Το “λευκό κολάρο” του Λιγνάδη και η παραλίγο “δικαίωση” του Κούγια…

Toυ Γιώργου Καρελιά
Σε κάτι τέτοιες υποθέσεις στηρίζεται αυτό που ο αρχαίος Πλάτων έγραψε εδώ και σχεδόν 25 αιώνες: “Το δίκαιο δεν είναι τίποτε άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού”.

Υπάρχουν δύο ειδών εγκληματίες. Οι πολλοί, οι «κανονικοί» που καταδικάζονται και φυλακίζονται ακόμα και για ψύλλου πήδημα. Ελάχιστοι θα μάθουν-και λιγότεροι θα αντιδράσουν- αν καταδικαστεί και φυλακιστεί ένας φτωχοδιάβολος για αδίκημα ήσσονος σημασίας. Αλλωστε, αυτοί δεν έχουν λεφτά για να πληρώνουν μεγαλοδικηγόρους με άνετη πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης, οι οποίοι, διαρκούσης της δίκης, προαναγγέλλουν την αθωότητα του πελάτη τους.

Αυτά μπορεί να τα κάνει η άλλη κατηγορία εγκληματιών, αυτή με τα «λευκά κολάρα». Οι εγκληματίες αυτοί έχουν υψηλές διασυνδέσεις, κατέχουν επίζηλες θέσεις στον επαγγελματικό στίβο, επιλέγουν τα θύματά τους με τη βεβαιότητα ότι θα υποκύψουν στη γοητεία του χρήματος, του κοινωνικού και επαγγελματικού «στάτους» και με μεγάλες πιθανότητες να πέσουν στα μαλακά, αν ποτέ καθίσουν στο εδώλιο.

Ο Λιγνάδης είναι χαρακτηριστική περίπτωση εγκληματία με «λευκό κολάρο». Ο χαρακτηρισμός δεν είναι αυθαίρετος και δεν παραβιάζει πλέον το περίφημο «τεκμήριο της αθωότητας».

Πρώτον, διότι έχει ήδη καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό. Μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεσή του στο δεύτερο βαθμό, ισχύει γι’ αυτόν «τεκμήριο ενοχής», έστω και προσωρινό.

Δεύτερον, διότι ο περί ου ο λόγος, πριν αποκαλυφθεί η εγκληματική δράση του, ήταν προβεβλημένο δημόσιο πρόσωπο, με μακρά επαγγελματική πορεία και υψηλές πολιτικές και κοινωνικές διασυνδέσεις.

Ο Λιγνάδης οδηγήθηκε σε δίκη, διότι δε μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Τα θύματά του, ανήλικα όταν υπέκυψαν στις ορέξεις του, τόλμησαν να τον καταγγείλουν, αφού είχαν ανοίξει άλλα στόματα σε άλλα πεδία του δημόσιου βίου.

Και ήρθαν οι χτεσινές, αντιφατικές και ακατανόητες, αποφάσεις που δικαστηρίου όχι απλώς να πλήξουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Αλλά να παγιώσουν την πεποίθηση ότι, σε περιπτώσεις τέτοιων εγκληματιών, κάτι θα βρεθεί ώστε να πέσουν «στα μαλακά».

Το δικαστήριο καταδίκασε τον Λιγνάδη για δύο βιασμούς. Δεν του αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό. Ωστόσο, το ίδιο δικαστήριο αποφάσισε να αφεθεί ελεύθερος(!) μέχρι να εκδικαστεί η έφεσή του.

Η δεύτερη απόφαση υπερκάλυψε την πρώτη και προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις. Ευλόγως. Διότι δεν υπακούει σε καμιά λογική.

Αν ο Λιγνάδης είναι ένοχος για βιασμούς (και το δικαστήριο είπε «ναι, είναι ένοχος»), ποιος είναι ο λόγος που αφήνεται ελεύθερος; Ποιο «σήμα» θέλουν να στείλουν όσοι την πήραν; Ότι ναι μεν ο Λιγνάδης είναι βιαστής, αλλά δεν τρέχει τίποτα αν πάει στο σπίτι του; Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι δεν κρίθηκε επικίνδυνος για την τέλεση νέων αδικημάτων (αν συμβαίνει αυτό, θα ήταν παράλογη σκέψη), η απελευθέρωσή του ποιο μήνυμα εκπέμπει; Ο πολίτης, που ακούει ότι «κατά δικάστηκε ο βιαστής Λιγνάδης αλλά είναι ήδη στο σπίτι του», πώς θα αντιδράσει; Τι θα σκεφθεί για την «τυφλή» δικαιοσύνη, η οποία επιλέγει να εκδηλώσει την «τυφλότητά» της σε μια εξοργιστική υπόθεση και με κατηγορούμενο «περιωπής»;

Ετσι όπως εξελίχθηκε στο τέλος η υπόθεση «και πάλι καλά» να λέμε. Θα μπορούσε η απόφαση να είναι αυτή που είχε προαναγγείλει εδώ και καιρό ο συνήγορος Κούγιας («Ο Λιγνάδης θα αθωωθεί πανηγυρικά»). Ευτυχώς δεν συνέβη κι αυτό. Ευτυχώς που τα θύματά του δεν υποχρεώθηκαν να του ζητήσουν συγγνώμη. Λέτε να το δούμε σε μερικούς μήνες;

Σε κάτι τέτοιες υποθέσεις στηρίζεται αυτό που ο αρχαίος Πλάτων έγραψε εδώ και σχεδόν 25 αιώνες: «Το δίκαιο δεν είναι τίποτε άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού».

ΑΠΟ ΤΟ NEWS 247