Η πολυεθνική Βόρεια Μακεδονία

Του Γιώργου Στάμκου

Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, που ήταν και η πολυεθνικότερη χώρα όχι μόνον των Βαλκανίων αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης, ο μικρός βόρειος γείτονάς μας, ο οποίος άλλαξε και επίσημα το όνομά του σε Βόρεια Μακεδονία, είναι πλέον η πολυεθνικότερη χώρα των Βαλκανίων, ίσως και της Ευρώπης (με εξαίρεση τη Ρωσική Ομοσπονδία). Αποτελεί στην ουσία μια “μίνι Γιουγκοσλαβία” από εθνικό-θρησκευτική άποψη, η οποία καλείται να αντεπεξέλθει σε εύθραυστες ισορροπίες και να οικοδομήσει ένα σύγχρονο μοντέλο ειρηνικής συμβίωσης μεταξύ διαφορετικών εθνοτικών και θρησκευτικών ομάδων -κάτι το εξαιρετικά δύσκολο στα Βαλκάνια, όχι όμως και ακατόρθωτο, όπως δείχνει και το παράδειγμα της Βοϊβοντίνα, της βόρειας σερβικής επαρχίας όπου συμβιώνουν αρμονικά δεκάδες εθνότητες της κεντρικής Ευρώπης και των Βαλκανίων.

Και τα αλβανικά επίσημη γλώσσα

Στις 31 Ιανουαρίου 2019 στο κοινοβούλιο της γειτονικής μας χώρας, που σύντομα πρόκειται να ονομαστεί κι επίσημα Βόρεια Μακεδονία, ο πρόεδρος της Βουλής, ο αλβανικής καταγωγής Ταλάτ Τζαφέρι, προήδρευσε για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας σε συνεδρίαση της ολομέλειας μιλώντας στην αλβανική γλώσσα. Με βάση τις αλλαγές του συντάγματος, που επέβαλε η εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών, πέρασε κι ένας νέος νόμος για τη χρήση των γλωσσών, ο οποίος, μεταξύ άλλων, παραχωρεί στον πρόεδρο της Βουλής της χώρας το δικαίωμα να προεδρεύει των συνεδριάσεων στην μητρική του γλώσσα, την αλβανική, εφόσον αυτή ομιλείται από τουλάχιστον 20% του πληθυσμού της χώρας (το αλβανικό στοιχείο ανέρχεται στο 27% του συνολικού πληθυσμού της γειτονικής χώρας). Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο, ο οποίος έρχεται ως συνέχεια των σχετικών νόμων που ψηφίστηκαν μετά τη Συμφωνία της Αχρίδας το 2001, σε όσους δήμους της Βόρειας Μακεδονίας κατοικούν και μειονότητες, που αποτελούν τουλάχιστον το 20% των κατοίκων του κάθε δήμου, τότε θα πρέπει όλες οι επιγραφές, τα δημόσια έγγραφα κλπ. να αναγράφονται, εκτός από τα Σλαβομακεδονικά, που είναι η επίσημη γλώσσα, και στις μειονοτικές γλώσσες του κάθε δήμου.

Έτσι, στους αλβανόφωνους δήμους στο Τέτοβο, στο Γκόστιβαρ, στα βορειοδυτικά της χώρας, αλλά και σε μικρότερους δήμους στην πρωτεύουσα Σκόπια, τα Αλβανικά είναι επίσημη γλώσσα. Υπάρχουν άλλοι δήμοι, διάσπαρτοι στη χώρα, όπου τα Τουρκικά είναι επίσημη γλώσσα, κι επίσης σε δήμους στα βορειοανατολικά, όπου διαβιεί η σερβική μειονότητα, είναι αντίστοιχα τα Σερβικά. Στη Βόρεια Μακεδονία υπάρχουν δήμοι, όπου η επίσημη γλώσσα είναι τα Βοσνιακά (στην ουσία Σερβο-Κροάτικα)τα Βλάχικα ή Αρωμούνικα και η γλώσσα των Ρομ (Τσιγγάνων). Όλες αυτές οι εθνοτικές ομάδες δεν έχουν μόνον τα επίσημα δημοτικά έγγραφα (και τις πινακίδες) μεταφρασμένα  στη γλώσσα τους, αλλά κι επίσης τα δικά τους σχολεία, όπου διδάσκονται τη μητρική τους γλώσσα,  τους δικούς τους ραδιοσταθμούς και τις πολιτιστικές εκδηλώσεις τους, που υποστηρίζονται και χρηματοδοτούνται σε σημαντικό βαθμό από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Ένα πολυεθνικό κράτος στα Βαλκάνια

