Μπορούν; Θέλουν;

Του Τάσου Παππά

Κάτι έχει αλλάξει στις σχέσεις ΣΥΡΙΖΑ – ΚΙΝ.ΑΛΛ. Είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού. Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πυκνώσει οι επιθέσεις φιλίας, ενώ δεν λείπουν οι προτάσεις από κορυφαίους παράγοντες του κόμματος για διάλογο και προγραμματική συμφωνία. Από την πλευρά του το ΚΙΝ.ΑΛΛ. δεν ακολουθεί με φανατισμό τη γραμμή των ίσων αποστάσεων. Ηγετικά στελέχη του δεν αποκλείουν την περίπτωση συνεννόησης με τη ριζοσπαστική Αριστερά, έχουν ρίξει τους τόνους απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και ενίοτε χρησιμοποιούν πολύ σκληρή φρασεολογία για να αποδομήσουν τις επιλογές της κυβέρνησης. Αυτή η νέα κατάσταση προκαλεί δυσφορία σε πολλούς.

Δεν αρέσει καθόλου στον πρωθυπουργό, ο οποίος πίστευε ότι είχε στο τσεπάκι του τη Φώφη Γεννηματά και το κόμμα της. Διαπιστώνει ότι η καβάτζα που νόμιζε ότι διέθετε και θα την αξιοποιούσε τις δύσκολες ώρες δεν υπάρχει, τουλάχιστον στο μέγεθος που προσδοκούσε. Και δείχνει τη δυσαρέσκειά του με κάθε ευκαιρία.

Δεν αρέσει στα πρωτοκλασάτα στελέχη της κυβέρνησης, τα οποία αντιμετώπιζαν μέχρι τώρα το ΚΙΝ.ΑΛΛ. περίπου ως προβλέψιμο παίκτη, ως φτωχό συγγενή και σίγουρο δεκανίκι που την κρίσιμη στιγμή θα βάλει πλάτη στην κυβέρνηση, γιατί υπάρχει σύγκλιση στο διά ταύτα που κωδικοποιούνταν στο σύνθημα «Ένας είναι ο εχθρός, ο αριστερός λαϊκισμός». Ο κ. Γεωργιάδης δύο φορές το τελευταίο διάστημα εξέφρασε την οργή του. Τη μία στο στόχαστρό του μπήκε η Φώφη Γεννηματά, την άλλη ο Μιχάλης Κατρίνης. Προειδοποίησε μάλιστα τους πρώην συνεταίρους του στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου να μη συνεχίσουν στην ίδια λογική, γιατί έχει ράμματα για τη γούνα τους.

Δεν αρέσει ούτε σε κείνη την πτέρυγα του ΚΙΝ.ΑΛΛ. που θεωρεί ότι ο βασικός αντίπαλος του κόμματος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ για πολλούς και διάφορους λόγους. Η επιθυμία της για στρατηγική ήττα και εκλογική ταπείνωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν εκπληρώθηκε και αντί να αναθεωρήσει την πολιτική της, επιμένει να συμπεριφέρεται σαν να είναι ακόμη στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η κριτική της στη Νέα Δημοκρατία είναι τόσο αναιμική που κανένας δεν την παίρνει χαμπάρι. Θα κάνει τα πάντα για να μη στηθούν γέφυρες επικοινωνίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν δεν τα καταφέρει, δεν αποκλείεται να πέσει στην αγκαλιά της Δεξιάς που παραμένει ανοιxτή για κάθε πικραμένο αντισύριζα.

Δεν αρέσει και στους δημοσιολόγους της Κεντροαντιαριστεράς που έχτισαν τη δεύτερη καριέρα τους (η πρώτη είχε άλλα χαρακτηριστικά και άλλες αναφορές) φλερτάροντας ξεδιάντροπα με τη Δεξιά. Σήμερα, χωρίς να αισθάνονται αηδία, γλείφουν εκεί όπου κάποτε έφτυναν, λοιδορούν αυτούς που μιλούν για συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΚΙΝ.ΑΛΛ. και καλούν τον Μητσοτάκη να πάρει τα μέτρα του για να μη βρεθεί προ δυσάρεστων εκπλήξεων.

Δεν πολυαρέσει και σε μερικούς στον ΣΥΡΙΖΑ. Φοβούνται τις συνέπειες στο ιδεολογικό επίπεδο από τον συγχρωτισμό με τη σοσιαλδημοκρατία, φοβούνται ότι θα αναγκαστεί το κόμμα να κάνει παραλυτικούς συμβιβασμούς στο προγραμματικό πεδίο, φοβούνται ότι θα ενισχυθεί η επιρροή που ασκούν στην ηγεσία οι προερχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ, φοβούνται με λίγα λόγια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πασοκοποιηθεί. Δεν λένε «όχι» κατηγορηματικά, αλλά θέτουν όρους και προϋποθέσεις.

Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. πρέπει να τοποθετηθούν με σαφήνεια, αν μπορούν και κυρίως αν θέλουν να συζητήσουν για τη μελλοντική σχέση τους.

Ανάγωγα

Ρωτήθηκε ο Γιούνκερ από τον Αλ. Παπαχελά στη συνέντευξη στον ΣΚΑΪ αν η κυβέρνηση Τσίπρα έλαβε από την Ε.Ε. αντάλλαγμα για τη Συμφωνία των Πρεσπών κάποια ελαστικότερα περιθώρια κινήσεων στο ζήτημα των συντάξεων. Ο Γιούνκερ αρνήθηκε κατηγορηματικά λέγοντας ότι ουδέποτε μπέρδεψε τα δύο ζητήματα. Το μέγαρο Μαξίμου και το γραφείο Τύπου της Ν.Δ. που βγάζουν ανακοινώσεις για ψύλλου πήδημα σιώπησαν. Αναμενόμενο. Η απάτη έχει ονοματεπώνυμο.

Από την Εφημερίδα των Συντακτών