Ο Αλέξης Τσίπρας στην Ευρώπη, τα εκλογικά ατυχήματα και οι επαναστατικές μεταρρυθμίσεις

Του Νίκου Λακόπουλου

“Η Ελλάδα θα τηρήσει τη δέσμευσή της για πλεόνασμα 3,5% μέχρι το 2022 όπως έχει ζητηθεί από τους πιστωτές, αλλά οι πολιτικές για να επιτευχθεί αυτό θα καθοριστούν από την ελληνική κυβέρνηση” είπε ο Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο επιστρέφοντας μετά από τρία χρόνια- το δραματικό καλοκαίρι του 2015.

“Πώς θέλετε να σας θυμάται η ιστορία; Ως ένα εκλογικό ατύχημα ή ως επαναστάτη μεταρρυθμιστή;» άρχισε πρώτος ο Γκι Φερχλοσφατ, της Συμμαχίας Φιλελεύθερων και Δημοκρατών. Και συνέχισε ο Εστέβαν Γκονθάλεθ Πονς, αντιπροέδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος: «Σας βλέπω πολύ αλλαγμένο. Ελπίζω να ξέρετε να επιλέξετε τον σωστό δρόμο”.

Οι μνήμες εκείνης της εποχής επιστρέφουν αναπόφευκτα με την προέκταση των γεγονότων από τι τι συνέβη στο τι θα μπορούσε να είχε συμβεί στην Ελλάδα. Για πολλά χρόνια νέες πληροφορίες θα έρχονται στο φως και για μια πραγματικά ιστορική στιγμή που δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι πραγματικά συνέβη.

«Δεν ξέρω αν είναι κακό που άλλαξα, κακό είναι κάποιοι να μένουν αδιόρθωτοι. Μιλήσατε για νεποτισμό και λαϊκισμό αν θέλετε να μιλήσετε για νεποτισμό στην Ελλάδα δείτε απλά πως μια παράταξη στην Ελλάδα που έχει προσφέρει τόσα, όπως η συντηρητική παράταξη, σε αυτήν γίνονται συνήθως αρχηγοί τα τέκνα κάποιων προηγούμενων πρωθυπουργών» θα απαντήσει στον εκπρόσωπο του Λαϊκού Κόμματος ο Αλέξης Τσίπρας.

Δεν θα πει πως πρόκειται για succes story, αλλά πως έγιναν “λάθη κι από τις δυο πλευρές”. Δηλαδή πως έκανε και ο ίδιος λάθη, αλλά, όπως θα διευκρινήσει για πρώτη φορά, δεν είναι αλήθεια πως εκείνο το “δύσκολο εξάμηνο” η πολιτική του αύξησε το χρέος: Αν αυτό συνέβαινε θα είχε φανεί.

«Το δύσκολο εκείνο εξάμηνο κι έγιναν λάθη κι από τις δύο πλευρές αν όντως ήταν αυτό το κόστος θα είχε αυξηθεί και το δημόσιο χρέος. Πρόκειται για στοχευμένες ανακρίβειες όπως ότι η Ελλάδα σπατάλησε 40 δισ. για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών 45 δισ. ήταν το συνολικό κόστος και των τριών ανακεφαλαιοποιήσεων αλλά η ανακεφαλαιοποίηση που έγινε στα δικά μας χρόνια κόστισε 6 δισ. από τα 24 που ήταν διαθέσιμα από το τρίτο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής».

Μάλλον είναι καιρός για έναν απολογισμό.  Τι συνέβη αυτά τα τρία χρόνια από τότε που η Ελλάδα “αποτέλεσε ένα πείραμα”- κατά τον Αλέξη Τσίπρα ” το οποίο εξέθεσε τις κοινές ευρωπαϊκές μας αξίες”;

«Υπήρξαν μεγάλα λάθη λάθη και από τις ελληνικές κυβερνήσεις αλλά και από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και πρέπει να το παραδεχτούμε, διότι τα πρώτα προγράμματα αντί να εμβαθύνουν στις δομικές μεταρρυθμίσεις που είχε ανάγκη η χώρα, προτεραιοποίησαν μια πρωτοφανή δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία εκ των πραγμάτων οδήγησε σε οικονομικό αδιέξοδο».

Μια συντηρητική βουλευτής η Λάουρα Εγκέα θα πει πως η ελληνική κυβέρνηση γιόρτασε το τέλος των προγραμμάτων λιτότητας, αλλά τα αποτελέσματα είναι ζοφερά: “Το 90% των χρημάτων πήγαν στις τράπεζες, η εθνική περιουσία πωλείται, η ανεργία παραμένει υψηλή”. Για τον  Φερχόσφλατ -που κάποτε εξέδωσε το μανιφέστο “Ξύπνα Ευρώπη” με τον Ντανιέλ Κον Μπεντίτ  “το παλιό σύστημα που οδήγησε στην ελληνική κρίση υπάρχει ακόμα”.

Ο Αλέξης Τσίπρας που προτείνει ουσιαστικά ένα δημοκρατικό μέτωπο -ακόμα και με την Μέρκελ- απέναντι στην Ακροδεξιά στην Ευρώπη -με απόλυτη συνεργασία με τους σοσιαλδημοκράτες στην Ελλάδα με τον πρόσφατο ανασχηματισμό της κυβέρνησης έκανε σαφές πως αυτό το μέτωπο περιλαμβάνει και κεντροδεξιές δυνάμεις. Aυτή είναι η ελληνική παρατυπία, το ελληνικό παράδοξο, το προπατορικό αμάρτημα.

Οι λέξεις που κυριάρχησαν στην ομιλία του ήταν εξυγίανση και ανάκτηση της οικονομική κυριαρχίας- δηλαδή της ανεξαρτησίας. Η λύση που επέλεξε ήταν “εφαρμόζουμε το μνημόνιο για να βγούμε από το μνημόνιο” και η αριστερή απάντηση είναι “ανάπτυξη”.

Ο άλλοτε διαδηλωτής κατά της παγκοσμιοποίησης και του ιμπεριαλισμού, ο “άνθρωπος που απειλούσε το ευρώ”, ένας από τους πιο επικίνδυνους ανθρώπους στον …κόσμο, σήμερα ενστερνίζεται, αν δεν διαμορφώνει, ένα εθνικό όραμα- παραμένοντας όπως λέει αριστερός και κομμουνιστής.

«Κάποιοι από εσάς, το 2015 φοβηθήκατε τον ΣΥΡΙΖΑ και την αριστερά που διεκδικεί μια καλύτερη Ευρώπη. Πιστέψατε ότι όποιος αμφισβητεί τη σημερινή Ευρώπη της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας και των κοινωνικών ανισοτήτων, είναι κίνδυνος για το κοινό μας οικοδόμημα. Σήμερα όσοι το πιστέψατε αυτό, οφείλετε να παραδεχτείτε ότι πέσατε έξω» θα πει στο ευρωκοινοβούλιο- όπου εμφανίστηκε λίγος από τον παλιο αριστερό μεγαλοιδεατισμό της Αριστεράς που θα αλλάξει την Ευρώπη.

Μίλησε για κρίσιμες αποφάσεις  πουλαμβάνονταν πίσω από κλειστές πόρτες άτυπων οργάνων, που δε λογοδοτούν στους ευρωπαίους πολίτες, για σχήματα τεχνοκρατών όπως αυτό της τρόικα που κρατάνε τα κλειδιά της οικονομικής κυριαρχίας και δεν λογοδοτούν πουθενά. Μίλησε -όπως άλλοτε ο Ανδρέας Παπανδρέου- για “ιερατείο”.

«Αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι ένα νέο ιερατείο της λιτότητας και της πειθαρχίας, αλλά μια Ευρωζώνη προσανατολισμένη στην ανάπτυξη, με μηχανισμούς εξισορρόπησης των ανισοτήτων» θα πει υπερασπιζόμενος βασικά ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα με βασικές λέξεις την εξυγίανση και την δίκαιη ανάπτυξη.

«Οφείλουμε να μην αφήσουμε την ευρωπαϊκή ιδέα να συνθλιβεί ανάμεσα στον καταστροφικό νεοφιλελευθερισμό και την εφιαλτική ακροδεξιά. Οφείλουμε να απαντήσουμε αποφασιστικά, ότι ο μόνος δρόμος για τη διάσωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι η αναβάπτισή της με τολμηρές μεταρρυθμίσεις δημοκρατίας, διαφάνειας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Να στηρίξουμε, δηλαδή, την προοπτική μιας καλύτερης Ευρώπης».

Η προειδοποίηση του Αλέξη Τσίπρα για την επιστροφή του «τέρατος του ακροδεξιού λαϊκισμού», πως αν “η αποτυχία της ΕΕ να βρει δημοκρατικές και λειτουργικές λύσεις σε αυτήν την τωρινή κρίση θα έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια τον θρίαμβο του σωβινισμού και την αφύπνιση των εθνικιστικών συγκρούσεων» δείχνει έναν ώριμο ηγέτη που αντιλαμβάνεται τους συσχετισμούς δυνάμεων και τους κινδύνους μακριά από τον “αριστερό εθνικολαϊκισμό”.

Πολύ κοντά σ΄αυτό που αποτελούσε άλλωστε η σοσιαλδημοκρατία- μια απάντηση στον σταλινισμό και την παλιά δεξιά που δεν μπόρεσε να ανακόψει την πορεία του φασισμού- που πλανάται πάλι ως φάντασμα πάνω από την Ευρώπη- με πρώτη ύλη τον φασισμό και τον εθνικισμό.

Υπάρχει μια καλή βάση για επικοινωνία του νεοφιλελευθερισμού με τον φασισμό κι αυτή δεν είναι άλλη από τον ελιτισμό- μιας κοινωνίας που, όπως πολύ καλά περιέγραψε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, περιέχει την κοινωνική ανισότητα ως φυσικό νόμο- ίσως και ως δικαίωμα των ελίτ, των εκλεκτών και των αρίστων.

Οι εργαζόμενοι- πολλές φορές ως άνεργοι- γίνονται πιο φτωχοί και η μεσαία τάξη φτωχοποιείται, αλλά ο φασισμός, όπως ο ναζισμός στην Γερμανία του ΄20 εμφανίζεται ως ο κυριότερος εκφραστής τους απέναντι σε μια σάπια και δεξιά σοσιαλδημοκρατία, μια συμβιβασμένη Αριστερά ή παλαιολιθική έως απέχθειας.

Στην Ελλάδα η κρίση πέρα από μια ταξική αναδιάρθρωση -που σημαίνει φτωχοποίηση πληθυσμών που άλλοτε ήταν μικροαστοί και σήμερα δεν είναι καν εργαζόμενοι- ήταν μια οπισθοχώρηση σε όλα τα επίπεδα. Μια συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, μια δεξιά στροφή σε επίπεδο ιδεών, εμφάνιση νεοναζιστικών μορφωμάτων που κρύβονται πίσω από έναν φτηνό πατριωτισμό με λαθραία στοιχεία που υιοθετεί η άλλοτε φιλεύθερη Νέα Δημοκρατία ή το “σοσιαλιστικό” Κινάλ -που εκφράζει όλο και πιο συχνά συντηρητικές -ακόμα και κρυφοαντικομμουνιστικές- απόψεις.

Το ερώτημα είναι αν η απάντηση σ΄όλα αυτά είναι -όπως απαντά η Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη- πως πρέπει να στρίψουμε δεξιά για να κόψουμε το δρόμο της Ακροδεξιάς ή να συνεργαστούμε με τον Καμμένο- όπως απαντά ο Αλέξης Τσίπρας. Είναι το ίδιο ερώτημα με τι είναι και τι θέλει να είναι μια σύγχρονη Αριστερά -που δεν επιδιώκει μια …Οκτωβριανή Επανάσταση, αποτάσσεται τον σταλινισμό και βλέπει δημοκρατικές ιδιότητες στην αγορά. Δεν ορίζεται ως αντιδεξιά με έναν περίπου επαγγελματικό αντιφασισμό, αλλά διατυπώνει ένα νέο πολιτικό λόγο.

Η άνοδος της Ακροδεξιάς είναι πάντα ένας καλός λόγος για την αναγέννηση της Αριστεράς- δηλαδή μια νέα Αριστερά, δημοκρατική και φιλελεύθερη, που δεν θα χρησιμοποιεί την οικονομική κρίση ως δικαιολογία, τις ήττες της ως ηθικό πλεονέκτημα και την Δεξιά ως άλλοθι για τα πολιτικά της λάθη. Φυσικά ούτε η εξουσία είναι αυτοσκοπός και μπορεί να θεωρηθεί νίκη, ούτε είναι απαραίτητο για να αναγεννηθεί να πρέπει να ηττηθεί πρώτα.

Η ηγεμονεύουσα Αριστερά δεν εκφράζει το κόμμα, αλλά την κοινωνία, δεν είναι “αντιδεξιά” κι “αντιφασιστική” με ιδεολογικό επαγγελματισμό, αλλά εκφράζει και ενώνει την κοινωνία. Δεν είναι μειοψηφική, περιθωριακή, αλλά ηγέτιδα δύναμη, αλλιώς δεν υπάρχει.