Αυτό το μοντέλο του πολυεθνικού κράτους -κατάλοιπο αναμφίβολα από την πολιτική κληρονομία της πολυεθνικής ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας- υιοθετήθηκε αναγκαστικά από τα Σκόπια, ήδη από το 1991, προκειμένου να αποφευχθεί η διάλυση αυτής της μικρής πολυεθνικής χώρας, στην οποία πλειοψηφούν μεν οι Σλαβομακεδόνες (64% περίπου), αλλά όμως στο έδαφός της διαβιούν πολλές και ευάριθμες μειονότητες των Βαλκανίων. Σε αντίθεση με τις φιλοδοξίες των Σλαβομακεδόνων εθνικιστών, οι οποίοι επιθυμούσαν διακαώς η λεγόμενη “Δημοκρατία της Μακεδονίας” να αποτελέσει ένα “καθαρό” εθνικό κράτος, η εθνολογική και δημογραφική πραγματικότητα, σε συνδυασμό με τις γεωπολιτικές ισορροπίες,  οδήγησαν ώστε η γειτονική μας χώρας να αποκτήσει σταδιακά δομή πολυεθνικής χώρας.

Τόσο η Συμφωνία της Αχρίδας (2001), όσο και οι συνταγματικές αλλαγές του Ιανουαρίου 2019, που ήταν απόρροια της Συμφωνίας των Πρεσπών (12.6.2018), αποτέλεσαν καθοριστικά βήματα μετατροπής της Βόρειας Μακεδονίας κι επίσημα σε πολυεθνικό κράτος και όχι σε εθνικό κράτος αποκλειστικά των Σλαβομακεδόνων. Μαζί με τη Βοσνία & Ερζεγοβίνη, η οποία αποτελεί επίσημα, μετά τη Συμφωνία του Ντέιτον (1995), το κοινό κράτος Σέρβων, Μποσνιάκων (Σλάβοι Μουσουλμάνοι) και Κροατών, η Βόρεια Μακεδονία, αποτελεί πλέον κι επίσημα το κοινό κράτος των Σλαβομακεδόνων και των Αλβανώνμαζί με άλλες πέντε ευάριθμες μειονότητες, που απολαμβάνουν όλες τους τα εθνικά, θρησκευτικά, γλωσσικά και πολιτιστικά τους δικαιώματα, σε μια χώρα που μπορεί κι επίσημα να χαρακτηριστεί πολυεθνική.

Το εθνολογικό μωσαϊκό της Βόρειας Μακεδονίας

Με έκταση 25.333 τ.χλμ. και στριμωγμένη στα νοτιοκεντρικά Βαλκάνια, η Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας είχε το 2017 έναν πληθυσμό 2.084.367 κατοίκων (αυξημένο κατά 9.500 σε σχέση με το 2016). Με βάση την επίσημη στατιστική του 2002 σχετικά με την εθνικότητα, το 64,2% των κατοίκων της χώρας ήταν Σλαβομακεδόνες, το 25,2% Αλβανοί, το 3,86% Τούρκοι, το 2,66% Ρομά (Τσιγγάνοι), το 1,78% Σέρβοι, το 0,84% Μποσνιάκοι (Σλάβοι Μουσουλμάνοι), το 0,48%Αρωμούνοι (Βλάχοι) και το 1% διάφοροι (εκ των οποίων και 422 Έλληνες). Σχετικά με τη θρησκεία, το 61,6% των κατοίκων ήταν Ορθόδοξοι Χριστιανοί και το 36,6% ήταν Μουσουλμάνοι. Σχετικά με τη γλώσσα, τέλος, το 66,42% είχε ως μητρική του γλώσσα τη λεγόμενη Μακεδονική, που ανήκει στην οικογένεια των νοτιοσλαβικών γλωσσών, το 25,12 % την Αλβανική, το 3,55% την Τουρκική, το 1,9% τη γλώσσα των Ρομά, το 1,22 τη Σερβική, το 0,42% τη Μποσνιακή, το 0,35% τη Βλαχική, και το 1% διάφορες.

