Πανδημία και νεολαία: Αναζητούμε τον Ηρώδη;

Του Παναγιώτη Τζανετή

Ένα από τα παθήματα/μαθήματα της Ιταλίας υπήρξε το αρνητικό αποτέλεσμα που επέφερε η πρόδρομη ανακοίνωση περιοριστικών μέτρων, τα οποία πρόκειται να ληφθούν  … στο μέλλον. Η διαρροή του επικείμενου λοκντάουν σε τρεις ιταλικές περιφέρειες του Βορρά, οδήγησε κατά την Άνοιξη στην άμεση μετακίνηση δέκα χιλιάδων Ιταλών προς νότο και κατέστησε το μέτρο ατελέσφορο. Αποτέλεσμα ήταν να χρειαστεί σύντομα η επιβολή του σε όλη την γειτονική χώρα! Οι εικόνες συνωστισμού στα ελληνοαλβανικά τελωνεία λόγω προαναγγελίας αλλά και η πρόσφατη εσωτερική κυβερνητική προαναγγελία  μέτρων που θα ισχύσουν … μετά το Δεκαπενταύγουστο, αποτελούν μια μικρή επανάληψη του σφάλματος. Έστω και έτσι όμως, τα δυσάρεστα μέτρα που εξαγγέλθηκαν, είναι ορθά.

Ενόψει δεύτερου κύματος

Θα μπορούσε η στήριξη του ΕΣΥ να είχε γίνει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και με λιγότερο νεοφιλελεύθερο φανατισμό; Θα μπορούσε να αποφευχθεί η δημιουργική λογιστική για τις διαθέσιμες κλίνες ΜΕΘ; Θα μπορούσε να λείπει ο υπερβάλλων ζήλος περί Μωυσέως και η ανάμιξη των καμπυλών της επιδημιολογίας με εκείνες των δημοσκοπήσεων;

Θα μπορούσε να ήταν η κυβέρνηση πιο ανιδιοτελής και να αξιοποιήσει καλύτερα την συναίνεση;  Θα μπορούσε να παραμεριστεί η κομματική παράδοση του αλήστου μνήμης ΚΕΕΛΠΝΟ που μετονομάσθηκε σε ΕΟΔΥ; Θα μπορούσαν να έχουν ενισχυθεί οι υπηρεσίες δημόσιας υγείας αντί να εκχωρηθούν αλλότρια καθήκοντα στην πολιτική Προστασία; Θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή η πρόταση για διακομματική επιτροπή προσλήψεων και προμηθειών αντί να «αξιοποιείται» το θανατικό για λίστες Πέτσα και  «μεγάλους περιπάτους» με ΠΝΠ ;

Θεωρητικά, όλα αυτά κι άλλα τόσα θα μπορούσαν πράγματι να έχουν γίνει και να θεωρούνται μάλιστα ως αυτονόητα. Δεδομένης όμως της κρατικής μας υπόστασης, των χρόνιων στρεβλώσεων του ΕΣΥ, του μνημονίου στην υγεία, της πρόσφατης «σοφής» πολιτικής  επιλογής του ελληνικού λαού να αναθέσει της τύχες της χώρας σε νεοφιλελεύθερους βαλκανικής κοπής, θα έλεγα πως θα μπορούσαν επίσης τα πράγματα να έχουν πάει και πολύ χειρότερα. Οι κκ Τράμπ, Τζόνσον, Μπολσονάρο αλλά και το μισό δικό μας υπουργικό συμβούλιο, αποτελούν την ζωντανή απόδειξη.

Εις ώτα μη ακουόντων

Βάσει των παραπάνω παραλείψεων μπορεί κανείς να κατανοήσει τις επιφυλάξεις για την ακρίβεια των στοιχείων ή ακόμη και τις αντιδράσεις διαφόρων θιγόμενων κλάδων, δεδομένης της αληθινής σύγκρουσης συμφερόντων. Κατανοητή είναι και η εντεινόμενη πικρία των υγειονομικών που έμειναν με τα παλαμάκια. Μέχρι και την αμφισβήτηση που νοιώθει η Εκκλησία είμαι πρόθυμος να κατανοήσω. Κατανοώ, δεν σημαίνει συμφωνώ αλλά απλώς ότι προσπαθώ να «μπω στα παπούτσια του άλλου» ακόμη κι αν διαφέρουν πολύ τα γούστα μας στα παπούτσια.

Εξ όλων, πιο ανησυχητικός θεωρείται ο ωχαδερφισμός της νεολαίας, που είχε νωρίτερα αντιμετωπιστεί στις πλατείες ως απείθαρχος νεοσύλλεκτος! Η τωρινή της αδιαφορία απέναντι στην απειλή, υπογραμμίζει ότι βλακωδώς δόθηκε  έμφαση στον έλεγχο κι όχι στην πειθώ. Στην χώρα του Γοργία και της ρητορικής, της κατ’ εξοχήν τέχνης της πειθούς, προτιμήθηκε κάτι μεταξύ Τσακ Νόρρις και Μάρκου Σεφερλή.

Ανεξαρτησία εναντίον εμπιστοσύνης

Ωστόσο, όσα τέτοια λάθη και αν εντοπίσει κανείς, πάλι κάτι απομένει ανεξήγητο. Κάτι αρκετά απειλητικό, όπως η συστημική έλλειψη εμπιστοσύνης. Παραμένει απούσα ακόμη κι όταν δεν συντρέχει καμία από τις παραπάνω αιτίες. Κυριαρχεί σήμερα το «σύνδρομο της Κασσάνδρας», η οποία δεν γινόταν πιστευτή παρότι ήταν αξιόπιστη. Αν όμως πρόκειται η τροποποίηση συμπεριφοράς να έχει κάποιο αποτέλεσμα, πρέπει να επέλθει έγκαιρα προτού δηλαδή μια εκατόμβη κάνει πάλι τον κίνδυνο απολύτως προφανή.

Εδώ υπεισέρχεται η έλλειψη εμπιστοσύνης σε πολιτικά πρόσωπα , θεσμούς, ειδικούς κοκ. Κι αυτή θα συνέχιζε να χρειάζεται ακόμη κι αν όλα τα άλλα ήταν ρυθμισμένα τέλεια! Ούτε επί μιας ιδεατής ρύθμισης η προσωπική ανεξαρτησία θα ήταν ποτέ ανεμπόδιστη και απαλλαγμένη διλλημάτων. Ποτέ δεν θα επαρκούσε η τυφλή εφαρμογή μιας ρύθμισης, απλώς σεβόμενης βασικά δικαιώματα και υποχρεώσεις .

Ούτε οι διαθέσιμες εναλλακτικές θα είναι ποτέ μαύρο /άσπρο έτσι ώστε να επαρκεί  εφαρμογή της και μόνον. Εξ άλλου σε μα τέτοια περίπτωση απόλυτης διασφάλισης (ως επί συμβολαίου), η εμπιστοσύνη θα ήταν πράγματι εκ του περισσού. Η εναπόθεση εμπιστοσύνης προφανώς εμπεριέχει κάποιο ρίσκο και η ανάγκη της υποδηλώνει ακριβώς την έλλειψη πλήρους διασφάλισης. Απέναντι πάντως, παραμονεύει η γενίκευση της καχυποψίας, που παραλύει την πράξη.

Σε επιστημονικά θέματα, δεν είναι η πρώτη φορά που η επίκληση της προσωπικής ανεξαρτησίας φαίνεται να οδηγεί σε αποφάσεις ηθικά αμφίβολες ή και σε καταστροφικές ενέργειες. Η συνοδός απώλεια εμπιστοσύνης στην επιστήμη, στην τεχνολογία και στην βιοπολιτική δεν έχουν τύχει της δέουσας προσοχής ούτε εξηγούνται αποκλειστικά από τις λογής-λογής αναξιόπιστες συμπεριφορές αξιωματούχων. Γιατί άραγε τόσο γρήγορα παλινδρόμησαν αμφιβολίες και επιφυλάξεις που γεννούν και την επικίνδυνη σημερινή συμπεριφορά;

Μόλις τα πράγματα βελτιώθηκαν και οι ανάγκες έπαψαν να είναι πια τόσο κραυγαλέες, φάνηκε πόσο ασθενή θεμέλια είχε η συναίνεση των πολιτών. Αυτό που εκχωρήθηκε, υπό το κράτος του τρόμου, σήμερα πνίγεται μέσα στο πέλαγος της καχυποψίας που υποτροπίασε.

Απαιτείται λοιπόν πέραν της βασικής θεμελίωσης και μια περαιτέρω δημοκρατική νομιμοποίηση όλων των σχετικών αποφάσεων. Η ευρεία διαβούλευση, αν και δεν διασφαλίζει κατ’ ανάγκη την ισχυρότερη ηθική θεμελίωση των αποφάσεων, ωστόσο σίγουρα επαυξάνει την δημόσια αξιοπιστία τους. Η καχυποψία του κοινού, έναντι των «υπευθύνων», διασκεδάζεται!

Δεν αρκούν οι δημοσκοπήσεις και οι αναλύσεις της κοινής γνώμη για να υποκαταστήσουν όλα αυτά ούτε και τα διευρυμένα όργανα ειδικών που τάχα αποφασίζουν. Την ευρεία και λεπτομερή διαβούλευση πρέπει να την συμπληρώσει επίσης η εκπόνηση μιας λεπτομερούς εθνικής στρατηγικής έτσι ώστε η συμβολή των πολιτών να είναι έλλογη κι όχι στο έλεος των συναισθημάτων. Αλλιώς η φυγή του φόβου θα εναλλάσσεται με την επιθετικότητα της οργής, επ’ άπειρον. Εννοείται ότι τα στερεότυπα περί «σκληρού» Χαρδαλιά ή περί θαυματουργού Μωυσέως που οικειοποιήθηκε την προσωρινή εύνοια της συγκυρίας, προκαλούν πλέον στους πλείστους τον καγχασμό.

Το πρόβλημα δεν είναι απλό γιατί σε όλον τον δυτικό κόσμο, ό,τι έρχεται ‘από πάνω’, αντιμετωπίζεται συνήθως με καχυποψία. Η πολιτική θεωρείται από καιρό εντελώς αναξιόπιστη, ιδιαίτερα όταν παρουσιάζεται σε ρόλο πατρικό. Όμως και άλλοι ‘πατερούληδες’ του παρελθόντος αντιμετωπίζονται πλέον με χλεύη, όπως οι θρησκευτικοί ηγέτες, οι κοινωνικοί επαναστάτες, οι δημοσιογράφοι και κάθε άλλη μορφή πατερναλιστικής έκφρασης που επιθυμεί ανάμιξη στα προσωπικά των ανθρώπων.

Προ πολλού έχει απωλέσει την αγνότητα της και η ίδια η επιστήμη, με τα τόσα άλυτα προβλήματα βιοηθικής στις πλάτες της και κυρίως με τις άπειρες εκδηλώσεις κυνισμού στην πρακτική της. Στις μέρες μας τα βρίσκει κανείς όλα αυτά ολοζώντανα μπροστά του. Ενημερώσεις, διαβεβαιώσεις, διαφωτίσεις, προειδοποιήσεις από τα πλέον υπεύθυνα χείλη πάνε όλα χαμένα.

Διαυγής ενημέρωση και επιμόρφωση – επιτήρηση και πειθώ από τις υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας – ευρεία διαβούλευση και στρατηγική εθνική συνεννόησης – διακομματική επιτροπή άμεσης ενίσχυσης του ΕΣΥ αποτελούν ενέργειες που θα αυξήσουν την αξιοπιστία των μέτρων και την συμμόρφωση του κοινού.

ΑΠΟ ΤΟ TVXS