Ο “ευρωπαϊκός στρατός» ως προϋπόθεση Συμπολιτείας

Του Πέτρου Μηλιαράκη

Η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης, ειδικά μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχ, εκχώρησε όλο τον «θεωρητικά» υφιστάμενο «αμυντικό πυλώνα» της στο ΝΑΤΟ.

Οι πρόσφατες εξελίξεις του «Ουκρανικού» και οι πολεμικές επιχειρήσεις που λαμβάνουν χώρα σε ένα γενικευμένο θέατρο πολέμου με την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στο ουκρανικό έδαφος, εγείρουν και πάλι το «ζήτημα» εάν μπορεί να υπάρξει «ευρωπαϊκός στρατός» στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Καταρχάς επισημειώνεται ότι η Γερμανία αποφάσισε αυτοτελή εξοπλισμό της τάξης των 100 δις ευρώ. Τούτη η εξέλιξη επαναφέρει το ζήτημα πως κάθε κράτος – μέλος μεριμνά περί την δική του άμυνα. Ιστορικώς δε αδιστάκτως βέβαιο είναι ότι η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης, ειδικά μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχ, εκχώρησε όλο τον «θεωρητικά» υφιστάμενο «αμυντικό πυλώνα» της στο ΝΑΤΟ ,δηλαδή: α) στην «Βορειο-Ατλαντική Συμμαχία» , με τις εμπειρίες της παθογένειας της και β) στην από καθέδρας άσκηση πολιτικών μέσω της Ουάσινγκτον και του Πενταγώνου.

Ιδού εν συντομία οι εξελίξεις από το Μάαστριχτ και μετά, καθόσον υπάρχουν ζητήματα που δεν είναι γνωστά στο ευρύ κοινό :

Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΝΑΤΟ ΜΕ ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΤΟ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ

Η «Συνθήκη του Μάαστριχτ» που επονομάζεται «Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση», εισήγαγε ως ενωσιακή λειτουργία τη Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) σε διαμορφωμένο για το σκοπό αυτό διακυβερνητικό Πυλώνα – ο οποίος αργότερα καταργήθηκε!..

Υπ’ όψιν δε ότι με τη «Συνθήκη αυτή» για την «Ευρωπαϊκή Ένωση», για πρώτη φορά ενώθηκαν οι τρεις Κοινότητες (ΕΟΚ-ΕΥΡΑΤΟΜ-ΕΚΑΧ) και θεσμοθετήθηκε συνεργασία στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας, της αστυνομίας και της δικαιοσύνης.

Τότε ακόμα σε σημαντικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης , «δέσμευση» ήταν ένας στρατιωτικός – αμυντικός πυλώνας που λεγόταν Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ). Ποιά όμως ήταν η ΔΕΕ;

Η ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΔΕΕ

Η λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρά τις πρόνοιες μέσω του ελέγχου της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα, ώστε να περιορισθεί η δυνατότητα ασύμμετρων εξοπλισμών, επέβαλε στην κυρίαρχη πολιτική τάξη λόγω των συνεπειών του πολέμου, και την ανάγκη δημιουργίας αμιγώς « Ευρωπαϊκού Αμυντικού Πυλώνα» μέσω της «Συνθήκης των Βρυξελών» (1948).

Η Συνθήκη αυτή ήταν αμιγώς αμυντική και αφορούσε αμοιβαία συνδρομή σε περίπτωση εξωτερικής ένοπλης επίθεσης. Απαρτιζόταν δε από τις χώρες της Benelux: δηλαδή: το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο , καθώς και από χώρες εκτός της Benelux, τη Βρετανία (Ηνωμένο Βασίλειο) και τη Γαλλία.

Αυτός ο αμυντικός πυλώνας επονομαζόταν Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ). Η ΔΕΕ ήταν το αποτέλεσμα εφαρμογής της «Τροποποιημένης Συνθήκης των Βρυξελλών« (1954), καθώς και της αρχικής Συνθήκης των Βρυξελλών (1948) , η οποία όπως προαναφέρεται αποτελούσε αμιγώς «Ευρωπαϊκό Αμυντικό Πυλώνα» της πρώτης μεταψυχροπολεμικής περιόδου.

Ωστόσο κρίσιμο είναι να λεχθεί ότι χώρες της ΔΕΕ ήταν και μέλη του ΝΑΤΟ, ενώ η Ελλάδα ήταν και είναι μέλος του ΝΑΤΟ.