Αν και δεν έχει γίνει από τότε (2002) κάποια άλλη επίσημη στατιστική για να καταγράψει αναλυτικά την εθνολογική σύνθεση της χώρας, εντούτοις, με βάσεις τις καταγεγραμμένες δημογραφικές τάσεις, εκτιμάται πως το ποσοστό των Αλβανών πρέπει να έχει ανέλθει στο 27% (ή 570.000), ενώ των Σλαβομακεδόνων να έχει υποχωρήσει στο 62% (ή 1.300.000). Αντίστοιχα, ελαφρώς αυξημένο, είναι το ποσοστό των Ρομά, των Μποσνιάκων και των Βλάχων, ενώ μειωμένο εμφανίζεται το ποσοστό των Τούρκων και των Σέρβων κατοίκων της χώρας.

Σλαβομακεδόνες και Αλβανοί

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι δημογραφικές τάσεις, οι οποίες διαμορφώνουν μακροπρόθεσμα την εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού της Βόρειας Μακεδονίας. Οι Σλαβομακεδόνες, ενώ το 1948 αποτελούσαν το 68,5% του πληθυσμού της χώρας, σήμερα το ποσοστό τους ανέρχεται περί το 62% (μείωση 6,5 ποσοστιαίων μονάδων). Αντίστοιχα το ποσοστό των Αλβανών, ενώ το 1953 ήταν 12,5%, σήμερα ανέρχεται σε 27% (αύξηση 14,5 ποσοστιαίων μονάδων). Το εντυπωσιακό είναι πως οι Τούρκοι της χώρας, ενώ το 1953 αποτελούσαν το 15,6%, και ήταν η αριθμητικά δεύτερη εθνική ομάδα, σήμερα αποτελούν μόλις το 3,5%. Έτσι οι Αλβανοί από 165.000 περίπου το 1953 έφτασαν σήμερα στις 570.000 (ανεπίσημες εκτιμήσεις κάνουν λόγο ακόμη και για 700.000), ενώ οι Τούρκοι από 205.000 το 1953 έχουν περιοριστεί σήμερα στις 75.000 περίπου. Για τη συρρίκνωση του τουρκικού στοιχείου ευθύνεται η αθρόα μετανάστευση προς την Τουρκία, ενώ η εντυπωσιακή δημογραφική αύξηση του αλβανικού στοιχείου βασίζεται κυρίως στην αυξημένη γεννητικότητά του, σε σύγκριση με τους Σλαβομακεδόνες, αν και οι σχετικοί δείκτες συγκλίνουν τα τελευταία χρόνια.

Σκόπια: η πολυεθνικότερη πρωτεύουσα στα Βαλκάνια

Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί ο “εποικισμός’ κατά τις τελευταίες δεκαετίες της πρωτεύουσας από τους Αλβανούς της χώρας. Το 1953 κατοικούσαν στα Σκόπια μόλις 2.973 Αλβανοί, αριθμός που εκτοξεύθηκε στις 55.000 το 1994, μια αύξηση 1.710%! Βέβαια, αυτός ο επίσημος αριθμός δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, εφόσον υπάρχουν σημερινές εκτιμήσεις που ανεβάζουν τον αριθμό των Αλβανών στα Σκόπια στις 120.000, έναντι 350.000 Σλαβομακεδόνων και 80.000 άλλων (Σέρβοι, Τούρκοι, Ρομά, Βλάχοι, Μποσνιακοί, Βούλγαροι, Έλληνες κ.ά ). Κοντολογίς το 1/3 των κατοίκων των Σκοπίων δεν είναι Σλαβομακεδόνες, γεγονός που αρκεί για να χαρακτηριστεί ως η πολυεθνικότερη πρωτεύουσα των Βαλκανίων.

Ο ρόλος του αλβανικού στοιχείου στη Συμφωνία των Πρεσπών

Οι διαφορετικές δημογραφικές τάσεις των εθνοτικών ομάδων της Βόρειας Μακεδονίας και ειδικά οι αυξητικές τάσεις του αλβανικού στοιχείου σε σύγκριση με το σλαβομακεδονικό, που εμφανίζει τάσεις μείωσης, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην επίτευξη του συμβιβασμού της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ως γνωστόν η πλειοψηφία των Αλβανών της χώρας, τόσο οι κάτοικοι όσο και τα πολιτικά τους κόμματα και οι ηγέτες τους, τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία θα ανοίξει και τις Ευρω-ατλαντικές προοπτικές της Βόρειας Μακεδονίας. Χωρίς την ένθερμη υποστήριξη του αλβανικού στοιχείου και των κομμάτων τους, που συμμετέχουν στην κυβέρνηση μαζί με το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, είναι αμφίβολο αν ο μετριοπαθής πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ, έχοντας απέναντί του μια σκληρή εθνικιστική αντιπολίτευση υπό το VMRO-DPMNE, θα κατάφερνε να ξεπεράσει τις πιέσεις και τα εμπόδια και να ολοκληρώσει όλα τα βήματα για τις συνταγματικές αλλαγές και την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. То γεγονός αυτό ήταν σε γνώση της Αθήνας, που φρόντιζε να έχει πάντα διαύλους ανοικτούς με τα αλβανικά κόμματα της χώρας, η συμβολή των οποίων αποδείχθηκε καθοριστική για το πέρας της Συμφωνίας.

Το “υπαρξιακό άγχος” των Σλαβομακεδόνων

Αποτελεί κοινό μυστικό πως το “υπαρξιακό άγχος” των Σλαβομακεδόνων είναι μήπως  οι ρυθμοί γεννητικότητας του αλβανικού στοιχείου τους υποσκελίσουν δημογραφικά και τους καταστήσουν απλώς μια κοινότητα ανάμεσα στις άλλες και όχι την κυρίαρχη εθνότητα της χώρας, όπως είναι ως σήμερα. Είναι γεγονός πως το αλβανικό στοιχείο αυξάνεται ταχύτερα, αλλά όχι πλέον ξέφρενα, όπως γινόταν μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ενδεικτικά το 1994 το 49,88% των νέων γεννήσεων στη χώρα ήταν από Σλαβομακεδόνες, ενώ το 35,86% ήταν από Αλβανούς, που αποτελούσαν  τότε το 22,5% των κατοίκων. Το 2017 τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 51,76% για τους Σλαβομακεδόνες και 34% για τους Αλβανούς. Παρατηρείται δηλαδή μια ελαφριά ενίσχυση της γεννητικότητας του Σλαβομακεδονικού στοιχείου και μια σημαντική μείωση των γεννήσεων του αλβανικού στοιχείου. Σε απόλυτους αριθμούς, ενώ το 1994 γεννιόντουσαν 12.000 Αλβανόπουλα ετησίως, ο αριθμός αυτός έπεσε το 2017 στα 7.400, δηλαδή μια μείωση 4.600 ετησίως.

Στη δε α’ τάξη του δημοτικού σχολείου το 32% των μαθητών είναι Αλβανοί, το 56% Σλαβομακεδόνες και το 12% των μαθητών ανήκει στις υπόλοιπες μειονότητες. Οι δημογραφικοί δείκτες πάντως δείχνουν πως η γεννητικότητα του αλβανικού στοιχείου συγκλίνει από το το 1990 και μετά με εκείνη του σλαβομακεδονικού, ενώ η μετανάστευση προς το εξωτερικού μαστίζει εξίσου και τις δύο κοινότητες. Αυτό σημαίνει πως οι φόβοι ότι “οι Αλβανοί θα γίνουν η πλειοψηφία στη Μακεδονία”, που διακήρυττε ο Νίκολα Γκρουέφσκι και οι εθνικιστές του VMRO ξεσηκώνοντας υπαρξιακούς φόβους της σλαβομακεδονικής πλειονότητας, αποδεικνύονται στην πράξη ανεδαφικοί. Η αύξηση του αλβανικού στοιχείου βαίνει διαρκώς μειούμενη και είναι ζήτημα αν κάποια στιγμή, κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες, οι Αλβανοί της Βόρειας Μακεδονίας φτάσουν το 30-32% του πληθυσμού της χώρας (από 27% σήμερα), πριν αρχίσουν να μειώνονται στα μέσα του 21ου αιώνα.

