Bullying, bullets & bullshit

Του Νίκου Χριστοδουλάκη

Η μαζική δολοφονία στο δημοτικό σχολείο του Τέξας, η οπλοκατοχή στις ΗΠΑ και οι τρεις τομείς στην ελληνική ζωή, στους οποίους οι αποτυχίες των τελευταίων δεκαετιών νομιμοποίησαν και έθρεψαν τις εκδηλώσεις βίας.

Τα πιο θλιβερά και ντροπιαστικά γεγονότα της φετινής χρονιάς είναι τα συνεχή περιστατικά σχολικής βίας που εκδηλώνονται με ανεξέλεγκτο ρυθμό τόσο στην χώρα μας όσο και σε άλλες χώρες. Από τις προσπάθειες τρομοκράτησης και εξευτελισμού των πιο αδύναμων, έχουμε περάσει στις δολοφονικές σφαίρες. Οι κυβερνήσεις τις περισσότερες φορές αιφνιδιάζονται και προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα φαινόμενα με επιφανειακές θεωρίες που απλώς προδίδουν την αμηχανία τους και την έλλειψη ενός σχεδίου αντίδρασης και προστασίας. Το αποκορύφωμα που συντάραξε όλη την υφήλιο ήταν βέβαια η μαζική δολοφονία στο Δημοτικό σχολείο του Τέξας με νεκρούς 19 παιδάκια και δύο δασκάλες, την οποία διέπραξε ένας νεαρός που αγόραζε όσα όπλα και σφαίρες ήθελε χωρίς κανένα έλεγχο. Όμως η ανατριχίλα διαπέρασε πολλές κοινωνίες που είναι και αυτές εκτεθειμένες σε μικρότερο ή μεγαλύτερο κίνδυνο.

Το ερώτημα που έγινε πάλι επίκαιρο (αν και μάλλον προσωρινά) αφορά το ποιοι είναι άραγε οι παράγοντες που αφήνουν τα πράγματα να γίνουν ανεξέλεγκτα και τι θα μπορούσε να κάνει η κοινωνία για να τα αποτρέψει και σταδιακά να τα εξαλείψει; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ενιαία για όλες τις χώρες και φυσικά πολύ δύσκολη γιατί συνδυάζονται κοινωνικές καταστάσεις με ατομικές συμπεριφορές και επιλογές που δεν είναι πάντα ούτε εξηγήσιμες ούτε προβλέψιμες. Υπάρχουν όμως και κάποια χαρακτηριστικά από όπου θα μπορούσε κάποιος να ξεκινήσει:

Κύριο γνώρισμα στις κοινωνίες που εκδηλώνονται τα φαινόμενα αυτά είναι η αντίληψη που επικρατεί απέναντι στον ρόλο και την νομιμοποίηση της βίας, είτε μικρής έντασης είτε μεγάλης ισχύος. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα, η οπλοκατοχή έχει αποκτήσει μυθικές διαστάσεις και η συμβολή της προβάλλεται ως ο καταλύτης της δημιουργίας του αμερικανικού έθνους αλλά προπάντων ως η εγγύηση για την ελευθερία επιλογών που πρέπει να έχει κάθε ψώνιο όταν αναζητά να πραγματώσει το αμερικανικό όνειρο του.

Φυσικά από μόνο του αυτό το χυδαίο ψέμα δεν θα μπορούσε από μόνο του να προκαλέσει την οπλομανία που κυριαρχεί σήμερα. Υπήρξε όμως το βολικό άλλοθι για να χτιστεί επάνω του μια βιομηχανία όπλων και οπλοκατοχής με αμύθητα κέρδη, πολιτική επιρροή και εξουσία σε άπειρες πλευρές της δημόσιας ζωής. Ακόμα και αν η Γερουσία συμφωνήσει να μειώσει την επιρροή και την ασυδοσία της Εθνικής Ένωσης Όπλων, η διαδικασία θα πάρει πολλές δεκαετίες για να φέρει πραγματικά αποτελέσματα και στο μεταξύ οι φόνοι θα συνεχίζονται ακάθεκτοι. Γιατί απλούστατα οι έλεγχοι και οι περιορισμοί θα ανασχέσουν κάπως την μανία οπλοκατοχής, όχι όμως και τα βαθύτερα κίνητρα που την προκαλούν και διαμορφώνουν τις συμπεριφορές στις μικρο-κοινωνίες.

