρνει κόσμο όπως έκανε το 2015 με το 36% και τον περασμένο Ιούλιο με το 31,2% και αυτοί να κανονίζουν τα υπόλοιπα, είτε βρίσκονται στην κυβέρνηση είτε  στην αντιπολίτευση.

Μια «αριστερή πρωτοπορία» με «ιδεολογική καθαρότητα» θα διαμορφώνει την πολιτική λειτουργία του κόμματος  και οι άλλοι θα ακολουθούν. Δηλαδή μια κομματική γραφειοκρατία θα  ψάχνει για κορόιδα.

Αυτή η αντίληψη προκαλεί, γιατί δεν μπορεί να ερμηνεύσει τι ακριβώς σημαίνει το 31,5%. Θεωρεί  ότι το «δικαιούται». Ή ότι το έφερε ως προίκα της ο Τσίπρας  και βρίσκεται στην απόλυτη διάθεσή του παλιού ΣΥΡΙΖΑ που συγκροτεί τον κομματικό μηχανισμό.

Είναι μακριά νυχτωμένοι.  Στον πυρήνα του το εκλογικό ποσοστό του Ιουλίου έχει μια σαφή εντολή προς τον Τσίπρα: να κινήσει τα πράγματα μπροστά, με τη συγκρότηση νέου πολιτικού φορέα της Δημοκρατικής Παράταξης, που θα καλύπτει από το Κέντρο ως τις παρυφές του ΚΚΕ.

Δεν ψήφισε κανείς τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν νοιάζεται κανείς για τον ΣΥΡΙΖΑ -παρέα. Ψήφισαν τον Τσίπρα. Παραβλέποντας τα λάθη και τις αντινομίες της διακυβέρνησής του.

Τώρα που η Δεξιά επέστρεψε, αυτή η ψήφος αναμένει την ενεργοποίηση των πλεονεκτημάτων που έδωσε Τσίπρα για την μετά ΣΥΡΙΖΑ εποχή. Δηλαδή για την επιστροφή  της παράταξης στην κυβέρνηση για την εφαρμογή αντίστοιχης πολιτικής- όπως είναι η κεντρική επιδίωξη των κομμάτων εξουσίας. Πιο καθαρό δεν γίνεται.

Αν ο Τσίπρας θα μετασχηματίσει το σημερινό κόμμα κρατώντας το λογότυπο και τα σύμβολα ή αν θα κάνει το άλμα για νέο πολιτικό φορέα είναι κάτι που θα κρίνει ο ίδιος ως φορέας αυτής της εντολής και ανάλογα με το πώς αντιλαμβάνεται τον ιστορικό του ρόλο. Και τα σκυλιά δεμένα.

Αυτή τη στιγμή ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο ισχυρός από ποτέ. Συνεπώς ενδεχόμενη αμυντική τακτική, και πολύ περισσότεροι κατευνασμοί από μέρους του αν θα έχουν  νόημα, αυτό θα παραπέμπει στο σύνδρομο του Αννίβα: η Ρώμη ήταν έτοιμη να πέσει στο πιάτο του και αυτός δείλιασε.

Αυτό το σύνδρομο εκδηλώθηκε και στην κυβερνητική περίοδο του Τσίπρα. Αλλά τότε έπρεπε να διαχειριστεί ποικίλες ισορροπίες.

Τώρα έχει τα χέρια του ελεύθερα και δεν υπάρχει λόγος να υιοθετήσει πρακτικές συνδιαχείρισης με τις εσωτερικές συσπειρώσεις που έτσι κι αλλιώς θα φτάσουν σε αδιέξοδο.

Και αφού μιλήσαμε  για τον Ανδρέα Παπανδρέου οι παλιοί ξέρουν ότι σε ανάλογες εσωκομματικές καταστάσεις είχε ένα ακαταμάχητο επιχείρημα: «Μην με ζορίζετε γιατί θα τα βροντήξω».