Τα τρία στρατηγικά λάθη της δεξιάς που δείχνουν πρωτιά Τσίπρα

Του Διογένη Λόππα
Εκκολάπτοντας το αυγό του φιδιού

Ο αφιονισμένος αυλοκόλακας που παριστάνει το δημοσιογράφο, φαίνεται πως ήταν σε διατεταγμένη υπηρεσία και όχι σε κάποιου είδους επιληπτική κρίση, όπως αρχικά υποθέσαμε.  Σε αυτό συνηγορούν δύο λόγοι, πρώτον ότι οι αναφορές περί 17Ν έγιναν σε απολύτως προστατευμένο τηλεοπτικό περιβάλλον, ήτοι μηδενικής αντίδρασης στην ηλιθιότητα, και, δεύτερον, όλη αυτή η προσπάθεια βρωμάει γεραπετρίλα και δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται.

Η νέα ανακάλυψη του καταρρέοντος επιτελικού κράτους, για να μπορέσει να δικαιολογήσει ευκολότερα την επερχόμενη σύμπλευση των χρυσαυγών με το καθεστώς Μητσοτάκη, προλειάνει το επικοινωνιακό έδαφος πάνω στη λογική που κτίστηκε και η απολογία των Τεμπών, δηλαδή στο ότι είμαστε όλοι ελεεινοί, αλλά εμείς είμαστε αποτελεσματικοί ελεεινοί, άρα πρέπει να κυβερνήσουμε ελλείψει εναλλακτικής.  Συνεπώς, το αφήγημα εδώ είναι ότι ναι, μπορεί εμείς να εξαναγκαζόμαστε να συμπράξουμε με τους δολοφόνους, αλλά και οι άλλοι υπέθαλπαν τους τρομοκράτες.  

Η ειλημμένη απόφαση του Καθεστώτος να συμπλεύσει με τη ναζιστική δεξιά αποτελεί το πρώτο στρατηγικό λάθος και στηρίζεται σε λανθασμένες εκτιμήσεις.  Ουσιαστικά πρόκειται για αλληλουχία άστοχων ενεργειών, αφού το νέο σχέδιο διαμοιρασμού της εξουσίας μπροστά την επικοινωνιακή κατεδάφιση του – να ζήσουμε να το θυμόμαστε – επιτελικού κράτους, το Καθεστώς κουρέλιασε το σύνταγμα, εργαλειοποίησε χωρίς αιδώ τον Άρειο Πάγο με τον αλάνθαστο τρόπο των κολονέλων και παρενέβη με ερντογανικό τρόπο στο ποιος επιτρέπεται και ποιος όχι να συμμετάσχει στις εκλογές.

Σκεφτείτε τώρα το μέγεθος της κρίσης που θα είχε φέρει σε μια κανονική δυτική χώρα, για παράδειγμα στη Γερμανία, μια απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει την κάθοδο του AfD στις εκλογές και για να μπορέσει να το πετύχει αυτό, να παρέμβει στο ομοσπονδιακό δικαστήριο αλλάζοντας τη σύνθεσή του με άλλη της αρεσκείας της.  Και παράλληλα σε σύμπλευση με επίορκους δικαστές να απαγορεύει σε κόμματα να κατέβουν στις εκλογές.  

Οι φωστήρες του Καθεστώτος εκτιμούν ότι αποφασίζοντας και διατάζοντας ποιος θα κατέβει στις εκλογές και ποιος όχι, θα εξαφανίσουν το νεοφασιστικό τσουνάμι που οι ίδιοι δημιούργησαν στα δεξιά τους (ανένδοτος Πρεσπών, καθεστωτική διαχείριση πανδημίας, μαζική φτωχοποίηση μεσαίας τάξης) και θα το αντικαταστήσουν με πρόθυμους πολιτευτές του μαιτρ Καρατζαφέρη, αφού πρώτα οι magnificent 107 (με την ευκαιρία πολλά μπράβο στο Καθεστώς για τη μία θέση που κερδίσαμε στην κατάταξη) υπονόησαν ότι οι πρόθυμοι collaborators δεν είναι πουλέν του συστημικού ΛΑΟΣ, αλλά followers του έγκλειστου Ελληνάρα.  

Αυτή η αλληλουχία μικρών καταστροφών, αναμένεται να φέρει δυσάρεστες για το Καθεστώς εκπλήξεις σε πολλαπλά μέτωπα:  Πρώτα από όλα δεν υπάρχει κανένα διεθνές δικαστήριο το οποίο δεν θα δικαιώσει αυτούς που θα προσφύγουν για τους αδιανόητους αποκλεισμούς, ιδιαίτερα μετά τα τραγελαφικά γεγονότα με την αλλαγή σύνθεσης, την προσπάθεια προσεταιρισμού που προηγήθηκε και την ηχηρή παραίτηση.  Στη συνέχεια είναι εξαιρετικά πιθανόν το άλογο που σπρώχνουν για δυνητικό κυβερνητικό εταίρο, να αποδειχθεί ευτραφής λαγός.  Τέλος, είναι μάλλον αμφίβολο οι εξαγριωμένοι νεοφασίστες να ψηφίσουν οποιοδήποτε συστημικό κόμμα και μάλλον πιθανό να προτιμήσουν αρχικά την αποχή και στη συνέχεια, αν υπάρξουν δεύτερες εκλογές, τη μαζική στήριξη του υποψηφίου της καρδιάς τους, που εν τω μεταξύ θα έχει βρει τρόπο να κατεβάσει συνδυασμό.

Ο Καραγκιόζης στο επικρατείας

Το δεύτερο στρατηγικό λάθος, έχει να κάνει με τη σύνθεση του ψηφοδελτίου επικρατείας.  Με μία μόνο εξαίρεση, ο μοναδικός που λείπει από εκεί είναι ο συμπαθής ήρωας του Σπαθάρη.   Εκεί που οι πολιτικές παρατάξεις τοποθετούν την αφρόκρεμα των προσωπικοτήτων που υποστηρίζουν τις πολιτικές τους και που συμβολίζουν το ύφος της εξουσίας που επιθυμούν να εφαρμόσουν, η ΝΔ τοποθέτησε το απόλυτο τίποτα.

Η σύγκριση των επικεφαλής των επικρατείας των δύο κομμάτων εξουσίας βγάζει μια εσάνς θλίψης, παρακμής και νεποτισμού για τη συντηρητική παράταξη.  Βαριά ονόματα που θα μπορούσαν να προσφέρουν κύρος στη ΝΔ αγνοήθηκαν και στη θέση τους τοποθετήθηκαν ασημαντότητες που η μόνη τους συνεισφορά πρόκειται εμφανώς να είναι η στήριξη του απερχόμενου πρωθυπουργού σε περίπτωση εσωκομματικής αμφισβήτησης.

Ένας κανονικός πολίτης που θα κληθεί να επιλέξει το είδος διακυβέρνησης που επιθυμεί, δεν είναι δυνατόν να αγνοήσει τους συμβολισμούς που αποπνέουν τα δύο ψηφοδέλτια.  Άραγε αν κάποιος έπρεπε να διαλέξει ηγεσία ανάμεσα σε έναν διαπρεπή καθηγητή του Χάρβαρντ και μιας αγενούς ασημαντότητας με πλήρη απουσία αστικής ηθικής, τι θα επέλεγε;  Καθώς λοιπόν τα ψηφοδέλτια επικρατείας απεικονίζουν το είδος ηθικής που εκφράζουν τα κόμματα, η επιλογή της ΝΔ είναι επιλογή ήττας, θράσους και κανονικού φτυσίματος στα μούτρα του μεσαίου χώρου και των μετριοπαθών ψηφοφόρων.

700.000 μείον   

Τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας αναφέρουν ότι οι περιπτώσεις Ελλήνων που απειλούνται με πλειστηριασμό της μοναδικής τους κατοικίας είναι περί τις 700.000.  Είναι απολύτως λογικό ότι κανένας από αυτούς τους 700.000 συμπολίτες μας μαζί με τα μέλη της οικογένειάς του δεν πρόκειται να ψηφίσει ΝΔ ούτε στον ύπνο του.  Και όχι μόνο αυτό, αλλά είναι προφανές ότι θα αγωνιστεί με όλες του τις δυνάμεις ώστε να επηρεάσει φίλους και γνωστούς να κάνουν το ίδιο, ενώ θεωρείται βέβαιο ότι την Κυριακή το πρωί θα επιβάλει λοκντάουν στη γιαγιά και η λειτουργία θα παρακολουθηθεί εκ τηλεοράσεως και μόνον.

Μια αδίστακτη δράκα νεόπλουτων που το Ε9 τους, έχει το μέγεθος τηλεφωνικού καταλόγου, έκριναν ότι είναι θέλημα Θεού να ολοκληρώσουν τη θεομηνία της οικονομικής κρίσης με ένα μεγαλειώδες δώρο στα όρνια εξωτερικού.  Πίσω από την αφέλειά τους κρύβονται δύο τουλάχιστον περιπτώσεις ευέλικτης ηθικής.  Η πρώτη είναι ότι δεν τους ενδιαφέρει καθόλου η γνώμη 700.000 ανθρώπων που οι ίδιοι θεωρούν καθυστερημένα μιάσματα που η μόνη αξία που έχουν είναι μια φθηνή αναξιοπρεπής εργασία και ίσως κάποιο ευτελές voucher.  Η δεύτερη είναι ότι τοποθετούν τη σχέση της χώρας με τους επενδυτικούς οίκους, υψηλότερα από τις υποχρεώσεις της προς τα συστατικά της μέλη, δηλαδή τους εν λόγω 700.000.

Κατά διαβολικό τρόπο, οι συγκεκριμένοι οίκοι αγνόησαν επιδεικτικά το δωράκι και μετέθεσαν την επενδυτική βαθμίδα για το μέλλον, γνωρίζοντας ίσως ότι θα είναι προτιμότερο να διαπραγματευθούν με τη νέα κυβέρνηση, αφού οι δικοί τους αναλυτές επιμένουν ότι με τέτοιο επιβαρυμένο παρελθόν, μια νέα τετραετία Μητσοτάκη θεωρείται αδιανόητη.  

Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι η εντελώς διαφορετική οπτική με την οποία αντιμετωπίζουν το δομικό πρόβλημα των πλειστηριασμών τα δύο μέρη:  Το Καθεστώς εθελοτυφλεί μπροστά στις εθνομηδενιστικές πολιτικές που με βία επιβάλλει, κρίνοντας λανθασμένα ότι οι ιδιοκτήτες θα μπορούσαν να αποδεχθούν τη θλιβερή τους μοίρα, αποδεχόμενοι να ζήσουν κάπου αλλού, αποκομμένοι από τη φυσική κοινωνική τους υπόσταση, με τη χρήση κάποιου ενδεχόμενου βοηθήματος.  

Αν τώρα μπείτε στον κόπο να ρωτήσετε κάθε έναν από αυτούς, που με αγωνία περιμένουν την έκβαση του εκλογικού αποτελέσματος, σε τι ποσοστό τους ενδιαφέρει η συγκεκριμένη επενδυτική βαθμίδα, πιθανότατα αντί για απάντηση θα λάβετε χειρονομία που περιλαμβάνει δάχτυλα ή δάχτυλο.

Δεν έχω σκοπό να αμφισβητήσω τις δημοσκοπήσεις, καθώς προσωπικά πιστεύω ότι μετρούν σωστά, απλούστατα μετρούν ένα δείγμα αρκετά προβλέψιμο, ένα τυπικό δείγμα ανθρώπων που έχουν δουλειά, οικογένεια, σπίτι, αυτοκίνητο και βλέπουν τηλεόραση.  Εκεί πράγματι η ακροκεντρώα δυστοπία που οραματίζεται το Καθεστώς εις βάρος των υπολοίπων, προηγείται με διαφορά.

Στην κάλπη όμως, θα πάνε να ψηφίσουν όλοι οι 700.000 οι οποίοι σπανίως εμφανίζονται ανάμεσα στους 1001 που μετράνε οι καλοί δημοσκόποι.  

Αυτοί μαζί με το σύνολο της ακμάζουσας, με κυβερνητική ευθύνη, νεοφασιστικής δεξιάς συν όλους αυτούς που κοιτάνε με αηδία ένα ευτελές ψηφοδέλτιο επικρατείας θα λείψουν από την καταμέτρηση των ψηφοδελτίων της ΝΔ.  

Αυτή η τριπλή καθοριστική αποτυχία της απερχόμενης κυβέρνησης να αφουγκραστεί τις ανάγκες μιας σύγχρονης κοινωνίας που διψά για βασική ευημερία και βασική προστασία, αν προστεθεί ως παράμετρος στις  υπάρχουσες μετρήσεις, δείχνει βέβαιη πρωτιά Τσίπρα, μια πρωτιά που οσμίζονται τα πολιτικά και οικονομικά κέντρα του πλανήτη, τα οποία, όταν δεν δείχνουν μια σαφή προτίμηση προς τον επόμενο πρωθυπουργό, μένουν αυστηρά ουδέτερα, είτε πρόκειται για την επενδυτική βαθμίδα, είτε για σοβαρά γεωπολιτικά ζητήματα, τηρώντας μια στάση αναμονής που σε τίποτε δε συμβαδίζει, είτε με την αισιοδοξία του Καθεστώτος, είτε με τις ατελείς μετρήσεις των δημοσκόπων.