Πέρα από τη μεσαία τάξη

Του Πολυμέρη Βόγλη

Η μεσαία τάξη βρίσκεται στο επίκεντρο των προεκλογικών συζητήσεων. Αυτό δεν είναι διόλου τυχαίο. Το θέμα της μεσαίας τάξης που συμπιέζεται, ασφυκτιά, εξανδραποδίζεται από τη φορολογική πολιτική της κυβέρνησης ήταν προσφιλές θέμα του αντιπολιτευόμενου Τύπου για μήνες –μέχρι και για «ταξικό πογκρόμ» έκανε λόγο πριν από λίγες μέρες ο αντιπολιτευόμενος Τύπος.

Αρα ήταν «προφανής» και η εξήγηση για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών: η μεσαία τάξη αποτέλεσε το θύμα της κυβερνητικής πολιτικής και κατά συνέπεια «τιμώρησε» τον ΣΥΡΙΖΑ. Ηταν μια εξήγηση την οποία εν πολλοίς υιοθέτησε και ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις ευρωεκλογές και με αυτόν τον τρόπο η μεσαία τάξη βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων και των προεκλογικών προγραμμάτων. Ωστόσο ας ξανασκεφτούμε, γιατί τόσο ενδιαφέρον για τη μεσαία τάξη;

Η τρέχουσα προεκλογική συζήτηση για τη μεσαία τάξη φαίνεται να μη λαμβάνει υπόψη της τις αλλαγές που συνέβησαν την τελευταία δεκαετία και δημιουργεί τη στρεβλή εντύπωση ότι στην ελληνική κοινωνία κυριαρχούν ακόμα τα μεσαία στρώματα, όπως πριν από την κρίση. Στα χρόνια της κρίσης η ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας άλλαξε, καθώς ένα μεγάλο τμήμα της μεσαίας τάξης φτωχοποιήθηκε.

Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις πλήρωσαν βαρύ τίμημα από το 2008 έως το 2015 και οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: 244.714 επιχειρήσεις έκλεισαν και μαζί τους χάθηκαν 842.670 θέσεις εργασίας. Πόσοι από αυτούς που έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους μπόρεσαν να κάνουν μια νέα αρχή και πόσοι από αυτούς εγκλωβίστηκαν έκτοτε στη φτώχεια λόγω των χρεών που είχαν συσσωρεύσει; Η κρίση λειτούργησε ως «δομή καταστροφής» για ένα τμήμα της μεσαίας τάξης και για τα λαϊκά στρώματα και άρα θα περίμενε κανείς η όποια συζήτηση για το μέλλον να απευθύνεται και να συμπεριλαμβάνει αυτούς οι οποίοι επλήγησαν περισσότερο από την κρίση.

Με έναν παρόμοιο τρόπο η τρέχουσα προεκλογική συζήτηση θέτει σε δεύτερη μοίρα το τι συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν. Το ενδιαφέρον της Νέας Δημοκρατίας για τη μεσαία τάξη λειτουργεί ως ξόρκι για την καταστροφή που προκάλεσε η οικονομική κρίση στην εποχή των μνημονίων. Καλύτερα να ξεχάσουμε τι συνέβαινε στη χώρα πριν από μόλις 5-6 χρόνια. Να ξεχάσουμε τη χρεοκοπία και τα μνημόνια και ποιοι είναι υπεύθυνοι γι’ αυτά. Να ξεχάσουμε τα κλειστά καταστήματα, τα νοικοκυριά που δεν είχαν ηλεκτρικό ρεύμα ή που έκαιγαν ό,τι έβρισκαν για να έχουν θέρμανση τον χειμώνα.

Το ενδιαφέρον για τη μεσαία τάξη είναι η υπόσχεση «θα ξαναγίνετε αυτό που ήσασταν πριν από την κρίση» και ένα νεύμα καθησυχασμού προς όσους δεν καταστράφηκαν. Θα προχωρήσουμε μπροστά με όσους μπόρεσαν και άντεξαν στα χρόνια της κρίσης, οι οποίοι νοσταλγούν το επίπεδο ζωής και κατανάλωσης που είχαν πριν από την κρίση και ανυπομονούν να επανέλθουν σε αυτό. Αλλωστε το υψηλό επίπεδο διαβίωσης και κατανάλωσης, επειδή είναι ορατό, λειτουργεί και ως ένας συμβολικός διαχωρισμός από τους άλλους, τα λαϊκά στρώματα, που τους υπενθυμίζουν την κρίση.

Οι άλλοι δεν έχουν κανέναν κοινωνικό προσδιορισμό, δεν έχουν καν όνομα για τη Νέα Δημοκρατία. Οσοι έχασαν τη δουλειά τους ή το μαγαζί τους, όσοι λύγισαν κάτω από το βάρος των χρεών προς τις τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία, όσοι είδαν τα σχέδιά τους να καταποντίζονται, όσοι υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν, γίνονται «αόρατοι». Οπως «αόρατος» είναι στην προεκλογική εκστρατεία της Νέας Δημοκρατίας όλος ο κόσμος της επισφάλειας: οι άνεργοι αλλά και οι συμβασιούχοι, οι εποχικοί, οι ενοικιαζόμενοι, οι μερικώς απασχολούμενοι, οι ανασφάλιστοι κ.λπ.

Εάν για τη φορολογία υπάρχει ολόκληρος κατάλογος φόρων που θα μειωθούν ή θα καταργηθούν, για τους εργαζόμενους η μοναδική συγκεκριμένη δέσμευση της Νέας Δημοκρατίας είναι ότι ο κατώτατος μισθός θα επανέλθει στα επίπεδα του 2009… το 2024. Επιπλέον στη ρητορική στελεχών της Νέας Δημοκρατίας αυτά τα λαϊκά στρώματα, τα οποία βίωσαν με τον πιο επώδυνο τρόπο την κρίση, γίνονται αντιληπτά πλέον ως «βάρος» για τη μεσαία τάξη, η οποία θα πρέπει να «πληρώνει» μέσω της φορολογίας τα κοινωνικά επιδόματα που λαμβάνουν. Λογικό, θα πει κανείς, αφού νεοφιλελευθερισμός και κοινωνική δικαιοσύνη είναι έννοιες ασύμβατες.

Η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια αλλά οι καταστροφικές συνέπειές τους για την κοινωνία είναι εδώ και με αυτές τις συνέπειες θα ζούμε για αρκετά χρόνια ακόμα. Δεν αρκούν οι αοριστολογίες για «ισχυρή ανάπτυξη», γιατί η ανάπτυξη από μόνη της δεν φέρνει την ευημερία της κοινωνίας. Χρειάζεται ένα σχέδιο για το μέλλον που θα έχει στο επίκεντρο όχι μόνο τη μεσαία τάξη, αλλά τους πολλούς, που θα δημιουργεί από σήμερα μια κοινωνία μεγαλύτερης ισότητας και περισσότερης δικαιοσύνης.

*αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Απο την Εφημερίδα των Συντακτών