Μετά την τρομοκρατική επίθεση, οι Νεοϋορκέζοι συνέχισαν τη ζωή τους

Tης Τζιν Χάνα Εντελστάιν (*)

Οκτώ άνθρωποι δολοφονήθηκαν στο Μανχάταν την Τρίτη το απόγευμα από έναν άνθρωπο που έπεσε πάνω τους με ένα φορτηγό. Πολλοί ακόμη τραυματίστηκαν. Όταν έφυγα από το γραφεί μου, σε απόσταση 1,5 χιλιομέτρου από την επίθεση, μπορούσα να δω τον Πύργο της Ελευθερίας να λάμπει στο σούρουπο.

Γυρνώντας στο σπίτι, πέρασα από την Εκτη Λεωφόρο. Στον δρόμο είχαν τοποθετηθεί διάφορες μπάρες ενόψει των εκδηλώσεων για το Χαλογουίν. Αυτός ήταν ο λόγος και της παρουσίας των αστυνομικών, όχι η τρομοκρατική επίθεση. Μεταμφιεσμένα παιδιά τραβούσαν τους γονείς στο πεζοδρόμιο, και αντίστροφα. Η πλαστική μάσκα Σπάιντερμαν ενός μικρού παιδιού γλίστρησε από το πρόσωπό του κι έπεσε στον δρόμο. Σταμάτησα για να τη μαζέψω, αλλά ο πατέρας του παιδιού με πρόλαβε. Παρ?όλα αυτά με ευχαρίστησε.

Στο τρένο πίσω για το Μπρούκλιν υπήρχαν Νεοϋορκέζοι όλων των κατηγοριών. Στάθηκα δίπλα σε ένα ζευγάρι μεσηλίκων που ήταν ντυμένοι Μέδουσα και Ερμής. «Εχετε ντυθεί Αδάμ και Εύα;» τους ρώτησε μια γυναίκα. «Όχι», είπε η γυναίκα, που φορούσε μια κορώνα από φίδια. «Μέδουσα». «Α, με μπέρδεψαν τα φίδια», είπε η άλλη γυναίκα.

Μια τριμελής οικογένεια ανέβηκε στο τρένο. «Μην πιάνεστε από τον στύλο, τον έχει πιάσει πολύς κόσμος», είπε ο πατέρας στη γυναίκα του και την κόρη του. Μετά την 4ηΔυτική Οδό, το τρένο έστριψε για τα ανατολικά. Δεν περάσαμε από το μέρος όπου είχαν σκοτωθεί τα οκτώ άτομα.

Όταν άκουσα για την επίθεση, κοίταξα το κινητό μου. Ορισμένοι γνωστοί μου στη Νέα Υόρκη είχαν γράψει στο Facebook ότι είναι ασφαλείς. Ασφαλείς και λυπημένοι, έγραψαν. Αλλοι, πάλι, δεν έγραψαν τίποτα.

Δεν αισθάνθηκα υποχρεωμένη να γράψω κάτι. Εστειλα όμως μήνυμα στην οικογένειά μου, που μένει μακριά και δεν γνωρίζει τη γεωγραφία της πόλης. Δεν έγραψα τίποτα στον άντρα μου και στους φίλους μου, που ήξερα ότι αποκλείεται να βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή σ?εκείνη την περιοχή.

Στο Μπρούκλιν, μετά τη γέφυρα, κατέβηκα από το μετρό. Υπήρχαν κι άλλοι μεταμφιεσμένοι. Μια γυναίκα με μπλε και ροζ πλεξούδες και ένα κέρατο στο κεφάλι μού ζήτησε οδηγίες. Δύο οικογένειες με μικρά παιδιά που δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους συζητούσαν ποια είναι η καλύτερη γειτονιά για φάρσες του Χαλογουίν. Μια γιαγιά περίμενε σε μια γωνιά μαζί με τα μεταμφιεσμένα εγγόνια της.

Καθώς είχα φτάσει νωρίς για ένα δείπνο, το οποίο δεν ματαιώθηκε εξαιτίας της επίθεσης, σταμάτησα για ένα ποτό. Ενας άνδρας στον πάγκο δίπλα μου έδειξε το κινητό του στον μπάρμαν. «Ακου τι έγινε!», του είπε, κι εγώ περίμενα νέες φρικτές λεπτομέρειες για την επίθεση. «Εχουν κείμενα και από την κόρη του Μάναφορτ!» «Δεν το πιστεύω», είπε ο μπάρμαν. «Είναι πραγματικά απίστευτο!»

Η τρομοκρατία στη Νέα Υόρκη είναι πολλά πράγματα. Και είναι πάντα παρούσα. Αλλά δεν είναι απίστευτη.

«Επρόκειτο για μια άνανδρη τρομοκρατική πράξη», έγραψε ο δήμαρχος Μπιλ ντε Μπλάζιο μετά την επίθεση. «Ο σκοπός της ήταν να διαλύσει την ψυχολογία μας. Αλλά οι Νεοϋορκέζοι είναι δυνατοί. Δεν πτοούμαστε». Και ήταν αλήθεια. Το βράδυ της επίθεσης, οι Νεοϋορκέζοι συνέχισαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τη ζωή τους.

(Πηγή: The Guardian- ΑΠΕ ΜΠΕ)

(*) H Τζιν Χάνα Εντελστάιν είναι μια δημοσιογράφος και συγγραφέας που ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη.