Ο Μητσοτάκης, ο Τσακαλώτος και ο Dworkin

Toυ Παναγιώτη Τζανετή

O κ. Μητσοτάκης στην Βουλή συμπεριφέρθηκε σαν να έδινε εξετάσεις σε έκθεση ιδεών, ακολουθώντας την οδηγία των φροντιστηρίων προς τους μαθητές να αποστηθίζουν φράσεις διασήμων. Η μέθοδος ονομάζεται ‘επίκληση αυθεντίας’ και αυτή την φορά την πλήρωσε ο Ronald Dworkin. Ο αυστηρός καθηγητής κ. Τσακαλώτος, σχολίασε με φλέγμα ανάλογο του Ηλία Ηλιού, πως θα ήταν πιθανότερο να πείσει τον Γιάννη Ραγκούση παρά τον Αμερικανό φιλόσοφο… 

Υποθέτω ότι θα ήταν αυστηρός κι ο δημιουργός της συνεκτικότερης ίσως Θεωρίας δικαιωμάτων. Ίσως να έλεγε μια καλή κουβέντα για τον ΓΑΠ, όπως έκανε κι ο Jürgen Habermas τo 2011. Βουλευτές που τυχόν ενδιαφέρονται αληθώς περί Dworkin έχουν δικό τους άνθρωπο να ρωτήσουν δεδομένου ότι ο πλέον ειδικός, καθηγητής Παύλος Σούρλας, διετέλεσε επί μακρόν Πρόεδρος του Ιδρύματος της Βουλής.

Η προτροπή του φιλοσόφου «να πάρουμε τα δικαιώματα στα σοβαρά» και ότι «τα δικαιώματα αποτελούν ατομικά ατού κατά της γενικής ευημερίας» αποτελούν πράγματι εμβληματικές φράσεις του. Κανείς δεν είπε ποτέ ότι ελευθερία και ισότητα είναι τάχα ασυμβίβαστες που περιμένανε τον κ. Μητσοτάκη να τις συμφιλιώσει. Ο αριστερός φιλόσοφος θεωρεί ότι δεν υπάρχει ελευθερία καθ’ εαυτή («we do not have a right to liberty») και αμφισβητεί την λεξικογραφική προτεραιότητα της ελευθερίας, που της αναγνωρίζει ο Rawls.

Τονίζοντας την σημασία και τα πλεονεκτήματα της αρχής της ισότητας, καταρρίπτει ιδιαίτερα την ποσοτική προτεραιότητα της ελευθερίας. Φέρνει ένα παράδειγμα, ότι τυχόν ποσοτικοποίηση της ελευθερίας θα οδηγούσε στην παραδοξότητα η άρση των κυκλοφοριακών περιορισμών στο Λονδίνο να παράγει περισσότερη ελευθερία, λόγω μεγέθους και πολυπλοκότητας, από την άρση των θρησκευτικών περιορισμών στην Αλβανία. Ωστόσο όλοι πιστεύουν ότι υπάρχει περισσότερη ελευθερία στην Αγγλία παρά στην Αλβανία, ακριβώς γιατί το θέμα δεν είναι ποσοτικό. Ας κρίνει ο καθένας υπέρ τίνος θα ήταν αυτό το επιχείρημα σε μια συζήτηση περί περιορισμού του δικαιώματος έκφρασης «ολίγων» διαδηλωτών λόγω βλάβης πολυπληθέστερων μαγαζατόρων. 

Στο “Rights as Trumps” λέει επακριβώς για τα δικαιώματα ως ατομικά ατού: «Τα δικαιώματα δεν διευκολύνουν την κυβέρνηση αλλά επιβάλλουν πολύπλοκες διαδικασίες που καθιστούν την προαγωγή της γενικής ευημερίας πιο δύσκολη και πιο δαπανηρή. Αν κάποιος έχει ένα δικαίωμα, αυτό σημαίνει ότι είναι λάθος για την κυβέρνηση να του το αρνηθεί, ακόμη κι αν, με αυτή της την άρνηση, επρόκειτο σίγουρα να προαχθεί το δημόσιο συμφέρον». Θεωρεί δε ότι μια κυβέρνηση οφείλει να είναι ανεκτική ακόμη και στην πληθωρική επίκληση του δικαιώματος παρά να το παραβιάσει. Στην πρώτη περίπτωση χάνει απλώς αποτελεσματικότητα ενώ στην δεύτερη μειώνει τους ανθρώπους…

Το ότι ένας νεοφιλελεύθερος επικαλείται μια αριστερή κριτική του Dworkin προς τον Rawls, περί πρωταρχικής θεμελίωσης στην ισότητα, είναι απλώς ασυναρτησία και μάλιστα για φθηνή αλίευση εντυπώσεων (ποιος Συριζαίος ξέρει τον Dworkin;). Στο παιγνίδι των ήχων, φιλελεύθερος – νεοφιλελεύθερος μοιάζουν με απατηλό τρόπο. Ο κ. Μητσοτάκης έχει επιλέξει την συστηματική παραπλάνηση όσων δεν γνωρίζουν τα πράγματα σε βάθος. Τι γίνεται άραγε με όσους τα γνωρίζουν;

Φιλοσοφία Β’ Λυκείου…

Οι κ. Χρυσοχοίδης και λοιποί υπουργοί δεν επικαλέστηκαν τον R Dworkin στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών (LIBE), του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπου αντιμετωπίστηκαν ως ακροδεξιοί. Θα μπορούσε όμως να είχε μπει στη συζήτηση, αν κάποιος ευρωβουλευτής γνώριζε πως ο κ Μητσοτάκης αντλεί την έμπνευση για το βαλκανικό του αφήγημα από τον φιλελεύθερο καθηγητή Φιλοσοφίας του Δικαίου. 

Στην πολιτική Μηταράκη – Μητσοτάκη στο προσφυγικό το βασικό επιχείρημα τους είναι η λαοφιλία της ασκούμενης πολιτικής. Η επίκληση της πλειονότητας είναι όμως ηθικώς μη σχετική και ψευδοδημοκρατική, δεδομένου ότι και ένας μόνο άνθρωπος να πλήττεται αδίκως είναι, με όρους αρχής, επαρκέστατος λόγος ανατροπής της. Αυτό θα μπορούσε να λέγεται βέτο ή ατού απέναντι στην γενική ευημερία, όπως το λέει ο Dworkin.

Που μετράει τότε η γνώμη της πλειοψηφίας; Στο επίδικο ‘taking rights seriously’ μας διευκρινίζει ότι στα θέματα δημόσιας πολιτικής (policy), πιθανώς πολύ σοβαρά όπως η κήρυξη πολέμου, δικαιολογείται επαρκώς μια απόφαση αν δειχθεί ότι προάγεται έτσι το συλλογικό καλό της κοινότητας. Αντιθέτως στα θέματα αρχών (πχ πρόσβαση ή μη στην περίθαλψη των ανασφάλιστων) δικαιολογείται μια απόφαση μόνο όταν αυτή διασφαλίζει κάποιο δικαίωμα, ατομικό ή συλλογικό. 

Άλλο σχετικό παράδειγμα είναι το δικαίωμα στην ακεραιότητα όποιου επιβαίνει σε πλαστική βάρκα στα ανοιχτά της Λέσβου. Ακόμη κι αν επιδοκιμάζει την απώθηση ή την βύθιση το κοινό των δημοσκοπήσεων, ακόμη και αν ωφελούνται πράγματι οι κοινωνίες των νησιών, δεν μετράει καθόλου κ. Ιωάννη Πλακιωτάκη ή τουλάχιστον έτσι λέει ο Dworkin που του έχει ο αρχηγός σας αδυναμία.

Στα γραπτά του Dworkin μπορεί να βρει κανείς πολλά για προσφυγικό, σύνορα, δικαιώματα αλλά ας μην βάλουμε τόσο δύσκολα στον κ Μητσοτάκη και τον περιλάβει πάλι ο Τσακαλώτος. Ας περιοριστούμε στην ύλη της Β’ Λυκείου, στο εγχειρίδιο του Υπουργείου Παιδείας, «ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ» Στέλιου Βιρβιδάκη. Στο 7ο κεφάλαιο, σελ. 183, στο «Διεθνής κοινότητα την εποχή της παγκοσμιοποίησης» αναφέρεται και σε κείμενα του Dworkin και κάνει και σχετικές ερωτήσεις. Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα εδώ και το σχετικό, εξαιρετικό  κείμενο ως υστερόγραφο στο παρόν άρθρο: 

Παράλληλα, ενώ όλοι υποτίθεται πως αναγνωρίζουν την υποχρέωση διασφάλισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τα δικαιώματα αυτά καταπατούνται σε πολλές χώρες του πλανήτη. Έτσι, από τυφλά εθνικιστικά και φυλετικά μίση, από την εμμονή στην ικανοποίηση στενών οικονομικών συμφερόντων, κάποτε από πείσμα και ανοησία, προκαλούνται συχνά πραγματικές ανθρωπιστικές καταστροφές.

Αμάθεια ή / και κυνισμός

Αυτά λέει το βιβλίο που μοιράζει η κα Κεραμέως και προφανώς οι κκ Μηταράκης – Χρυσοχοΐδης – Κουμουτσάκος – Πλακιωτάκης – Άδωνις πάνε ανεξεταστέοι για Σεπτέμβριο με τον κηδεμόνα τους, τον κ Μητσοτάκη, και μέχρι τότε προσοχή ούτε απ’ έξω από το Ευρωκοινοβούλιο να μην ξαναπεράσουν.

Ο μητσοτακικός κυνισμός είναι αποκλειστικά εσωτερικής – ασφαλούς κατανάλωσης. Καλά με τα ΜΜΕ της αριστείας, τι  γίνεται με τον χώρο της διανόησης, όπου επίσης χαίρει ασυλίας. Αντιστοίχως οι κοτσάνες του παντοδύναμου κ. Trump οδήγησαν στο να αντιμετωπίζεται, δικαίως, στα αμερικανικά Πανεπιστήμια σαν τον κ. Βελόπουλο. Και ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν προβάλλει ως βραβευμένο διανοούμενο τον Άδωνι, ούτε έχει για υπουργό Παιδείας μια θρησκόληπτη ούτε επικαλείται τον Dworkin. 

Κι εκεί βέβαια, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δεν σέβεται ιδιαίτερα την επιστήμη, δεν εκτιμά την επιστημονική έρευνα και πιστεύει στην εξ αποκαλύψεως αλήθεια. Όμως εκεί οι «άνθρωποι» του δεν προσπαθούν τουλάχιστον να ψευτο-ανταποκριθούν στις δέουσες προϋποθέσεις προκειμένου να ενταχθούν στα Πανεπιστήμια και έτσι κυριαρχούν σε αυτά πλήρως οι Δημοκρατικοί. Αντιθέτως π.χ. στις στρατιωτικές σχολές η αναλογία είναι 4:1 υπέρ των Ρεπουμπλικάνων. Η διαφορά είναι μάλλον στις «δέουσες προϋποθέσεις» ή αλλιώς στην  συνέπεια και στην σοβαρότητα των ιδρυμάτων. Στην Ελλάδα, όπως κάποιος δόκιμος σημαιοφόρος προσκολλάται εγκαίρως στην Οικογένεια για να «φθάσει» μια μέρα Αρχηγός, παρομοίως συμβαίνει και με Πρυτάνεις ή Ακαδημαϊκούς.

Τι απομένει λοιπόν για το φιλοθεάμον κοινό; Όταν η πρωταθλήτρια ομάδα, έχει υποκλέψει τον τίτλο με μεθόδους σαν κι αυτές που εκδικάζει η δικαιοσύνη, βγαίνοντας στην Ευρώπη δεν συνοδεύεται από την συμπάθεια αλλά από την μοχθηρία των υπολοίπων Ελλήνων φιλάθλων. Ο μη επάξια στεφθείς, συνοδεύεται από τις ευχές των υπολοίπων να φάει πέντε μόλις περάσει τα σύνορα. Αναλογιζόμενος την «περιποίηση» της οποίας έτυχαν οι δικοί μας στο Ευρωκοινοβούλιο, υπήρξε ο ερεβώδης συνειρμός με αυτό το ποδοσφαιρικό παράδοξο, του να είσαι δηλαδή με τους ξένους γιατί ο δικός σου είναι τελείως πέτσινος.

ΥΓ: Το κείμενο από τις «ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ»

«Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας κατά τον 20ό αιώνα διευκόλυνε τις ανταλλαγές και την επικοινωνία των κατοίκων των διάφορων κρατών, αλλά δεν οδήγησε στην επικράτηση της ειρήνης και στην επίλυση των οξύτερων πολιτικών προβλημάτων – πέρα από τα νέα οικολογικά προβλήματα τα οποία προκάλεσε και στα οποία θα αναφερθούμε στο τελευταίο κεφάλαιο. 

Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι με τα εκατομμύρια θύματα, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και οι πρακτικές γενοκτονίας, η ρίψη ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και ο κίνδυνος του πυρηνικού ολέθρου, και πιο πρόσφατα μετά την πτώση των καθεστώτων του “υπαρκτού” σοσιαλισμού, η έξαρση των εθνικισμών και του θρησκευτικού φανατισμού, αλλά και η προφανής αντίθεση μεταξύ του πλούτου της Δύσης και των άθλιων συνθηκών διαβίωσης στον Τρίτο Κόσμο, παράλληλα με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, αποτελούν προκλήσεις για τον ηθικό και τον πολιτικό στοχασμό. 

Η πρακτική φιλοσοφία έχει πια αποκτήσει σαφή κοσμοπολιτική διάσταση. Έτσι, οι αναλύσεις των εννοιών της δικαιοσύνης και της ισότητας αλλά και η αναζήτηση της καλύτερης οργάνωσης της κοινωνικής συνύπαρξης αφορούν άμεσα την παγκόσμια κοινότητα των κρατών και των λαών τους και επηρεάζουν τη διαμόρφωση του διεθνούς δικαίου. 

