Ο Ερντογάν αν και άσφαιρος, πυροβολεί

Του Ραγκίπ Ντουράν

Aπό την πρώτη αυθόρμητη εξέγερση στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης, το καλοκαίρι του 2013, όπου οι νέοι είχαν μαζικά διαμαρτυρηθεί ενάντια στις αυταρχικές και αυθαίρετες πολιτικές του Προέδρου Ερντογάν, η κυβέρνηση είχε ήδη χάσει το πάνω χέρι σε πολιτικό επίπεδο. Δύο άλλα γεγονότα ενίσχυσαν περαιτέρω την αποδυνάμωση ή ακόμη και την απομόνωση του αφεντικού του Παλατιού:

  • Η ηχηρή ήττα του Ερντογάν στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου και του Ιουνίου 2019 απέδειξε ότι δεν ήταν αήττητος
  • Η δημιουργία δύο πολιτικών κομμάτων από το κυβερνητικό κόμμα (του Κόμματος της Δημοκρατίας και της Προόδου -«Deva»- και του Κόμματος  του Μέλλοντος -«Gelecek»-, ιδρυθέντων το Μάρτιο του 2020 και το Δεκέμβριο του 2019, από τον πρώην Υπουργό Οικονομίας Αλί Μπαμπατζάν και τον πρώην Πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου, αντιστοίχως), η οποία εξέθεσε δημοσίως τις εσωτερικές αντιφάσεις της κυβέρνησης.

Ήδη σοβαρά τραυματισμένος, ο κύριος ρυθμιστής των κανόνων του παιχνιδιού συνέχισε να χάνει πρωτίστως στο εξωτερικό: Στην κατοχή της Βόρειας Συρίας, στις επιθέσεις εναντίον των Κούρδων στο Ιράκ, στον επεκτατισμό του προς τη Λιβύη – μια επιχείρηση κυριαρχίας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Σήμερα σχεδόν όλοι οι ανεξάρτητοι παρατηρητές στην Τουρκία και το δυτικό κόσμο διαπιστώνουν ότι ο νεο-οθωμανικός ψευδοσουλτάνος ουδόλως πέτυχε τους τέσσερις στόχους του. Στη Συρία, ο Ερντογάν δεν μπόρεσε να ανακόψει την κουρδική αντίσταση, ούτε αυτή της Δαμασκού, και χάνει τον τακτικό σύμμαχό του, τη Ρωσία. Επιπλέον, η έκθεση του ΟΗΕ κατηγορεί την Άγκυρα και τους διαμεσολαβητές της για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξαιτίας των πολιτικών και πρακτικών της. Στο Ιράκ, αν και η Άγκυρα συνεννοείται με τους Κούρδους του Μασούντ Μπαρζανί, η Βαγδάτη και η διεθνής κοινότητα, αρχής γενομένης από τις αραβικές χώρες της περιοχής, αντιτίθενται ολοένα και περισσότερο στους επεκτατικούς και αντικουρδικούς στόχους του Παλατιού.

Η ανακοινωθείσα κατάπαυση του πυρός στη Λιβύη και η προσέγγιση των δύο μεγάλων πόλων της χώρας (του Χαλίφα Χαφτάρ και του Φαγέζ αλ Σαράζ) αρχίζουν να θέτουν εκτός παιχνιδιού τον προβοκάτορα του εμφυλίου πολέμου και της διχοτόμησης. Τέλος, η Ανατολική Μεσόγειος κατέστη η μεγαλύτερη περιοχή, όπου η Άγκυρα, ακουσίως, δημιούργησε έναν συνασπισμό κατά του Ερντογάν. Από την Αίγυπτο έως την Κύπρο, από τη Γαλλία έως την Ελλάδα, από το ΝΑΤΟ έως την Ευρωπαϊκή Ένωση, όλες οι χώρες της λεκάνης της Μεσογείου και οι διεθνείς οργανισμοί έχουν απομονώσει την Τουρκία, με στόχο τον περιορισμό της επιθετικότητάς της.