Τόρμπεσι και Γκόρανι: οι παράξενοι Σλάβοι Μουσουλμάνοι της Βόρειας Μακεδονίας

Τέλος, ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί και η ύπαρξη ορισμένων παράξενων και σπάνιων  μειονοτήτων της Βόρειας Μακεδονίας, όπως είναι οι Τόρμπεσι και οι Γκόρανι, που εμπλουτίζουν ακόμη περισσότερο το εθνολογικό μωσαϊκό της. Οι Τόρμπεσι/Torbesi (40.000 περίπου), το όνομα των οποίων σημαίνει “αυτοί που κουβαλούν σακίδιο”  (Φουνδαϊτες), χαρακτηρίζονται και ως μουσουλμάνοι Σλαβομακεδόνες (αρκετοί μάλιστα είναι Μπεκτασί και όχι Σουνίτες), και κατάγονται από Ορθόδοξους Σλαβομακεδόνες αλλά και από αιρετικούς Παυλικιανούς, ακαθόριστης καταγωγής, των Βαλκανίων, οι οποίοι προσχώρησαν στο Ισλάμ κατά τους αιώνες της οθωμανικής κατάκτησης και συνεχίζουν να μιλούν Σλαβομακεδονικά.

Οι δε Γκόρανι/Gorani ή Γκόραντσι, που αριθμούν περί τις 10.000 και ζουν στα βορειοδυτικά της χώρας, στα σύνορα με την περιοχή Γκόρα του Κοσόβου και την Αλβανία, κατάγονται από ορεσίβιους Σλάβους, πιθανότατα βογομιλικής ή πομακικής καταγωγής, που μετανάστευσαν εδώ από την περιοχή της Ροδόπης και εξαναγκάστηκαν να προσηλυτιστούν στο Ισλάμ μόλις τον 18ο αιώνα, μετά τις τουρκικές σφαγές και διώξεις των χριστιανών του Κοσόβου τη δεκαετία του 1770. Η δε γλώσσα τους δεν είναι Σλαβομακεδονική, αλλά ανήκει στην Τορλακική, νότια διάλεκτο της Σερβικής γλώσσας. Οι Γκόρανι, που είναι φημισμένοι ζαχαροπλάστες σε όλα τα Βαλκάνια, από τη Θεσσαλονίκη (βλέπε ζαχαροπλαστείο “Χατζής”) μέχρι τη Λιουμπλιάνα, ως πρώην Ορθόδοξοι Χριστιανοί έχουν διατηρήσει πλήθος χριστιανικών στοιχείων και πεποιθήσεων, γιορτάζοντας τον Άγιο Γεώργιο (Τζούρτζβνταν, 6 Μαίου), καθώς και τη “Σλάβα” (οικογενειακή ονομαστική εορτή), που είναι χριστιανικό έθιμο ευρύτατα δεδομένο στους Σέρβους. Οι δύο αυτές, τόσο ιδιαίτερες εθνο-θρησκευτικο-γλωσσικές ομάδες  της Βόρειας Μακεδονίας, έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον αρκετών εθνολόγων και ανθρωπολόγων, καθώς αποτελούν άλλη μια ζωντανή απόδειξη ότι τα Βαλκάνια υπήρξαν ανά τις χιλιετίες μια γέφυρα και ταυτόχρονα ένα χωνευτήρι και μια περιοχή συμβίωσης και αλληλεπίδρασης διαφορετικών πολιτισμών και δημιουργικής σύνθεσης μεταξύ τους.

* Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.

AΠΟ ΤΟ TVXS