Το ανθρώπινο μέτρο απέναντι στις ακρότητες και το διχασμό

Του Μανώλη Ροζάκη

Μετά το “Χαμένο Παράδειγμα” τού Ε. Μορέν, έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι της παγκοσμιοποιημένης νεωτερικότητας.

Αφήνοντας πίσω τη λεγόμενη χρυσή μεταπολεμική τριακονταετία, έχει περάσει σχεδόν μίσος αιώνας “δοκιμών”, πάνω στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο, αγνοώντας τη συστημική πολυπλοκότητα (βλ. Ε. Μορέν) και επαναφέροντας τη νεοκλασική οικονομική πολιτική, κάτω από έναν νέο μανδύα (μονεταρισμός).

Το αποτέλεσμα ήταν η βίαιη αναδιανομή τού πλούτου προς τα πάνω και η σταδιακή εξαφάνιση τής μεσαίας τάξης, στηριζόμενη κυρίως στον χρηματοπιστωτικό τζόγο και την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Η συρρίκνωση της παραγωγικής οικονομίας, κυρίως στον δυτικό κόσμο, οδήγησε στον περιορισμό των εργασιακών δικαιωμάτων και τη διεύρυνση των ανισοτήτων, υποβαθμίζοντας παράλληλα τούς θεσμούς και την δημοκρατία εν γένει.

Το γεγονός αυτό συνδέεται προφανώς με τις αλλεπάλληλες και όλο και συχνότερες κρίσεις του συστήματος (οικονομία, προσφυγικό, κλιματική αλλαγή, πανδημία), αναδεικνύοντας τα τρωτά του σημεία, καθώς επίσης τούς λόγους και τίς αιτίες, που βρισκόμαστε πάλι στο σημείο μηδέν. Η ιδιώτευση, ο κοινωνικός αυτοματισμός και η διχαστική πολιτική, παρά την φαινομενική και εφήμερη αποτελεσματικότητά τους, είναι στην πραγματικότητα μέρος τού προβλήματος.

Με τέτοιες πρακτικές, και τόσα ανυπέρβλητα εμπόδια, το νεοφιλελεύθερο μοντέλο (ειδικά στην Ελλάδα) οδηγεί μαθηματικά σε μια κοινωνία των δύο τρίτων. Πέραν τού ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να είναι ηθικά αποδεκτό, δεν είναι και λειτουργικά εφαρμόσιμο, τουλάχιστον σε μια σύγχρονη δυτική κοινωνία, όπως είναι η ελληνική. Εκτός αν “οραματιζόμαστε” μία Ελλάδα τριτοκοσμική, στην οποία θα βασιλεύει η εργασιακή ζούγκλα, με μισθούς πείνας, μεγάλη διαφθορά και εγκλήματικότητα.

Το πρόταγμα λοιπόν έγκειται στην αναζήτηση ριζοσπαστικών και συνάμα ρεαλιστικών λύσεων. Δηλαδή, μια προοδευτική ματιά, ένα νέο παράδειγμα, βασισμένο στην ενσυναίσθηση, την έμπνευση και φυσικά την εμπιστοσύνη. Γιατί κάθε μεγάλη αλλαγή είναι δυνατή, όταν μπορεί να ενεργοποιεί και τίς τρείς λεγόμενες αντώσεις (θυμικό, ορεκτικό και νοητικό), δίνοντας νόημα και σημασία στην ψυχή, τον λόγο και την πόλη (Κ. Καστοριάδης).

Χρειαζόμαστε δηλαδή, έναν “αληθινό λόγο”, ο οποίος θα χαράξει έννοιες απτές, θα επαναπροσδιορίσει καινούργιες κατηγορίες και θα χαρτογραφήσει νέες περιοχές, λογικά παραστάσιμες, με εσωτερικευμένα σύμβολα, επενδεδυμένα στο συν-αίσθημα, πού τελικά θα μπορούν να καθοδηγούνται από μία δημιουργική προθετικότητα. Πιστεύω ότι σήμερα το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στην προσπάθεια υπεράσπισης μίας συνεκτικής κοσμο-εικόνας, είναι η υποβάθμιση τού αισθήματος έναντι των δύο άλλων – δηλαδή, τού καταστροφικού πάθους και τής ανοηματικής λογικής. Η συναισθηματική ερημοποίηση εμποδίζει το αντιληπτικό πεδίο, περιορίζει την φαντασία και οδηγεί στην ανάσχεση της θέλησης.

Η πολιτική ενσυναίσθηση μπορεί όμως να αναγνωρίσει τίς έντονες πιέσεις που υφίσταται η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών, αλλά και τις παράλογες απαιτήσεις μιας ασύδοτης μειοψηφίας, που συνθέτουν αυτήν την εύθραυστη ισορροπία, ανάμεσα στο μόχθο, την ανία και το περιθώριο. Η έμπνευση, με τη σειρά της, καλείται να δώσει διέξοδο, με ουσιαστικές ανάσες σε αυτούς που έχουν πραγματική ανάγκη, πείθοντας τούς ισχυρούς να συνδράμουν, για το λειτουργικό κυρίως όφελος τού εγχειρήματος. Στο σημείο αυτό συναντάται και η εμπιστοσύνη, το δυσκολότερο αλλά ίσως το πιο σημαντικό κλειδί. Η εμπιστοσύνη στον άνθρωπο, τους θεσμούς, το πνεύμα συνεργασίας και η αλληλεγγύη, που συνθέτουν εναν συνεκτικό ιστό προστασίας και ασφάλειας μιας κοινωνίας.

Γιατί μία κοινωνία που τρέφεται μόνο από την επικοινωνία και επιλέγει την απώλεια του αισθήματος, μη μπορώντας να διαχειριστεί το αίσθημα της απώλειας, οδηγείται στην παρακμή. Τραβώντας στα άκρα τις σχέσεις με τούς πολίτες και υποσκάπτοντας τα εναπομείναντα θεσμικά αντίβαρα, αυτό πού έπεται θα είναι καταστροφικό, ακόμη και για την συγκυριακά οφελημένη μειοψηφία. Πρέπει να αντιληφθούμε όλοι, ότι από την στιγμή που θα επικρατήσει η ανία και το περιθώριο έναντι τού μόχθου, το παιχνίδι έχει ήδη χαθεί.

Στους ενδιαφέροντες καιρούς, πού ζούμε, ένας αληθινός λόγος δύναται να καθορίσει και το μέτρο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Έτσι και το έργο πού τίθεται τελικά προς επιλογή, είναι η δίκαιη εκλογή απέναντι στις ακρότητες και το διχασμό.

ΥΓ:  “Η ανθρώπινη φύση: Το χαμένο παράδειγμα” και “Η Μέθοδος” (τόμοι 3-6), Ε. Μορέν