Το τέλος των ψευδαισθήσεων: Ο Αλέξης Τσίπρας, το <Τρένο της μεγάλης φυγής> και η μοναξιά της εξουσίας!

Του Γ. Λακόπουλου

Λέγεται ότι όταν στην προεκλογική περίοδο ο Αλέξης Τσίπρας συνάντησε τον πρώην διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιώργο Προβόπουλο, μεταξύ άλλων ζήτησε τη γνώμη του για τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές που σκόπευε να αρχίσει ως Πρωθυπουργός.
Ο ευπατρίδης πρώην κεντρικός τραπεζίτης του εισηγήθηκε να επιδιώξει αμέσως μετά την εκλογή του μια συνάντηση με τους Ευρωπαίους στην οποία να θέσει όλα τα θέματα που έκρινε η κυβέρνησή του ως σημαντικά – προβλέποντας ότι κάποια από αυτά θα γίνονταν δεκτά. Να κλείσει έτσι αυτό το μέτωπο νωρίς και από κει και πέρα να ασκήσει την πολιτική του με ρεαλισμό στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Ειρήσθω εν παρόδω εκείνη η συνάντηση έδωσε την αφορμή να διατυπωθούν σκέψεις ότι θα ήταν ο Προβόπουλος ο υπουργός Οικονομικών που θα αναλάμβανε τη διαπραγμάτευση, με τις γνώσεις, την εμπειρία και την θετική εικόνα του στον ευρωπαϊκό χώρο. Πού να φανταζόταν κανείς τι θα επακολουθούσε.
Στην πράξη διαπιστώθηκε ότι ο Πρωθυπουργός δεν άκουσε τον πρώην διοικητή. Αντί της άμεσης εκκαθάρισης των σχέσεων με τους δανειστές επεδίωξε την λεγόμενη συμφωνία –γέφυρα και τη μεταφορά της ουσιαστικής διαπραγμάτευσης στο μέλλον. Και αντί της ρεαλιστικής επιδίωξης ενός συμβιβασμού που θα εξομάλυνε τις σχέσεις με τους δανειστές επέλεξε τη θεωρία των <κόκκινων γραμμών> .
Το αποτέλεσμα ύστερα από τρεις μήνες είναι οδυνηρό για την ίδια την κυβέρνηση του. Απομονωμένη από όλους στην Ευρώπη – από όλους όμως – βλέπει τα αδιέξοδα να πληθύνονται και να πνίγουν τη χώρα. Οι σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι ο φυσικός της χώρος και το μόνο αποκούμπι της έχουν πληγεί και αυτό είναι ζημιά για τη χώρα .

Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΧΕΙ ΚΟΥΡΑΣΕΙ

Η κόπωση είναι ο νέος κίνδυνος: η Ελλάδα έχει κουράσει τα κοινοτικά όργανα, τις κυβερνήσεις, τα κοινοβούλια και την κοινή γνώμη των εταίρων της- ενώ τα καμώματα του Βαρουφάκη εισήγαγαν και το στοιχείο της θυμηδίας.
Αυτή τη στιγμή ο Πρωθυπουργός βρίσκεται στη θέση που βρισκόταν ο Γιόν Βόιτ στις τελευταίες σκηνές της ταινίας του Αντρέι Κοντσαλόφσκι <Το τρένο της μεγάλης φυγής>. Αν δεν βρει τρόπο να αποκόψει το ευρωπαϊκό βαγόνι της κυβέρνησής του, θα πέσει με ολόκληρο το τρένο στο γκρεμό.
Πρόκειται για το τέλος των ψευδαισθήσεων. Η κυβέρνηση πολιτεύτηκε στην Ευρώπη με λάθος παραδοχές: από τη <λαϊκή εντολή> την οποία θα έπρεπε να σπεύσουν να αποδεχθούν οι άλλοι, μέχρι την αλλαγή συμμαχιών, που κατέρρευσε με ένα ταξίδι στη Μόσχα. Από τις <κόκκινες γραμμές> μέχρι την αλλαγή στην οποία θα έσυρε ολόκληρη την Ευρώπη.
Οι λανθασμένες θεωρίες, οδήγησαν σε λάθος πολιτική, η λάθος πολιτική σε λάθος χειρισμούς και οι λάθος χειρισμοί σε λάθος στρατόπεδο: αντί να βρίσκεται μαζί με τους εταίρους της χώρας βρέθηκε απέναντί τους. Αντί να προσπαθεί να αξιοποιήσει υπέρ της Ελλάδας τις Συνθήκες λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιχείρησε να τις αμφισβητήσει. Αντί να αξιοποιήσει το γεγονός ότι οι δανειστές είναι και εταίροι, αντιμετώπισε τους εταίρους ως εχθρικές δυνάμεις.
Αυτή η πολιτική , πλην της απώλειας εμπιστοσύνης στο διεθνή χώρο , έδωσε έδαφος στις αντιευρωπαϊκές δυνάμεις του κυβερνητικού στρατοπέδου να αποκτήσουν ισχύ και να πιέζουν για την περίφημη <ρήξη> . Επέτρεψε σε αλαφροΐσκιωτους και κολλημένους σε ιδεοληψίες του παρελθόντος να βάζουν όρους ακόμη και στον Πρωθυπουργό.
Άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και ο καθένας έλεγε ότι του κατέβαινε, με πρώτον τον υπουργό Οικονομικών που απολάμβανε τη διασημότητα του με τη δίψα ροκ σταρ, ως τη στιγμή που η κυβέρνηση τον πέρασε σε δεύτερο πλάνο.

ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΩΡΑ;

Όλα αυτά όμως έγιναν. Το ερώτημα τώρα είναι αυτό που είχε για τίτλο ένα βιβλίο του Λένιν :< Τι να κάνουμε;>- τώρα..
Η πρώτη απάντηση είναι ότι ο πληθυντικός είναι λάθος. Δεν υπάρχει <τι κάνουμε>. Υπάρχει τι κάνει ο Πρωθυπουργός.
Ο Αλέξης Τσίπρας ως φορέας της λαϊκής εντολής και υπεύθυνος κυβερνήτης σηκώνει στις πλάτες του το βάρος της απόφασης. Οι πολίτες αυτόν ψήφισαν δεν ψηφίσαν τον Στρατούλη και τον Βαρουφάκη , ούτε τον Λαφαζάνη – που έχει πάντως την ευθύτητα να λέει : αν δεν κάνουμε αυτά που θέλουμε καλυτέρα να παρατήσουμε την κυβέρνηση.
Οι πολίτες από τον Τσίπρα θα ζητήσουν τις ευθύνες στο τέλος-όπως σε αυτόν φυσικά θα πιστώσουν και κάθε καλή εξέλιξη.
Το σύνδρομο Σαμψών – < αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων> – υπήρξε κακός σύμβουλος ως τώρα. Η γραμμή <θα τους πάρουμε μαζί μας> απεδείχθη τραγικά αφελής. Και η μπουρδολογία για εναλλακτικές λύσεις χρηματοδότης, παραπέμπει σε παραισθήσεις.
Είτε τα πίστεψε προσωπικά και ο ίδιος ο Τσίπρας είναι απλώς τα δοκίμασε, πρέπει να σταματήσουν.
Ο Πρωθυπουργός– και μόνο αυτός – έχει δυο επιλογές αυτήν τη στιγμή.

Η μία είναι να συνεχίσει την πολιτική στην οποία τον ωθούν κάποιες δυνάμεις από το κόμμα του και ο ετερόκλιτος εταίρος του.
Αυτή η πολιτική οδηγεί στο χαμό. Χωρίς συμφωνία με τους εταίρους η χώρα ανατινάζεται – αλλά προηγουμένως θα ανατιναχθεί η κυβέρνηση του. Και σε κάθε περίπτωση η ιστορική ευθύνη του θα είναι ασήκωτη. Οι …κατάρες ορισμένων υπουργών του για τους Ευρωπαίους που < θέλουν να μας πνίξουν> δεν αλλάζουν τίποτε.

Η ΕΦΙΚΤΗ ΛΥΣΗ
Η άλλη επιλογή είναι να συμβιβαστεί με τους εταίρους. Ότι αυτός ο συμβιβασμός θα γίνει πλέον σε ένα επίπεδο χαμηλότερο από αυτό που θα μπορούσε να γίνει στην αρχή είναι δικό του λάθος και μάθημα ταυτοχρόνως.
Συμβιβασμός πλέον σημαίνει ότι πρέπει να αποδεχθεί επώδυνα μέτρα με αντάλλαγμα τη χρηματοδότηση. Να αποδεχθεί τη μόνη εφικτή λύση, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να την εφαρμόσει με κοινωνική δικαιοσύνη. Πρωτίστως να την εντάξει σε ένα σχέδιο εξόδου της χώρας από την κρίση, γιατί αυτό είναι το πραγματικό ζητούμενο.
Να αξιοποιήσει τη νέα συμφωνία – λιτότητας ασφαλώς, όπως και αν αυτή ονομαστεί – με σκοπό να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανάπτυξης στη χώρα – και αυτό μόνο με μεταρρυθμίσεις και ξένες επενδύσεις γίνεται.
Ταυτόχρονα ,εξασφαλίζοντας με αυτή τη συμφωνία την επιβίωση της χώρας, να προχωρήσει σε μεγάλες εσωτερικές αλλαγές. Να κάνει παραγωγικό το δημόσιο τομέα και στην υπηρεσία του πολίτη, να καταπολεμήσει τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή, να κόψει τους αμαρτωλούς δεσμούς ανάμεσα στο χρήμα και την πολιτική, να αποκαταστήσει τη λειτουργία των θεσμών -αποσύροντας τις Ζωές που δημιουργούν παρακυβέρνηση- και να ανασυντάξει τα επιμέρους συστήματα υποστήριξης της κοινωνίας- αποσύροντας τους μπαλτάδες που τα κάνουν κιμά..
Πάνω από όλα να μιλήσει ευθέως και με ειλικρίνεια στους πολίτες. Να εξηγήσει πού βρίσκεται η χώρα, να ζητήσει υπομονή και ανοχή στους νέους περιορισμούς, να εξηγήσει γιατί μόνο με δουλειά και θυσίες θα σωθεί η χώρα, να εγγυηθεί ότι τα τρωκτικά θα απομονωθούν και να παρακαλέσει για στράτευση και δουλειά.
Να κάνει δηλαδή ό,τι μόνο μια κυβέρνηση της Αριστεράς μπορεί να κάνει.  Αυτό που οφείλει να κάνει κάποιος που του χαλογέλασε η Ιστορία και ταυτόχρονα τον όρισε να πετύχει εκεί που οι αλλοι απέτυχαν. Αυτό  δεν γίνεται με σκιαμαχίες στις Βρυξέλλες και με λιγότερη Εύρώπη. Γίνεται με περισσότερη Ευρώπη και με περισσότερο ρεαλισμό για την πραγματική κατάσταση της χώρας, απο την οποία δεν βγαίνει με τσαμπουκάδες.
Ασφαλώς η απόδοση αυτής της πολιτικής θα είναι μεσοπρόθεσμη.Οποιος από τους βουλευτές του δεν επικροτεί αυτή την πολική να πάει στη Βουλη και να την καταψηφίσει. Θα τη στηρίξουν άλλοι βουλευτές, απο άλλα  κομματα και τα αποτελέσματα θα είναι χειροπιαστά και μή  αναστρέψιμα. Η κοινωνία θα δοκιμαστεί κι άλλο, αλλά αυτή τη φορά θα έχει  βάσιμες ελπίδες να σώσει την παρτίδα.

Ακόμη και αν ο Τσίπρας χάσει τις επόμενες εκλογές με αυτή την επιλογή – πράγμα απίθανο γιατί οι πολίτες θα την κατανοήσουν – θα κερδίσει μια θέση ανάμεσα στους πολιτικούς ηγέτες που έκαναν αυτό που έπρεπε, όταν έπρεπε. Αλλιώς η κυβέρνησή του θα αποδειχθεί μια παρένθεση που κανείς δεν θα θέλει να θυμάται.
Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση είναι δική του – προσωπική. Για τον Πρωθυπουργό ήρθε η ώρα να δοκιμάσει τη μοναξιά της εξουσίας.