Υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης ή σαφής πολιτική τοποθέτηση;

Της Άντας Ψαρρά

Η οργισμένη ανακοίνωση της πλειοψηφίας του ΔΣ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (παρατίθεται στη συνέχεια) σχετικά με τις έντονες διαμαρτυρίες μετά την απόφαση αναστολής ποινής για τον Δ. Λιγνάδη θα ήταν προφανώς πειστική, αν είχε περιοριστεί στην πλήρη υπεράσπιση των δικαστών μελών της που βασισμένοι στον Ποινικό Κώδικα (και φυσικά σε κανένα «νόμο του ΣΥΡΙΖΑ» ) έκριναν νόμιμα ότι ο καταδικασμένος για δύο βιασμούς έπρεπε να αφεθεί ελεύθερος. Η ανακοίνωση όμως δεν περιορίστηκε εκεί και προχώρησε πολλά βήματα παραπέρα, ερμηνεύοντας αυθαίρετα τη γενική δυσαρέσκεια και την οργή ως υποκινούμενη και μάλιστα πολιτικά, με στόχο τον εκφοβισμό και τη χειραγώγηση της δικαιοσύνης.

Όμως η συνδικαλιστική ομάδα που διοικεί σήμερα την ΕνΔΕ, κάθε άλλο παρά πειστική είναι, όταν όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, όχι μόνο δεν αντέδρασε σε κρίσεις που δημόσια μεταδόθηκαν και αναμεταδόθηκαν περί ουσιαστικής αθώωσης του Λιγνάδη, εφόσον οι ένορκοι, ο εισαγγελέας και μόνο ένας από τους δικαστές έκριναν ότι είναι ένοχος. Δεν είναι άραγε ενιαία η δικαστική απόφαση; 

Όμως η συγκεκριμένη ομάδα στις αδιανόητες τοποθετήσεις ακόμα και στις απειλές κυβερνητικών αξιωματούχων κατά δικαστικών λειτουργών και πριν καν κριθούν όσοι κριθούν από τη δικαιοσύνη, το μόνο που έκανε ήταν να εκδώσει μια χλιαρή και γενικού τύπου ανακοίνωση κατά πάντων.

Η συγκεκριμένη ομάδα τα βρίσκει προφανώς όλα καλώς καμωμένα από τη σημερινή κυβέρνηση και δε διακρίνει καμία παρέμβαση στη δικαιοσύνη, ενώ παρατηρεί αδιάφορα την κατρακύλα της χώρας σε όλους τους δείκτες κράτους δικαίου, αλλά και στην εμπιστοσύνη των πολιτών στη δικαιοσύνη. Παρακολουθεί αδιάφορα ακόμα και τις καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.   

Όμως η  συγκεκριμένη ομάδα στην οποία προσχώρησαν για λόγους μη κατανοητούς και δικαστικοί λειτουργοί που σθεναρά στο παρελθόν υπερασπίστηκαν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, έχει έντονο πολιτικό πρόσημο. Μην ξεχνάμε ότι τα βασικά στελέχη της – είτε έχουν ακόμα πρωταγωνιστικό ρόλο είτε όχι – ήταν προσκολλημένα στις ακραίες συντηρητικές απόψεις του πρώην προέδρου της ΕνΔΕ, υπουργού Δικαιοσύνης κ. Χαράλαμπου Αθανασίου. Σε συνδικαλιστικό δε επίπεδο – και δεν αναφερόμαστε εδώ στην όποια δικανική κρίση στις έδρες των δικαστηρίων – η συγκεκριμένη ομάδα έχει αποδείξει πολλές φορές ότι φανερά ταυτίζεται με τη σημερινή κυβέρνηση στις αναχρονιστικές και επί το αυστηρότερο αλλαγές των κατασυκοφαντημένων Ποινικών Κωδίκων, στον περιορισμό της ελευθερίας στη δικανική κρίση (κατάργηση αυτεπάγγελτου), αλλά ακόμα και στις περιοριστικές νομοθετικές ρυθμίσεις που αφορούν τους ίδιους τους δικαστικούς λειτουργούς.  

Η συγκεκριμένη ομάδα που διοικεί την ΕνΔΕ σήμερα δε δίστασε να προκαλέσει το 2020 ρήξη στους κόλπους της Ένωσης, επειδή η προηγούμενη διοίκηση ζήτησε με ανακοίνωση το αυτονόητο, δηλαδή την υποχρέωση της Πολιτείας να προτάξει το ανθρώπινο δικαίωμα στη ζωή ενός απεργού πείνας που απλά διεκδικούσε την εφαρμογή του Νόμου. Το ίδιο εξάλλου συμβαίνει και σήμερα με άλλον απεργό πείνας που κινδυνεύει και που το μόνο που ζητάει είναι η εφαρμογή του Νόμου.  

Η συγκεκριμένη ομάδα της ΕνΔΕ πήγε με το ζόρι και χωρίς να έχει υπερψηφίσει την απόφαση της προηγούμενης διοίκησης Χ. Σεβαστίδη διοργάνωσης – για πρώτη φορά από δικαστική ένωση – εκδήλωσης για την επέτειο του Πολυτεχνείου.

Πώς λοιπόν η συγκεκριμένη ομάδα ζητά σήμερα από τον κόσμο και την κοινή γνώμη να σεβαστεί την απόφαση του δικαστηρίου, όταν υποδεικνύει εντελώς αυθαίρετα και απολύτως μονόπλευρα προσπάθειες χειραγώγησης και πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από τις εύλογες αντιδράσεις; Γιατί ειδικά αυτή τη φορά υπάρχουν σκοπιμότητες στις αντιδράσεις του κόσμου, όταν την ίδια στιγμή οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και οι συνοδοιπόροι τους στα ΜΜΕ Πέτσα επιτίθενται απροκάλυπτα σε ανθρώπους πριν καν οδηγηθούν στο εδώλιο και για υποθέσεις που καμιά σχέση δεν έχουν με τα λεγόμενα ειδεχθή εγκλήματα; Ο συλλογικός κανιβαλισμός που γίνεται συστηματικά επί μήνες στο πρόσωπο της γυναίκας που φέρεται να δολοφόνησε τα παιδιά της, πριν ακόμα δικαστεί, ήταν κι αυτό πολιτική χειραγώγηση; Γιατί δεν έβγαλε ανακοίνωση ανάλογη η διοίκηση της ΕνΔΕ; Μήπως επειδή η Πισπιρίγκου δεν είναι επώνυμη και δεν είναι στενή συνεργάτης της κυβέρνησης; 

Δεν ήξερε η σημερινή διοίκηση της ΕνΔΕ ότι η ανακοίνωσή της θα γινόταν, όπως και έγινε, σημαία για τους υποστηρικτές του επώνυμου καταδικασμένου για βιασμούς; Πιστεύει στ’ αλήθεια ότι η οργή της κοινής γνώμης οφείλεται σε πολιτικούς παράγοντες; Κι αν είχε αφεθεί ελεύθερος με αναστολή για παρόμοιο αδίκημα ένας άλλος μη επώνυμος, η ΕνΔΕ πιστεύει στ’ αλήθεια ότι δε θα είχε οργιστεί όλος ο κόσμος και μαζί κι όλοι αυτοί που σήμερα κόπτονται τάχα για τη δικαιοσύνη; Θα έβγαζε και τότε άραγε τόσο οργισμένη ανακοίνωση η πλειοψηφία της ΕνΔΕ; 

Η ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων

Σχετικά με τη συνεχιζόμενη δημόσια προσβολή της προσωπικότητας της Προέδρου του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών – Ωμή και υποκινούμενη απόπειρα χειραγώγησης της Δικαιοσύνης σε εκκρεμή υπόθεση μετά την έκδοση απόφασης σε πρώτο βαθμό
 

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων δεν πρόκειται να ανεχθεί τη δημόσια και ΥΠΟΚΙΝΟΥΜΕΝΗ για πολιτικές σκοπιμότητες προσβολή και διαπόμπευση της προσωπικότητας της Προέδρου του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών, καθώς και των υπολοίπων Δικαστών της Συνθέσεως, που επί σειρά ετών κοσμούν την Ελληνική Δικαιοσύνη με την εξαίρετη νομική τους κατάρτιση, το ακέραιο ήθος και την ευσυνειδησία τους και οι οποίοι βρίσκονται τις τελευταίες ημέρες στο στόχαστρο κατ’ εξακολούθηση συκοφαντικών επιθέσεων, που συνοδεύονται από έμμεσες προτροπές ακόμη και τέλεσης πράξεων βίας σε βάρος τους.

Στο Κράτος Δικαίου οι δικαστικές αποφάσεις εκδίδονται σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους Νόμους της Ελληνικής Πολιτείας. Οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση ή μη ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 497 παρ. 8 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων και κρίνονται από το Δικαστήριο με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας, τη θεμελιώδη αρχή της ηθικής απόδειξης και την ελεύθερη συνείδηση των Δικαστών.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων παρακολουθώντας τις εξελίξεις και τα λαϊκά Δικαστήρια, που δυστυχώς είχε προβλέψει πως θα “στηθούν”, άγεται στο συμπέρασμα ότι η συνεχιζόμενη δημόσια προσβολή της προσωπικότητας των Μελών της Ένωσης μας και Μελών της Συνθέσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και ειδικώς της Προέδρου αυτής, ενέχει πολιτικές και μόνο σκοπιμότητες και είναι ξεκάθαρα ΥΠΟΚΙΝΟΥΜΕΝΗ απ’ αυτούς που δεν επιδεικνύουν στοιχειώδη σεβασμό στους θεσμούς και η απαξίωση αυτών (θεσμών) αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή τους, απ’ αυτούς που κινούνται στην κινηματική λογική παρελθόντων ετών, που κύριο χαρακτηριστικό έχει την πόλωση και το διχασμό, απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι η Δικαιοσύνη είναι ένας ακόμα κρατικός μηχανισμός ενταγμένος στους σχεδιασμούς τους και ότι με την απειλή της δημόσιας διαπόμπευσης προσωπικοτήτων της Ελληνικής Δικαιοσύνης σε πλατείες και σε δημόσιους χώρους θεαμάτων θα εκβιάσουν τις αποφάσεις της προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, μετά την έκδοση της απόφασης του Μ.Ο.Δ. και θα χειραγωγήσουν τη Δικαιοσύνη, ώστε να αποφασίζει σύμφωνα με τις επιθυμίες τους. Έτσι αντιλαμβάνονται όλα αυτά τα κέντρα την Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. 

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων καταγγέλλει δημόσια, στοχευμένη και εκβιαστική παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης, μετά την έκδοση της απόφασης σε πρώτο βαθμό, και θα προβεί άμεσα σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την αποτροπή της θεσμικής αυτής εκτροπής, την προστασία Προσωπικοτήτων της Δικαιοσύνης έναντι εξακολουθητικών συκοφαντικών δυσφημίσεων και τη διαφύλαξη των αρχών του Κράτους Δικαίου.   

Διαμηνύουμε προς κάθε κατεύθυνση ότι ο έλεγχος της Δικαιοσύνης και ο εκφοβισμός των εκπροσώπων της δεν θα περάσει.

Καλούμε τα κοινοβουλευτικά κόμματα να λάβουν θέση και να καταδικάσουν τα παραπάνω πρωτοφανή φαινόμενα για την ευνομούμενη πολιτεία μας.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