Θα γίνει πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης; -Βασισμένο σε αληθινή ιστορία

Του Νίκου Λακόπουλου

Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατάφερε να αποσπάσει την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας από τον «βέβαιο” Βαγγέλη Μεϊμαράκη ως αουτσάιντερ με μικρά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις είναι γιατί την κατάλληλη στιγμή ψήφισε το σύμφωνο συμβίωσης. Έδειξε τότε πως είναι ένας νέος πολιτικός που μπορεί να εκσυγχρονίσει πρώτα-πρώτα το κόμμα του και να αντιμετωπίσει τον Αλέξη Τσίπρα με μοναδικό του προσόν πώς είναι ο νεώτερος πρωθυπουργός –από την εποχή του …Επαμεινώνδα Δεληγιώργη.

Πιθανόν ο  αναπάντεχος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έχει υπόψη του τι συνέβη με την “βέβαι用πρωθυπουργό Ντόρα Μπακογιάννη –και αδελφή του. Ένας καθαρός δεξιός ο Αντώνης Σαμαράς- αν και “αποστάτης”- που ίδρυσε άλλο κόμμα, επέστρεψε στην Νέα Δημοκρατία και της πήρε την προεδρία μέσα από τα χέρια της –και την πρωθυπουργία.

Η ‘πλατειά” Νέα Δημοκρατία που ονειρευόταν η σχεδόν κεντρώα Ντόρα Μπακογιάννη δεν έπεισε την βάση του κόμματος που ήθελε ένα πιο “καθαρό δεξιό κόμμα”. Της το προσέφερε ο άλλοτε αβερωφικός Σαμαράς –που μπορούσε να κάνει και πολιτικές “υπερβάσεις” με την Πολιτική Άνοιξη, να συνεργάζεται με την ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ στην ίδια κυβέρνηση και ταυτόχρονα να κάνει υπουργούς- και στελέχη της Νέας Δημοκρατίας- τον Άδωνι Γεωργιάδη και τον Μάκη Βορίδη- που παρέλαβε ο Κυριάκος περίπου ως υπαρχηγούς του κόμματος.

Το πρόβλημα με τον Αντώνη Σαμαρά –και το ποσοστό που πήρε- ήταν πως αν και έγινε πρόεδρος –και πρωθυπουργός- δεν έγινε ποτέ ηγέτης. Είχε την ευκαιρία να ηγηθεί ενός μεγάλου -εθνικού μετώπου- αλλά παρέμεινε ο «καθαρός» δεξιός που μπορούσε να συνεργάζεται με τον Ανδρέα Λεντάκη, τον Φώτη Κουβέλη –ως ένα σημείο- και τον Ευάγγελο Βενιζέλο.

Σε επίπεδο συμβολισμών ο Αλέξης Τσίπρας εξέφρασε το μέλλον κι έναν ηγέτη που επιμένει στις αρχές του –κι ας χάσει. Σ΄αυτό το επίπεδο ο άτολμος Κυριάκος –που θέλει να είναι “μεταρρυθμιστής”- μπορεί μέσα σε μια μέρα και νάχασε την πρωθυπουργία.

Αυτό είναι ένα πρόβλημα που αντιμετώπισε τόσο ο Κων. Καραμανλής- με την …»σοσιαλιστική ψυχή»- και ο Ανδρέας Παπανδρέου που γνώριζε καλά πως πάνω από το ένα τρίτο των ψηφοφόρων που του έδωσαν 48% προέρχονταν από τη Δεξιά και την Ακροδεξιά- χάρη στην πατριωτική ρητορική του.

Κανένας δεν μπορεί να γίνει ηγέτης αν η ακτινοβολία του δεν υπερβαίνει τα όρια του κόμματός του. Πολύ περισσότερο αν δεν εκφράζει- όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης- το όλον της «πολυκατοικίας» του. Στην πραγματικότητα όχι μόνο στην Ελλάδα ένας ηγέτης πρέπει να βρει τρόπο- μέσα από τις αντιφάσεις του- να εκφράσει ένα, δύο τρία πολιτικά ρεύματα- δηλαδή κοινωνικές δυνάμεις.

