ΣΥΡΙΖΑ: Οι όροι, το λάθος και η ανάγκη

Του Γιάννη Γουσιόπουλου

Ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ είχε ιδέες που αν και αριστερές θεωρητικά ήταν διεισδυτικές ακόμα και σε συντηρητικούς ψηφοφόρους. Είχε καθαρές ιδεολογικές αρχές, γενικές πολιτικές θέσεις και στελέχη με εγνωσμένο ήθος.

Η δεξιά απόκλιση του ΠΑΣΟΚ και η ιστορία των μνημονίων έφερε το κόμμα της ανανεωτικής Αριστεράς στην εξουσία, γεγονός που ο καλύτερος πολιτικός αναλυτής λίγα χρόνια πριν δεν μπορούσε να προβλέψει.

Ως κόμμα εξουσίας και ως κυβέρνηση τα πήγε καλά. Διαμόρφωσε συνθήκες αυτοδυναμίας, μετέτρεψε τις λαϊκές επιδιώξεις σε εθνικό σκοπό, διαπραγματεύτηκε σκληρά με τους θεσμούς. Τα αποτελέσματα για τη χώρα ήταν τα καλύτερα δυνατά, όμως το σπουδαιότερο είναι ότι αποφεύθηκαν τα χειρότερα.

Όμως στα εύκολα που ήρθαν μετά δεν τα πήγε καθόλου καλά, έχασε απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις. Το καράβι ενώ άντεξε στην τρικυμία, στη νηνεμία εξόκειλε στα αβαθή.

Οι λόγοι της χασούρας ουδέποτε αναζητήθηκαν από το κόμμα. Μετά από την αλλαγή αρχηγού και από μία ακόμα διάσπαση, πηγαίνει στις ευρωεκλογές διαγκωνιζόμενο με το ΠΑΣΟΚ για τη δεύτερη θέση.    

Η εκλογή του νέου αρχηγού έγινε στη βάση μίας δήθεν δημοκρατικής διαδικασίας όπου ο αρχηγός εκλέγεται από το σύνολο των πολιτών και όχι από τα μέλη μόνο του κόμματος. Μα πως είναι δυνατόν να παραμείνουν αναλλοίωτες οι ιδεολογικές αρχές του κόμματος και οι πολιτικές θέσεις που απορρέουν από αυτές όταν οι ψηφοφόροι μπορεί να είναι του οποιουδήποτε άλλου πολιτικού κόμματος; Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι το σύνολο των ψηφοφόρων δεν συμμετέχει στη διαδικασία με δόλο; 

Η καινοτομία της ανοιχτής διαδικασίας δοκιμάσθηκε, είναι ψευδεπίγραφη, πιστεύω πως οδεύει προς το τέλος της.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν χρειαζόταν νέο αρχηγό, ο Αλέξης Τσίπρας είχε όλα τα εχέγγυα, χρειαζόταν την παλιά γενιά των στελεχών, αυτή ήταν η αριστερή του ψυχή.

Το κόμμα χρειαζόταν εξειδικευμένες πολιτικές θέσεις που θα απαντούν στο σύνολο των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ περιορίστηκε στην αυστηρή κριτική την οποία το μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του τη θεώρησε στείρα, καθόλου εποικοδομητική. Ο αρχηγός και τα στελέχη θεωρούσαν τις θέσεις γνωστές, δεν μπήκαν στον κόπο να τις αναλύσουν, να τις στοιχειοθετήσουν, να αναδείξουν τα επιμέρους. Όλα για αυτούς ήταν αυτονόητα, ενώ η ζωή έχει αποδείξει ότι τίποτα δεν είναι.

Παράδειγμα πρώτο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βασιζόμενος στα χάλια της Ανώτατης Εκπαίδευσης μιλούσε για τα μη κρατικά Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ απλά δήλωνε την αντίθεσή του. Άντε αντιπρότεινε τη διάθεση περισσότερων κονδυλίων για την Παιδεία.

Δεν εκπόνησε σχέδιο και να το κάνει γνωστό, με το πώς θα πολεμήσει την ανομία στο χώρο των πανεπιστημίων, πώς θα εξασφαλίσει στέγη για τους φοιτητές στις υπό κατάληψη φοιτητικές εστίες, πώς θα δημιουργήσει τις συνθήκες σπουδών που υπάρχουν στα καλά πανεπιστήμια του εξωτερικού, δημόσια ή ιδιωτικά.

Παράδειγμα δεύτερο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκμεταλλευόμενος τον γραφειοκρατικό και μη αποδοτικό δημόσιο τομέα πρότεινε την ιδιωτικοποίηση ενός μέρους από αυτόν. Ο ΣΥΡΙΖΑ τί έκανε, υπερασπιζόταν γενικά και αόριστα τον δημόσιο τομέα.

Πίστεψε και διαλαλούσε πως θα λύσει τα προβλήματα μέσα από τις προσλήψεις προσωπικού, ενώ τα προβλήματα υπήρχαν και όταν το προσωπικό ήταν υπεράριθμο. Δεν παρουσίασε στους ψηφοφόρους ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ανάταξης του δημοσίου τομέα.     

Παράδειγμα τρίτο, τέταρτο, πέμπτο… παράδειγμα χιλιοστό!

Ακόμα και η κριτική του αντιπολιτευόμενου ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση της Δ.Ν. στα θέματα θεσμών και διαφάνειας και στα οποία έριξε το βάρος, δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Η αυξημένη ευαισθησία του πάνω στα θέματα της δημοκρατίας παρεξηγήθηκε, οι πολίτες θεώρησαν την κριτική υπερβολική έως εμμονική.

Τα είπες μία τα είπες δύο τα είπες τρεις όλοι τα άκουσαν, όσοι κατάλαβαν –  κατάλαβαν, εσύ δεν κολλάς προχωράς παραπέρα.      

Η υπερβολή στην κριτική συναντάται και στο θέμα των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Σήκωσε ψηλό τοίχο ανάμεσα από αυτόν και τον τύπο χωρίς λόγο, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν είναι μόνο οι ιδιοκτήτες των μέσων, είναι και το πλήθος των  ανθρώπων που εργάζονται σε αυτά. Κάποιοι από τους λάθος χειρισμούς σε αυτό το θέμα αναγνωρίστηκαν πρόσφατα από τον Τσίπρα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κατά κάποιο τρόπο τρόμαξε του ψηφοφόρους, τους εξέπληξε αρνητικά. Οι πολίτες μην πιστεύοντας σε αυτά που έβλεπαν πήγαν μαζικά σπίτι τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ από μία ανάγκη για τη διατύπωση εξειδικευμένων θέσεων έγινε το κόμμα της μη πολιτικής, στην καλύτερη περίπτωση της λάιτ πολιτικής.