Στράτος Φαναράς: “Το πολιτικό παιχνίδι δεν είναι παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος”

Συνέντευξη στην Εποχή

Ο Στράτος Φαναράς, στατιστικός αναλυτής της Metron Analysis, μίλησε στην ΕΠΟΧΗ και την Ιωάννα Δρόσου:

Από τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών, μοιάζει να χτυπούν τα πρώτα «καμπανάκια» για τη διαχείριση της κρίσης. Ποια η εκτίμησή σας;

Πράγματι, από το κλίμα της ανάτασης και της αισιοδοξίας της περασμένης άνοιξης, βρισκόμαστε σήμερα προσγειωμένοι σε μία διαφορετική πραγματικότητα. Συνειδητοποιούμε πως είχαμε υποτιμήσει και τη διάρκεια αλλά και την επικινδυνότητα της πανδημίας. Επιπλέον, αντιλαμβανόμαστε ότι η διαχείριση δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Όλα αυτά, βέβαια, αλλάζουν άρδην το κοινωνικό, ψυχολογικό κλίμα. Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια κυριαρχούν. Ο φόβος για την υγεία και την εργασία ενισχύεται. Και, βέβαια, αρχίζουν και τα σημάδια φθοράς της κυβερνητικής αξιολόγησης, η οποία ωστόσο συνεχίζει να παραμένει σε υψηλά επίπεδα αν και βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία.

Έχετε στοιχεία για το ποιες είναι οι κοινωνικές ομάδες ή οι ηλικιακές ομάδες που εκφράζουν μεγαλύτερη δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση;

Οι νεότερες γενιές είναι περισσότερο αρνητικές απέναντι στην κυβέρνηση, όσοι αναγνωρίζονται στην εργατική τάξη και στους μικρομεσαίους επίσης. Αντίθετα, η κυβέρνηση έχει πολύ μεγάλη αποδοχή στις μεγάλες ηλικίες, που παραδοσιακά στηρίζουν τον πολιτικό χώρο αναφοράς της και τον κομματικό φορέα της και τώρα είναι οι πιο ανασφαλείς ηλικίες και συσπειρώνονται γύρω από την κυβέρνηση, προσδοκώντας μια έξοδο από την κρίση. Επίσης θα έλεγα ότι διαμορφώνεται μια διακριτή γραμμή διαφοροποίησης με βάση την απασχόληση. Όσοι ανήκουν στον οικονομικώς ενεργό πληθυσμό εκφράζουν λιγότερη συμπάθεια στην κυβέρνηση, ενώ όσοι είναι οικονομικώς ανενεργοί, δηλαδή οι συνταξιούχοι και οι νοικοκυρές έχουν σαφώς θετικότερη εικόνα.

Πέρα από την υγειονομική κρίση, καταγράφεται μεγάλη αγωνία για την επερχόμενη οικονομική κρίση. Αυτή η αγωνία, πώς μπορεί να εκφραστεί;

Αν πράγματι δεν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις για οικονομική ανάκαμψη από του χρόνου και, αντίθετα, επιβεβαιωθεί η εκφραζόμενη κοινωνική αγωνία ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν στην οικονομία, τότε σίγουρα θα επιβαρυνθεί το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα. Όταν επιβαρύνεται το γενικό κλίμα και η δυσπραγία είναι παρατεταμένη, επηρεάζονται και οι αξιολογήσεις για την ασκούμενη πολιτική. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε μια υπόθεση που έχει παγκόσμια χαρακτηριστικά που δεν πρέπει να αγνοούμε. Για παράδειγμα, η είδηση της έγκρισης του εμβολίου από τις υγειονομικές αρχές της Μεγάλης Βρετανίας δημιουργεί μια αισιοδοξία ευρύτερα στην Ευρώπη. Θα δούμε τι θα γίνει στη συνέχεια, αλλά ζούμε σε μια εποχή όπου τα προβλήματα μοιάζουν να είναι κοινά, πολύ πιο κοινά από ό,τι στο παρελθόν και οι ειδήσεις διαπερνούν τα σύνορα και τα κράτη, λειτουργώντας σε πολλά επίπεδα. Επομένως είναι πολύπλοκο να εκτιμηθεί το μέλλον γιατί οι παράμετροι που το διαμορφώνουν είναι πολλές και αντίρροπες κάποιες φορές.

Αναπτύσσεται ένα ευρύ αντιεμβολιαστικό ρεύμα, ενώ αποκτούν βήμα οι αρνητές της πανδημίας. Κρίνετε πως μπορεί αυτές οι συνθήκες να ευνοήσουν την ακροδεξιά;

Εκτιμώ πως θα μπορούσαν αυτές οι αντιδράσεις να ενισχύσουν αντισυστημικές δυνάμεις, οι οποίες αυτή τη στιγμή, στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν, ειδικά μετά το τέλος της Χρυσής Αυγής. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος σημαντικός πολιτικός φορέας που να ευνοεί τέτοιες αντιλήψεις και πρακτικές στη χώρα μας. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να πει πως στο μέλλον δεν θα βρουν μια πολιτική έκφραση. Επιπλέον τώρα, θα περάσουμε από τη θεωρία στην πράξη. Θα αρχίσουν μέσα στο μήνα οι εμβολιασμοί τουλάχιστον σε δύο χώρες της Δύσης και η συζήτηση πλέον θα γίνεται επί τη βάσει των εμβολιαστικών εμπειριών, αλλά και τη δύναμη των fake news που σίγουρα θα συνεχίσουν να ανθίζουν στον πολυπρόσωπο κόσμο των social media.

Εκτιμάτε πως η υγειονομική κρίση διαμορφώνει συνθήκες πόλωσης, διεθνώς, που μπορεί να προκαλέσουν κοινωνική έκρηξη; Το 2012-2013 αναπτύχθηκαν τα κινήματα ενάντια στη λιτότητα που άλλαξαν και τους πολιτικούς συσχετισμούς.

Την περίοδο εκείνη, με το δίλλημα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» υπήρχε κοινωνική ένταση, που παρήγαγε όξυνση και πόλωση, με την σύγκρουση να έχει πιο πολιτικά χαρακτηριστικά. Η αβεβαιότητα και η σύγχυση σήμερα δεν παράγει οργή και όξυνση, ακριβώς γιατί, από τη μία, έχει έναν παγκόσμιο χαρακτήρα και επομένως δεν θεωρείται ένα ζήτημα που είναι πολιτικά επίδικο στο εσωτερικό της χώρας μας και γιατί, από την άλλη, ακόμα δεν έχει γίνει συνείδηση αν και σε ποιο βαθμό η πανδημία ενισχύει τις κοινωνικές ανισότητες. Υπάρχει, μέχρι σήμερα, μια εντύπωση οριζόντιας προσβολής των ανθρώπων και δεν αναδεικνύονται οι ευρύτερες κοινωνικές ανισότητες που παράγει ή μπορεί να ενισχύσει η πανδημία. Αν αυτό δεν αλλάξει, τότε δεν νομίζω ότι θα δημιουργηθούν τέτοιου είδους κινήματα με ισχυρή προοπτική και στόχευση.

Θεωρείτε οι εικόνες που είδαμε με τον πρωθυπουργό στην Πάρνηθα ή η στάση των αντιδημάρχων του κ. Μπακογιάννη ή η στάση του κ. Πατούλη εν αναμονή του τεστ Covid ενδέχεται να προκαλέσουν τριγμούς στην εικόνα της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας;

Η υπόθεση της συλλογικής αντιμετώπισης της πανδημίας βασίζεται σε μια σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους πολίτες. Αν αυτό το αίσθημα της εμπιστοσύνης διασαλευτεί, τότε όλα θα γίνουν πολύ πιο δύσκολα. Νομίζω ότι οι εκπρόσωποι της πολιτείας, η κυβέρνηση και ειδικά ο πρωθυπουργός έχουν ένα κατεξοχήν καθήκον να διαφυλάττουν αυτή τη σχέση εμπιστοσύνης. Αν αυτές οι υποθέσεις που αναφέρατε θα διαταράξουν τη σχέση εμπιστοσύνης, δεν μπορώ να το γνωρίζω, αλλά αν συμβεί, τότε τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο δύσκολα για όλους· και για την κυβέρνηση για να εφαρμόσει τις πολιτικές της, αλλά και για την κοινωνία για να αντιμετωπίσει συλλογικά αλλά και ο καθένας ατομικά την κρίση.

Η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν λειτουργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία, όπως παρατηρείται σε έναν παραδοσιακό δικομματισμό. Ωστόσο, παρότι παρατηρείται φθορά στην κυβέρνηση, δεν φαίνεται αντίστοιχα να αυξάνεται η επιρροή της αντιπολίτευσης. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Το πολιτικό παιχνίδι δεν είναι παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Δηλαδή, δεν σημαίνει ότι η κάμψη ή η αλλαγή αντίληψης και αξιολόγησης του ενός πολιτικού «παίκτη», αυτόματα μεταφράζεται σε θετική γνώμη, για κάποιον εναλλακτικό παίκτη. Από την άλλη, η πτώση της κυβέρνησης δεν τη φέρνει, ακόμα, σε τόσο χαμηλά επίπεδα ούτε σε αρνητικό ισοζύγιο. Έχει ξεκινήσει από πολύ υψηλά και συνεχίζει να έχει υψηλές αξιολογήσεις, πάνω από το 50%, που σπάνια καταγράφεται σε κυβερνήσεις. Βέβαια, η αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία δεν ασκεί διακυβέρνηση, δεν μπορεί να φτάσει σε τόσο υψηλές τιμές. Εντούτοις, πρέπει να φροντίσει να μειώσει όσο μπορεί τις αρνητικές τιμές της και να γίνει και πάλι ελκυστική.

Ειδικότερα, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αυξάνει τα ποσοστά του;

Γιατί, πρώτον, είναι πολύ νωρίς, ενάμιση χρόνο μετά τις εκλογές. Δεύτερον, γιατί η κρίση δεν είναι παράγωγο της διακυβέρνησης, αλλά εξωγενής, η κυβέρνηση έρχεται να την αντιμετωπίσει. Τρίτον, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει βρει το βηματισμό, που θα του επέτρεπε να εμφανίζεται ως μια ελκυστική εναλλακτική λύση. Δεν υπάρχει, εξάλλου, ένα αίτημα κυβερνητικής εναλλαγής στη χώρα. Όταν και αν φτάσει η πανδημία σε ένα τέλος, που όλοι ελπίζουμε να μην είναι αρνητικό, τότε θα γίνουν οι ευρύτερες αξιολογήσεις από την κοινωνία. Εν μέσω της κρίσης, οι άνθρωποι δεν έχουν την τάση να απομακρύνονται από την κυβέρνηση, αλλά να συσπειρώνονται γύρω από αυτή, για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα. Από τη στιγμή που δεν είμαστε σε ένα κλίμα πολιτικής αλλαγής, η συγκυρία δεν ευνοεί την αξιωματική αντιπολίτευση.

Πηγή: ΕΠΟΧΗ