Όπως παλιά λέγαμε: “Οι ιδέες και οι αγώνες θέλουν οργάνωση”

Του Γιώργου Βεργόπουλου

Με την υπογραφή της συμφωνίας για την ονομασία της πΓΔΜ και με την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια διαμορφώνεται το βασικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα διεξαχθούν οι πολιτικές και εκλογικές αναμετρήσεις της προσεχούς περιόδου.

Ο πολωτικός χαρακτήρας που θα προσλάβουν οι αναμετρήσεις αυτές είναι προφανής. Αλλά για πρώτη φορά από το 1974, αυτή η πόλωση δεν θα αφορά κυρίως επιλογές για την οικονομική πολιτική και τη διανομή του εισοδήματος ή κυρίως  επιλογές για την λειτουργία και την ποιότητα των θεσμών και της Δημοκρατίας μας, Θα αφορά τα πάντα. Το διακύβευμα του 2019 θα είναι ταυτόχρονα η σύγκρουση του νεοφιλελευθερισμού με το κοινωνικό κράτος, του ακροδεξιού φανατισμού με το δημοκρατικό πνεύμα, του τυχοδιωκτικού εθνικισμού με την υπευθυνότητα σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, του βαθύτατου συντηρητισμού με τον εκσυγχρονισμό των θεσμών και τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας μας.

Έχουν υπάρξει τα τελευταία 40 χρόνια κι άλλες εκλογικές αναμετρήσεις όπου το διακύβευμα ήταν σημαντικό, με εξέχουσες αυτές του 2015 και επίσης αυτήν  του 1981. Ποτέ όμως δεν ήταν τόσο συνολική η αντιπαράθεση στρατηγικών και πολιτικών.

Ιδιαίτερα μετά την ακροδεξιά μετατόπιση της ΝΔ και την τυχοδιωκτική στάση της στο θέμα της ονομασίας της πΓΔΜ, η διαχωριστική γραμμή των δυο στρατοπέδων δεν είναι καν η ιστορική διχοτομία Δεξιάς Αριστεράς. Η διαχωριστική γραμμή αντικειμενικά έχει μετατοπιστεί κι αυτή. Από τη μια πλευρά είναι η Αριστερά αλλά και κάθε πολίτης που πιστεύει σε μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή, ουσιαστικά δημοκρατική Ελλάδα. Ας τον πούμε προοδευτικό, δημοκρατικό, δεν έχει σημασία. Από την άλλη πλευρά η ηγεμονία των απόψεων έχει περάσει σε ένα μίγμα νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς που θυμίζει τον Ούγγρο Ορμπάν και τους συμμάχους του στην ανατολική Ευρώπη. Με όρους ελληνικής ιστορίας, σε ένα μίγμα απόψεων που θυμίζει ανατριχιαστικά την μετεμφυλιακή περίοδο. Προφανώς χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάθε πολίτης ή και κάθε δύναμη που διαφωνεί με τη συμφωνία ανήκει στην ακροδεξιά. Το προοδευτικό στρατόπεδο δεν επιδιώκει το διχασμό των Ελλήνων αλλά τον ειλικρινή και νηφάλιο διάλογο για να βρεθεί ο ευρύτερος δυνατός κοινός τόπος.

Όλα αυτά μάλλον είναι γνωστά. Το ερώτημα που κατά τη γνώμη μου πρέπει να απασχολήσει άμεσα την Αριστερά δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ (ας μου συγχωρηθεί η απλούστευση αλλά τέτοιες ώρες δεν επιτρέπονται υπεκφυγές)  είναι με ποιούς όρους θα δώσει νικηφόρα την μάχη που είναι μπροστά. Πως δηλαδή θα αποτυπωθεί με ταχύτατους όρους στην κοινωνία και στην πολιτική η συγκρότηση του αριστερού – προοδευτικού – δημοκρατικού στρατοπέδου. Που κορμό έχει τους πολίτες που ήδη ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2015 και φυσιολογικά μερικοί από αυτούς ένιωσαν απογοητευμένοι από τις δυσκολίες και τους αναγκαίους συμβιβασμούς της περιόδου μέχρι την έξοδο από τα μνημόνια. Αλλά επίσης ένιωσαναπογοητευμένοι από την οργανωτική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να τους «βάλει στο πολιτικό παιχνίδι», να τους δώσει δυνατότητα πολιτικής δραστηριοποίησης. Η συγκυρία της διπλής επιτυχίας, στην εξωτερική πολιτική και στην έξοδο από τα μνημόνια, είναι η συγκυρία για να αναταχθεί η σχέση κοινωνικού και πολιτικού ΣΥΡΙΖΑ. Να γεφυρωθεί το μεγάλο στρατηγικό πρόταγμα  που υλοποιούμε με τα πολιτικά και οργανωτικά μέσα, τρόπους, διαδικασίες, που διαθέτουμε.

Πλάι στην μεγάλη αυτή παρακαταθήκη του νικηφόρου λαϊκού ρεύματος του 2015, να κληθεί να συστρατευτεί και κάθε άλλος πολίτης ο οποίος αντιλαμβάνεται και συμφωνεί με τους στρατηγικούς στόχους για τη χώρα που ξεκάθαρα πια ξεδιπλώνει το πρόγραμμα και το έργο της κυβέρνησης. Ιδιαίτερα στη συγκυρία της μεγάλης σύγκρουσης με την ακροδεξιά πατριδοκαπηλεία, η συγκρότηση ευρύτερων συσπειρώσεων  σε ένα Μέτωπο υπευθυνότητας και προοδευτικού πατριωτισμού  γίνεται απολύτως επίκαιρη. Ελπίζω ότι τέτοιες πρωτοβουλίες βρίσκονται ήδη στα σκαριά.

Η ιδεολογική οπισθοχώρηση της ΝΔ (και δυστυχώς η συστράτευση του ΠΑΣΟΚογενούς τμήματος του ΚΙΝΑΛ) προς συντηρητικά ιδεολογήματα 70 ή και 100 χρόνια παλιά γεννά στην ελληνική κοινωνία τον φόβο, όπως ακριβώς η συμφωνία με την πΓΔΜ και η έξοδος από τα μνημόνια την ελπίδα. Ελπίδα που θα δυναμώσει όσο ταχύτερα αποτυπωθούν στην πράξη τα πολλαπλά οφέλη για την Ελλάδα από τις δυο επιτυχίες ξεχωριστά. Το στρατόπεδο της ελπίδας έχει σχέδιο, πρόγραμμα, ιδέες και δίνει αγώνες. Αξίζει και μπορεί να νικήσει, με πλειοψηφική ανοιχτή λαϊκή συσπείρωση ανάλογη με αυτήν που υπήρξε σε άλλες σημαντικές στιγμές της σύγχρονης ιστορίας μας.