Σχέδιο εξόδου από την κρίση, αλλά με ποιους;

Του Χάρη Τσιόκα*

                                                                                               Την τελευταία περίοδο διακρίνω ότι ένα μέρος από τις συστημικές δυνάμεις, δειλά πλην όμως διερευνητικά  αναβιώνουν, με λεκτικούς καλλωπισμούς , τη δεξιά σοσιαλδημοκρατία, αλλά χωρίς περιεχόμενα πολιτικής για το αύριο.

Επικαλούνται πως είναι έτοιμη να διαχωρίσει τη θέση της, δηλαδή τις συνεργασίες με τις μεροληπτικές  για τους λίγους, νεοφιλελεύθερες, πολιτικές στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Δεν γίνεται αναίτια!

Είναι προφανές πως αισθάνονται ότι η υγειονομική κρίση γίνεται πολύπλευρη, επιδεινώνεται από τις ασκούμενες πολιτικές των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων με τους συμμάχους τους. 

Οι ευρωπαϊκοί λαοί  αμφισβητούν τις πολιτικές και την αρχιτεκτονική της λεγόμενης  «Γερμανικής Ευρώπης».

Δεν είναι λίγοι πλέον οι αρθρογράφοι, αλλά και διακριτά «κέντρα», που προσπαθούν από τώρα να «προετοιμάσουν» την κοινή γνώμη για μια διαχειρίσιμη, στα συμφέροντα τους, εκδοχή της κοινωνικής αμφισβήτησης! 

Πριν αυτή εξελιχθεί σε κοινωνικό και πολιτικό ριζοσπαστισμό που θα διεκδικεί ένα διαφορετικό πρόγραμμα εξόδου.

Μια προγραμματική πρόταση που θα αφορά τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, των συντελεστών της εργασίας και της παραγωγής ,την κατοχύρωση της πρόσβασης όλων στα κοινωνικά αγαθά πχ της υγείας της παιδείας και της ασφαλείας κ.τ.λ. μέσα σε μια Ευρώπη με συνοχή και ανάπτυξη.

Πρόταση που εκ των πραγμάτων επανατοποθετεί το ρόλο του κράτους και εμπλουτίζει τη δημοκρατική λειτουργία.

Η αναφορά στηρίζεται στην εκδοχή λόγω της πολύπλευρης κοινωνικής και οικονομικής κρίσης, που ενισχύεται από τις μονόπλευρες και μεροληπτικές για τους λίγους και ημέτερους πολιτικές, να υπάρξει το ενδεχόμενο «ανάγκης σχημάτων συναίνεσης» στις ασκούμενες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές από τη ΝΔ.

Ένα είδος «οικουμενικών συνεργασιών» ή ανοχής προκειμένου να βάλουν φρένο σε προοδευτικές πλειοψηφίες που προωθούν πολιτικές τομών και αλλαγών που έχει ανάγκη η πραγματική οικονομία και η κοινωνία! 

 Να μπλοκάρουν δηλαδή τις διεργασίες που συντελούν στην ανάγκη για αλλαγή πολιτικής. Μιας πολιτικής θα στηρίζεται σε μια πλατιά  κοινωνική και πολιτική προοδευτική πλειοψηφία.

Γι’ αυτό ακριβώς στις μέρες μας γίνεται επίκαιρη, όσο ποτέ άλλοτε, η αποστροφή δημόσιας παρέμβασης του Ανδρέα Παπανδρέου όταν τόνιζε ότι… «τόση σχέση έχει η (δεξιά) σοσιαλδημοκρατία με τον δημοκρατικό σοσιαλισμό ..» και τις αναγκαίες συνεργασίες  που συγκροτούν μια προοδευτική κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία « .. όση ο …φάντης με το ρετσινόλαδο..».

Τα περιεχόμενα λοιπόν και η στάση για το αύριο είναι αυτά που πρέπει να αξιολογούνται. Ας επανέλθουμε λοιπόν στα καθ’ ημάς:

Είναι πλέον μια πραγματικότητα πως η πρώτη φάση της υγειονομικής κρίσης είναι σε αποδρομή και πλέον την ακολουθεί και το παρακολούθημα της, ο φόβος, που γεννούσε συντηρητικά κοινωνικά ανακλαστικά.

Διαβαίνουμε την δεύτερη φάση, πολύ πιο δύσκολη, μιας πολύπλευρης πλέον κρίσης που επιδεινώνεται από τις οπισθοβαρείς, αποσπασματικές και μεροληπτικές κυβερνητικές διαχειρίσεις υπέρ των ολίγων! 