Ορισμένοι φιλόσοφοι, ακολουθώντας τον Καντ, εκφράζουν την άποψη πως η επίτευξη μιας οικουμενικής ειρηνικής τάξης πραγμάτων που δε θα βασίζεται στην επιβολή της εξουσίας κάποιας πανίσχυρης υπερδύναμης, αποτελεί ρεαλιστική ουτοπία, δηλαδή ουτοπία που ελπίζουμε ότι θα πραγματοποιηθεί. Όπως παρατηρεί ο Τζον Ρολς, η πολιτική φιλοσοφία μπορεί να είναι ρεαλιστικά ουτοπική όταν μας βοηθά να διευρύνουμε τα όρια αυτού που θεωρούμε εφικτό, κατανοώντας τα σαφή πλεονεκτήματα της κατάστασης που θα προσπαθήσουμε να πραγματώσουμε.

Γι’ αυτόν τον λόγο, εφόσον οι φιλελεύθερες δημοκρατίες δεν πολεμούν μεταξύ τους, αλλά και επειδή όλες οι κοινωνίες που σέβονται κάποιες βασικές αρχές δικαίου μπορούν να αντιληφθούν ότι είναι προς το συμφέρον τους να ενεργούν στο πλαίσιο μιας ειρηνικής διεθνούς κοινότητας, ίσως δεν είναι παράλογο να πιστέψουμε πως μπορεί τελικά να επιτευχθεί η εγκαθίδρυση και διατήρηση μιας τέτοιας κοινότητας.

Βέβαια, άλλοι στοχαστές επισημαίνουν ότι είναι αφελές να ελπίζει κανείς πως θα κυριαρχήσει το “δίκαιο των λαών”, πως θα εξαλειφθεί η βία και πως θα σταματήσει η εκμετάλλευση των αδύναμων από τους ισχυρούς. Τα πλούσια κράτη εξακολουθούν να αδιαφορούν σκανδαλωδώς για τις ανάγκες κρατών των οποίων οι κάτοικοι αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης, ενώ μερικές φορές δε διστάζουν να εισβάλουν σε ασθενέστερες χώρες, με διάφορα προσχήματα, αν κρίνουν ότι αυτό εξυπηρετεί περιστασιακά τα συμφέροντά τους. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών δεν κατορθώνει να κινητοποιήσει τα πλουσιότερα κράτη στον βαθμό που θα χρειαζόταν, προκειμένου να αντιμετωπιστούν στοιχειώδεις ανάγκες λαών του Τρίτου Κόσμου που λιμοκτονούν.

Παράλληλα, ενώ όλοι υποτίθεται πως αναγνωρίζουν την υποχρέωση διασφάλισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τα δικαιώματα αυτά καταπατούνται σε πολλές χώρες του πλανήτη. Έτσι, από τυφλά εθνικιστικά και φυλετικά μίση, από την εμμονή στην ικανοποίηση στενών οικονομικών συμφερόντων, κάποτε από πείσμα και ανοησία, προκαλούνται συχνά πραγματικές ανθρωπιστικές καταστροφές.

Η πολιτική φιλοσοφία, που εγγράφεται στην παράδοση του Διαφωτισμού, καλείται σήμερα να συμβάλει στη θεωρητική στήριξη ενός νομικού καθεστώτος που θα επιτρέπει την παρέμβαση της διεθνούς κοινότητας για την αποτροπή σοβαρών και μαζικών παραβιάσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Πέρα από την επιδίωξη της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και την προσπάθεια διασφάλισης βασικών δικαιωμάτων των ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη, η αναζήτηση μιας δικαιότερης οικουμενικής τάξης πραγμάτων μπορεί ακόμη να συντελέσει στην ευαισθητοποίηση των κατοίκων των κρατών που ευημερούν και στην έμπρακτη έκφραση αλληλεγγύης τους προς τους λαούς που δοκιμάζονται από την πείνα. 

Το μέλλον θα δείξει αν μπορούν πραγματικά οι άνθρωποι να κατανικήσουν σε κάποιον βαθμό τις εγωιστικές τους τάσεις και τις αξιώσεις επιβολής ισχύος, να επανορθώσουν καταφανείς αδικίες και να υπερβούν τις διαφορές που τους χωρίζουν, όχι μόνο στο εσωτερικό των σύγχρονων πολυπολιτισμικών κοινωνιών αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αν δε συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι μηδαμινή η πρόοδος όσον αφορά την πραγμάτωση των πολιτικών ιδεωδών που διέπουν το δημοκρατικό πρότυπο κοινωνικής συνύπαρξης. Οπωσδήποτε, είναι πλέον αρκετά διαδεδομένη η πεποίθηση πως ο αμοιβαίος σεβασμός των ελευθεριών και η εξασφάλιση ενός στοιχειώδους επιπέδου ευημερίας για όλους δεν μπορεί να περιορίζονται μόνο μέσα στα σύνορα ενός κράτους». 

ΑΠΟ ΤΟ TVXS