Η ματωμένη Πρωτομαγιά της Καισαριανής το 1944

Της Κατερίνας Γκογκάκη

«Το μπλόκο της Καισαριανής» 1977
«Ποιόνε να κλάψω πρώτονε
ποιον να τραγουδήσω πρώτονε
στο μπλόκο στην Καισαριανή,
που γίνηκε μια Κυριακή.
Που γίνηκε μια Κυριακή
πρωί με τη δροσούλα.
Γιώργη με τη γλυκιά φωνή,
με τις φαρδιές τις πλάτες,
πες μου την ύστερη στιγμή
τι βρήκες και τραγούδησες
και τάραξες τη γειτονιά
ως πέρα στο Παγκράτι».
Μίκης Θεοδωράκης / Νότης Περγιάλης

Έχουν περάσει 136 χρόνια από την εξέγερση των πρωτοπόρων εργατών του Σικάγο των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Εργατική Πρωτομαγιά ως παγκόσμια ημέρα κοινών αγώνων της εργατικής τάξης σε όλες τις χώρες του κόσμου, έχει αφετηρία της την αιματοβαμμένη απεργία των εργατών της 1ης και των επόμενων ημερών του Μαΐου του 1886. Στην Ελλάδα ο εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς καθιερώθηκε το 1893, τέσσερα χρόνια μετά από το ιδρυτικό συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς, που όρισε την 1η Μαΐου ως παγκόσμια ημέρα του αγώνα της εργατικής τάξης.

Ο σταθμός, όμως, της ελληνικής Εργατικής Πρωτομαγιάς είναι η 1η Μαΐου του 1944, η οποία σφράγισε την ιστορία του εργατικού κινήματος και δικαίως θεωρείται το σύμβολο και το σημείο αναφοράς του. Η ημερομηνία αυτή τοποθετείται στον τελευταίο χρόνο της φασιστικής κατοχής στην Ελλάδα. Η Πρωτομαγιά του 1944 έμελλε να είναι η πιο σκληρή και αιματοβαμμένη της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, καθώς στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής εκτελέστηκαν, για αντίποινα, από τις ναζιστικές δυνάμεις Κατοχής 200 Έλληνες πατριώτες.

Το χρονικό της εκτέλεσης

Η άνοιξη του 1944 ήταν μια περίοδος ιδιαίτερα τεταμένη. Είχε γίνει ήδη φανερό, τόσο από το ΕΑΜ όσο και απ’ τις αστικές δυνάμεις, ότι η κυριαρχία των Γερμανών έβαινε προς τη λήξη της, και υπήρχε μια αναστάτωση σχετικά με την προετοιμασία της επόμενης μέρας και την τελική αναμέτρηση. Ορισμένοι μάλιστα εκτιμούν ότι ο εμφύλιος πόλεμος είχε ήδη αρχίσει, καθώς οι Γερμανοί και οι εγχώριοι συνεργάτες τους είχαν προβεί σε ένα όργιο τρομοκρατίας εναντίον των δυνάμεων του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, της αντιστασιακής οργάνωσης που είχαν αναλάβει το κύριο βάρος της Εθνικής Αντίστασης.

Την 27η Απριλίου 1944 η Διμοιρία του 8ού Συντάγματος του ΕΛΑΣ υπό τον ανθυπολοχαγό του Ελληνικού Στρατού Μανώλη Σταθάκη έστησαν ενέδρα κατά του Γερμανού διοικητή της 41ης Μεραρχίας Οχυρών σε αυτοκινητοπομπή που εκινείτο μεταξύ Μολάων και Σπάρτης. Το αποτέλεσμα ήταν να σκοτώσουν τον Franz Krech και τρεις άνδρες της συνοδείας του, ενώ από την επίθεση τραυματίστηκαν και πέντε Γερμανοί στρατιωτικοί. (Μόλις τo προηγούμενo βράδυ, της 26ης Απριλίου 1944, είχε γίνει η απαγωγή του Γερμανού υποστράτηγου Heinrich Kreipe, από Βρετανούς κομμάντος της SOE και Έλληνες αντιστασιακούς στην Κρήτη).

Οι Γερμανοί, κατά την προσφιλή τους μέθοδο, αποφάσισαν να κάνουν αντίποινα εκτελώντας πολλαπλάσιο αριθμό αμάχων. Με την κίνηση αυτή θέλησαν να δώσουν ταυτόχρονα και ένα αποτελεσματικό χτύπημα στους Έλληνες κομμουνιστές για την «ενοχλητική» δράση τους στις περιοχές της Αθήνας. Έτσι, στις 30 Απριλίου 1944 δημοσιεύτηκε στον κατοχικό Τύπο, ενώ μοιράστηκε και υπό την μορφή φυλλαδίου από τις γερμανικές Αρχές Κατοχής, η παρακάτω ανακοίνωση: «Την 27ην Απριλίου 1944 κομμουνιστικαί συμμορίαι παρά τους Μολάους κατόπιν μιας εξ ενέδρας επιθέσεως εδολοφόνησαν ανάνδρως έναν Γερμανόν Στρατηγόν και τρεις συνοδούς του. Πολλοί Γερμανοί στρατιώται ετραυματίστησαν.

Ως αντίποινα διατάχτηκε:
1) ο τυφεκισμός 200 Κομμουνιστών την 1.5.1944.
2) ο τυφεκισμός όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάοι προς Σπάρτην έξωθεν των χωρίων.

Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου Έλληνες εθελονταί εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς.

Ο Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος».

(Σημ.: Οι «Έλληνες εθελονταί» της παραπάνω διαταγής ήταν άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας Πελοποννήσου, με επικεφαλής τον αξιωματικό του Στρατού Διονύσιο Παπαδόγγονα, που ήταν και προσωπικός φίλος του Krech).

Οι 200 προς εκτέλεση κομμουνιστές της γερμανικής ανακοίνωσης κρατούνταν ήδη από τη δικτατορία Μεταξά στο φρούριο της Ακροναυπλίας ως εξόριστοι, και ως «πολιτικοί κρατούμενοι» στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, ενώ περίπου 30 προέρχονταν από την Ανάφη και τον Αϊ-Στράτη, όπου είχαν αρχικά εξοριστεί. Οι περισσότεροι εξ αυτών ανήκαν στον πυρήνα του στελεχιακού δυναμικού του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.

Η αναγγελία της μαζικής εκτέλεσης προκάλεσε συναγερμό και συλλογικές αντιδράσεις από τον λαό, τη νεολαία και τις αντιστασιακές οργανώσεις. Αντίθετα, η κατοχική κυβέρνηση Ιωάννη Ράλλη (που την 18η Ιουνίου 1943 με τη συνηγορία του Πάγκαλου κ.ά., οργάνωσε και τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας- «Γερμανοτσολιάδες» ή «Ράλληδες» για την άμυνα της υπαίθρου και την αντιμετώπιση του ΕΛΑΣ και της απειλής επικράτησης του κομμουνισμού στην Ελλάδα) προέβη μόνο σε κάποια χλιαρά διαβήματα, τα οποία βέβαια δεν είχαν αποτέλεσμα. Στην ζοφερή ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης, υπήρχαν φανατικοί, που όπως και οι Γερμανοί, πίστευαν ότι έπρεπε να δοθεί ένα σκληρό μάθημα «εις τας κομμουνιστικάς συμμορίας».

AΠΟ ΤΟ EΘΝΟΣ