Η κοινωνική ανάγκη δεν περιχαρακώνεται πλέον από το φόβο, αλλά λόγω της  ανασφάλειας γεννά κοινωνική  αμφισβήτηση με διακριτά αιτήματα ώστε να υπάρξει μια εμπροσθοβαρής εκκίνηση της οικονομίας, της παραγωγής και της εργασίας, άρα και της κοινωνικής συνοχής.

Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι η διαμόρφωση κυβερνητικών σχημάτων για  μια «τεχνοκρατική» διαχείριση διόρθωσης των ψυχρών αριθμών μιας κρίσης με θύματα τους πολλούς , αλλά η ανάγκη να υπάρξει σύνδεση των μέτρων πολιτικής με την κοινωνική ,οικονομική και παραγωγική ανάγκη.

Και σε αυτό το αμείλικτο ερώτημα πολιτικές δυνάμεις και κοινωνικοί χώροι καλούνται δημόσια να εργασθούν, να τεκμηριώσουν και να αποδείξουν με το προγραμματικό και πολιτικό λόγο, τη συμβολή τους για τη διαμόρφωση ποιας  κοινωνικής πλειοψηφίας εργάζονται.

Με ποιους και για ποιους λοιπόν;

Προφανώς σε μια κοινωνία δημοκρατική, ο διάλογος, η αντιπαράθεση και η σύνθεση είναι κρίσιμο στοιχείο προκειμένου η κοινωνία να κρίνει να επιλέγει και να διαμορφώνει τους όρους των πλειοψηφιών που τελικώς συμπαρατάσσεται  για την ανάθεση της ευθύνης.

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνά κανείς σ’ αυτές τις αναμετρήσεις, διαχρονικά και κυρίαρχα είναι σε αντιπαράθεση δυο διαφορετικές στις οικονομικές, κοινωνικές,  επιδιώξεις και προτεραιότητες πολιτικές οικογένειες. Η συντηρητική και η προοδευτική. Εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες. 
Ως εκ τούτου είναι ευθύνη και υποχρέωση κάθε προοδευτικής δύναμης να καθιστά σαφές πως ζητούμενο δεν μπορεί, σ’ αυτή τη δύσκολη εποχή της πολύπλευρης κρίσης, να γίνονται τα κοινωνικά επισφαλή, θολά σχήματα κυβερνητικών συμμαχιών με άλλοθι την έξοδο -ποιων άραγε;- από την κρίση.

.
Επιλογές  που παραπέμπουν σε ρυθμίσεις …προθύμων  αξιωματούχων.

Η κοινωνική αγωνία και ανάγκη αναζητεί , όχι τις άνευ όρων συμμαχίες, αλλά τον προοδευτικό προγραμματικό λόγο ,και τις αντίστοιχες συνεργασίες -συμπορεύσεις που θα δοκιμάζονται πρώτα στα πεδία των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, για να αξιολογούνται κοινωνικά  όχι οι διακηρύξεις προθέσεων αλλά οι πράξεις.

Αυτές που θα παρέχουν ψήφο εμπιστοσύνης στις δυνάμεις που μοχθούν για το εναλλακτικό σχέδιο εξόδου από την κρίση.

Πέρα από τις φορτίσεις του παρελθόντος και τους καταλογισμούς ευθυνών, ο δρόμος των προοδευτικών προγραμματικών και πολιτικών συγκλήσεων άνοιξε. Γιατί αυτός  μπορεί με κοινωνική ευαισθησία και ανάπτυξη να διαχειριστεί τα δύσκολα.

Άνοιξε τόσο με το κάλεσμα του Αλέξη Τσίπρα και των συλλογικών οργάνων ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, όσο και κορυφαίων εκπροσώπων των δυνάμεων που αυτοπροσδιορίζονται στον προοδευτικό  χώρο.

Άνοιξε πρώτα και πάνω απ’ όλα στη κοινωνία και στις εκπροσωπήσεις φορέων που συγκροτούν την πραγματική οικονομία, την παραγωγή και την κοινωνία.

Είναι η ώρα πλέον της συμβολής, ώστε η κοινωνική ανασφάλεια που γεννά η πολύπλευρη πλέον κρίση να βρει διέξοδο ελπίδας με την συγκρότηση μια σύγχρονης προοδευτικής πλειοψηφίας.

Και αυτό για να γίνει προϋποθέτει τη ενεργή κοινωνική και πολιτική δράση, ώστε να υπάρξει αξιόπιστη, ισχυρή κοινωνική συμπόρευση και λαϊκή εντολή.