Έχοντας επίγνωση ότι χάνει τη δύναμη που κατείχε επί δεκαοκτώ χρόνια, ο Πρόεδρος Ερντογάν βρίσκεται σε περαιτέρω δυσχερή θέση εξαιτίας δύο άλλων γεγονότων: της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας. Οι Τούρκοι αντίπαλοί του είχαν ήδη προβλέψει αυτό το αδιέξοδο εδώ και τουλάχιστον τέσσερα χρόνια. «Για να σώσει την ηγεμονία του, του απομένουν μόνο δύο οδοί: Ο εμφύλιος πόλεμος ή μία στρατιωτική επίθεση εναντίον μιας ξένης χώρας», δήλωναν.

Αν και οι στρατιωτικές και αστυνομικές επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων εντός της χώρας συνεχίζονται, το καθεστώς της Άγκυρας φαίνεται να έχει δώσει προτεραιότητα στις επιθέσεις στο εξωτερικό. Πιστεύει ότι, με αυτόν τον τρόπο, προκαλώντας τα εθνικιστικά συναισθήματα και τα συμπλέγματα ανωτερότητας που χρονολογούνται από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, το Παλάτι μπορεί να ενώσει τους πολίτες υπό την ηγεσία του. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σαφώς ότι ο Ερντογάν και ο ακροδεξιός σύμμαχός του Ντεβλέτ Μπαχτσελί (του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος, «MHP», γνωστού ως «Γκρίζοι Λύκοι») συγκεντρώνουν πλέον ποσοστό μικρότερο 40% στην πρόθεση ψήφου, ενώ κατά το παρελθόν είχαν αγγίξει το 55%.

Ο Ερντογάν θα ήθελε να κηρύξει πόλεμο εναντίον της Κύπρου ή της Ελλάδας, θα ήθελε να αντιταχθεί στρατιωτικά εναντίον της Μόσχας στη Συρία, θα ήθελε να εκκαθαρίσει όλους τους Κούρδους στην Τουρκία και το Ιράκ, θα ήταν ικανοποιημένος, εάν μπορούσε να ενισχύσει την επιρροή του στη Λιβύη και, φυσικά, θα ονειρευόταν να γίνει ο νέος κατακτητής της Ανατολικής Μεσογείου.

Όμως οι επιθυμίες και τα όνειρα βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με ορισμένες αλήθειες. Για να διεξαγάγει πόλεμο ή ακόμα και μία στρατιωτική επιχείρηση στο εξωτερικό, χρειάζεται μία ισχυρή οικονομία, καθώς και πολιτικούς συμμάχους. Δεν τα διαθέτει. Για να επιβάλει τις πολιτικές του, πρέπει να έχει δίκιο. Δεν έχει. Τέλος, δεν μπορούμε να πολεμούμε ταυτόχρονα στα τέσσερα μέτωπα, ειδικά όταν μπροστά μας υπάρχει το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και Αραβικός Σύνδεσμος.

Όλα όσα κάνει ο Ερντογάν στο εξωτερικό αποσκοπούν, κυρίως, στην αποτροπή της απώλειας των υποστηρικτών και των ψηφοφόρων του, άλλως ειπείν της εξουσίας του. Η επίσημη τουρκική αντιπολίτευση, γνωστή ως «Αντιπολίτευση της Αυτού Μεγαλειότητας», τόσο εθνικιστική, κρατικιστική και αντικουρδική, όσο και ο Ερντογάν, αποτελεί τη μοναδική στήριξη του Παλατιού, σε αυτήν την περιπέτεια. Για αυτό, άλλωστε, ο διπλωματικός λόγος της Άγκυρας είναι ασυνάρτητος, αλλά, ωστόσο, ηπιότερος αυτού προς εσωτερική κατανάλωση. Το Oruc Reis επέστρεψε στο λιμάνι, καθώς η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες το ζήτησαν, αλλά και με στόχο την έναρξη των τουρκο-ελληνικών συνομιλιών. Τρεις, όμως, εκπρόσωποι Τύπου του Ερντογάν προέβησαν σε αντιφατικές δηλώσεις σχετικά ως προς την αποχώρηση:

  • Για την έναρξη των διαπραγματεύσεων
  • Για ανεφοδιασμό
  • Για επανέναρξη, προσεχώς, των ερευνών του

Εφεξής, ακόμη και τα καθημερινά ψέματα των Τούρκων αξιωματούχων δεν επαρκούν για να αποκρύψουν τη μάχη της Μπερεζινά που άπαντες βλέπουν στον ορίζοντα.

ΑΠΟ ΤΟ TVXS