Η τεχνητή πολιτική κρίση για να επιστρέψουν ΝΔ και διαπλοκή, το Σύνταγμα και μια παγίδα στον Τσίπρα

Του Γ. Λακόπουλου

Η παρουσία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματός του είχε ενδιαφέρουσες επισημάνεις εκ μέρους του. Αλλά έλειπε η βασικότερη: ευκόλως διακρινόμενοι κύκλοι προσπαθούν δημιουργήσουν συνθήκες πολιτικής κρίσης. Πρώτα για να πέσει η κυβέρνηση άμεσα και στη συνέχεια για να καταστεί αδύνατη στο μέλλον η επανεκλογή πρωθυπουργών που θα ελέγχονται από το κατεστημένο και τη αιχμή του: τη διαπλοκή.  

Ο Μάκης Βορίδης δεν πέταξε στον αέρα ότι μια ενδεχομένη κυβέρνησης Μητσοτάκη θα αποτρέψει «με θεσμικές παρεμβάσεις «την επανάληψη διακυβέρνησης της Αριστεράς -σε όλες τις μορφές της».  Εκφράζει μια «ελίτ»- εμπλουτισμένη προς το… χειρότερο με συμπεριφορές υποκόσμου- που θέλει επιστροφή στο «μοντέλο Σημίτη» και αποτάσσεται πολιτικούς σαν τον Τσίπρα, τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και τον Κώστα Καραμανλή.

Αν ο Αλέξης Τσίπρας ανατρέξει στην πολιτική ιστορία της χώρας κατά τον προηγούμενο αιώνα, θα το διαπιστώσει. Είτε για την εδραίωση, είτε για την επιστροφή της Δεξιάς  ήταν συνήθης πρακτική η δημιουργία πολιτικ΄βν κρίσεων- ειδικά εκλογικά συστήματα, νοθείες και βία- έστω και αν οδηγούσε σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Το τελευταίο παράδειγμα είναι η δεκαετία του ’60 και η απόληξή της- με πρωταγωνιστή και τότε έναν Μητσοτάκη.

Ο Πρωθυπουργός εντόπισε -όπως προκύπτει από την εισήγηση του στο κομματικό όργανο- -κάποια στοιχεία ανωμαλίας και τα περιέγραψε.  Ένα από αυτά είναι η ώσμωση του κεντρικού πολιτικού φορέα της συντηρητικής παράταξης  -της ΝΔ με τη σημερινή ηγεσία της- με την Ακροδεξιά. Όχι μόνο με πρόσωπα, που παρεισέφρησαν από καιρό τις γραμμές της, αλλά και με τις ακραίες ιδέες και με τις πολιτικές που υιοθετεί.

Ένα άλλο είναι η ακραία εργαλειοποίηση του συστήματος ενημέρωσης, παρά την διευθέτηση του τηλεοπτικού τοπίου. Και αντίστοιχη εργαλειοποίηση προκύπτει στη λειτουργία του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, που έχει εγκαταλείψει εξ αρχής την ανεξαρτησία που επικαλείται και λειτουργεί σαν πολιτικός αντίπαλος στης κυβέρνησης -υπέρ της  ΝΔ, με την οποία διατηρεί στενές επαφές.

Υπάρχει επίσης και η μόνιμη αναφορά του πρωθυπουργού στη συμπόρευση του Κυριάκου Μητσοτάκη με δυνάμεις που όχι μόνο πολέμησαν λυσσαλέα τις κυβερνήσεις της ΝΔ υπό τον Κώστα Καραμανλή, αλλά και ανέτρεψαν την κυβέρνηση του πατέρα  του.

Τα «διαπλεκόμενα συμφέροντα», οι μιντιάρχες, οι ακραίοι εθνικιστικοί κύκλοι, η ελίτ του Κατεστημένου -δυστυχώς και η         κεντρική τράπεζα- είναι είναι σήμερα στυλοβάτες  της αξιωματικής αντιπολίτευσης που διολισθαίνει στα δεξιά. Οι μετριοπαθείς κεντροδεξιοί στον κοινωνικό χώρο, την οικονομία και τον επιχειρηματικό κόσμο και η ευρύχωρη καραμανλική πτέρυγα εντός της ΝΔ, ανησυχούν και κρατούν αποστάσεις.

Ο Καμμένος ως μέρος της κρίσης

Ο Πρωθυπουργός ωστόσο δεν αναφέρθηκε ευθέως στην πολιτική κρίση που δημιουργείται τεχνητά  εναντίον της κυβέρνησής του. Δεν μίλησε για κυοφορούμενη εκτροπή ή πολιτική ανωμαλία. Ίσως γιατί θα έπρεπε να εντάξει σ’ αυτό το πλαίσιο και τη συμπεριφορά του υπουργού Άμυνας, που μεταφέρει την κρίση μέσα στην κυβέρνηση.

