Η παραγνώριση της πολιτικής

Του Απόστολου Αποστόλου

    Η απουσία του πολιτικού πολιτισμού, η έλλειψη δημοκρατικού περιβάλλοντος, αποτελούν κατηγορήματα της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας και δουλεύουν σε  πολλές  βάρδιες. Το 2015 ο απελθών πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς  αρνήθηκε να παραδώσει στο νέο τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Ο νυν πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με  ασυμμάζευτη ρηχότητα σχολίασε την απόφαση της  παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από τον ΣΥΡΙΖΑ, με κακεντρέχεια και μικροψυχία, δείγμα της ανεπάρκειας του πολιτικού πολιτισμού και της συμπλεγματικής υπεροψίας του.

Το τελευταίο καιρό έγινε καραμέλα στη ρητορική της ΝΔ η λέξη «τοξικότητα» η οποία κατευθυνόταν προς το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ.  Να όμως που η συγκεκριμένη λέξη έρχεται να ντύσει την πολιτική συμπεριφορά της ηγεσίας της ΝΔ. Γιατί η  λέξη «τοξικότητα» έγινε ο ορισμός,  η προσαρμογή και το  άμεσο σχήμα της συμπεριφοράς της ΝΔ.

Έχουν ξεχάσει στη ΝΔ τον ποιοτικό πολιτικό ευγενισμό, το μετασχηματισμό της πολιτικής κουλτούρας  και την εγκαθίδρυση ενός συστήματος αξιών που προικίζει την πολιτική σε παιδεία. Ο Σοπενχάουερ έλεγε:  «Όποιος δε συμπεριφέρεται με ευγένεια στον πολιτικό του αντίπαλο δείχνει ότι έχει μια φυσική αδυναμία ή μια νοητική αδυναμία και θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε  ότι είναι καταπιεσμένος από την κυριαρχία της δικής του θέλησης, άρα έμμεσα είναι και πάλι αδύναμος».

Ήδη από τον πρώτο κύκλο των  εκλογών του Μάιου κάποιες παράφωνες δημοσιογραφικές τρομπέτες, έθεταν θέμα ηγεσίας στο ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης κάποιοι προφέσορες των εγχώριων κουκουβαγείων (ΑΕΙ)   με  σοβαροφανές ύφος, μιλούσαν για λάθη της πολιτικής  ηγεσίας  του ΣΥΡΙΖΑ και με γλώσσα βατράχων ανέφεραν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφραζε λαϊκισμό και άλλα τέτοια ανεκλάλητα και ανεμοφθόρητα. Ξέχασαν όμως να μας πουν, πως το «πατριαρχικό κόμμα του λαϊκισμού» ήταν η ΝΔ με τα pass που έβλεπε τις μάζες ως λεία του δεσποτισμού της.  

 Όλοι μαζί οι παραπάνω ευκαιριακοί θαμώνες αναθρεμμένοι στο μακροπαράδοτο θερμοκήπιο  του αριβισμού, ως εκπρόσωποι των στενών  πολιτικών και ταξικών συμφερόντων,  ως εξ επαγγέλματος μυαλοπώλες  και κατ’ επιλογήν σκοταδιστές δεν είδαν,  τη συνταγματική θεοκρατική μοναρχία του κ. Μητσοτάκη. Κινούμενοι στο φύσημα των συμφερόντων προσπάθησαν (όπως έλεγε ο Αντόρνο) να μας συμφιλιώσουν με εικόνες γιγαντόμορφων οραμάτων.

Το σημαίνον της  έγγλυφη σφραγίδα  της  συνταγματικής θεοκρατικής μοναρχίας της ΝΔ υπάρχει ταυτόχρονα ως μορφή και νόημα μαζί. Και μας  έχει δείξει χρόνια ο Λουϊ Αλτουσέρ  πως αυτή η μορφή πολιτεύματος επιτυγχάνεται και  αντανακλά ως παραγνώριση.

Αυτή η  διαδικασία σύμφωνα με τον Αλτουσέρ αποκτά μια δομή στη βάση τριών δεδομένων:

Ι) Στην υποταγή  στο μεγάλο Υποκείμενο. Δηλαδή στον αρχηγό, ο οποίος προδικάζει τους αντιπάλους και ανυπότακτους πολίτες και οργανώνει το ακαταδίωκτο  της αυλής  του. Ενώ γίνεται το απόλυτο Τοτέμ και Ταμπού της πολιτείας. Τι βλέπουμε λοιπόν, ότι κ. Μητσοτάκης μέσα από  τη μιντιοκρατία, και  τα κυρίαρχα συμφέροντα  έχει καταστεί η θυμέλη της πολιτικής σκηνής. Η θυμέλη η οποία διατηρεί όλο το mysterium tremendum του ιερού σημείου της πολιτείας.  Και όπως ο όχλος στο Αρχαίο Θέατρο  προστατεύεται μόνο όταν αγκαλιάσει τη θυμέλη, έτσι συνέβη και τώρα.

Ο έντρομος  λαός  για να  μη χάσει τα pass, δηλαδή το μοντέρνο χρονικό της υποταγής δέχθηκε ο κ. Μητσοτάκης να γίνει ο Hommoinsum όπως θα έλεγε ο Λακάν, δηλαδή  ο απόλυτος Ένας.

ΙΙ)Στη δεύτερη κατηγορία της σκέψης του Αλτουσέρ  βρίσκεται η έγκληση. Και πιο συγκεκριμένα η  έγκληση των πολιτών να καταστούν επιμέρους πολίτες  η οποία  αποτελεί τη συνθήκη που απορρέει από τη σιδηρά εξουσία να θεμελιώνει το έργο της,  στο τρόμο και την καταπίεση. Με την κυβέρνηση της ΝΔ ο πολίτης στερήθηκε του  νοήματος του, της υπαγωγής του, να αποτελεί έστω και ένα  θεσμοποιημένο εξάρτημα  της  κοινωνικό-πολιτικής διαδικασίας και να χαρακτηρίζεται στο εξής ως συγκεκριμένη μηχανή έξω και πέρα από το πραγματικό. Δηλαδή κατέστη ένα  «τίποτα που είναι πιο πραγματικό από το τίποτα.» όπως έγραφε ο Μπέκετ.    

ΙΙΙ) Και η τρίτη κατηγορία είναι η παραγνώριση (méconnaissance).  Αναγνωρίζοντας ο πολίτης τον εαυτό του μέσα στις κοινωνικό-πολιτικές συνθήκες ταυτόχρονα τον παραγνωρίζει. Παράδειγμα αποτελεί ο σερβιτόρος ο οποίος παρέδιδε την παραγγελία  μπαίνοντας στο νερό. Μάλιστα ο εργαζόμενος στην επιθεώρηση εργασίας δήλωσε ότι το κάνει για να έχει καλύτερο πουρμπουάρ.   Οι φαντασιακές σχέσεις των πολιτών όπως ισχυρίζεται και ο Αλτουσέρ παραγνωρίζονται από τις πραγματικές συνθήκες που επιβάλλει το σύστημα.

Η ζωή μας πια καταναλώνεται σε λιγότερη πρόκληση για ελευθερία και σε περισσότερη γελοιότητα, σε λιγότερη αντίσταση και σε περισσότερη αντι-επαναστατικότητα,  σε λιγότερη λογική και σε περισσότερο υπολογισμό. Ενώ το μαρτύριο της ανάσας μας  εμπεδώνεται στην απόλυτη υπακοή για λίγη επιβίωση.

Καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας