Παν. Πικραμένος: O -οικογενειακός- φίλος στην ανάγκη φαίνεται

Του Γ. Λακόπουλου

  Στην ιστοσελίδα της Βουλής το βιογραφικό του Παν. Πικραμένου εμφανίζεται λευκό. Ούτε λέξη. Ομοίως δεν υπήρχε τίποτε την περίοδο που ήταν υπηρεσιακός Πρωθυπουργός. 

Περίεργο για δημόσιο πρόσωπο. Αν μη τι άλλο, θα έπρεπε να διευκολύνει όσους ζητούν πληροφορίες για το άτομό του. Τι έχει να κρύψει; Έτσι κι αλλιώς ο «Τάκης» -για τους φίλους- δεν είναι άγνωστος. Έχει καλό όνομα. Και  έχουν γραφεί πολλά για την  οικογένειά του, αλλά δεν είναι του παρόντος.

Δεν θα απασχολούσε κανέναν, αν δεν τον είχε διορίσει βουλευτή Επικρατείας και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης του ο αρχηγός της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που ανέδειξαν οι εκλογές του περασμένου Ιουλίου.

Είναι ο πρώτος κατά κάποιο τρόπο άεργος Νο2 της κυβέρνησης.  Κανείς ως τώρα δεν έχει αντιληφθεί τι ακριβώς κάνει. Ως τώρα η μόνη καταγεγραμμένη δραστηριότητά του  ήταν ότι πήγε στην Ακρόπολη  για την επέτειο αποχώρησης των Γερμανών κατακτητών από τη Αθήνα.

Κατά τους ψιθυριστές πήρε τον τίτλο του αντιπροέδρου γιατί ήταν ο πιο εύσχημος τρόπος  που είχε στη διάθεσή του ο Κυριάκος να μην ικανοποιήσει την επιθυμία του να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Πολλοί τον τοποθετούν στην «αυλή» του Μητσοτακέικου από παλιά. Ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ και σημερινός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης παράλληλα με τη δικαστική σταδιοδρομία του, υπήρξε φίλος της οικογένειας Μητσοτάκη. Λίγο ασύμβατα, αλλά έτσι ήταν. Η σχέση με την «οικογένεια» συνεχίζεται ως τις μέρες μας.

Δεν το κρύβει. Με αφορμή την αναφορά του ονόματός του στο σκάνδαλο Νοβάρτις ο ίδιος είπε ότι τον ενέπλεξαν γιατί «υπήρξε και είναι φίλος της οικογένειας Μητσοτάκη” Δικά του λόγια. Δικαστής άνθρωπος δηλώνει φίλος πολιτικών. Και ποιων πολιτικών.

Αποσπασμένος στο Μαξίμου με τον παλιό Μητσοτάκη, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης με τον σημερινό. Και όπως ξέρουν όσοι από τη γενιά του πήγαιναν στο γυμνάσιο «ο φίλος τον φίλο εν πόνοις και κινδύνοις ου λείπει».

Η δεύτερη υπενθύμιση της ύπαρξής του έγινε με την κατάθεσή του στην έρευνα του Αρείου Πάγου για την Νοβάρτις και τις ενδεχόμενες  πολιτικές  επιρροές στη διερεύνησή της.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, φέρεται να είπε στους ανακριτές: “Πιθανολογώ ότι το πρόσωπο το οποίο κινούσε τα νήματα και συνέβαλε στο σχεδιασμό των διώξεων των πολιτικών προσώπων ήταν ο τότε αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης”.

Η αναφορά στον Παπαγγελόπουλο έστειλε την κατάθεσή του στη Βουλή. Προφανώς  ήξερε γιατί το έλεγε. Ωστόσο είναι δυνατόν δικαστικός, με αξιώματα στο παρελθόν, να «πιθανολογεί»; Τι σημαίνει «πιθανολογεί» χωρίς να  καταθέσει το παραμικρό στοιχείο;  Και η εισαγγελική αρχή που τον ερεύνησε πιθανολογούσε.

 Είναι δυνατόν να λέει για την  εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς ότι  χειρίστηκε την υπόθεση  Νοβάρτις με τρόπο που «δημιουργεί την αίσθηση ότι υπήρχε κεντρικός σχεδιασμός»;  Με σκοπό την  στοχοποίηση -και- του ιδίου.

Σε ποιόν τη δημιουργείται αυτή η «αίσθηση». Με ποια στοιχεία; Ποιος είχε λόγο να στοχοποιήσει ένα συνταξιούχο δικαστικό; Και πώς το τεκμηριώνει;  

Αυτές οι νύξεις παραπέμπουν στις μεθόδους του Γκέμπελς.

Ως δικαστικός ο κύριος αντιπρόεδρος γνωρίζει ότι η εισαγγελική έρευνα για το πρόσωπό προκλήθηκε επειδή αναφέρθηκε το όνομά του από μάρτυρα. 

Κακά τα ψέματα. Ο Παν. Πικραμένος γίνεται αρνητικό πρότυπο δικαστικού,  όταν απλώς σπεύδει να προσφέρει υπηρεσίες, προτάσσοντας «αισθήσεις» και «πιθανολογήσεις».