Παρότι πλέον δεν παραμένει ανενόχλητος από κομματικά και κυβερνητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, η αποδοκιμασία του από τον Πρωθυπουργό για τα καμώματά του στις ΗΠΑ είχε περισσότερο με την έννοια της νουθεσίας παρά ήταν προειδοποίηση «ως εδώ και μη παρέκει». Την οποία νουθεσία ο Καμμένος αγνόησε με τη προκλητική εμφάνιση του στην ΕΡΤ την επόμενη. Ξηλώνει το πρωθυπουργικό προφίλ ακάθεκτος. Και το σύνδρομο του σκορπιού αναδύεται στον αγροίκο πολιτικό σχεδιασμό του όλο και περισσότερο.

Ωστόσο στον ΣΥΡΙΖΑ έχει αρχίσει η διαδικασία αποσυγκόλλησης από τον Καμμένο, χωρίς αυτό να περιλαμβάνει απαραίτητα ολόκληρη την κοινοβουλευτική ομάδα των ΑΝΕΛ. Όλο και περισσότερα στελέχη με όλο και πιο καθαρό τρόπο σημειώνουν ότι οι λόγοι της αναγκαστικής σύμπραξης μαζί του εξέλιπαν. Χωρίς να το καταλαβαίνει, το περιγράφει και ο ίδιος.

Θα μπορούσε να έχει υπάρξει ήδη συναινετικό διαζύγιο. Αλλά η ελεεινή συμπεριφορά του έναντι του Τσίπρα και  υπουργών προεξοφλεί βίαιο τέλος. Ίσως αυτό επιδιώκει παραβιάζοντας όλες τις κόκκινες γραμμές στη σχέση μέλους του υπουργικού συμβουλίου με τον Πρωθυπουργό.

Ο Τσίπρας διστάζει

Πολιτικοί παρατηρητές σημειώνουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας προσπαθεί να παρατείνει την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνησή του, λόγω Καμμένου, μερικούς μήνες ακόμη. Οι λόγοι ποικίλουν. Επηρεάζεται από κομματικές τάσεις που δεν επιθυμούν ρήξη με τον Καμμένο. Κυρίως γιατί κάποιοι αρνούνται να ενταχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στους Ευρωσοσιαλιστές  και αρκούνται στη δημιουργία “μετώπου”μαζί τους.

Επιπροσθέτως ο Πρωθυπουργός δείχνει να μην εμπιστεύεται τις εκτιμήσεις για την ύπαρξη νέας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που θα στηρίξει την κυβέρνησή του. Σ’ αυτό φαίνεται να τον έχει επηρεάσει η διακοπή των διαβουλεύσεων με τον Σταύρο Θεοδωράκη. Παρότι έγινε με υπαιτιότητα της δικής του πλευράς. Ο Σταύρος ήταν έτοιμος και απλώς ήθελε κάποιες εξασφαλίσεις για τους  βουλευτές του- όσους δεν θα πάνε στη ΝΔ.

 Πρόσωπα με καλή ενημέρωση, προσκείμενα στην κυβέρνηση θεωρούν ότι για άλλους λόγος ο  Πρωθυπουργός δεν ρίχνει το σύνθημα «Καμμένος τέλος, πάμε στη Βουλή για νέα δεδηλωμένη», ώστε να αξιοποιήσει με μια νέα -πλήρους δημοκρατικής σύνθεσης-κυβέρνηση της ωρίμανσης της πολιτικής του:

Η οικονομία θα κλείσει το 2018 με καλές επιδόσεις και καλύτερες προοπτικές για το 2019. Οι  ενδεχόμενες εξελίξεις από τις έρευνες της Δικαιοσύνης για τα ερευνώμενα σκάνδαλα θα φέρουν σε δύσκολη θέση τον Μητσοτάκη και τη Γεννηματά. Οι εκ του σύνεγγυς διεργασίες με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι συνεχίζονται με τη συνδρομή των Ευρωσοσιαλιστών.

Η απογοήτευση στον χώρο της Δεξιάς για τις κακές επιδόσεις Μητσοτάκη και ο φόβος για σκελετούς στις ντουλάπες είναι ορατή. Η στήριξη του διεθνούς παράγοντα προς τον Τσίπρα είναι οφθαλμοφανής, όπως είναι η δυσφορία για τον Κυριάκο, ειδικά μετά τις μετά τις θέσεις του στο Μακεδονικό. Με άλλα λόγια υπάρχουν προϋποθέσεις για πολιτική αντεπίθεση, αλλά και «για την πρώτη θέση» όπως είπε ο Σκουρλέτης στην ΚΕ.

Η μετακίνηση στην προεδρία

Παρόλα αυτά ο Αλέξης Τσίπρας φέρεται σαν κάποιος που βλέπει τα τρένα να περνούν. Και, επειδή κανείς δεν αρνείται ότι είναι πολιτικός με ισχυρή βούληση και προσήλωση στους στόχους του, η εθελούσια παράταση της προβληματικής εικόνας που εμφανίζει η κυβέρνηση έχει άλλη εξήγηση: ο Πρωθυπουργός κάτι περιμένει.

Αυτό είναι η εκκίνηση της διαδικασίας για την αναθεώρηση του Συντάγματος, που θα ανακοινωθεί οσονούπω. Φαίνεται ότι είναι καλή ιδέα, αλλά ακριβώς σ’ αυτή τη διαδικασία κρύβεται η παγίδα στην οποία είναι έτοιμος να πέσει.

Η αναθεώρηση, έτσι όπως σχεδιάζεται, δεν θα έχει ως αιχμή θέματα όπως ο διαχωρισμός κράτους- Εκκλησίας, το καθεστώς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι δομικές αλλαγές στα ανώτατα δικαστήρια, οι θεσμικοί εκσυγχρονισμοί που χρειάζεται διοίκηση και το πολιτικό σύστημα αλλά κάτι ειδικό: την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό, που θα προβληθεί ως δημοκρατική τομή.

Κάποιοι παράγοντες -χωρίς να διευκρινίζουν αν πρόκειται για εκτίμησή τους ή για πληροφορίες που έχουν- αποδίδουν αυτό τον σχεδιασμό σε επιδίωξη του Αλέξη Τσίπρα να καταλάβει ο ίδιος τον προεδρικό θώκο. Αφού συμβάλει στην περιβολή του με τη λαϊκή ψήφο και στον εξοπλισμό του με εξουσίες και αρμοδιότητες -περισσότερο και από όσες είχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με το Σύνταγμα του 1975 -που δεν ενεργοποίησε ποτέ.

Μια τέτοια εξέλιξη, όμως, θα φέρει αναστάτωση στο δημόσιο βίο. Καθώς είπε πρόσφατα ο πολύπειρος Γιάννης Βαρβιτσιώτης -που έχει ασχοληθεί επισταμένως με το Σύνταγμα: “Αυτό συνιστά αλλαγή πολιτεύματος». 

Αν ο Πρόεδρος και ο Πρωθυπουργός εκλέγονται από το ίδιο σώμα, η χώρα θα έχει εξ ορισμού διαρχία και οι κυβερνήσεις θα αχρηστεύονται: ο Πρόεδρος θα έχει συνταγματικά προνόμια που θα καλύπτουν τις παρεμβάσεις του και θα προέρχεται κατά κανόνα από την αντιπολίτευση, αφού ο εκάστοτε κυβερνητικός υποψήφιος θα καταψηφίζεται. Καθεστώς δυο πόλων εξουσίας είχε η χώρα το 1965…

 Δεν ξέρουμε αν πράγματι ο Αλέξης Τσίπρας άρχισε να πιστεύει ότι μπορεί να παραμείνει στο τιμόνι της χώρας, όχι ως εκλεγμένος πρωθυπουργός, αλλά ως υπερισχυμένος αρχηγός του κράτους – μετακινούμενος ίσως από το ένα αξίωμα στο άλλο, αλά Πούτιν. Αν ισχύει, στήνεται μια παγίδα στην οποία πρώτα θα πέσει μέσα ο ίδιος. Αυτό το εγχείρημα απαιτεί προϋποθέσεις που δεν υπάρχουν σε ό,τι τον αφορά. Είναι σα να βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο.

Την ίδια στιγμή περνάει μια θηλιά στο λαιμό της Κεντροαριστεράς. Καθώς αυτή τη στιγμή είναι ο  φυσικός επικεφαλής της, αν την εγκαταλείψει την καταδικάζει να επιστρέψει στο περιθώριο και το πολιτικό σύστημα σε πισωγύρισμα. Όσοι δεν το αντιλαμβάνονται στο περιβάλλον του, ας ανατρέξουν στην Ιστορία.

Ο φυσικός ρόλος του Αλέξη Τσίπρα είναι να ανασυγκροτήσει τον αντιδεξιό χώρο με τη συνεργασία όλων των δυνάμεων του και να τις οδηγήσει στην επόμενη εκλογική μάχη με ένα πρόγραμμα που θα επιταχύνει τη μεταμνημονιακή πορεία της χώρας για έξοδο από την κρίση και θα κατοχυρώσει το δημοκρατικό προσανατολισμό του θεσμικού της οικοδομήματος, με τρόπο που δεν θα είναι αναστρέψιμος, όταν θα προκύψει στο μέλλον πολιτική αλλαγή.

Αυτό θα συμβεί κάποια στιγμή. Αλλά είναι προς το συμφέρον της χώρας να διαμορφωθεί μια σύγχρονη ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά που θα αναγκάσει σε αντίστοιχο εκσυγχρονισμό και την Κεντροδεξιά -που θα τη διαδεχθεί, όταν αποφασίσουν οι πολίτες.