Ήταν η περίφημη στρατηγική της εθνικής λαϊκής ενότητας του Ανδρέα Παπανδρέου- που εξέφραζε τον «μη προνομιούχο», ένα ταξικό μπλοκ που σε πολιτικό επίπεδο εκτείνονταν από τον αριστερισμό ως την πατριωτικό δεξιά με ένα μοναδικό τρόπο: δεν ήταν κεντρώος ο Ανδρέας Παπανδρέου –που θεωρούσε την σοσιαλδημοκρατία …δεξιά και όργανο του κατεστημένου. Αντιλαμβανόταν την πολιτική της μεσότητας όχι σαν ουδέτερη, άχρωμη και …άγευστη πολιτική αλλά ως το σημείο που κέντρο- η πολιτική του σωστού δρόμου- δεν είναι η αλληλοεξουδετέρωση, αλλά η πολιτική ένωση των άκρων- με σαφές “δημοκρατικό” –δηλαδή “αριστερό” πρόσημο.

Στη πράξη αυτό σημαίνει ριζοσπαστισμό, ρηξικέλευθες αποφάσεις και πολιτική που έρχεται από το μέλλον με διαφορά χρόνου από τις τρέχουσες εξελίξεις. Ο επόμενος ηγέτης δεν μπορεί να είναι προϊόν λογογράφων, ούτε να διαβάζει δημοσκοπήσεις, αλλά να τις ανατρέπει για ένα απλό λόγο: αν ο ηγέτης εκφράζει τις τρέχουσες απόψεις και ιδέες έχει χάσει το παιχνίδι του χρόνου. Ιδιαίτερα αν είναι πλασιέ ιδεών και προτάσεων «δοκιμασμένων» στην κοινωνία- που αλλάζει διαρκώς με ραγδαίο, αλλά και υπόγειο τρόπο.

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλοι οι μεγάλοι ηγέτες στην Ελλάδα συγκρούστηκαν με την κοινή γνώμη και συχνά βρέθηκαν στην εξορία ή την αυτοεξορία και δεν βγήκαν βουλευτές σε δυο περιπτώσεις: του Ελ. Βενιζέλου και του Χαρίλου Τρικούπη- που πέρασε και από την φυλακή, πριν γίνει πρωθυπουργός. Αυτό σημαίνει απλά γιατί ένας ηγέτης δεν ακολουθεί τον λαό, αλλά τον οδηγεί, τον πλάθει και του αλλάζει ιδέες- εκπροσωπώντας πάντα το μέλλον.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι του Ελ. Βενιζέλου που μπορεί να θεωρηθεί και ιδρυτής του νεώτερου ελληνικού κράτους- με τα σημερινά σύνορά του. Δεν ανήκε στην Αριστερά ή την Δεξιά της εποχής του. Εκροσωπούσε ένα “αστικό καθεστώς” που ο ίδιος δημιουργούσε –γεννώντας κυριολεκτικά κοινωνικές τάξεις που πριν δεν υπήρχαν. Ήταν ο μαιτρ των συμμαχιών, αλλά και των ρήξεων, με πρώτη αυτή με τον Βασιλιά, αν και ήταν υπέρ της βασιλευόμενης, αλλά δημοκρατίας.

Κανένας δεν μπορεί να κάνει ρήξεις υπέρ του μέλλοντος αν δεν διχάσει -προσωρινά- τον λαό- που τελικά ο Ελ. Βενιζέλος, μετά θάνατο, μάλλον ενώνει. Ο αμφισβητούμενος Ανδρέας Παπανδρέου, μαιτρ της πολιτικής μεταμόρφωσης με μια τραβεστί πολιτική γλώσσα, ήταν αυτός που αναγνώρισε την Αντίσταση- του ΕΑΜ- στο πλαίσιο της εθνικής συμφιλίωσης. Ήταν αυτός που οδήγησε για πρώτη φορά την Αριστερά στην εξουσία. Αμφισβητείται από το κόμμα του, αλλά σπεύδει η Δεξιά και η Αριστερά- όπως έκανε ο Τσίπρας με το άρθρο του να τον αποκαταστήσει.

Προφανώς ηγέτης –αν ήταν …ντι-τζέι- είναι αυτός που παίζει σήμερα τη μουσική που θ’ ακούνε όλοι αύριο. Δεν είναι αυτός που αναμασά γλυκά την ιστορία του πατέρα του και δεν θα γίνει ποτέ αν δεν τον …αμφισβητήσει –όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ή όπως ο Κων. Καραμανλής που αν μελετήσει κανείς την πορεία του βλέπει πως προέρχεται από την  Δεξιά με την οποία συγκρούεται- είτε είναι Ακροδεξιά, είτε Παρακράτος, είτε Παλάτι.

Τελικά συμπεραίνουμε πως ο ηγέτης κρίνεται από το πόσο θα πείσει τον Άλλον- θα διεισδύσει στο χώρο του αντιπάλου του και θα κριθεί από κείνον. Αν όλα αυτά ισχύουν διαχρονικά θα πρέπει να μεταφερθούμε στη σημερινή εποχή όπου κατά γενική ομολογία δεν έχουμε τέτοιους ηγέτες. Ή μπορεί να έχουμε και δεν το έχουμε ανακαλύψει ακόμα. Δηλαδή για να αποτιμήσουμε το παρόν θα πρέπει να μεταφερθούμε στο μέλλον.

Μέσα σε δέκα χρόνια η σύνθεση του εκλογικού σώματος θα αλλάξει καθώς περίπου ένα εκατομμύριο πολίτες θα έχουν αποχωρήσει από τον μάταιο τούτο κόσμο. Μια νέα μάζα ψηφοφόρων, μικρότερη και με άλλη εκλογική συμπεριφορά που σήμερα είναι από 17 έως …8 χρονών θα έχει αλλάξει ριζικά το πολιτικό σκηνικό.  Περίπου ένα εκατομμύριο μετανάστες  τα επόμενα χρόνια θα έχουν ενσωματωθεί στην Ελλάδα με πολιτικά δικαιώματα και ίσως δημαρχιακές ή υπουργικές θέσεις.  Μερικά από τα παιδιά που σηκώνουν σήμερα τις σημαίες στις μαθητικές παρελάσεις θα είναι έλληνες πολιτικοί, σύμβουλοι, συνδικαλιστές.

Η τελευταία μάχη στη βουλή- για το νομοσχέδιο για την αλλαγή φύλου- ήταν μια παγίδα του Αλέξη Τσίπρα στην οποία έπεσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Έσπευσε να καλύψει τα νώτα του- προς τα Δεξιά- κι έχασε την ευκαιρία να αποδείξει πως είναι ηγέτης. Πως εκφράζει το μέλλον κι όχι το παρελθόν.

Τα σημερινά κόμματα θα έχουν εξαφανισθεί ή θα έχουν αλλάξει, αλλά οι δυνάμεις που τα υποστηρίζουν με μια άλλη σύνθεση, αλλά και νέα στρώματα, θα υπάρχουν. Δεν είναι μόνο τα κόμματα που πεθαίνουν. Είναι ολόκληρα στρώματα που εξαφανίζονται και νέα που δημιουργούνται καθώς η κρίση της τελευταίας εξαετίας εξαφάνισε μια ολόκληρη τάξη, δημιούργησε νέους φτωχούς, αλλά και νέους πλούσιους. Τελικά, όσο κι αν αυτή η άποψη υφίσταται κριτική- τα πολιτικά κόμματα κατά βάση εκπροσωπούν αν όχι ακριβώς τάξεις- τουλάχιστο κοινωνικές δυνάμεις.

Η εντύπωση που δόθηκε τα τελευταία χρόνια με τις έρπουσες εξεγέρσεις των Αγανακτισμένων για ανατροπή του πολιτικού σκηνικού σήμερα υποχωρεί καθώς οδηγούμαστε σε ένα διπολισμό που αναζητά τους ηγέτες που θα τον διαμορφώσουν. Η σημερινή συγκυρία μοιάζει πολύ με την μεταπολεμική Ελλάδα του ’50 με πολλά κόμματα της ίδιας παράταξης να κατεβαίνουν χωριστά ώσπου να ενωθούν υπό τον Παπάγο, τον Καραμανλή ή τον Γεώργιο Παπανδρέου.

Καλώς ή κακώς ο κλήρος έπεσε στον Αλέξη Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη- που έχουν ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει την ελληνική πολιτική σκηνή. Από την εποχή του Βενιζέλου ή του Κων. Καραμανλή- ενός λαϊκού παιδιού από τις Σέρρες- ή του Ανδρέα Παπανδρέου –που δεν είναι καν στην Ελλάδα- ο επόμενος ηγέτης δεν βρίσκεται ανάμεσα σε όσους κάθονται στο πολιτικό τραπέζι και περιμένουν- όπως η Ντόρα Μπακογιάννη ή ο Ευ. Βενιζέλος- να γίνουν πρωθυπουργοί.

Ο Αλέξης Τσίπρας είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του “απέξω” που μέσα σε λίγα χρόνια έγινε από καταληψίας και διαδηλωτής κατά της παγκοσμιοποίησης, πρωθυπουργός που σέβεται η Μέρκελ, ο Ομπάμα, ο Μακρόν ή ο …Ραούλ Κάστρο. Η χαμηλή του πολιτική παιδεία- σε σχέση με άλλους ηγέτες κομμουνιστικών κομμάτων- αντισταθμίζεται από μια πολιτική ταχτική –με στοιχεία πολιτικού κυνισμού- που δεν έφερε τον ίδιο από τα Εξάρχεια στο  Μέγαρο Μαξίμου, αλλά κι ένα κόμμα του 4% στην κυβέρνηση.

Στην πραγματικότητα ο “Αλέξης” δεν αλλάζει μόνο το πολιτικό σκηνικό- διαλύοντας ένα πανίσχυρο κόμμα του 48%- αλλά αλλάζει και ο ίδιος. Είναι ένας πολύ νέος πολιτικός σε μια χώρα που για να γίνει βουλευτής έπρεπε νάχεις περάσεις τα σαράντα. Κυρίως είναι ένας θρασύς κι αδίστακτος “νεαρός” που γνωρίζει την τέχνη να διεισδύει στο χώρο του αντιπάλου. Ένας άθεος που αγαπά και τον …αγαπά ο Θεός. Που γνωρίζει να διαβάζει τη συγκυρία και πώς δεν μπορείς να είσαι ηγέτης αν δεν κάνεις ρήξεις –τομές, ανατροπές-, αν δεν αλλάξεις ο ίδιος.

Προφανώς ο στόχος του Αλέξη Τσίπρα δεν είναι πλέον να είναι ηγέτης της Αριστεράς, ούτε της δημοκρατικής παράταξης. Είναι να γίνει εθνικός ηγέτης που διεισδύει σε ένα δεξιό ακροατήριο- με το όραμα της Ελλάδας που βγαίνει από τα μνημόνια και προχωρά στην ‘Ανάπτυξη”. Ποιος θυμάται πια τα λιμάνια που δεν θα πουληθούν, τον ΟΤΕ που δεν έπρεπε να ιδιωτικοποιηθεί και το κίνημα “Δεν πληρώνω;”

Με ένα τρόπο που θυμίζει τον Ανδρέα Παπανδρέου ο Αλέξης Τσίπρας πρώτα διέλυσε το κόμμα του. Η νέα πολιτική του ρητορική δεν αφορά την έκφραση μια κοινωνικής διαμαρτυρίας, αλλά τη δημιουργία ενός νέου καθεστώτος. Αυτό δείχνουν οι παρεμβάσεις του σε θέματα θεσμών, η επιμονή του σε μια ταξική ανάλυση της κοινωνίας και η προσπάθεια του να αφοπλίσει ιδεολογικά τον αντίπαλό του.

Ένα πρωί, όπως ξύπνησε το μισό ΠΑΣΟΚ και είδε πως ο νέος ηγέτης του υπάρχει και προέρχεται από άλλο κόμμα, θα ξυπνήσει και η Δεξιά με έναν νέο ηγέτη! Ο πολιτικός μπόμπιρας του “Συνασπισμού” με μέντορα τον Αλέκο Αλαβάνο –χωρίς γραβάτα, μάλλον ήξερε από την αρχή πότε να βγάλει την γραβάτα. Αλλά ήξερε πολύ καλά πως όταν κάνεις μια ρήξη και πετάς τη γραβάτα, έχει το περιθώριο για μια ακόμα: να την ξανα-φορέσεις.

Λογικά, αυτές οι τούμπες του Αλέξη –που ξέχασε όσα έλεγε προεκλογικά- θάπρεπε να βολεύουν τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και την Δεξιά. Τώρα που κατάλαβε ο κόσμος τι απατεώνας είναι θα επιστρέψουν σ΄αυτούς- που γνωρίζουν καλά πόσο απατεώνες είναι, αλλά πρέπει να τους εμπιστευτούν και πάλι! Αλλά ο σημερινός πρωθυπουργός ξέρει πολύ καλά και το λέει πως ο ΣΥΡΙΖΑ που αντιπολιτεύονται δεν υπάρχει πλέον. Όπως και ξέρει πως ο κόσμος δεν τον ψήφισε τη πρώτη φορά γιατί θάσχιζε το μνημόνιο, αλλά αφού βεβαιώθηκε πώς δεν θα το κάνει.

Η σιωπή των αμνών- αν αυτοί είναι οι ψηφοφόροι- οφείλεται σε μια αποδοχή της αλήθειας πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Αν είναι να γίνει, ας γίνει καλύτερα με τον Τσίπρα –που πήγε στις εκλογές τον Σεπτέμβριο με ένα μνημόνιο- που είχαν υπογράψει όλοι.  Η νευρικότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη πηγάζει από το απλό γεγονός πώς ο Αλέξης Τσίπρας αντιγράφει το «πρόγραμμά» του. Μόνο που το διορθώνει κιόλας κρυφά κι αφήνει στο κοινό το ερώτημα «αφού είναι έτσι, γιατί δεν τόχατε κάνει;”.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας, ο Κυριάκος είναι πιο δημοφιλής, αλλά πρώτος και με διαφορά είναι ο Κανένας. Μια πιο προσεκτική ανάγνωση δείχνει πως σε πραγματικές δυνάμεις τα δύο κόμματα –κι όχι σε ποσοστά- δεν έχουν αλλάξει πολύ τον συσχετισμό των δυνάμεών τους. Οι επόμενες εκλογές θα κριθούν από το πόσοι θα συμμετέχουν. Δηλαδή δεδομένης της συσπείρωσης της ΝΔ σε χαμηλά ποσοστά- θα κριθούν από το ποιος από τους δυο θα εκπροσωπήσει τον Κανένα.

Η τελευταία μάχη στη βουλή- για το νομοσχέδιο για την αλλαγή φύλου- ήταν μια παγίδα του Αλέξη Τσίπρα στην οποία έπεσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Έσπευσε να καλύψει τα νώτα του- προς τα Δεξιά- κι έχασε την ευκαιρία να αποδείξει πως είναι ηγέτης. Πως εκφράζει το μέλλον κι όχι το παρελθόν. Και πως μπορεί να κάνει ρήξεις. Έτρεξε να κρυφτεί πίσω από τα ράσα της Εκκλησίας κι άφησε το μέλλον να φύγει μέσα από τα χέρια του.

Αν και θα μπορούσε να υποχωρήσει ο Αλέξης Τσίπρας και να αποσπάσει την μεγάλη πλειοψηφία στη Βουλή προτίμησε να ρισκάρει την δική του ενότητα. Μπορεί νάχασε μερικούς βουλευτές, αλλά κατάφερε να διχάσει τη Νέα Δημοκρατία και να κάνει τον Κυριάκο να μιλάει για εξωγήινους. Σε επίπεδο συμβολισμών ο Αλέξης Τσίπρας εξέφρασε το μέλλον κι έναν ηγέτη που επιμένει στις αρχές του –κι ας χάσει. Σ΄αυτό το επίπεδο ο άτολμος Κυριάκος –που θέλει να είναι “μεταρρυθμιστής”- μπορεί μέσα σε μια μέρα και νάχασε την πρωθυπουργία.