Η ΔΕΕ ως Οργανισμός δεσμεύτηκε τον Ιούλιο του 1992 ώστε οι χώρες της να θέτουν στη διάθεση του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις στρατιωτικές μονάδες απ’ όλο το φάσμα των συμβατικών τους δυνάμεων, με σκοπό τις ανθρωπιστικές και ειρηνευτικές αποστολές, την πρόληψη συγκρούσεων και την αποστολή για ενέργειες που θα αφορούν την «σταθεροποίηση» στο «τέλος μιας σύγκρουσης»…

Σε κάθε περίπτωση δηλαδή, έλαβε χώρα δέσμευση εμπλοκής σε κατ’ ευθείαν πολεμικές επιχειρήσεις – χωρίς να διευκρινίζεται με απόλυτη ακρίβεια ο τρόπος αυτής της εμπλοκής. Περαιτέρω το Συμβούλιο Υπουργών της ΔΕΕ, στις 13 Νοεμβρίου 2000, συμφώνησε τη μεταφορά των προηγούμενων δεσμεύσεων και λειτουργιών της ΔΕΕ στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ως εκ τούτου, λόγω της εξέλιξης αυτής, αναπόφευκτη ήταν η κατάληξη της 30ης Ιουνίου 2011, οπότε η ΔΕΕ διαλύθηκε και επισήμως.

Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΦΑΣΗ

Με τη «Συνθήκη της Λισαβόνας» που κι αυτή αφορά συνθήκη για την «Ευρωπαϊκή Ένωση» με τροποποιήσεις πλέον, «επιβεβαιώθηκε» κατ’ αρχήν η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ) που τυποποιείται στα άρθρα 42, 43, 44, 45 και 46 ΣΕΕ.

Επισημαίνεται δε δυνάμει της παρ. 7 του άρθρου 42 ΣΕΕ ότι:

« Σε περίπτωση κατά την οποία κράτος-μέλος δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του, τα άλλα κράτη-μέλη οφείλουν να του παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών…»

Για τη «δέσμευση» όμως αυτή πρέπει να επισημειωθεί ότι απαιτείται ομοφωνία!

Οπότε αρκεί ένα και μόνο κράτος-μέλος να διαφωνεί ,προκειμένου η διάταξη αυτή να καταστεί άνευ ουσίας!

Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι η θέσπιση αυτής της «υποχρέωσης» είναι αμφίβολο κατά πόσο συλλειτουργεί με την παρ. 2 του άρθρου 4 ΣΕΕ, όπου «ειδικότερα»=όρος της Συνθήκης, θεσπίζεται ότι: «η εθνική ασφάλεια παραμένει στην ευθύνη κάθε κράτους-μέλους».

ΜΟΝΟ ΕΑΝ CASUS BELLI ΚΑΤΑ ΚΡΑΤΟΥΣ-ΜΕΛΟΥΣ ΑΦΟΡΑ ΕΥΘΕΩΣ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρόκειται να καταστεί Συμπολιτεία, εάν δεν εγκαθιδρυθεί πράγματι ευρωπαϊκός στρατός και εάν οποιοδήποτε casus belli κατά κράτους-μέλους δεν εκλαμβάνεται ως casus belli κατά όλων των κρατών-μελών και κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως Συμπολιτείας!

Αναγκαία είναι δε σε νέα βάση η επανίδρυση της «Συνθήκης των Βρυξελλών» του 1948, που θα αφορά αποκλειστικώς αμυντική συμμαχία αμοιβαίας συνδρομής εάν απειλείται με χρήση βίας κράτος-μέλος της. Κατά μείζονα δε λόγο χώρες της ευρωζώνης έχουν υποχρέωση ενός τέτοιου αμυντικού σχηματισμού.

Αντιστοίχως για τις χώρες που λειτουργούν στο ευρωσύστημα, επιβάλλεται και η δημιουργία ευρωομολόγου. Απαιτείται δηλαδή εισαγωγή αυτών των ομοσπονδιακών στοιχείων και δεδομένων στο «όλον οικοδόμημα». Τότε μόνο μπορεί να υπάρξει πράγματι Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία!

Συνεπώς: αναγκαία καθίσταται η δημιουργία:

α) ευρωομολόγου για τις χώρες της ευρωζώνης και

β) ευρωπαϊκού αμυντικού στρατού τόσο για τις χώρες της ευρωζώνης όσο και για τις χώρες με παρέκκλιση-εκτός ευρώ.Προσωπικά ως ευρωσκεπτικιστής – αλλά και ευρωπαϊστής, με την παρούσα πολιτική ηγεσία στην Ευρώπη είμαι εξαιρετικά απαισιόδοξος! Η ιστορία θα δείξει!..

* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR