Η πολιτική και η κοινωνία του θεάματος

Γράφει ο Απόστολος Αποστόλου

                                      

«Το θέαμα δεν είναι μια συλλογή εικόνων, αλλά είναι μια κοινωνική σχέση μεταξύ ανθρώπων που διαμεσολαβείται από εικόνες» έγραφε ο Γκυ Ντεμπόρ. Η εικόνα του θεάματος βρίσκει την πιο άμεση έκφρασή της στις δομές που δεσμεύουν τις αγοραίες επιταγές του καπιταλισμού μέσω της μαζικής διαμεσολάβησης των «social media». Το θέαμα δεν αποτελεί ένα απλό προϊόν των μέσων μαζικής ενημέρωσης, αλλά μια κοσμοθεωρία   (weltanschauung) η οποία  πραγματοποιείται, ή μεταφράζεται σε υλική σφαίρα  και κατ’ επέκταση   σε  αντικειμενική δύναμη.

Οι  ειδικοί της φαινομενικής μας ζωής, δημιουργούν το  θέαμα που χρησιμεύει  ως επιφανειακό αντικείμενο με το οποίο οι άνθρωποι μπορούν να ταυτιστούν προκειμένου να αντισταθμίσουν τις κατακερματισμένες παραγωγικές εξειδικεύσεις που ζουν στην πραγματική τους ζωή.  Όλα γίνονται εμπόρευμα ακόμη και η αντίσταση στον καπιταλισμό, έγινε εμπορικό θέαμα. (Ο Τσε Γκεβάρα, ο Μaρξ, ο Λένιν γίνονται T-shirts).

Ο τρόπος με τον οποίο  καταναλώνουμε οτιδήποτε  ενσωματώνει ένα μείγμα απόσπασης της προσοχής μας  και ενισχύει τον τρόπο αναπαραγωγής σε μια  κοινωνία και οικονομία που έχει οδηγήσει την ιδέα του θεάματος τώρα πια  σε ένα σχεδόν σουρεαλιστικό άκρο.

Και το ερώτημα μπορεί να νικηθεί το γκροτέσκο  θέαμα της μετανεωτερικής κοινωνίας από ένα άλλο θέαμα το οποίο δεν θα τροφοδοτεί τον ολοκληρωτισμό; Τόσο ο Γκυ Ντεμπόρ, όσο και ο Ζ. Μπωντριγιάρ θα ισχυριστούν ότι  αυτό είναι αδύνατο.  Και γιατί είναι αδύνατο; Γιατί το θεαματικό είναι ο τρόπος χρήσης του χρόνου. Είναι ο αντεστραμμένος κόσμος,  εκεί δηλαδή, όπου το αληθινό αποτελεί μια στιγμή του ψεύτικου, εκεί όπου ο σκοπός δεν είναι τίποτα άλλο από  την ανάπτυξη η οποία αποκλείει το ποιοτικό και γίνεται το παν. Εκεί όπου το ψέμα αποτελεί μια ομολογία του προηγούμενου ψέματος.  Εκεί όπου το εμπόρευμα καταφέρνει να φθάσει στην ολοκληρωτική κατοχή της ζωής και ο άνθρωπος να  γίνεται έτσι, όλο και περισσότερο θεατής  αναγνωρίζοντας έτσι τη δεύτερη φύση του ως Homo spectator.   

Το θέαμα δημιουργεί ένα διαρκές παρόν, όπου η συνεχής επανάληψη των ίδιων ψευδο-καινοτομιών εξαφανίζουν κάθε ιστορική μνήμη και μαζί της, ακόμη και την δημοκρατία. Πέραν τούτου το  θέαμα επιδιώκει «να καταστήσει τους μυστικούς πράκτορες επαναστάτες και τους επαναστάτες μυστικούς πράκτορες»,  θα πει ο Γκυ Ντεμπόρ, πρόκειται για την αντιστρεψιμότητα κάθε μορφής η οποία απελευθερώνει τα όρια ώστε εκείνα να συναντήσουν το αντίθετο τους.  Αυτή λοιπόν η  υπερ-ταχύτητα  του θεαματικού, η οποία αγγίζει τη γελοιότητα, συντηρείται στα παρασκήνια της τρομοκρατίας, από τα οποία  θα επιθυμούσε να απαλλαγεί, αλλά  επειδή ο χρόνος του θεαματικού παραμένει ακίνητος και λειτουργεί σε ένα κλειστό χώρο, φθάνει μέχρι  την αντιστρεψιμότητα των ορίων, μη μπορώντας   να πάει παραπέρα. 

Οι εξουσίες ως θεαματικές συσσωρεύσεις  κατασκευάζουν  μια ψευδο-γκλαμουριά η οποία διαχέεται σε όλα τα επίπεδα (πολιτικά, κοινωνικά, καλλιτεχνικά, επιστημονικά, κλπ) και  εκλέγονται πανηγυρικά ως εξουσίες του βιώματος οι οποίες αποικιοποιούν κυριολεκτικά την καθημερινή ζωή.

Και όμως κάτω από αυτή τη στρατηγική της κατοχής της κοινωνικής ζωής και του καταμερισμού των θεαματικών καθηκόντων, υπάρχει κάτι που μπορεί να διαλύσει το θεαματικό σύμφωνα με τον Γκυ Ντεμπόρ και αυτό είναι ότι «ο εχθρός του θεάματος είναι το ίδιο το θέαμα».

Καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας