Ο Ανδρουλάκης χάνει την επαφή με το μέτρο, τη λογική και την Ιστορία

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος

Σήμερα μιλάει σαν ο ίδιος να προέρχεται από παρθενογένεση.

Η τελευταία τηλεοπτική συνέντευξη του προέδρου του ΠΑΣΟΚ ενίσχυσε μια υποψία που πλανάται από καιρό: μήπως νομίζει ότι είναι κάποιος άλλος; Όσα επανέλαβε στην ΕΡΤ, δεν έχουν σχέση με την αίσθηση του μέτρου, της λογικής και της Ιστορίας.

Ακόμη και τον εαυτό του παρουσιάζει έξω από τα συμφραζόμενα της πραγματικής διαδρομής του… Ίσως δεν έχουν και σχέση με την αίσθηση της πολιτικής- ειδικά στη σημερινή συγκυρία.

Ως πολιτικός ο -συμπαθής κατά τα λοιπά- Νίκος Ανδρουλάκης είναι τυπικό προϊόν του κομματικού σωλήνα. Δημιούργημα των μηχανισμών της, παρακμάζουσας, Νεολαίας ΠΑΣΟΚ. Χωρίς ισχυρό βιογραφικό, βρέθηκε ευρωβουλευτής -αφού είχε θητεύσει ως Νο2 στο ΠΑΣΟΚ – γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής- στη χειρότερη περίοδό του:

– Τον Μάρτιο του 2013, όταν με πρόεδρο τον Βαγγέλη Βενιζέλο μετείχε -ως ουρά- στην κυβέρνηση Σαμαρά, η οποία είχε σχηματιστεί με τον πιο φαύλο τρόπο: με ποσοστώσεις κατανομής αξιωμάτων.

Σήμερα μιλάει σαν ο ίδιος να προέρχεται από παρθενογένεση:

«Έχω χρέος προσωπικά, ως νέος άνθρωπος, να καταφέρω να έρθει στον τόπο μας μια άλλη εποχή πραγματικής αξιοκρατίας».

Ωστόσο, όταν λέει «δεν μπορεί συνεχώς στο δημόσιο να συναντούμε είτε κολλητούς του κ. Μητσοτάκη είτε κολλητούς του κ. Τσίπρα είτε κομματικά ρουσφέτια, όχι σε ένα κράτος λάφυρο του κ. Τσίπρα, του κ. Μητσοτάκη και της παρέας τους», παραλείπει κάτι.

Την αυτοκριτική για το ΠΑΣΟΚ. Εκτός αν έχει αποφασίσει να ξαναγράψει την Ιστορία.

Στα 44 του σήμερα, από τα 35 του στο Ευρωκοινοβούλιο- χωρίς σπουδαία δράση– αυτοπαρουσιάζεται ως «νέος », με αποστολή «να αλλάξει τα πάντα». Χρεώνοντας στα άλλα κόμματα πρακτικές που το ΠΑΣΟΚ είχε στον χειρότερο δυνατό βαθμό το παρελθόν.

Όσα είπε στην ΕΡΤ δεν αντέχουν όχι μόνο στην πολιτική ανάλυση, αλλά ούτε στην κοινή λογική και την ιστορική διασταύρωση ή την Συνταγματική τάξη. Είναι ΙΧ προσεγγίσεις της θεσμικής λειτουργίας της χώρας.

Προφανώς στις επόμενες εκλογές το κεντρικό δίλημμα για τον μέσο ψηφοφόρο θα είναι αν θα συνεχίσει να κυβερνάει η ΝΔ ή αν θα επιστρέψει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό αποτυπώνεται στην επιλογή Πρωθυπουργού: Τσίπρας ή Μητσοτάκης.

Μπορεί να προβλεφθεί με ασφάλεια ότι, αθροιστικά θα συγκεντρώσουν τα δυο τρίτα του εκλογικού σώματος, τουλάχιστον.

Ωστόσο, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ -που δεν διεκδικεί τίποτε περισσότερο από «διψήφιο ποσοστό»- αποδίδει στον εαυτό του το δικαίωμα να αποκλείσει από την πρωθυπουργία τους δυο βασικούς διεκδικητές: «Εγώ δεν θα γίνω μέρος αυτού του παιχνιδιού… Ούτε Τσίπρας, ούτε Μητσοτάκης».

Δικαίωμά του να το πιστεύει. Αλλά αναφέρεται σε μια στιγμή που οι πολίτες με συντριπτική πλειοψηφία θα έχουν ήδη δείξει ότι προτιμούν έναν από τους δυο.

Ο παραλογισμός συμπληρώνεται με μια νέα ιδέα, που βασίζεται στην εξής μεγαλομανιακή προσέγγιση: «Ο λαός θα ψηφίσει και, εγώ προσωπικά, με αίσθημα ευθύνης, θα αναλάβω τις πρωτοβουλίες που πρέπει για να έχουμε και σταθερότητα και προοπτική μόνο από την πρώτη Κυριακή».

Δηλαδή ο ίδιος θα εξασφαλίσει «σταθερότητα και προοπτική» στη χώρα, αποκλείοντας τους δυο εκλεκτούς του εκλογικού σώματος; Για να… βάλει στη θέση τους ποιον;

-«Ο Πρωθυπουργός δεν μπορεί να μην είναι πολιτικό πρόσωπο». Θα επιλεγεί -από ποιόν; – από «πολιτικά πρόσωπα τα οποία θα μπορούν να εκφράσουν το φιλόδοξο αυτό προγραμματικό σχέδιο»- δηλαδή το… δικό του.

Εδώ χάνεται η λογική. Πολιτικό πρόσωπο σημαίνει βουλευτής είτε της ΝΔ, είτε του ΣΥΡΙΖΑ, είτε του ΠΑΣΟΚ– προφανώς δεν αναφέρεται στο ΚΚΕ, ή στον Βελόπουλο. Άλλως, δεν θα είναι πολιτικό πρόσωπο.

Με ποιο τρόπο ο ίδιος θα επιβάλει στη ΝΔ και στον ΣΥΡΙΖΑ να αποκλείσουν τους… αρχηγούς τους από πρωθυπουργούς; Αν σκέφτεται ότι πίσω από το σχήμα «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας» υπάρχει το «Ανδρουλάκης» πρόκειται για παλαβομάρα.

Σε κάθε δημόσια εμφάνισή του δείχνει να μην είναι σε θέση να διαχωρίσει τις έννοιες «κυβέρνηση» και « αξιωματική αντιπολίτευση», βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι τα δυο κόμματα και εξισώνοντας τον Τσίπρα με τον Μητσοτάκη.

Με αυτή την… απολίτικη λογική αυτοτοποθετείται εκτός της Δημοκρατικής Παράταξης,- κεντρικός εκπρόσωπος της οποίας είναι ο Τσίπρας. Έτσι πρακτικά συντάσσεται με τον Μητσοτάκη- του οποίου άλλωστε ψηφίζει αβέρτα τα νομοσχέδια.

Αναφερόμενος στις πρώτες εκλογές με την απλή αναλογική -τις οποίες θεωρεί ως «κρίσιμες »-για τον ίδιο προφανώς, γιατί στις επαναληπτικές θα συρρικνωθεί- δηλώνει ότι αν δεν πάρει πάνω από 10% δεν θα διεκδικήσει συμμετοχή στην κυβέρνηση.

Προφανώς δεν του περνάει από το μυαλό ότι ίσως ουδείς θα τον ρωτήσει αν ενδιαφέρει να μετάσχει σε κυβέρνηση. Είναι λογικό ότι το πρώτο και το δεύτερο κόμμα θα καταθέσουν την εντολή -άρα δεν θα συζητήσουν μαζί του ούτε όταν την πάρει ο ίδιος, αν είναι τρίτος-και θα λύσουν τις διαφορές τους στις επόμενες εκλογές, διεκδικώντας το μπόνους.

Η εμμονή ότι θα ορίσει πρωθυπουργό της αρεσκείας του ανήκει πλέον στο πεδίο άλλων επιστημών. Παρότι είναι αξιοσημείωτο η εσωκομματική κατάσταση στο ΠΑΣΟΚ δεν του επιτρέπει να αποφασίσει μόνος.

Ήδη, ο Λοβέρδος έχει προειδοποιήσει δημόσια, ότι αν κινηθεί προς τον ΣΥΡΙΖΑ «θα μπει μπροστά». Αν κινηθεί προς τη ΝΔ, κάποια στελέχη – όπως ο Χάρης Καστανίδης θα βρεθούν απέναντι.

Όσο για τον Γ. Παπανδρέου, μόνο διάθεση να πάρει οδηγίες από τον Ανδρουλάκη δεν δείχνει- ιδιαίτερα αν θα μπορεί να συγκροτήσει δική του Κ.Ο. στη Βουλή. Ήδη έκανε διάσπαση μια φορά…

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, εκλεγόμενος στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ είχε μια αυτονόητη επιλογή: να τιμήσει την αντιδεξιά παράδοση -και φυσιογνωμία- του κόμματος και να ταχθεί υπέρ κυβέρνησης συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων. Τα υπόλοιπα θα τα αποφάσιζαν οι ψηφοφόροι.

Αντί για αυτό κατέφυγε σε διμέτωπο και ίσες αποστάσεις, για να φτάσει στο σημείο να αυτοδιορίζεται ρυθμιστής στο σχηματισμό κυβέρνησης. Παρότι, όπως λένε πολλοί, είναι μάλλον δύσκολο ακόμη και να μετέχει σε κυβέρνηση, κάποιος που τελούσε επί τρεις μήνες, υπό την παρακολούθηση της ΕΥΠ.

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR