«Φύλλο συκής» του Ερντογάν οι διερευνητικές μπροστά στον φόβο του Μπάιντεν

Του Μιχάλη Ψύλου

Μα δεν ενδιαφέρει καθόλου τον Τουρκικό Τύπο η επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών με την Ελλάδα; Πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνεύσει κανείς το γεγονός ότι την επομένη της ανακοίνωσης μόλις δύο από τις 28 μεγαλύτερες εφημερίδες της Γείτονος είχαν το θέμα στην πρώτη τους σελίδα. Και αυτές ήταν δύο από τις εφημερίδες με μικρή κυκλοφορία μάλλον άγνωστες στο ελληνικό κοινό! Η Dirilis Postasi  και η Yeni Birlik. Ούτε καν βέβαια και αυτές ως πρώτη είδηση. Δύο μονόστηλα και πολύ!

Αντίθετα η μεγάλης κυκλοφορίας φιλοκυβερνητική Yeni Safak όχι μόνο δεν ασχολείται με την επανάληψη των Ελληνο-τουρκικών διερευνητικών συνομιλιών μετά από σχεδόν πέντε χρόνια, αλλά επιλέγει μεταξύ των πρώτων ειδήσεων την νέα «καταστροφική δύναμη των Τουρκικών ενόπλων δυνάμεων»! Ποια είναι αυτή; «Την ναυπήγηση  από την γερμανική Thyssen Krupp για λογαριασμό του Τουρκικού πολεμικού ναυτικού  των έξι νέων υποβρυχίων  U 214 .

«Τα υποβρύχια αυτά  θα αρχίσουν να ενισχύουν το Τουρκικό Ναυτικό  το ένα μετά το άλλο από το επόμενο έτος έως το 2027 δίνοντας  φόβο στον εχθρό και αυτοπεποίθηση στους φίλους» όπως γράφει χαρακτηριστικά η Ερντογανική εφημερίδα. Τέσσερα τέτοια υποβρύχια διαθέτει βέβαια και η Ελλάδα που όταν τα αγόραζε από την Thyssen Krup ουδείς πρωθυπουργός ή υπουργός Αμυνας νοιάστηκε να βάλει ρήτρα μη πώλησής τους και στην Τουρκία αλλά αυτή δυστυχώς είναι μια άλλη συζήτηση…

Οσο και τον ίδιο τον Τούρκο πρόεδρο; Τον προκλητικό χαβά του. Μιλώντας στους πρεσβευτές των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Αγκυρα ο Ερντογάν εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση κατά της Ελλάδας ότι «έχει αυξήσει τις παραβιάσεις του εναέριου χώρου και τις παράνομες δραστηριότητές της στα νησιά τα τελευταία χρόνια να εγκαταλείψει τις δραστηριότητές της που αυξάνουν την ένταση». Μετά το παραλήρημα θυμήθηκε βέβαια και τις διερευνητικές συνομιλίες με την Ελλάδα που-όπως είπε-«θα σηματοδοτήσουν μια νέα εποχή». Κατηγόρησε μάλιστα την ΕΕ για «στρατηγική τύφλωση» στην Ανατολική Μεσόγειο  και ζήτησε από τους Ευρωπαίους να αποδεχτούν  τη «λύση» των δύο κρατών στην Κύπρο.

Με τέτοιο ψυχροπολεμικό κλίμα το μεγάλο ερώτημα είναι τι τσίμπησε ξαφνικά την Αγκυρα και αιφνιδίασε την Αθήνα ζητώντας την  επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών;Την απάντηση την δίνει η γερμανική εφημερίδα Frankfurter Rundschau:

Η Τουρκία φοβάται τον νέο Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν και γι` αυτό προχώρησε στην κίνηση αυτή μόλις εννιά ημέρες πριν την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων του στον Λευκό Οίκο. «Ο πιο σημαντικός λόγος για την αλλαγή της στάσης του προέδρου Ερντογάν είναι ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν» γράφει η γερμανική εφημερίδα και προσθέτει: «Η Τουρκία φοβάται ότι  θα μπορούσε να αντιμετωπίσει περαιτέρω κυρώσεις για τις αμυντικές της συμφωνίες με τη Ρωσία μόλις η κυβέρνηση του Μπάιντεν ανέβει στη σκηνή».

Το πρόσωπο «δηλητήριο»

Ηδη τα πρώτα μαντάτα από την Ουάσιγκτον κάθε άλλο παρά ευχάριστα είναι. Ο Μπάιντεν διόρισε τον Μπρετ Μακ Γκουρκ νέο συντονιστή του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική που αποτελεί «κόκκινο πανί» για τον Ερντογάν. Ο λόγος; Ο Μακ Γκουρκ είχε διατελέσει τόσο στις κυβερνήσεις Ομπάμα όσο και του Τραμπ  ειδικός απεσταλμένος των Ηνωμένων Πολιτειών στον πολυεθνικό συνασπισμό  που είχε στόχο την αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους (ISIS).Υπό αυτήν την ιδιότητα υποστήριξε τους Κούρδους αντάρτες της Συρίας τους οποίους η Αγκυρα θεωρεί ως το συριακό παρακλάδι του ΡΚΚ .

Ο Μακ Γκουρκ δεν δίστασε μάλιστα να παραιτηθεί τον Δεκέμβριο του 2018 σε ένδειξη διαμαρτυρίας όταν ο απερχόμενος Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα αποσύρει όλα τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία. Όταν μάλιστα τον Οκτώβριο του 2019 τα τουρκικά στρατεύματα εισέβαλαν στη βόρεια Συρία  ο Μπρετ μακ Γκουρκ κατέκρινε με σφοδρότητα την κίνηση αυτή του Ερντογάν. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που έκτοτε η τουρκική κυβέρνηση και τα φιλικά της μέσα ενημέρωσης συχνά καταγγέλλουν τον Μπρετ μακ Γκουρκ ότι υποστηρίζει το… PKK!

Ο Σουλεϊμάν Οζερέν εμπειρογνώμονας για θέματα της Τουρκίας στο Πανεπιστήμιο George Mason πιστεύει μάλιστα ότι αυτός ο διορισμός είναι πολύ πιο σημαντικός καθώς ο ρόλος του Μακ Γκουρκ «θα είναι πιο κρίσιμος και ευρύτερος από αυτόν που είχε με τις προηγούμενες αρμοδιότητές του  σχετικά με τη Συρία και το Ιράκ… Θα έλεγα ότι ο διορισμός του Μακ Γκουρκ είναι πολύ δηλητηριώδης για τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας και θα μπορούσε ακόμη να εμβαθύνει το χάσμα μεταξύ των δύο χωρών».

Μετά την ανακοίνωση του νέου διορισμού από τον Μπάιντεν άλλωστε Τούρκος αξιωματούχος μιλώντας στην ιστοσελίδα «Middle East Eye» δεν δίστασε να πει ότι «χωρίς αμφιβολία ο Μακ Γκούρκ έχει βλάψει τις τουρκο-αμερικανικές σχέσεις

Στο στόχαστρο Μπάιντεν ο αυταρχισμός του Ερντογάν

Ο διορισμός του Μπρετ Μακ Γκουρκ σε μια θέση που θα επιβλέπει την πολιτική της Αγκυρας στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο «είναι  σίγουρα απόδειξη για το πόσο δύσκολες στιγμές θα  περάσει  ο Ερντογάν με τη νέα διοίκηση Μπάιντεν» λέει Νίκολας Ντάνφορθ ανώτερος αναλυτής στο German Marshall Fund. Τονίζει μάλιστα ότι «η Άγκυρα αισθάνεται πως το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι απλά ο Μπρετ Μακ Γκουρκ αλλά το γεγονός ότι συμφωνούν με τις απόψεις του για την Τουρκία πολλοί  άνθρωποι στην νέα κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών».

Ο  ίδιος ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε  αποκαλέσει πριν δύο χρόνια τον Ερντογάν «αυτοκράτορα» και είχε προειδοποιήσει ότι η κυβέρνησή του θα δώσει προτεραιότητα στη δημοκρατία και στο κράτος δικαίου στην Τουρκία.

Για να καθησυχάσει και να προκαταλάβει τη διοίκηση  Μπάιντεν ο Ερντογάν έχει αρχίσει λοιπόν τα δήθεν φιλικά ανοίγματα προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και προσποιείται πως εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις υπέρ του κράτους δικαίου. Χωρίς φυσικά να εγκαταλείψει τον αυταρχισμό και την αντιδημοκρατική συμπεριφορά. «Το πρόβλημα άλλωστε του Ερντογάν είναι ότι αν προχωρήσει στον εκδημοκρατισμό  της χώρας με την  πραγματική έννοια αυτό θα μπορούσε να είναι ο πολιτικός του θάνατός» τονίζει ο Σουλεϊμάν Οζερέν.

Για παράδειγμα στις 10 Ιανουαρίου ο Πρόεδρος Ερντογάν  γιόρτασε την «Ημέρα Εργασίας των Δημοσιογράφων» στην Τουρκία κάνοντας λόγο για «ελευθερία του Τύπου». Για να προειδοποιήσει όμως ότι δεν θα ανεχτεί να γίνει κατάχρηση αυτής της ιδέας τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας μας δεν θα επιτρέψουμε ποτέ να χρησιμοποιηθεί ως μαύρη προπαγάνδα ενάντια στη θέλησή μας» όπως  είπε χαρακτηριστικά.

Δεν πάει πολύς καιρός βέβαια που ο Ερντογάν είχε πεί ότι οι δημοσιογράφοι «καλλιεργούν» την …τρομοκρατία για να δικαιολογήσει το όργιο καταστολής κάθε αντίθετης γνώμης στον Τύπο. Όπως για παράδειγμα τον εξαιρετικό συνάδελφο Αχμέτ Αλτάν που φυλακίστηκε με την γελοία κατηγορία ότι έστειλε «υποσυνείδητα μηνύματα» στους συνωμότες του πραξικοπήματος του 2016.

Εξήντα οκτώ Τούρκοι δημοσιογράφοι στις φυλακές

Η  Ενωση Δημοσιογράφων έχει καταγγείλει άλλωστε ότι  σήμερα κρατούνται στις φυλακές 68 Τούρκοι δημοσιογράφοι. Σύμφωνα με την διεθνή Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων είναι στην δεύτερη θέση πίσω από την Κίνα σε αριθμό φυλακισμένων δημοσιογράφων. Όπως αποκάλυψε στην Cumhurriyet o συνάδελφος Ραχμί Τουράν την επομένη του «εορτασμού» της Ημέρας των Δημοσιογράφων «το  2020 Τούρκοι δημοσιογράφοι εμφανίστηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης 479 φορές και τους επιβλήθηκαν συνολικά 140 χρόνια κάθειρξης σύμφωνα τη  “Έκθεση για την Ελευθερία του Τύπου 2020” που εκπονήθηκε από τον Ουτκού Τσακίροζερ βουλευτή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης(CHP).

Στην ίδια έκθεση τονίζεται ότι στις αντιπολιτευόμενες εφημερίδες  SÖZCÜ και Korkusuz  επιβλήθηκε απαγόρευση δημοσίευσης διαφημίσεων για 46 ημέρες και στην Cumhuriyet για 110 ημέρες για δημοσιεύματα που δεν άρεσαν στην κυβέρνηση Ερντογάν. Τρεις δημοσιογράφοι της SÖZCÜ οι Μετίν Γιλμάζ Εμίν Κελασάν και Νετσατί Ντογρούς καταδικάστηκαν συνολικά σε 20 χρόνια κάθειρξη. Οι επιθεωρητές της κυβέρνησης ενοχλημένοι μάλιστα από τις δημοσιεύσεις της SÖZCÜ επέβαλαν επίσης στην εφημερίδα πρόστιμο ύψους 145 εκατομμυρίων λιρών και ματαίωσαν για πολιτικούς λόγους την δημιουργία τηλεοπτικού καναλιού από τους υπευθύνους της ίδιας εφημερίδας.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου η Τουρκία βρίσκεται στην 154η θέση μεταξύ  180 χωρών. Όταν για παράδειγμα το 2002 ήταν στην 99η θέση….

«Οι συλλήψεις δημοσιογράφων και συγγραφέων για όσα έγραψαν και η κράτησή τους στη φυλακή για μήνες για να αφεθούν στη συνέχεια ελεύθεροι έχει γίνει από μόνη της μια μέθοδο τιμωρίας» γράφει ο πρώην διευθυντής της αγγλόφωνης Hurriyet Μουράτ Γεντκίν στην ιστοσελίδα του “YetkinReport”.Οπως λέει «υπάρχουν εκατοντάδες αγωγές εναντίον δημοσιογράφων. Επικρέμονται σαν τη Δαμόκλεια Σπάθη πάνω από τα κεφάλια έντιμων κορυφαίων σχολιαστών. Τα προβλήματα ελευθερίας του Τύπου και ελευθερίας της  έκφρασης συνεχίζονται. Για αυτό οι εργαζόμενοι Δημοσιογράφοι και οι αναγνώστες δεν μπορούν να γιορτάσουν την Ημέρα των Δημοσιογράφων» γράφει ο Μουράτ Γετκίν.

Απίθανο να αλλάξει πραγματικά στάση ο Ερντογάν

Ο αναλυτής Σουλεϊμαν Οζερέν εκφράζει την πεποίθηση ότι «η αυταρχική διακυβέρνηση του Ερντογάν αποτελεί σημαντικός παράγοντας για τις εντάσεις που θα υπάρξουν μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσιγκτον». Αν και όπως σωστά επισημαίνει «ο Ερντογάν χρειάζεται ελεγχόμενες εντάσεις για να διατηρήσει την εξουσία του στην Τουρκία»!

Ο Σινάν Σιντί καθηγητής μελετών εθνικής ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του σώματος των Πεζοναυτών  στη Βιρτζίνια τονίζει ότι «η τουρκική κυβέρνηση εξακολουθεί να ανησυχεί βαθιά για την πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν που έχει δεσμευτεί να αποκαταστήσει  τη θέση της Αμερικής στην παγκόσμια σκηνή συνεργαζόμενη στενά με τους Ευρωπαίους συμμάχους της. Για να συμπεριληφθεί η Τουρκία σε αυτήν την ομπρέλα θα απαιτηθούν σημαντικές αλλαγές πολιτικής και συμπεριφοράς από τον Ερντογάν κάτι που είναι απίθανο» σημειώνει ο καθηγητής Σιντί. Παρά τις δήθεν υποχωρήσεις του άλλωστε ο Ερντογάν έχει δαιμονοποιήσει  τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δύση  αποδίδοντάς τους όλα τα προβλήματα της Τουρκίας. Λόγω και αυτής της σκληρής ρητορικής το 48% των Τούρκων θεωρούν πλέον τις Ηνωμένες  Πολιτείες ως τη μεγαλύτερη απειλή για τη χώρα τους σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.

«Παρόλο που ο Ερντογάν γνωρίζει ότι η αντιπαράθεση βλάπτει τις σχέσεις του τόσο με την ΕΕ όσο και με τις ΗΠΑ προτιμά να συντηρεί μια εχθρική στάση στην τουρκική κοινή γνώμη» λέει ο καθηγητής Σιντί και προσθέτει:  «Αν και αυτή φαίνεται να είναι μια κοντόφθαλμη στρατηγική είναι ζωτικής σημασίας για τον Ερντογάν ο οποίος πρέπει να ενισχύσει την λαϊκή υποστήριξη στο εσωτερικό της Τουρκίας ελπίζοντας έτσι παραμείνει στην εξουσία».

Η New York Post προειδοποιεί όμως ότι «η Τουρκία δεν  είχε ποτέ τόσο μεγάλη παρέκκλιση από τη Δύση και δεν ήταν τόσο αβυσσαλέα η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Και αυτό που χρειάζεται-προσθέτει η αμερικανική εφημερίδα  είναι  «η αμερικανική κυβέρνηση  να στείλει  ένα σαφές μήνυμα  που δεν ενθαρρύνει τα αυταρχικά ένστικτα του Ερντογάν».