Και αυτές είναι τόσο πυκνά υφασμένες με την καθημερινότητα που δύσκολα ξεχνιούνται – είτε πρόκειται για δήθεν αυτοπροστασία όσων αισθάνονται ότι απειλούνται από την φτώχεια των πολλών είτε για σχέδια εκδίκησης όσων δεν τα καταφέρνουν να τους μοιάσουν. Οι κατά καιρούς εκκλήσεις όσων θέλουν να περιορίσουν τις ανεξέλεγκτες διαστάσεις της οπλοκατοχής και οπλοχρησίας δεν είναι ούτε εντελώς μάταιες ούτε άχρηστες. Όμως να ξέρουμε ότι δεν θα είναι ποτέ επαρκείς για να φέρουν πραγματικά αποτελέσματα γιατί απλούστατα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια πρόσκαιρη ρητορική που δεν μπορεί να ανατρέψει τα εμπεδωμένα χαρακτηριστικά φθόνου, ανισοτήτων και αδικίας στην αμερικανική κοινωνία. Όλες οι τάσεις δείχνουν ότι τα πράγματα ανισοτήτων και ανασφάλειας χειροτερεύουν, ενώ η τεχνολογία στην χρήση βίας γίνεται όλο και πιο προσβάσιμη. Δεν είναι δύσκολο κανείς να προβλέψει τι έρχεται.

Η έξαρση βίας στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα περιστατικά μαζικής δολοφονίας δεν έχουμε δει και μακάρι να ποτέ να μην συμβεί. Όμως ζούμε την δική μας εκδοχή μιας απειλής που όλο και απλώνεται. Το τελευταίο διάστημα, η βία που ξεφυτρώνει στα σχολεία, τα γήπεδα και τις συνοικίες από διάφορες παρέες ανηλίκων – αλλά και μεγαλύτερων – πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα και κανείς δεν ξέρει που μπορεί να οδηγήσει στο μέλλον. Ο θλιβερός κανόνας είναι ότι αν σε ένα κύμα βίας η κοινωνία και η Πολιτεία δείξουν αδιαφορία ή ανοχή, τότε θα έλθει και το επόμενο που θα είναι χειρότερο.

Σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε στην χώρα μας παλιότερα, τα πράγματα όντως έχουν κατά πολύ χειροτερεύσει και όλο και περισσότερα παιδιά βρίσκονται σε κίνδυνο για την σωματική τους ακεραιότητα, την ψυχική τους ισορροπία ακόμη και για την ζωή τους την ίδια – όπως δυστυχώς είδαμε να συμβαίνει σε κάμποσες περιπτώσεις από την αρχή του έτους. Φυσικά ανάλογη χειροτέρευση βλέπουμε και σε άλλες εκφάνσεις βίαιης συμπεριφοράς, από την ενδο-οικογενειακή έως την κυκλοφορία στους δρόμους, και όλες μαζί δημιουργούν ένα πλέγμα που φουντώνει και δίνει παραδείγματα σε πρόθυμους μιμητές.

Σε τρεις τουλάχιστον τομείς της ελληνικής ζωής σημειώθηκαν σημαντικές αποτυχίες τις τελευταίες δεκαετίες που γέννησαν, νομιμοποίησαν και έθρεψαν τις εκδηλώσεις βίας – από τις χαμηλής έντασης στις πιο αιματηρές: ποδόσφαιρο, παιδεία και πρότυπα. Το ποδόσφαιρο μεταμορφώθηκε σε μια ανεξέλεγκτη και χωρίς κανόνες σύγκρουση μεταξύ μεγαλο-επιχειρηματικών συμφερόντων. Πολλοί είχαν ανάγκη να στρατολογούν και να συντηρούν πλήθη από εξαγριωμένους χούλιγκανς που αν χρειαζόταν θα έδιναν το κατάλληλο μάθημα σε όσους απειλούσαν τους σχεδιασμούς τους. Δεν ήταν όλοι ίδιοι και δεν είχαν όλοι τις ίδιες ανάγκες οργανωμένης βίας, αλλά το κακό κυριάρχησε και πολλαπλασιάστηκε. Πλέον τα πράγματα έχουν πάρει τέτοια τροπή που μόνο μια οργανωμένη και αταλάντευτη παρέμβαση στον σκοτεινό κόσμο των χούλιγκανς μπορεί να φέρει αποτέλεσμα. Η οποία όμως δεν μπορεί φυσικά ούτε καν να ξεκινήσει αν δεν υπάρξει έλεγχος στους πάτρωνες τους και αυστηρή λογοδοσία.

Στο εκπαιδευτικό σύστημα, η αποτυχία του σχολείου να γίνει κυψέλη μάθησης και άμιλλας, συχνά το μετέτρεψε σε αρένα βίαιων επεισοδίων στα οποία καμία αντίδραση δεν εκδηλωνόταν και με βεβαιότητα ακολουθούσε ο επόμενος γύρος αντεκδίκησης. Άλλωστε, τα περισσότερα περιστατικά κρατιούνταν κρυφά είτε για να μην βγει κακό όνομα στο σχολείο είτε για να αποφύγουν οι παθόντες ένα νέο κύκλο επιθέσεων και απειλών.

Σήμερα ακούμε έκπληκτοι για οπλισμό, καταδρομικές επιθέσεις και άγριους ξυλοδαρμούς, αλλά η έκταση που έχουν θα αποδειχθεί μεγαλύτερη από αυτήν που φανταζόμαστε. Πρωτοβουλίες δασκάλων, γονέων και δήμων με στόχο να επιβάλλουν μια κατάσταση ανοχής και ομαλότητας στα σχολεία δεν έλειψαν – δεν ήταν όμως πάντα αποτελεσματικές είτε λόγω φόβου είτε λόγω έλλειψης συστηματικής προσπάθειας και αγνόησης τους από την Πολιτεία. Σήμερα χρειάζονται περισσότερο παρά ποτέ μήπως και αποφύγουμε το επόμενο χειρότερο κύμα βίας.

Τέλος είναι τα πρότυπα τα οποία άλλοτε εμφατικά και άλλοτε υποσυνείδητα διαχέονται στην ελληνική κοινωνία επί δεκαετίες. Κορυφαίο – αλλά όχι μοναδικό – παράδειγμα, η τηλεόραση. Στις μισές τουλάχιστον μυθοπλαστικές εκπομπές της τηλεόρασης κυριαρχούν σκηνές βίας, απειλών και οξείας διαμάχης για οτιδήποτε μικρό ή μεγάλο μπορεί να σκεφτεί κανείς. Όλοι μαλλιοτραβιούνται μεταξύ τους, μαχαιρώνονται και εκδικούνται. Τόσο μένος και μίσος πια!

Και στις άλλες μισές, παρουσιάζονται εκτενώς τα περιστατικά της βίας στην πραγματική ζωή και μάλιστα με τέτοια ένταση που θαρρείς προσπαθούν να τα κάνουν να φαίνονται ένα αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας μας. Η «γοητεία του κακού» φέρνει μεγάλα νούμερα τηλεθέασης και κανείς δεν φαίνεται να αναλογίζεται τις συνέπειες που έχει η διάδοση του. Ανάλογο προηγούμενο δεν νομίζω ότι υπάρχει σε κανένα άλλο ευρωπαϊκό τηλεοπτικό δίκτυο.

Ίσως από εδώ θα έπρεπε να ξεκινήσει μία μεγάλη προσπάθεια της Πολιτείας να αλλάξει τους κανόνες και τα πρότυπα στο ανεξέλεγκτο τηλεοπτικό τοπίο. Και σιγά-σιγά, οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και οι τοπικές κοινωνίες να δουν πώς η κοινωνική συμβίωση στα σχολεία, τις πλατείες και τα γήπεδα θα γίνει λιγότερο επικίνδυνη για τους πιο ευάλωτους και τελικά πιο ασφαλής για όλους.

AΠΟ ΤΟ NEWS 247